Συνέντευξη Γιώργος Στράντζαλης: «Το σύστημα με απέβαλε επειδή δεν έλεγα ναι στους προέδρους»
Μια φορά κι έναν καιρό τη δεκαετία του ’90 ο Γιώργος Στράντζαλης μεσουρανούσε στα γήπεδα της Α’ Εθνικής με τη φανέλα του Πανηλειακού και του Άρη. Σήμερα ζει μόνιμα στον Καναδά και είναι τεχνικός διευθυντής σε… 4.000 μικρά παιδιά! Αυτή είναι η απίθανη ιστορία του!
Από τα γηπεδάκια του Γαλαξία, μέχρι τις αλάνες της Τούμπας ο αστικός μύθος που συνόδευε τον Γιώργο Στράντζαλη για τις ποδοσφαιρικές του δεξιότητες, μόνο μύθος δεν ήταν. Όσοι τον γνώρισαν από τα παιδικά του χρόνια, ανάμεσα τους και ο υπογράφων, θυμούνται ένα παιδί που σήκωνε την μπάλα στα πόδια του ή στο κεφάλι του και ξεχνούσε να την κατεβάσει. Κάποτε έκανε 3.000 τσιλικάκια και όλοι οι πιτσιρικάδες της γειτονιάς έτρωγαν δωρεάν κουλούρι για έναν μήνα!
Ο Γιώργος Στράντζαλης ξεφυλλίζει τις σελίδες του βιβλίου της ποδοσφαιρικής και προπονητικής του καριέρας σε όλα τα γήπεδα της Ελλάδας και κολλάει το δικό του ιδιαίτερο χαρτάκι στο άλμπουμ των παιδικών μας αναμνήσεων!
Photo Credits: Eurokinissi | Ραφαήλ Γεωργιάδης
Πως ξεκίνησες το ποδόσφαιρο;
Ο πατέρας μου αντί για λουλούδια, μόλις γεννήθηκα, έφερε στην κλινική μία μπάλα! Μετά όλα ήταν θέμα χρόνου για την εξέλιξή μου…
Υπήρχε στενός δεσμός με το ποδόσφαιρο στην οικογένεια…
Το ποδόσφαιρο για μένα είναι το οξυγόνο μου, δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτό. Λέω στη γυναίκα μου την Έλενα πως όταν θα φύγω από τη ζωή, θέλω να φύγω μέσα στο γήπεδο! Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου μακριά από αυτό.
Ο πατέρας μου, ήταν προπονητής στον Άρη, στα τσικό. Ξεκίνησα εκεί στα πέντε μου χρόνια. Κάποια στιγμή όταν ήμουν 9 χρόνων, έφυγε από τον Άρη και έφυγα κι εγώ μαζί του. Τότε παίζαμε στις αλάνες, δεν είχαμε ανάγκη να πάμε σε ομάδες, αλλά ακολουθούσα τον πατέρα μου.
Ήταν προπονητής στη Β΄Εθνική σε αρκετές ομάδες, στον Αγροτικό Αστέρα, τα Γιαννιτσά, τον Φοίνικα Πολίχνης, τον Εθνικό Συκεών. Και όπου πήγαινε, έκανα κι εγώ προπονήσεις πίσω από το γήπεδο, μαζί με την ομάδα, όπως μπορούσα. Μέχρι που ήρθαμε μόνιμα στην Τούμπα σε ηλικία 12 ετών.
Κάναμε μία ομάδα στη γειτονιά και πήραμε μέρος σε ένα τουρνουά του ΠΑΟΚ. Χάσαμε 3-2 στον τελικό από τον ΠΑΟΚ έχοντας συμπαίκτη τον Τουρσουνίδη και την άλλη μέρα ο κυρ Λευτέρης ο Παπαδάκης, μας ζήτησε να ξεκινήσουμε προπονήσεις στον ΠΑΟΚ. Τότε έφευγα κατασκήνωση στου Καλύβα και ήρθε ο Πέτρος Θεοδωρίδης στα 12-13 μου και έδωσε 500.000 δραχμές στον πατέρα μου και υπέγραψα στον Ηρακλή!
