«Μια φορά κι έναν καιρό στο ελληνικό ποδόσφαιρο…» Θα μπορούσε να είναι η εκκίνηση ενός βιβλίου για τους ελληνικούς «αστικούς μύθους» της «στρογγυλής θεάς» στη χώρα μας, το οποίο θα περιλάμβανε γνωστές και ανέκδοτες ιστορίες από τη δεκαετία του ’80. Τη δεκαετία του Σαραβάκου, του Μαύρου, του Αναστόπουλου, μα πάνω απ’ όλα τη δεκαετία του ενός και μοναδικού Βασίλη Χατζηπαναγή. Του «Νουρέγιεφ» των ελληνικών γηπέδων!
Ο «Βάσια», όμως, δεν ήταν ο μόνος ελληνικής καταγωγής ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση και πρωταγωνιστούσε στα πρωτοσέλιδα των αθλητικών εφημερίδων της εποχής. Υπήρχε ένας ακόμη χαρισματικός μέσος, το όνομά του οποίου είχε αρχίσει να λαμβάνει… μυθικές διαστάσεις στις τάξεις των Ελλήνων φιλάθλων.
Ελάχιστοι τον είχαν δει να αγωνίζεται, διαδίκτυο και YouTube δεν υπήρχαν να παρακολουθήσει κανείς τα κατορθώματά του, και έτσι καλοκαίρι με καλοκαίρι, όλοι άκουγαν για το… ελληνικό αντίπαλο δέος του Βασίλη Χατζηπαναγή που άκουγε στο όνομα Στάθης Πεχλιβανίδης. Ο αθλητικός Τύπος της εποχής έκανε λόγο για ένα «παγοθραυστικό» που δεν μπορούσε να σταματήσει καμία άμυνα. Για έναν χαφ με σουτ-πυραύλους ικανά να ισοπεδώσουν οποιονδήποτε τερματοφύλακα!
«Έρχεται στον Ολυμπιακό ο παικταράς Πεχλιβανίδης»… «Φέρνει νέο Χατζηπαναγή ο Ολυμπιακός»… «Στα κόκκινα ο Πεχλιβανίδης». Δεν πρέπει να είχε περάσει καλοκαίρι για καλοκαίρι που το «Φως των Σπορ» δεν τον είχε ντύσει στα ερυθρόλευκα.
Τελικά το όνειρο της άφιξης στον Πειραιά δεν έμελλε να γίνει ποτέ πραγματικότητα. Κι όταν μετά από πολλά χρόνια ο Στάθης Πεχλιβανίδης κατάφερε να αφήσει πίσω του τη Σοβιετική Ένωση και να αγωνιστεί στην Ελλάδα σε ηλικία 30 ετών, προκάλεσε… σοκ με την εμφάνισή του. Ποιος μπορεί να ξεχάσει στη Λιβαδειά την… κοιλίτσα του, αλλά και τα φοβερά και τρομερά σουτ του που απειλούσαν να κατεδαφίσουν ακόμη και στις προπονήσεις τα δοκάρια του γηπέδου του Λεβαδειακού;
Πιστέψτε μας! Ακολουθεί μια αφήγηση γεμάτη απαντήσεις για έναν από τους μεγαλύτερους αστικούς μύθους του ελληνικού ποδοσφαίρου! Ένας απολαυστικός Στάθης Πεχλιβανίδης γεμάτος χιούμορ, αυτοσαρκασμό, αλλά και νοσταλγία για το παρελθόν, έρχεται να κολλήσει το δικό του πολύ ξεχωριστό χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday. gr, σε μια ιστορία που περιλαμβάνει από… ΚΚΕ και Χαρίλαο Φλωράκη μέχρι… Χάρρυ Κλυν και σουβλάκια Λιβαδειάς!
Photo Credits: Κλόντιαν Λάτο | Eurokinissi
Η πρώτη ερώτηση που θέλω να σας κάνω, είναι πως βρέθηκε η οικογένειά σας στο Καζακστάν και γεννηθήκατε εσείς εκεί.
Είναι μεγάλη ιστορία που ξεκινάει περίπου στο 1870. Το επώνυμο της οικογένειας ήταν “Λαζαρίδης”, αλλά ο παππούς μου ήταν παλαιστής. Τότε πάλεψε με έναν Τούρκο και τον νίκησε και από τότε τον έλεγαν “Πεχλιβάν”. Στα τούρκια σημαίνει “παλικάρι”, με αποτέλεσμα να μας μείνει και πλέον να αλλάξει και το επώνυμο της οικογένειας σε “Πεχλιβανίδης”.
