Πάαβο Νούρμι: Ο παρανοϊκός «ιπτάμενος Φινλανδός» με το ρολόι
Όταν η Φινλανδία επέλεξε τον Βίλε Ρίτολα και τον Ελίας Κατζ να τρέξουν τα 10.000μ. στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού, το 1924, ο Πάαβο Νούρμι ήταν έξαλλος. Ήταν μόνο η πρώτη μέρα του ολυμπιακού τουρνουά στο στίβο, η 6η Ιουλίου. Ο Νούρμι, που είχε ήδη κατακτήσει το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στο αγώνισμα στην Αμβέρσα, το 1920, συνοδεύοντάς το με άλλα δύο χρυσά, στο ατομικό cross-country και στο ομαδικό cross-country, και ένα ασημένιο στα 5.000μ., είχε τη βαθιά πεποίθηση ότι έπρεπε να είναι εκείνος στην κούρσα. Δεν τον ένοιαζε που έτρεχαν ο Ρίτολα και ο Κατς, απλώς έπρεπε να είναι κι αυτός. Στο στίβο που οι αθλητές έκαναν τις προπονήσεις τους, ο γεννημένος στο Τούρκου της Φινλανδίας (το οποίο στις 13 Ιουνίου του 1897 ανήκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία) αθλητής αποφάσισε να τρέξει μαζί με τους υπόλοιπους δρομείς. Όταν ο Ρίτολα τερμάτισε σε χρόνο 30.23.2, που ήταν παγκόσμιο ρεκόρ, ο Νούρμι είχε ήδη φτάσει.
ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ: Στίβος: Ο Αιθίοπας Τεφέρα νικητής στον Μαραθώνιο Ρώμης με νέο ρεκόρ αγώνα
Η φράση «less is more», που αναδεικνύει μια φιλοσοφία σε ό,τι αφορά το ζην, την επάρκεια και την αυτάρκεια, δεν έβρισκε σύμφωνο το θρύλο των μεγάλων αποστάσεων σε ό,τι αφορά το τρέξιμο. Ο Νούρμι θεωρούσε ότι «δεν υπάρχουν ανίκητα ρεκόρ ούτε ανθρώπινα όρια». Η λέξη «sisu» τον αντιπροσώπευε, αφού είχε το νόημα της βαθιάς εσωτερικής θέλησης, του κουράγιου, της επιθυμίας, του κινήτρου. Ακόμα και της αυτοσυντήρησης.
Δεν επρόκειτο, να πεις, ότι δεν θα έτρεχε στο Παρίσι. Οι διοργανωτές, μάλιστα, είχαν δημιουργήσει, πιθανότατα επειδή νόμιζαν πως δεν θα υπήρχε άνθρωπος να το κάνει, μια πρόκληση για τον Φινλανδό. Ο Νούρμι θα έτρεχε τους δύο τελικούς σε λιγότερη από μιάμιση ώρα. Αυτό το γνώριζε, γι’ αυτό είχε κάνει πρόβα την κατάσταση. Μόνο τρεις εβδομάδες πριν, στο «Elaintarha» του Ελσίνι, είχε τρέξει τα δύο αγωνίσματα με απόκλιση μίας ώρας. Έκανε δύο παγκόσμια ρεκόρ, σπάζοντας εκείνο των εφτά χρόνων στην πρώτη απόσταση και διαλύοντας, κατά 7,2 δευτερόλεπτα, το δικό του στη δεύτερη. Χρειαζόταν απλώς να το επαναλάβει στο Παρίσι.
ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ: Συνέντευξη Βούλα Τσιαμήτα: «Γιατί εξαφανίστηκα; Ήταν ψεύτικο, δεν γνώρισα αυτόν τον αθλητισμό!»
Το έκανε. Και στις δύο κούρσες πέτυχε ολυμπιακό ρεκόρ. Στα 1,500μ. άφησε τον Ελβετό Βίλι Σάρερ δεύτερο με 1,5 δευτερόλεπτα διαφορά, ενώ ο Ρίτολα έφαγε τη… σκόνη του στο πεντάρι, καθώς έμεινε πίσω για 20 εκατοστά του δευτερολέπτου. Ο Νούρμι απέδειξε ότι έπρεπε να είναι εκείνος που θα έτρεχε στο δεκάρι, στο οποίο, μάλιστα, ουδέποτε έχασε. Σε μια καριέρα 14 χρόνων, η οποία διακόπηκε αδόκητα το 1932, δεν βρέθηκε οποιοσδήποτε να τον νικήσει.