Έτσι πήγες στον Ηρακλή;
Ναι και ξεκίνησα στους ερασιτέχνες με προπονητή τον Φυτίλη. Η εισήγηση ήταν του Μάκη Σεντελίδη που με έβλεπε στις κατασκηνώσεις Καλύβα στη Μεταμόρφωση της Χαλκδικής. Είχα πάει και στον Παναθηναϊκό και έμεινα μία εβδομάδα στην Παιανία. Ο Βαρδινογιάννης πρότεινε να πάει όλη η οικογένεια στην Αθήνα, αλλά ήμουν πολύ μικρός και δεν πήγαμε.
Προπονητής ήταν ο Μίμης Δομάζος, «πάρτε τον μικρό», είπε. Στον Ηρακλή είχα αργότερα προπονητή τον Απόστολο Υφαντή και τον Νίκο Ποντίκη και σε ηλικία 17 χρονών ο Γερμανός Ντίντι Φέρνερ με έκανε επαγγελματία. Παίξαμε ένα φιλικό με τη Ραντ Βελιγραδίου και την άλλη μέρα ήμουν με την πρώτη ομάδα. Δύο χρόνια δεν είχα συμμετοχές, μόνο στο Βαλκανικό έπαιξα. Πρόλαβα βέβαια τον Χατζηπαναγή, τον Παπαιωάννου, τον Κωφίδη, τον Φοιρό, όλη τη μεγάλη ομάδα.
Και αποφάσισα να φύγω στον Μακεδονικό με τον Χασιώτη, όπου έμεινα πέντε χρόνια. Μπορεί να ήταν φτωχά, αλλά ήταν και αρσενικά, ποδοσφαιρικά χρόνια που με βοήθησαν στη συνέχεια να έχω σεβασμό, υπομονή και πίστη ότι μπορώ να πετύχω.
Και μετά ήρθε η μεταγραφή στον Πανηλειακό;
Όταν αναφέρομαι στον Πανηλειακό αναφέρομαι σε οικογένεια. Γεωργιάδης – Αργυρούλης τεχνικό δίδυμο. Μια ομάδα, μία οικογένεια. Ανέβηκε κατηγορίες με 10.000 κόσμο συνέχεια και 2.000 σε κάθε προπόνηση. Με έναν απίστευτο παράγοντα, τον Σταυρόπουλο. Όλοι με χαμόγελα και μία ομάδα στολίδι για το επαρχιακό ποδόσφαιρο. Αλλά το τροχαίο του Αντώνη Γεωργιάδη έφερε πολλές αλλαγές κι έφυγα το 96 επί Δανιήλ. Με παραχώρησε τότε ο Σταυρόπουλος, χωρίς να ζητήσει ούτε δραχμή από τον Άρη!
Δεν μπορεί, θα έχεις τρομερές ιστορίες από τον Πανηλειακό…
Τι να πρωτοθυμηθώ! Στο ημίχρονο οι Τζόρτζεβιτς, Μαυρομμάτης και Κολοσκόπης έμπαιναν και έκαναν τσιγάρο. Μέναμε 8 και έρχονταν οι προπονητές και απορούσαν. «Που είναι τα παιδιά; Λίγοι είμαστε!». Θυμάμαι άλλη μία απίστευτη ιστορία. Παίζουμε Πανηλειακός-Αρης, κερδίζουμε 1-0, φωνάζουν από τον πάγκο Μαυρομμάτης αμυντικό χαφ και Ιλιτς στόπερ, αλλάξτε θέσεις.
«Φιλαράκι φεύγω» μου λέει ο Μαυρομμάτης. Γίνεται το ματς 1-1 και ξαναφωνάζει ο Αργυρούλης αλλάξτε θέσεις. «Φιλαράκι ξαναήρθα» μου λέει ο Μαυρομμάτης. Το κάνουμε 2-1 και ξαναφωνάζει: αλλάξτε θέσεις! Πετάγομαι εγώ και λέω: Δεν πάει κανείς πουθενά. Τέλος. Και νικήσαμε!
