Ο «Σοφός» και η βαριά κληρονομιά

Αφήνει στους απογόνους του ένα ολόκληρο μανιφέστο με απαντήσεις για την ουσία των πραγμάτων και τον ιδανικό τρόπο διαπαιδαγώγησης.

Άλλο καταγεγραμμένο παράδειγμα, στην ιστορία του μπάσκετ, που να έχει μετατρέψει ένα παρατσούκλι το οποίο του αποδόθηκε σκωπτικά σε αλήθεια δεν υπάρχει. Όταν το 2008 ο Ντούσαν Ίβκοβιτς ανέλαβε την εθνική Σερβίας, (ανα)γνωρίζοντας ότι βάζει το κεφάλι του στη λαιμητόμο, ήταν όντως ο Σοφός. Είχαν περάσει 15 χρόνια από εκείνη τη νύχτα του δεύτερου προημιτελικού της Ευρωλίγκας, στο Ορτέζ, όταν ο Παναγιώτης Φασούλης τον είχε αποκαλέσει έτσι. Ήταν ένα παιχνίδι που η «Αράχνη» δεν είχε παίξει πολύ, ο ΠΑΟΚ, όμως, είχε προκριθεί στο Final 4 της Αθήνας. Λίγες στιγμές αργότερα, ο Φασούλας προσπάθησε να το σώσει. Αλλά ο δημοσιογράφος στον οποίο το είπε, είχε στείλει το κείμενό του στην εφημερίδα, η οποία είχε πάρει το δρόμο της εκτύπωσης. Η σελίδα εκείνη θα έμπαινε στο ανθολόγιο των σημαντικών στιγμών του ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς ήταν σοφός. Κανονικός σοφός. Σκέτος, αλλά και με τη λέξη ως δεύτερο συνθετικό. Ήταν θυμόσοφος, φιλόσοφος. Μια σχολή προπονητικής αφ’ εαυτου. Για την ακρίβεια, ο πιο σημαντικός κρίκος της φιλοσοφίας της σχολής του προφέσορα. Καλύτερο μαθητή, πιο σημαντικό επίγονο για να μεταλαμπαδεύσει τις γνώσεις του, ο Αλεξάντερ Νίκολιτς δεν είχε.

Ο μαυροπίνακας και οι αξίες

Ένας αυστηρός δάσκαλος

Ο θρύλος θέλει τη «σχολή» να κρίνεται στο μαυροπίνακα. Ο αστικός μύθος αναφέρει ότι ο Νίκολιτς έγραφε με την κιμωλία και, μόλις τελείωνε, τα έσβηνε με το σφουγγάρι. Αν κάποιος έλεγε ότι δεν είχε προλάβει να τα απορροφήσει όλα, είχε φύγει. Η ιστορία πιθανότατα δημιουργήθηκε, αλλά ο Ίβκοβιτς πήρε όλες τις αξίες και τις βελτίωσε. Έγινε ο ίδιος η ενσάρκωση αυτού που τώρα αναγνωρίζουμε ως γιουγκοσλαβικό μπάσκετ. Και δεν βιάστηκε.

Ήταν η προέκτασή του, ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς, που χρησιμοποίησε τους συγκεκριμένους τρόπους για να γίνει «χρυσοδάκτυλος». Εκείνος είδε όλη τη φιλοσοφία να αποδίδει χρόνο παρά χρόνο. Μετά το «Βατερλό» στο Βελιγράδι, στο Ευρωμπάσκετ του 2005, ο «Ζοτς» πήγε στο σπίτι του και κρύφτηκε για μία εβδομάδα. Για τους Γιουγκοσλάβους, το σπίτι του «Ντούντα» ήταν άβατο. Ακόμα κι αν ήξεραν, ουδείς θα τολμούσε να πλησιάσει. Ο Ομπράντοβιτς έμεινε εκεί δίχως να του μιλά ο βαφτισιμιός του, Πέταρ, μέχρι να περάσει η μπόρα.