Η μηχανή παραγωγής και το άδοξο τέλος
Όσο συναρπαστική κι αν ήταν η νίκη του στα δύο αγωνίσματα, το πιο σπουδαίο κατόρθωμα του «ιπτάμενου Φινλανδού» ήταν άλλο: έτρεξε τον ημιτελικό των 1.500μ. στις 8 Ιουλίου, τον ημιτελικό των 5.000μ. στις 9, τους δύο τελικούς στις 10 και την Παρασκευή, 11, συμμετείχε στον ημιτελικό του ομαδικού των 3.000μ. Το Σάββατο, 12, έγινε το cross-country, μια απόσταση 10 χλμ. σε δύσβατα μονοπάτια στο Παρίσι. Το αγώνισμα ήταν τόσο δύσκολο και η ζέστη τόσο πολλή, που από τους 42 αθλητές που μετείχαν, μόνο οι 12 τερμάτισαν. Σημειώθηκαν λιποθυμίες και μεταφορές με τα ασθενοφόρα, που ώρες μετά τη λήξη της κούρσας έκαναν… περατζάδα στην πόλη, στην περίπτωση που τους είχε ξεφύγει κάποιος, ενώ ένας Γάλλος δρομέας, πιθανότατα ο Ρομπέρ Μαρσάλ, που κατάφερε να μπει στο στάδιο, το έχασε τελείως: έκανε κύκλους γύρω από τον εαυτό του και εν τέλει, αναπτύσσοντας μεγάλη ταχύτητα, έτρεξε προς τις κερκίδες, όπου λιποθύμησε. Ο Νούρμι έκανε πλάκα. Τερμάτισε σε απόσταση ενός λεπτού και 25 δευτερολέπτων μπροστά από το δεύτερο Ρίτολα. Στην πραγματικότητα, αυτή η κούρσα έδωσε και το χρυσό στο ομαδικό στους Φινλανδούς, αφού μετρούσαν οι χρόνοι των τριών δρομέων μίας χώρας και ο Χάικι Λιματάινεν ήταν 12ος. Την Κυριακή, 13 Ιουλίου, για την… αποκατάσταση, ο Νούρμι έκανε και το ομαδικό τριάρι με τον Ρίτολα και τον Κατζ και κατέκτησε εύκολα το πέμπτο χρυσό. Μέχρι το 1972, που ο Μαρκ Σπιτς πήρε εφτά στην κολύμβηση, ο Φινλανδός δρομέας, μαζί με τον Ιταλό κολυμβητή Νέντο Νάντι, τον Αμερικανό γυμναστή Άντον Χέλντα και τον Αμερικανό σκοποβόλο Γουίλις Λι, είχε τα περισσότερα χρυσά σε μία διοργάνωση.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πιέτρο Μενέα: Ο αστεροειδής με το πιο παράξενο παγκόσμιο ρεκόρ
Με αυτά τα αποτελέσματα, κάποιος θα περίμενε ότι ο Νούρμι θα έδειχνε ψήγματα συγκίνησης. Αν έγινε, αυτόπτης για να το μεταφέρει δεν υπήρχε. Με το που τελείωνε τις κούρσες του, ο Νούρμι έτρεχε και μάζευε τα πράγματά του από το γρασίδι και έπειτα έτρεχε προς τα αποδυτήρια. Στα 27 του, φαίνεται ότι όλα τα έκανε τρέχοντας.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στο Άμστερνταμ, ο Νούρμι πήρε την εκδίκησή του από τον Ρίτολα στο δεκάρι. Η απόσταση που τους χώριζε ήταν εξήντα εκατοστά του δευτερολέπτου, αλλά ο έτερος Φινλανδός δεν είχε πει την τελευταία λέξη του. Νίκησε τον ομόλογό του στα 5.000μ. και μάλιστα με άνεση, προσπερνώντας τον κατά 2 δευτερόλεπτα, ενώ ήταν πρώτος και στα 3.000 steeplechase, δηλαδή μια κούρσα με εμπόδια, στα οποία, πάντως, ο Νούρμι έτρεχε για πρώτη φορά και έπεσε στο νερό με το κεφάλι. Αυτές οι δύο ήττες ήταν οι πρώτες ύστερα από οκτώ χρόνια και την Αμβέρσα. Ο Νούρμι ήταν 35 χρόνων όταν πήγε στο Λος Άντζελες για τους τέταρτους Ολυμπιακούς της καριέρας του. Ήθελε να πάρει μέρος στον Μαραθώνιο, τον οποίο θεωρούσε το πιο εύκολο από όλα τα αγωνίσματα. Όμως, δεν πήρε μέρος, επειδή η σουηδική Ολυμπιακή Επιτροπή έκανε καταγγελία ότι πολλά από τα έξοδα των ταξιδιών του πληρώνονταν από αμερικανικές τουριστικές εταιρείες και γι’ αυτό έπρεπε να λογίζεται ως επαγγελματίας. Οι Φινλανδοί έκαναν αγώνα για να αποδείξουν το αντίθετο και, μάλιστα, ήταν αρκετά αισιόδοξοι ώστε να τον περιλάβουν στην αποστολή για τις ΗΠΑ. Δύο μέρες πριν αρχίσουν οι αγώνες, όμως, η απόφαση υπήρξε καταπέλτης για τον Νούρμι, που κατηγόρησε τους Σουηδούς και τον Τύπο γι’ αυτήν την εξέλιξη και εκδικήθηκε ειδικά το δεύτερο: δεν έκανε παρά σπάνιες συνεντεύξεις μέχρι το τέλος της ζωής του στις 2 Οκτωβρίου 1973, στα 76 του (φαντάσου να είσαι Σουηδός δημοσιογράφος και να θέλεις να του πάρεις συνέντευξη), και ισχυριζόταν, μάλιστα, ότι «η φήμη έχει λιγότερη αξία από ένα σάπιο κόκκινο μούρο».