Εχει και μια τρομερή ιστορία με τον Τσολερίδη. Παίζουμε στον ΟΦΗ. Δεύτερο γύρο πρώτη χρονιά στην Α’ Εθνική και χάνουμε 2-0 στο 20’. Αποβάλλονται Σκέντζος και Τζόρτζεβιτς και μπαίνει ο κυρ Αντώνης στα αποδυτήρια και μας βρίζει: Είστε απαράδεκτοι. Τον βγάζει έξω ο Αργυρούλης και μας μιλάει. Ηρεμήστε να βρούμε τα πατήματα μας. Μειώνω εγώ σε 2-1 και στο 70’ σηκώνει τρεις παίκτες για αλλαγή. Βάζει δύο και αφήνει τελευταίο τον Νίκο Τσολερίδη.
Δεν τον έβαζε ο κυρ Αντώνης. Η ομάδα έπαιζε καλά. Στο 91΄ αποφασίζει μόνος του ο Αργυρούλης και κάνει την αλλαγή. Κάνει κόρνερ ο Τσέκος, ο Τσολερίδης κάνει σπριντ για να προλάβει να φτάσει στην περιοχή και με κεφαλιά στο πρώτο δοκάρι ισοφαρίζει σε 2-2. Και φωνάζει ο κυρ Αντώνης στον Αργυρούλη: «Στα έλεγα εγώ, είσαι μεγάλος, το πίστευες!». Το 2-2 μας έβαζε τετράδα για Ευρώπη. Και την επόμενη μέρα έγινε τροχαίο του κυρ Αντώνη…
Στον Άρη πως πήγες;
Πήγα με Διαμαντόπουλο και στη μέση της σεζόν ήρθε στη θέση του ο Φοιρός. Η ομάδα έπεσε με την υπόθεση με τα δελτία. Το καλοκαίρι μείναμε ο Φοιρός και πέντε ποδοσφαιριστές: Εγώ, ο Κατεργιαννάκης, ο Κατσιαρός, ο Μητσόπουλος και ο Ζαχόπουλος. Και μου λέει ο Φοιρός: «Θα μείνεις;».
«Στα δύσκολα θα μείνω. Δεν ήρθα για να φύγω» του απάντησα. Με αβέβαιο οικονομικό μέλλον, χωρίς τίποτε. Άρχισε να χτίζεται η ομάδα, ήρθαν Μπορμπόκης, Ναγκόλι Κένεντι, Ιβάν, αλλά δεν ξεκινήσαμε καλά. Στην 7η αγωνιστική, είχαμε επτά βαθμούς διαφορά από το πρώτο. Χάσαμε από τα Τρίκαλα. Ήρθαν οι οπαδοί στα αποδυτήρια, φύγαμε από το γήπεδο στις 2 τα ξημερώματα. «Τι έγινε;» μου λέει ένας. «Χάσαμε» του απαντώ.
«Αλλά θα βγούμε στην Α’ Εθνική με 15 βαθμούς διαφορά. Αν δεν γίνει έτσι να έρθεις να με βρεις. Ήμουν αρχηγός. «Βάζουμε στοίχημα;» του λέω. Και τα παιδιά άνοιξαν την πόρτα και φύγαμε.
Τις επόμενες μέρες στην προπόνηση υπήρχε βουβαμάρα. Ηταν Πάσχα και ειχα ένα δυναμιτάκι. Το ανάβω στο προπονητικό, σκάει, τρόμαξαν όλοι, πετάχτηκαν στον αέρα. Την Κυριακή παίζαμε στην Καλλιθέα. Μπαίνουμε μετά από ένα τέταρτο για προπόνηση, ρωτάει ο Φοιρός ποιος και γιατί το έκανε. «Εγώ το πέταξα» του λέω. «Ήρθε η ώρα να ξυπνήσουμε. Αλλάζουν τα πάντα, κάνουμε το 1-0 με πέναλτι δικό μου στην Καλλιθέα και μετά είχαμε μόνο νίκες σερί».