Απ’ ότι καταλαβαίνω οι ρίζες είναι από τον Πόντο;
Ναι η οικογένεια ζούσε στην Τραπεζούντα αλλά ο παππούς αποφάσισε να φύγει από εκεί για να βρει δουλειά. Τώρα πως βρέθηκε στην άλλη άκρη του κόσμου, στα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης με την Κίνα και την Ιαπωνία, στο Χάμπαροσκ, δεν το ξέρω. Αυτό που ξέρω ήταν ότι επειδή εργάζονταν ως φούρναρης, βρήκε αμέσως δουλειά, έκανε λεφτά και έγραψε στη γιαγιά μου να πάει να τον βρει. Έτσι και έγινε και έμειναν εκεί μέχρι το 1917. Μετά όμως ήρθαν τα γεγονότα εκείνης της εποχής του πήραν την περιουσία και κατέληξε στον Καύκασο. Το 1949 εξορίστηκαν και από εκεί και κατέληξαν στο Καζακστάν στο Σίνκεντ. Εκεί γεννήθηκα εγώ το 1960.
Μεγάλη ιστορία και τρομερές ταλαιπωρίες.
Τις άκουγα τις ιστορίες από τους γονείς μου. Εγώ μεγάλωσα εκεί και ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο στην τοπική ομάδα. Αγωνιζόμουν μέχρι τα 19 μου, όταν και το 1979 κατάφερα να σημειώσω 28 γκολ στο πρωτάθλημα της δεύτερης κατηγορίας.
Έτσι υπήρξε και το ενδιαφέρον και έγινε η μεταγραφή στην Καϊράτ;
Δεν το λες και μεταγραφή. Δεν υπήρχαν τότε τέτοια πράγματα. Ερχόταν μια μεγάλη ομάδα και απλά σου έλεγε ότι σε θέλουμε να παίξεις μαζί μας και σου έδιναν ένα σπίτι για παράδειγμα. Έτσι έγινε και πλέον έφυγα από την πόλη μου και πήγα στο Αλμάτι, την πρωτεύουσα. Η Καϊράτ ήταν τότε η μεγάλη ομάδα της χώρας. Μπορεί τώρα όλοι να νομίζουν ότι η Αστανά είναι η μεγάλη ομάδα, αλλά η Καϊράτ είναι αυτή που έχει ιστορία.
Με την Καϊράτ γίνατε γνωστός και με τη φανέλα της κάνατε σπουδαία πράγματα.
Για να το λένε και να τα γράφουν έτσι θα είναι (γέλια). Όμως να σου πω ότι η Καϊράτ είχε σπουδαίους παίκτες κατά το παρελθόν και πριν από εμένα και μετά από μένα φυσικά.
«Όταν οι Σοβιετικοί έμαθαν για το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού, δεν τους άρεσε. Μπλόκαραν τη μεταγραφή μου και με την οικογένειά μου ζήσαμε δύσκολες στιγμές!»
Από την Ελλάδα πότε ήρθε για πρώτη φορά κάποια ομάδα;
Το 1980 ήταν. Ήρθε και ο Παναθηναϊκός, αλλά και ο Ολυμπιακός. Είχαν μάθει για μένα, προφανώς από την ελληνική πρεσβεία. Κάποιος θα τους είχε πει ότι υπήρχε ένας παίκτης στην Καϊράτ με ελληνικές ρίζες και έτσι λογικά έφτασαν σε εμένα. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν μάνατζερ και τέτοια πράγματα και φυσικά ήταν και το καθεστώς στη Σοβιετική Ένωση τέτοιο που δεν μπορούσες να κάνεις τίποτα μόνος σου.
Ήρθαν λοιπόν οι δύο κορυφαίες ομάδες, αλλά εσείς πιο κοντά φτάσατε στον Ολυμπιακό.
Δεν έφτασα απλά κοντά στον Ολυμπιακό, αλλά είχα υπογράψει κιόλας!!!
Αυτό δεν είναι ευρέως γνωστό.
Είχαν αναφέρει οι εφημερίδες της εποχής ότι είχα υπογράψει στον Ολυμπιακό, ο οποίος έδειξε μεγαλύτερη θέρμη για να με πάρει. Αλλά έγιναν πολλά πράγματα.
Έχω διαβάσει ότι μέχρι και το ΚΚ Ελλάδος, επί ημερών Χαρίλαου Φλωράκη, επιστρατεύτηκε για να μπορέσει ο Ολυμπιακός να σας πάρει.