Ένας μισάνθρωπος που άλλαξε το στίβο
Γίνεται με ασφάλεια να ειπωθεί ότι ο κόσμος του Πάαβο Νούρμι ήταν γεμάτος, τόσο που άλλος δεν χωρούσε. Αν υπήρχαν φίλοι, ήταν ελάχιστοι, θα περίσσευαν αρκετά δάχτυλα από το ένα χέρι. Οι συναθλητές του τον αντιμετώπιζαν με δέος και τρόμο, τη φωνή του δεν την είχαν ακούσει. Δεν επρόκειτο για κάποια τελετουργία, ήταν εξίσου αδιάφορος για αυτούς πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη λήξη της εκάστοτε κούρσας. Για να είμαστε δίκαιοι, η ζωή υπήρξε σκληρή εξ απαλών ονύχων για τον Πάαβο, ο οποίος έμεινε ορφανός από πατέρα στα 12, αφού το 1908 ο Γιόχαν Νούρμι πέθανε από αιμόπτυση. Ούτως ή άλλως, η πολυτέλεια και η ζωή του ουδεμία σχέση είχαν: η εφταμελής οικογένεια, όσο ζούσε ο πατέρας, διέμενε σε ένα δωμάτιο και ο Πάαβο με τα αδέλφια του έτρωγαν ψωμί ολικής άλεσης και παστό ψάρι. Αν ήταν τυχεροί, μια φορά το χρόνο θα έτρωγαν φρέσκο κρέας και φρούτα.
ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ: Βίλμα Ρούντολφ: Τη Μαύρη Γαζέλα μεγάλωσε μια λέαινα
Ο Πάαβο βρήκε δουλειά σε φούρνο, ως παιδί για όλες τις δουλειές, για να στηρίξει την οικογένειά του. Έπειτα, τη συνδύασε με ενασχόληση σε χυτήριο. Το σχολείο, στο οποίο από την πρώτη τάξη πήγαινε βάδην είτε με πέδιλα του σκι, αν το Τούρκου ήταν καλυμμένο με πάγο, ήταν χαμένη υπόθεση. Ο Νούρμι απέκτησε δύναμη με το κουβάλημα και αντοχή με το περπάτημα. Όταν, πια, έφτασε στο στρατό, το 1919, ήταν δρομέας μεγάλων αποστάσεων, αλλά ουδείς ήξερε πόσο δυνατός ήταν. Σε μία περίπτωση, οι φαντάροι έπρεπε να διανύσουν μια απόσταση 19,5 χιλιομέτρων κουβαλώντας ένα τουφέκι, μία φυσιγγιοθήκη και ένα σακίδιο γεμάτο με άμμο. Οι νικητές θα αμείβονταν, οπότε ο Νούρμι έκανε αυτήν την απόσταση τρέχοντας.