Και γιατί έφυγες από τον Άρη την επόμενη χρονιά;
Ανεβήκαμε την κατηγορία και τελείωνε το συμβόλαιό μου. Έρχεται στην ομάδα ο Κοντομηνάς κι εκεί που περιμένω να ανανεώσω, την τελευταία μέρα των μεταγραφών μου λένε είσαι ελεύθερος. Ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του.
Έμεινα ξαφνικά έξι μήνες χωρίς ομάδα, μόλις είχα παντρευτεί. Κι έκανα προπονήσεις μόνος μου και μετά πήγα στην Καβάλα. Έπαιξα έξι μήνες και μετά άρχισε μια διαδρομή περίεργη για μένα. Καλλιθέα Β’ Εθνική, μετά Πατραϊκό, μετά Παναχαϊκή και στα 37 μου πήγα στη Ρόδο σαν παίκτης, έφυγε ο Χοσάδας και η διοίκηση μου έδωσε την ομάδα και ανέλαβα προπονητής!
Δεν θα το ξεχάσω, ήταν ο κύριος Διακογεωργίου και ο κύριος Ηλιακίδης. Αλλά ευχαριστώ και τη διοίκηση του κυρίου Μαρτίνη. Αυτοί οι άνθρωποι με έβαλαν στην ιστορία της ομάδας των ελαφιών με απέραντη αγάπη και εκτίμηση.
«Δεν έπρεπε να φύγω από τον Πανηλειακό και να έρθω τότε στον Άρη. Δεν ήξερα την κατάσταση του Γράντα με τον κόσμο του Άρη, ό,τι έφερνε θεωρούσαν ότι έπρεπε να φύγει»
Μετάνιωσες για κάτι;
Δεν έπρεπε να φύγω από τον Πανηλειακό και να έρθω τότε στον Άρη. Έπρεπε να περιμένω. Είχα πρόταση από την ΑΕΚ με Τροχανά, αλλά δεν είχα μάνατζερ ποτέ μου. Δεν ήξερα την κατάσταση του Γράντα με τον κόσμο του Άρη. Γιατί ό,τι έφερνε ο Γράντας θεωρούσαν ότι έπρεπε να φύγει. Κάποιοι την πλήρωσαν, ίσως ήμουν κι εγώ. Θα μπορούσα να είχα έρθει στον Άρη ένα χρόνο αργότερα. Ισως να μην ήταν σωστό το τάιμινγκ. Εγώ ήθελα να παίξω Εθνική τότε, ήμουν στα καλύτερα μου, είχα 9 γκολ σαν αμυντικός χαφ και ήμουν τέταρτος σκόρερ στο πρωτάθλημα!
Πού χάρηκες το ποδόσφαιρο;
Στον Πανηλειακό το χάρηκα, ήμασταν αδέρφια. Και στον Άρη το έζησα με πολύ πάθος, ειδικά στη Β’ Εθνική. Κι εκεί γίναμε οικογένεια. Χωρίς λεφτά, όλοι οι παίκτες μαζί για καφέ. Κι ο Φοιρός μαζί μας. Πηγαίναμε τρεις φορές την εβδομάδα.
Η καριέρα του προπονητή
Να ανοίξουμε και το κεφάλαιο του προπονητή;
Στη Ρόδο ξεκίνησα για να καθίσω δύο ματς στον πάγκο και οι ποδοσφαιριστές ζήτησαν να μείνω εγώ προπονητής. Ακολούθησε μια πορεία ως τεχνικός, κάτοχος του UEFA PRO σε Παναχαϊκή, Ηλιούπολη, Κορωπί, Απόλλωνα Καλαμαριάς, Ηρακλή, Αχαρναϊκό, Λάρισα και μετά έκανα δική μου Ακαδημία στον Πύργο. Και μετά το ποδοσφαιρικό σύστημα με απέβαλε!