Είναι πολύπλοκη η ιστορία. Ο θείος μου είχε καταφέρει να πάρει από την Ελλάδα κάποια έγγραφα από το κόμμα, προκειμένου να μπορέσει να γίνει η μετακίνησή μου. Ταυτόχρονα και χωρίς να ξέρω πως έγινε, η ελληνική πρεσβεία είχε βρει το τηλέφωνο στο σπίτι μας και με πήραν να μου πουν σε ποιο στάδιο είναι τα χαρτιά μου για να έρθω στην Ελλάδα. Όλα αυτά όμως δεν άρεσαν στους Σοβιετικούς που μπλόκαραν την μεταγραφή μου και δεν μπόρεσα να φύγω. Μάλιστα αντιμετώπισα αρκετά προβλήματα και ήταν πραγματικά δύσκολα για εμένα και την οικογένειά μου. Ουσιαστικά έφτασα στο σημείο να πω στον Ολυμπιακό να μην ασχοληθεί άλλο με την περίπτωσή μου.
Τι έγινε ακριβώς;
Ήμουν με την ομάδα στη Μόσχα για παιχνίδι και πραγματικά άγνωστο πως, με πήρε τηλέφωνο στο δωμάτιο του ξενοδοχείου ο Τσαχειλίδης. Τότε του είπα ότι “με έχετε καταστρέψει και μην με πάρετε άλλη φορά τηλέφωνο”. Όταν είχε γίνει η πρώτη προσέγγιση, τους είχα πει ότι συμφωνώ να έρθω στον Ολυμπιακό αλλά να μην βιαστούν. Να γίνει σιγά σιγά το πράγμα για να μπορέσω να πάρω την άδεια από το καθεστώς. Όμως βιάστηκαν με αποτέλεσμα, προφανώς από την πρεσβεία της Σοβιετικής Ένωσης στην Αθήνα, να ενημερώσουν ότι είχα συμφωνήσει με την ομάδα κρυφά και τότε άρχισαν τα προβλήματα.
«Ήμουν με την ομάδα στη Μόσχα για παιχνίδι και πραγματικά άγνωστο πως, με πήρε τηλέφωνο στο δωμάτιο του ξενοδοχείου ο Τσαχειλίδης. Τότε του είπα ότι “με έχετε καταστρέψει και μην με πάρετε άλλη φορά τηλέφωνο”»
Προσπάθησε και ο Χάρρυ Κλυν να σας πάρει στον Απόλλωνα Καλαμαριάς, αλλά παρά τις σχέσεις του με το ΚΚΕ, δεν τα κατάφερε και αυτός.
Εγώ δεν το γνωρίζω αυτό. Κανείς δεν μου το είπε. Μπορεί να έκανε τις ενέργειές του, αλλά σε εμένα ποτέ δεν έφτασε το ενδιαφέρον του. Πάντως με την Καλαμαριά είχα και οικογενειακές σχέσεις καθώς δήμαρχος για πολλά χρόνια ήταν ο ξάδελφός μου, ο Λαζαρίδης.
«Στον Λεβαδειακό ήρθα 100 κιλά, έμοιαζα με… βαρελάκι! Όταν εμφανίστηκα για πρώτη φορά στην προπόνηση ο Μπάριος νόμιζε ότι ήμουν ο νέος μασέρ της ομάδας»
Άλλη προσπάθεια από ελληνική ομάδα να σας πάρει δεν έγινε;
Έγινε από τον Παναθηναϊκό. Νομίζω ότι στην Ελλάδα δεν μαθεύτηκε, αλλά στη Σοβιετική Ένωση το 1988 έγραφαν οι εφημερίδες ότι ο Παναθηναϊκός έδινε ένα εκατομμύριο δολάρια για να με πάρει, αλλά και πάλι δεν δέχτηκαν την πρότασή του και δεν με άφησαν να φύγω.
Τελικά μπορέσατε να έρθετε στην Ελλάδα το 1990.
Τότε ήταν που γενικά οι Έλληνες που ζούσαμε στην Σοβετική Ένωση μπορέσαμε να πάρουμε την άδεια για να επιστρέψουμε στην πατρίδα. Εγώ τη δεύτερη κι όλας μέρα, πήγα στον Γιώργο Βαρδινογιάννη και του ζήτησα να δοκιμαστώ στον Παναθηναϊκό. Ήμουν όμως υπέρβαρος και ουσιαστικά ήμουν 100 κιλά. Προπονητής ήταν ο Μπόνεφ και με έβαλε να παίξω σε ένα φιλικό παιχνίδι, αλλά φυσικά δεν μπόρεσα να τον “κερδίσω”.