Ο Ίβκοβιτς ήταν πάντα ασπίδα προστασίας. Ήταν ένας αυστηρός δάσκαλος. Μπορεί να μη… μάβιζε, όπως ο Ομπράντοβιτς όταν έπαιρνε ανάποδες, αλλά οι Έλληνες δημοσιογράφοι μπορούν να επιβεβαιώσουν πως το ανέβασμα των ντεσιμπέλ των καταστούσε τρομακτικό. Είτε ήθελε να αποφύγει μία ερώτηση είτε αποδίδοντας τα ειλικρινή συναισθήματά του στις συνεντεύξεις, ο Ίβκοβιτς μπορούσε να δημιουργεί ένα αίσθημα φόβου, ακόμα και στον πλέον ατρόμητο και ηρωικό αγγελιαφόρο. Είχε, ταυτοχρόνως, την εικόνα που θα φανταζόταν κάποιος για τον Νέστορα, το βασιλιά της Πήλου, στον Τρωικό Πόλεμο. Άλλωστε το δικό του όνομα περιέχει τη λέξη «νόστος» και σημαίνει «εκείνος που έρχεται από μακριά».

 

Του έδινες τίποτα και το έκανε κάτι

Η περίπτωση της Σερβίας και του Ολυμπιακού

Το πιο σημαντικό με την καριέρα του Ντούσαν Ίβκοβιτς είναι ότι δεν κρίνεται εκ του αποτελέσματος, αλλά εκ της επίδρασης. Ο Σέρβος μάγιστρος, αν και δεν υπήρξε φειδωλός σε κατακτήσεις, ήταν κυρίως εκείνος που έδινε σε παίκτες συμβόλαια. Σε μια καριέρα που αριθμούσε κοντά μισό αιώνα, 48 χρόνια για την ακρίβεια, υπήρχαν περιπτώσεις που θα του ξέφευγαν, παίκτες που θα του «κρατούσαν» ότι δεν τους πρόσεξε όσο θα έπρεπε. Αυτό δεν γίνεται να το αποφύγει οποιοσδήποτε. Αλλά πολλαπλάσια περισσότεροι τιμούν τη μνήμη του γνωρίζοντας ότι αν δεν ήταν εκείνος τη στιγμή που έπρεπε μπροστά τους, δεν θα έκαναν τη μισή καριέρα από εκείνη που πραγματοποίησαν και δεν θα έβρισκαν τα συμβόλαια που βρήκαν μελλοντικά.

Από τον Νίκο Μπουντούρη, τον Μιχάλη Κακιούζη και τον Δήμο Ντικούδη έως τον Κώστα Σλούκα, τον Κώστα Παπανικολάου και τον Βαγγέλη Μάντζαρη, ακόμα και τον Γιώργο Πρίντεζη, και βέβαια τον Θοδωρή Παπαλουκά, οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται ότι η συνεργασία με τον Σέρβο παιδαγωγό όξυνε τη σκέψη τους, τους έδωσε αυτοπεποίθηση και τους έκανε έτοιμους παίκτες. Αυτό σημαίνει ότι μπορούσαν να… χαχανίζουν μπροστά στη δύσκολη συνθήκη. Πιο ταλαντούχοι παίκτες των γενεών τους, που δεν είχαν την αγαστή τύχη να συνεργαστούν με τον Ντούντα, έμειναν μετέωροι, έχοντας απορίες για τον τρόπο που θα μπορούσαν να αντιδράσουν σε διαφορετικές περιστάσεις ακόμα και μετά τη λήξη των καριέρων του.