Μεγάλη κουβέντα αυτή και δύσκολη. Γιατί το λες;
Γιατί αυτό έγινε. Επειδή δεν είμαι «yes boss». Εγώ το ποδόσφαιρο όπως το έπαιξα, ήθελα να το διδάξω στους παίκτες χωρίς παρεμβάσεις στα αγωνιστικά θέματα. Ο Έλληνας προπονητής έχει προσωπικότητα, έχει γνώση, έχει διαπαιδαγώγηση, έχει αξία και δεν μπορεί κανένας παράγοντας να του την αφαιρέσει. Ένας παράγοντας μπορεί να είναι επιχειρηματίας και να διοικεί υπαλλήλους, αλλά δεν σημαίνει ότι γνωρίζει και ποδόσφαιρο.
Όταν μια διοίκηση εμπιστεύεται έναν Έλληνα προπονητή, σημαίνει ότι γνωρίζει πως έχει αξία. Δεν μπορεί να του την αφαιρέσει. Μόνο σε βάθος χρόνου και όταν δεν φέρει αποτελέσματα.
Το δεύτερο και σπουδαιότερο είναι πως δεν γνωρίζουν οι πρόεδροι τη διάθεση των παικτών για τον προπονητή τους. Να παράξουν έργο, να περάσουν καλά μέσα από μακροχρόνια δουλειά. Δεν έχουν υπομονή.
Αισθάνονται πίεση λόγω αμάθειας και γι’ αυτό έμεινε πίσω το ποδόσφαιρο. Ακολουθεί ο κόσμος, αρχίζει να γκρινιάζει «διώξ’τον αυτόν δεν κάνει». Αυτή η εναλλαγή των συναισθημάτων είναι ότι χειρότερο για τον προπονητή, τον κόσμο, την ομάδα.
Τώρα ζεις στον Καναδά, όπου έχεις βρει τις προπονητικές συνθήκες που αναζητούσες…
Έφυγα απογοητευμένος από τη χώρα μου. Δεν σε κρατάει η Ελλάδα, δεν σου παρέχει ασφάλεια, χωρίς να ρίχνω ευθύνες σε κανένα.
Ανέλαβα τις δικές μου ευθύνες και χωρίς να γνωρίζω αγγλικά ή γαλλικά, πήγα στον Καναδά και είπα δεν ξαναγυρίζω πίσω. Και έπειτα από δύο δύσκολα χρόνια επιβίωσης ασχολήθηκα με το ποδόσφαιρο. Έγινα τεχνικός διευθυντής σε κλαμπ με 2.200 παιδιά.
Είχα υπό έλεγχο 80 προπονητές σε πρόγραμμα από 4 χρόνων μέχρι 20 και ανάπτυξη σε παίκτες και προπονητές, μέχρι και διαιτητές, γιατί εκεί υπεύθυνες για την εκπαίδευση των διαιτητών είναι οι ομάδες. Πήραμε το πρωτάθλημα με την ομάδα του Πανεπιστημίου.
Πλέον ενώθηκαν τρία κλαμπ στην περιοχή μας, έγιναν ένα με 4.000 παιδιά. Είμαι πλέον τεχνικός υπεύθυνος σε αγόρια και κορίτσια ηλικίας 8-12 ετών χρόνων. Ο γιος μου Αντρέας Κωνσταντίνος στα 10 του κάνει τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα. Το Μόντρεαλ έχει ποιότητα ζωής και η αξία αναγνωρίζεται μέσα από την προσπάθεια. Δεν κρύβεται.
Ο πατέρας μου, ο «μάγος» μου
Θέλω να πω δυο λόγια και για τον «μάγο» μου, τον πατέρα μου. Ήταν ένας άνθρωπος που χωρίς να μιλούσε σε καθήλωνε με την αύρα του. Οι γνώσεις του για το ποδόσφαιρο ήταν απίστευτα εξελιγμένες και προοδευτικές. Ποτέ δεν τον είδα να απογοητεύεται. Ποτέ! Πάντα θα έβρισκε τη λύση.