Ο Λεβαδεικός πως προέκυψε;
Προπονητής τότε στον Λεβαδειακό ήταν ο Μίλτος Παπαποστόλου, ο οποίος γνώριζε καλά το ποδόσφαιρο της Σοβιετικής Ένωσης. Έτσι με πήρε στην ομάδα και ο Μιχάλης Σκλαπάνης, που ήταν τότε πρόεδρος μου φέρθηκε πολύ καλά. Μου έδωσε και το σπίτι του να μείνω και με στήριξε.
Στον Λεβαδεικό πως σας δέχτηκαν οι υπόλοιποι;
Όπως σου είπα και πριν ήμουν υπέρβαρος και έμοιαζα με… βαρελάκι. Όταν κατέβηκα πρώτη φορά να πάω για προπόνηση, ο Χόρχε Μπάριος, που ήταν και μεγάλο πειραχτήρι, νόμιζε ότι ήμουν ο νέος… μασέρ της ομάδας (γέλια). “Ο Σκλαπάνης μας έφερε νέο μασέρ”, έλεγε και όλοι γέλαγαν, μέχρι που του είπαν ότι ήμουν παίκτης.
Όταν σας είδαν στο γήπεδο όμως, όλοι άλλαξαν γνώμη.
Έπρεπε όμως να χάσω γρήγορα κιλά για να μπορέσω να παίξω. Εντάξει η τέχνη είναι τέχνη, όμως αν δεν έχεις και φυσική κατάσταση δεν γίνεται τίποτα. Δεν είχα άλλη επιλογή. Κατάφερα να πέσω στα 84-85 κιλά και τότε μπόρεσα να παίξω.
«Ρε μαλ… εμείς σουτάρουμε με παπούτσια και πονάμε κι εσύ σουτάρεις τέτοιους “κεραυνούς” ξυπόλυτος;»
Έχω δει και βίντεο σας, αλλά φυσικά σας έχω προλάβει να παίζετε και θυμάμαι ότι είχατε την ευχέρεια να σουτάρετε και με τα δύο πόδια.
Αυτό ήταν κάτι που το οφείλω στον πατέρα μου. Ήταν και αυτός ποδοσφαιριστής και με έμαθε πολλά πράγματα. Ένα από αυτά ήταν και το να σουτάρω με τα δύο πόδια. Θα σου πω και μια ιστορία που έγινε σε μια προπόνηση του Λεβαδειακού.
Τέτοια θέλω.
Είχαμε ως δεύτερο τερματοφύλακα τον Γρηγοριάδη και όταν τελείωσε η προπόνηση του λέω: “δεν κάθεσαι λίγο στο τέρμα να κάνω μερικά σουτάκια”; “Φυσικά” μου λέει. Ξεκινάω λοιπόν εγώ και βγάζω τα παπούτσια μου. Μου λέει τότε: “Ρε Στάθη θα μας τρελάνεις; Θα σουτάρεις ξυπόλυτος”!!! Κι αρχίζω εγώ, δεξί, αριστερό, δεν με ένοιαζε που πήγαινε η μπάλα. Στο μεταξύ είχαν μαζευτεί και οι υπόλοιποι παίκτες και ο Παπαποστόλου και μας έβλεπαν. Οπότε μου λέει ο Γρηγοριάδης: “Ρε μ@#$^κα εμείς σουτάρουμε με παπούτσια και πονάμε κι εσύ σουτάρεις τέτοιους “κεραυνούς” ξυπόλυτος”;
Είχατε γερά πόδια όντως.
Είναι ότι έχει ζήσει ο καθένας. Εγώ να σου πω ότι κανονικό ποδοσφαιρικό παπούτσια κατάφερα να πάρω το 1979. Μέχρι τότε έπαιζα στο Καζακστάν με ότι έβρισκα. Μου τα έστειλε ένας φίλος μου από την Ελλάδα, ο οποίος είναι ακόμα κοντά μου. Τα γήπεδα δεν ήταν καλά και έπρεπε να δώσεις μεγάλο αγώνα για να καταφέρεις να διακριθείς. Και στην Ελλάδα βέβαια όταν ήρθα, αγωνίστηκα σε γήπεδα με χώμα, ξερά.
Στο Λεβαδειακό παίξετε ουσιαστικά για 2 χρόνια και στη συνέχεια πήγατε σε μικρότερες ομάδες. Γιατί;
Την πρώτη χρονιά πήγαμε αρκετά καλά, αλλά για ένα βαθμό δεν καταφέραμε να μείνουμε στην Α’ Εθνική. Τη δεύτερη χρονιά στη Β’ Εθνική με προπονητή τον Νίκο Κόβη, μου κόπηκε ο αχίλλειος τένοντας και ουσιαστικά εκεί τελείωσα. Δεν μπόρεσα να επιστρέψω. Έπαιξα και σε μικρότερες κατηγορίες, έκανα και τον προπονητή, αλλά τίποτα σπουδαίο.
