Ίγκορ Μιλάνοβιτς-Βλάντα Βουγιασίνοβιτς: Οι δύο αποχρώσεις της Γιουγκοσλαβίας

Οι δύο κολοσσοί του γιουγκοσλαβικού αθλητισμού, ο Ίγκορ Μιλάνοβιτς και ο Βλάντα Βουγιασίνοβιτς, συναντιούνται ξανά ως αντίπαλοι προπονητές, ο πρώτος του Ολυμπιακού και ο δεύτερος του ΝΟ Βουλιαγμένης, στον ημιτελικό του Κυπέλλου Ελλάδος στην Πάτρα.

Όταν ο Σάντρο Σούκνο στέκεται μπροστά σου, δεν το πιστεύεις: είναι θεόρατος. Ο παίκτης που θα μπορούσε να γίνει ο κορυφαίος στον κόσμο, είναι πανύψηλος. Υπερφυσικά και παράδοξα ψηλός. Πρέπει να είναι πάνω από 2,05μ. και πάλι, όταν ανασκευάζεις τη στιγμή στο μυαλό, σου φαίνεται πανταγκρουελικός.

Ο Κροάτης, ειρήσθω εν παρόδω, ήταν ένας καταπληκτικός πολίστας. Όμως οι καρδιακές αρρυθμίες τον οδήγησαν σε πρόωρη σύνταξη. Αυτήν τη στιγμή, και έχοντας σταματήσει σχεδόν τέσσερα χρόνια από το πόλο, δεν έχει καν κλείσει τα 33. Έχασε, δηλαδή, από τον Μάιο του 2019, αυτό που οι αθλητές στην πλειονότητά των αθλημάτων ονομάζουν «τα καλύτερά μας χρόνια».

Όταν, πάλι, ο Βλαντιμίρ Βουγιασίνοβιτς στέκεται μπροστά σου, ο κλονισμός έχει παρόμοιο ποσοστό, αλλά απ’ την… αντίστροφη. Είναι «σαν εμένα». Ένας κανονικός άνθρωπος που, με βάση ό,τι έκανε στην πισίνα, τον είχες για πολύ ψηλότερο. Για πολίστας στο επίπεδο που έπαιζε και με τον τρόπο που καθόριζε το πόλο, ήταν κοντός.

Ο Ίγκορ Μιλάνοβιτς, από τη μεριά του, είναι ένας κανονικός πολίστας. Κανονικά… ψηλός, γεροδεμένος, μοιάζει με τύπο που έκανε δυναμικό αθλητισμό. Το βάδισμά του, όπως συμβαίνει και με το θρυλικό Ράτκο Ρούντιτς, τον προπονητή του στην εθνική Γιουγκοσλαβίας σχεδόν όλη τη δεκαετία του ’80, είναι ελαφρώς ακανόνιστο.

Ο σπουδαίος Ίγκορ Μιλάνοβιτς δείχνει λίγο από το ταμπεραμέντο του στον πάγκο του Ολυμπιακού

Και οι τρεις, ο Σούκνο, ο Βουγιασίνοβιτς και ο Μιλάνοβιτς, έχουν ένα κοινό: προπονητές στην Προ Ρέκο. Ο πρώτος, μάλιστα, σε πολύ νεαρή ηλικία, πριν καν γίνει 32 ετών, στέφθηκε πρωταθλητής Ευρώπης ως κόουτς της ιταλικής ομάδας, σε ένα συγκλονιστικό τελικό στο Βελιγράδι, απέναντι στη Νόβι Μπέογκραντ της οποίας προπονητής ήταν ο Μιλάνοβιτς και παίκτης ο Βλαχόπουλος.

Πριν γίνει το Final 8 του Champions League, μάλιστα, οι φήμες ότι ο Μιλάνοβιτς δεν ένιωθε άνετα με τα ρούχα του ως προπονητής της ομάδας της πόλης που γεννήθηκε, δεν ήταν αμελητέες. Όταν ο πάγκος του Ολυμπιακού αναγκαστικά χήρεψε, αφού η χρονιά που δεν μετρούσε το ασυμβίβαστο του Θοδωρή Βλάχου με την Εθνική έληξε, δημιουργήθηκε ένα γαϊτανάκι για το ποιος ήταν ο κατάλληλος ώστε να αναλάβει την ομάδα, που φυσικά ως στόχο έχει τη συμμετοχή της στο Final 8.

Ο 57χρονος Σέρβος είχε κάνει τη θητεία του και στη Ρέκο, την οποία είχε οδηγήσει στην κατάκτηση του Champions League το 2015. Μάλιστα, στον τελικό στην «Μπερνάτ Πικορνέλ» της Βαρκελώνης, πρώτος σκόρερ της Πριμόριε Ριέκα ήταν ο… Σούκνο.