Η προπόνησή του ήταν, όμως, που άλλαξε το στίβο. Οι υπόλοιποι δρομείς δεν ήξεραν τα κόλπα του και αυτοί που δοκίμαζαν να προπονηθούν μαζί του τα παρατούσαν, από εξάντληση. Πριν από έναν αιώνα, ο Φινλανδός, που από τα 15 ως τα 21 του ήταν χορτοφάγος και που απέδωσε την αντοχή του στις κούρσες στο ζεστό Παρίσι στις φινλανδικές σάουνες, χρησιμοποιούσε ένα ρολόι χειρός, με το οποίο χρονομετρούσε τους γύρους του. Μέχρι τότε, η τακτική των δρομέων ήταν γνωστή: γρήγορο ξεκίνημα, αργό τέμπο, ξεπέταγμα στο φινάλε. Ο Νούρμι, που ασχολείτο ενεργώς με την καλλισθενική, είχε ως στόχο να κάνει συγκεκριμένο χρόνο σε κάθε γύρο, για αυτό και δεν αποχωριζόταν το ρολόι. Άλλαξε τον τρόπο που οι δρομείς αντιμετώπιζαν τις αποστάσεις στο βαθμό που όταν στις δικές του προπονήσεις η «ατμομηχανή», ο μέγας Εμίλ Ζάτοπεκ, δυσκολευόταν, φώναζε «είμαι ο Νούρμι! Είμαι ο Νούρμι!», για να παίρνει κουράγιο. Ο Τσεχοσλοβάκος είδε το είδωλό του να ανάβει την ολυμπιακή φλόγα το 1952, στους Ολυμπιακούς του Ελσίνκι, αλλά ο Νούρμι ήταν νεκρός μέσα του. «Δεν έτρεχα για τη Φινλανδία, έτρεχα για τον εαυτό μου», απάντησε ψυχρά όταν ρωτήθηκε. Και παρά την προσπάθεια για εκμαίευση μιας συγκινητικής απάντησης από το δημοσιογράφο, που σχολίασε «ούτε όταν φορούσατε τη φανέλα με το εθνόσημο αισθανόσαστε διαφορετικά;», ο Νούρμι ήταν απόλυτος: «Ούτε τότε».
ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ: ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: Η Άνοιξη της Πράγας, ο Εμίλ Ζάτοπεκ και η δήλωση μετάνοιας
Με το τρέξιμο υπήρξε εμμενής, λογιζόταν άλλωστε νευρασθενικός, στο σημείο που σχεδόν παράτησε στα… χέρια της ίδιας της ζωής το γιο του, Μάτι. Η σύζυγός του, Σιλβί Λαάκσονεν, προερχόμενη από την υψηλή κοινωνία, ζήτησε διαζύγιο από τον Πάαβο μόλις δύο χρόνια μετά το γάμο τους, αφού την είχε παραμελήσει εξαιτίας του στίβου. Ο Νούρμι μετρούσε… ψυχοπαθητικά το μήκος των πατουσών του γιου του και τα αποτελέσματα δεν τον ικανοποιούσαν. Του έφτιαξε μια διατροφή η οποία θα βοηθούσε προς αυτήν την κατεύθυνση, αλλά δεν άλλαξε κάτι. Ο ίδιος δεν τον παράτησε ακριβώς, αλλά εγκατέλειψε την ιδέα να γίνει δρομέας του διαμετρήματός του. Ούτως ή άλλως, ο «Σπουδαίος Σιωπηλός», κατά το παρατσούκλι που του έδωσαν οι σύγχρονοί του, προπονούσε Φινλανδούς δρομείς για να πάνε στους Ολυμπιακούς του Βερολίνου, το 1936. Παραιτήθηκε για λίγο, δε, όταν πέρασε μέσα από ψηφοφορία να ενωθούν οι Σουηδοί και οι Φινλανδοί αθλητές, δηλαδή να έχουν τα ίδια προνόμια.
ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ: Σαν σήμερα: Ο θρύλος που μετά το παγκόσμιο ρεκόρ έμεινε παράλυτος και τρέλανε τους γιατρούς
Ο Μάτι, που έγινε δρομέας των 3.000μ. με μέτρια αποτελέσματα, θαύμαζε τον πατέρα του ως επιχειρηματία. Πράγματι, ο Νούρμι άνοιξε ένα κατάστημα ρούχων, που έγινε τουριστικό θέρετρο στο Ελσίνκι. Στο σκοτεινό γραφείο του, όμως, εκπόνησε το μεγάλο κόλπο του: να γίνει εργολάβος. Έχτισε πάνω από 100 πολυκατοικίες. Ο πιο σημαντικός αντίπαλός του, Βίλε Ρίτολα, έμεινε σε ένα από τα διαμερίσματά τους ως το τέλος της ζωής του. Μισοτιμής.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Φουρνιέ: «Λατρεύω την κάθε μέρα στον Ολυμπιακό»
- Ρουί Βιτόρια: Αυτό είναι το πλάνο του για τον Τάσο Μπακασέτα
- Αποκάλυψη για Ρονάλντο: «Ο Μουρίνιο τον κάλεσε για να τον φέρει στην Φενέρμπαχτσε»
- Παναθηναϊκός Παρασκήνιο: Παπαδημητρίου κατά... Τζαβέλλα
- Ρουί Βιτόρια: Αυτό είναι το πλάνο του για τον Τάσο Μπακασέτα