«Ο Χατζηπαναγής ήταν διαφορετικός παίκτης. Έκανε μαγικά με την μπάλα. Εγώ ήμουν περισσότερο… κίλερ. Δεν ήμουν τόσο θεαματικός!»
Πάμε τώρα σε άλλα θέματα. Πολλοί ήταν αυτοί που σας έλεγαν “νέο Χατζηπαναγή”. Αλήθεια είχατε παίξει αντίπαλοι;
Όχι δεν είχαμε παίξει. Για την ακρίβεια, μόνο μια φορά είχα δει το Βασίλη. Εγώ ήμουν 14 χρονών και αυτός ήταν 19. Είχε έρθει να παίξει στο Αλμάτι, αλλά εγώ μόνο από τις συνθέσεις κατάλαβα ότι πρόκειται για Έλληνα παίκτη.
Για τη σύγκριση που σας έκαναν;
Ο Βασίλης ήταν διαφορετικός παίκτης. Έκανε “μαγικά” με τη μπάλα. Είχε και το δημιουργικό και το εκτελεστικό κομμάτι. Εγώ ήμουν περισσότερο “κίλερ”. Μπορεί να είχα και το δημιουργικό, αλλά δεν ήμουν τόσο θεαματικός παίκτης.
Έχω δει και μια φωτογραφία σας με τον Μπλαχίν.
Είναι από ένα παιχνίδι που παίξαμε αντίπαλοι. Είχε έρθει με την Ντινάμο Κιέβου, που τότε ήταν σχεδόν όλη η Εθνικής της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά τους κερδίσαμε 2-1 με γκολ δικό μου. Χάναμε 0-1 και το γυρίσαμε και πέτυχα το νικητήριο γκολ.
Όταν ήρθε στην Ελλάδα ως προπονητής, βρεθήκατε;
Είχαμε διαφορά ηλικίας, δεν ήμασταν φίλοι, αλλά γνωριζόμασταν. Μάλιστα του είχα προτείνει να πάρει στον Ολυμπιακό έναν παίκτη, τον Γιώργο Παπαδόπουλο, τον οποίο τελικά δεν τον ήθελε και τον πήγα στον Βαρδινογιάννη και τον πήρε στον Παναθηναϊκό.
«Στο ποδόσφαιρο υπάρχει παντού “μαφία”. Είναι εντυπωσιακό πως μπορούν να σε καταστρέψουν!»
Μια και είπατε πριν για την Ντιναμό Κιέβου που ήταν η βάση της Εθνικής Σοβιετικής Ένωσης, εσείς γιατί δεν παίξατε σε κάποια Εθνική;
Στο ποδόσφαιρο υπάρχει παντού “μαφία”. Δεν θέλω να πω περισσότερα πράγματα, αλλά είναι εντυπωσιακό πως μπορούν να σε καταστρέψουν.
Εσείς νιώσατε ποτέ ότι σας κατέστρεψαν;
Δεν μπορώ να το πω αυτό. Τουλάχιστον όχι για την καριέρα μου, γιατί μπόρεσα να κάνω καριέρα και να γίνω και ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της Καϊράτ. Στο Καζακστάν είναι διαφορετικά τα πράγματα για εμένα και η ιστορία μου είναι γνωστή εκεί. Μάλιστα έχει γίνει και βιβλίο και υπάρχουν και αρκετά αφιερώματα. Στην Ελλάδα όχι και τόσο. Στο Καζακστάν έχω και την ακαδημία μου που φέρει το όνομά μου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Ολυμπιακός - Μπασκόνια: Το τρένο και το αγκομαχητό
- Ολυμπιακός: Το μοναδικό ερωτηματικό του Μεντιλίμπαρ για το ντέρμπι με την ΑΕΚ
- Μπακς - Μπουλς 122-106: Ξύπνησαν για τα καλά τα Ελάφια με 40άρα του Γιάννη Αντετοκούνμπο
- Ολυμπιακός ONEX-Γκίζεν 3-1: Οι απουσίες δεν τον σταματούν! - Θρυλική νίκη στο «καυτό» Ρέντη
- Μανούσος Μανουσάκης: Εφυγε από τη ζωή ο εμβληματικός σκηνοθέτης