Ένας… κανονικός άνθρωπος, ένας θρύλος του παγκόσμιου πόλο ο Βλαντιμίρ Βουγιασίνοβιτς

Εκείνη τη χρονιά, ο Βουγιασίνοβιτς ήταν στην Παρτίζαν και εκπαίδευε τους νεαρούς πολίστες του, προεξάρχοντος του Ντούσαν Μάντιτς, να βγάζουν τα… συκώτια των ακριβοθώρητων σταρ του πόλο. Είχε σταματήσει το 2012, ένα χρόνο αφού κατέκτησε, με συμπαίκτη τον Θοδωρή Χατζηθεοδώρου και προπονητή τον… Μιλάνοβιτς, το Champions League.

Το 2016, μετά την κατάκτηση του χρυσού ολυμπιακού μεταλλίου ως συνεργάτης προπονητής του συνοδοιπόρου του, ως παίκτη, Ντέγιαν Σάβιτς στο Ρίο, με τη Σερβία, ο Βουγιασίνοβιτς έκλεισε με τη Ρέκο. Ο ίδιος, σχετικά εσωστρεφής ως χαρακτήρας, έπεσε σε μια εποχή που γενικός διευθυντής ήταν ο Μαουρίτσιο Φελούγκο. Ο Ιταλός ανέλαβε το ’15, δηλαδή αφού αποχώρησε της ενεργού δράσης, και αυτό κάτι πρέπει να είχε να κάνει με τη λογική του Μιλάνοβιτς.

Ο Βουγιασίνοβιτς έφυγε το 2018, κυρίως εξαιτίας της ήττας στον τελικό του Champions League από τον Ολυμπιακό στη Γένοβα. Ο πάγκος της Ρέκο, βεβαίως, είναι από τις πιο δύσκολες δουλειές στα ομαδικά σπορ, όχι επειδή έχει τρομερές απαιτήσεις αλλά, διότι παίρνει ένα κομμάτι από την ψυχή σου: λίγη προσωπικότητα να θέλεις να βγάλεις ως κόουτς και αμέσως βρίσκεσαι έκθετος σε έναν κυκλώνα συνωμοσιών και ίντριγκας.

Το καλοκαίρι του 2019 βρήκε δουλειά στη Νόβι Μπέογκραντ και αντικαταστάθηκε από τον Μιλάνοβιτς δύο χρόνια αργότερα. Οι δυο τους βρέθηκαν αντιμέτωποι την Τρίτη, στο παιχνίδι του Ολυμπιακού με το ΝΟ Βουλιαγμένης για το Champions League, που οι «ερυθρόλευκοι» νίκησαν 14-6.

Στην Πάτρα, την Παρασκευή, θα διαξιφίσουν για μια θέση στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος, με το άλλο ζευγάρι να είναι Παναθηναϊκός-Εθνικός. Ο τελικός είναι προγραμματισμένος για το Σάββατο, αλλά στο χώρο θεωρείται τελικός το παιχνίδι του Ολυμπιακού με τον ΝΟΒ, ότι δηλαδή από εκεί πρόκειται να βγει ο μέλλων τροπαιούχος του θεσμού.

Η διαφορά στη φιλοσοφία

Αν και ο Μιλάνοβιτς έπαιξε ως μέλος της ανεξάρτητης Γιουγκοσλαβίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996, στην Ατλάντα, και το έκανε ετσιθελικά -αλλά ήταν ο σημαιοφόρος της αποστολής- ο Βουγιασίνοβιτς δεν μπορούσε να υιοθετήσει τα τερτίπια των παικτών που ανέτειλαν τη δεκαετία του ’80. Υπάρχει ειδοποιός διαφορά στο μπριο, τη φλόγα και τη μεταδοτικότητα, ο Μιλάνοβιτς έχει το γέλιο του Αλέξη Ζορμπά, ο Βουγιασίνοβιτς ανάθεμα αν έχει εμφανιστεί να εκφράζεται με οτιδήποτε άλλο από μειδίαμα δημοσίως.

Ο Ολυμπιακός είναι φαβορί απέναντι στον ΝΟ Βουλιαγμένης στον ημιτελικό της Πάτρας

Ακόμα και όταν ηγήθηκε της καινοφανούς ομάδας της Παρτίζαν, τη σεζόν 2010-11, στην κατάκτηση του Champions League με παίκτες που θα καταδυνάστευαν τον κόσμο από το 2014 και έπειτα, όπως ο Άντρια Πρλαΐνοβιτς, ο Ντούσκο Πιέτλοβιτς, ο Στέφαν Μίτροβιτς ο Μίλαν Άλεξιτς, ο Μίλος Τσουκ, ο Μπόμπαν Σόρο και, βέβαια, ο Φιλίπ Φιλίποβιτς, η φειδώ ήταν το χαρακτηριστικό του.