Όταν έφυγα για τον Καναδά και αντιμετώπιζα πρόβλημα με τη γλώσσα αναγκάστηκα να κάνω άλλες δουλειές. Μου τηλεφωνούσε κάθε μέρα και μου έλεγε: «Όταν έρθει η ώρα να μπεις στο γήπεδο, τότε δεν θα ξαναβγείς». Έγινα τεχνικός διευθυντής σε δυόμιση χρόνια στο Μόντρεαλ, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβα να του πω τελικά είσαι μάγος. Ευχαριστώ τον θεό που μου τον χάρισε σαν φίλο, σαν αδερφό, σαν πατέρα!
«Για μένα Αρης, ΠΑΟΚ, Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ, είναι οι ομάδες της Κ20. Δεν παρακολουθώ καθόλου τις μεγάλες ομάδες με τους ξένους»
Μια ανατρεπτική πρόταση για το ελληνικό ποδόσφαιρο
Παρακολουθείς ελληνικό ποδόσφαιρο;
Για μένα Αρης, ΠΑΟΚ, Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός, ΑΕΚ, είναι οι Κ20. Δεν παρακολουθώ καθόλου τις μεγάλες ομάδες με τους ξένους, δεν με ικανοποιεί αυτό. Για μένα ελληνικές ομάδες είναι οι Κ20.
Βάλτε στο μυαλό σας τα παιδιά που παίζουν στις Β΄ομάδες ή στις Κ19 να ήταν στην πρώτη ομάδα, να ακούν τα συνθήματα από τον κόσμο, τι μπάλα θα έπαιζαν. Εγώ έτσι οραματίζομαι το ποδόσφαιρο
Η δική μου πρόταση είναι να φύγουν οι ξένοι και να γίνει ημιεπαγγελματικό το ποδόσφαιρο. Δεν μπορούμε να έχουμε μεγάλα μπάτζετ, επειδή δεν έχουμε οργάνωση. Να σταματήσει η ξενομανία, να αναπτύξουμε τον Έλληνα προπονητή και το νεανικό ταλέντο. Να δημιουργήσουμε πιο ισχυρές ομάδες και ανταγωνιστικό πρωτάθλημα, να φτιάξουμε και εθνικές ομάδες.
Δεν γίνεται αυτό που έγινε στο ψηλότερο σημείο της επιτυχίας μας το 2004. Αντί να διασφαλίσουμε το dna μας, το χαρίσαμε στους ξένους, σε μάνατζερ που θέλουν να εισβάλλουν στη χώρα για το χρήμα.
Ναι αλλά πως θα γίνει αυτό; Μοιάζει ανέφικτο…
Πρέπει να αλλάξουν οι νόμοι, να παίζουν επτά Έλληνες στην ενδεκάδα. Δύο πιτσιρικάδες κάτω των 21 και οι άλλοι να είναι ξένοι. Να δίνουν οι ομάδες κλειστό συμβόλαιο δύο ετών στον προπονητή. Ο Κλοπ ζήτησε τριετές στη Λίβερπουλ όταν πήγε. Εμείς γιατί όχι;
Εδώ στην επιτυχία όταν ένας πρόεδρος ακούει ότι ο προπονητής πετυχαίνει, ζηλεύει. Εκεί ξεκινούν τα προβλήματα. Το ποδόσφαιρο δεν είναι προβολή του παράγοντα. Είναι προβολή πνεύματος και θεάματος.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Άρης: Τα... γνωστά «ντου» του Καρυπίδη - Την «έπεσε» στον Τσαγκαράκη και συνεχίζει να δυσφημεί το ελληνικό ποδόσφαιρο!
- Φουρνιέ: Ο Μπαρτζώκας βρήκε τον Ζιντάν του
- Ολυμπιακός-ΑΕΚ: Η αποστολή των «ερυθρόλευκων» - Εκτός ο Εσε
- Κώστας Παπανικολάου: «Το καλεντάρι που έχει στηθεί από Ευρωλίγκα και FIBA είναι προβληματικό»
- Γερεμέγεφ: «Οι ιδέες του Ρουί Βιτόρια είναι περισσότερο επιθετικογενείς» - Σένκεφελντ: «Θετική αύρα ο Ρουί Βιτόρια»