Γι’ αυτό, κιόλας, ο «Βλάντα» θεωρήθηκε ο αγαπημένος του οραματιστή Νίκολα Στάμενιτς, ο οποίος δημοσίως οίκτιρε τον ταλαντούχο αθλητή, αν δεν είχε όρεξη για δουλειά. Για τον Βουγιασίνοβιτς, το χάρισμα που είχε δεν έπαιζε οποιονδήποτε ρόλο. Για τον Μιλάνοβιτς, υπήρχε ως κάτι αυτονόητο, που θα το χρησιμοποιούσε εφόσον παρίστατο ανάγκη.

Γι’ αυτό, κιόλας, οι δύο έρχονται και «δένουν» στον πάγκο των ομάδων τους. Ο μεν Βουγιασίνοβιτς ανέλαβε ένα πρότζεκτ στο οποίο η Βουλιαγμένη βασίζεται από την εποχή του Γιάννη Γιαννουρή: παίκτες που θα παίζουν για έναν προπονητή που θα τους εμπνέει.

Είτε επρόκειτο για την ομάδα των «μπέμπηδων» από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 μέχρι το 2002 είτε για το συγκρότημα του Τεό Λοράντου που κατέκτησε το νταμπλ το 2012 είτε για τα κορίτσια της Αλεξίας Καμμένου που πήραν back2back Κύπελλα Πρωταθλητριών το 2009 και το 2010 είτε για το συγκεκριμένο συγκρότημα, με τους παίκτες να πίνουν νερό στο όνομα του προπονητή τους, είναι αυτό που κάνει ο ΝΟΒ.

Από την άλλη μεριά, ο Μιλάνοβιτς αντιλαμβάνεται ότι οι πολίστες που πρέπει να διαχειριστεί δεν είναι απλώς φτασμένοι -αυτό αποκτά ισχύ με βάση τα παλμαρέ αλλά και την πολυετή τριβή με τον πρωταθλητισμό- αλλά και αρκετά κουρασμένοι ώστε να ανακαλύψουν έναν έτερο Εγώ. Αυτό συνέβη στην πορεία της καριέρας καθενός και με ό,τι ανακάλυψε πορεύτηκε.

Ο Βουγιασίνοβιτς εμπνέει τους παίκτες του στη Βουλιαγμένη

Μπορεί να υπάρχουν αθλητές που χρειάζονται τα φώτα του -ή ακόμα και να αποτελέσει μέσο έμπνευσης για εκείνους- αλλά τέτοιες προσπάθειες πάντα γίνονται παραλλήλως, εκτός κι αν έχεις ένα συγκρότημα μόνο με νεαρούς παίκτες, όπως ο Βουγιασίνοβιτς στη Βουλιαγμένη.

Τότε, άμα λάχει, τους προετοιμάζεις για το… Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, όπως είπε ο Νίκολα Στάμενιτς στους πολίστες του Ολυμπιακού όταν έφτασε στον Πειραιά το 1998.Ο «Στρατηγός», ειρήσθω εν παρόδω, υπήρξε υψηλής σημασίας φυσιογνωμία για τις καριέρες των δύο προπονητών. Ιδιαίτερα για τον τεχνικό του ΝΟΒ.

Φυσικά, δεν θα γινόταν να μην υπάρχει επέμβαση από μέρους του Μιλάνοβιτς σε διάφορα λογικά στάδια του παιχνιδιού, μερικές πληροφορίες που μπορεί να γίνουν καθοριστικές για τη λογική, μια υγιής μετάβαση στη δική του φιλοσοφία, αλλά κατά βάση φαίνεται ότι επιτρέπει τον αυτοσχεδιασμό και το κοουτσάρισμά του αφορά κυρίως στη λεπτομέρεια.

Ο ημιτελικός του Κυπέλλου την Παρασκευή, 3 Φεβρουαρίου, στις 21:00, στο κολυμβητήριο «Αντώνης Πεπανός» στην Πάτρα, είναι συνάντηση γιγάντων.

Δύο τύποι με ίδιες ρίζες, από το ίδιο κράτος, αλλά με διαφορετικά βιώματα στις ηλικίες που εκείνα μεταφέρονται, δύο παίκτες με αστραφτερό παλμαρέ αλλά τελείως ανόμοιους τίτλους κτήσης, δύο προσωπικότητες που συναντήθηκαν σε άτακτες στιγμές, είτε ως συνάδελφοι είτε από διαφορετικά πόστα είτε ως διάδοχος ο ένας του άλλου, για να ντύσουν με μια ομηρική ένδυση κλέους το «Αντώνης Πεπανός».

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News