Κι ενώ ο Ολυμπιακός του 2012 -άντε και η Παρτιζάν του triple crown, με το Κύπελλο Κόρατς, το 1979- ήταν το αριστούργημά του, μια ομάδα που είναι αποτυχία του ανθρώπινου είδους που δεν έχει γίνει ταινία, η Γιουγκοσλαβία του, κατά την τρίτη,τεχνικά, θητεία του (1988-91, 1995, , ήταν εκείνη που ανέδειξε όλη τη φιλοσοφία του. Ο τελικός του Ευρωμπάσκετ το 2009, έπειτα από μία εξαετία η οποία στην καλύτερη περίπτωση κρίνεται ως άνυδρη, ήταν η τελευταία ομάδα που έβαλε την πινελιά του. Το έκανε ενώ, υποθετικά, ο κόσμος είχε αλλάξει και η πρόσβαση ήταν εύκολη. Ενώ οι γηγενείς είχαν στο νου τους τον τρόπο που θα έφευγαν όσο νωρίτερα γινόταν για το εξωτερικό. Ο Ίβκοβιτς ήταν από τους πρώτους που, το 2003, έβαλε… χέρι στον Ντάρκο Μίλιτσιτς, επειδή θα πήγαινε τόσο νωρίς στο ΝΒΑ. Διέβλεπε ότι τέτοιες κινήσεις χαλούσαν την ακολουθία και αλλοίωναν τις αξίες. Ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ έγραψε, φαινομενικά απλοϊκά, ότι «είναι αστείο πώς οι νέες καταστάσεις είναι οι παλιές καταστάσεις» και ο Ίβκοβιτς ήταν η μετουσίωση του λόγου. Ένας άνθρωπος όλων των εποχών.  

 

Η αιωνόβια ελιά και ο ίσκιος

Ένα βαρύ και ασήκωτο κληροδότημα

Ούτως ειπείν, είναι παράξενο ότι πέθανε. Ο θάνατος είναι, μαζί με τους φόρους, το μόνο σίγουρο πράγμα στη ζωή, αλλά η απώλεια του Ντούσαν Ίβκοβιτς δημιουργεί μια αίσθηση ότι ο άνθρωπος είναι αρκετά πιο αναλώσιμος από ό,τι θέλει να νομίζει. Άνετα θα τον φανταζόσουν, σε δέκα χρόνια από τώρα, να δίνει την ευχή του σε προπονητές οι οποίοι θα ταξίδευαν στο Βελιγράδι μόνο για να τον δουν και να του φιλήσουν το χέρι. Δεν θα απέκλειες, ακόμα και παρά τις εικόνες που επιβεβαίωναν ότι μεγάλωνε, να ήταν ο μάντης που είπε στον Ιούλιο Καίσαρα να προσέχει τις Ειδούς του Μαρτίου πριν διαβεί τον Ρουβίκωνα.

Το προσεχές διάστημα θα γραφτούν πολλά. Οι συνεργασίες με τους παίκτες, οι ευρωπαϊκοί τίτλοι με Ολυμπιακό και ΑΕΚ, η δική του «Dream Team», η αγάπη για τα περιστέρια, η σύνδεση με τον Τέσλα, οι μπασκετμπολίστες που έβγαλε, οι ιδιαιτερότητες της προσωπικότητάς του. Το φθινόπωρο του 1999, πάντως, σε μπαρ στο Κολωνάκι παρέα με τον κουμπάρο του, Ομπράντοβιτς, τσακώνονταν με τον προπονητή της ομάδας πόλο του Ολυμπιακού, Νίκολα Στάμενιτς, για το ομαδικό άθλημα που είναι πιο «σωστό» σε όλες τις διαστάσεις του. Η Ελλάδα αποτέλεσε πατρίδα για τους Σέρβους, πάντως είναι απαραίτητο να ειπωθεί πως αυτή η στιγμή δεν πρόκειται να επαναληφθεί.

Έμοιαζε με αιωνόβια ελιά. Ο ίσκιος της ήταν ανακουφιστικός για τους ταξιδιώτες, με αυτήν την αίσθηση της αγριότητας, που κάποιοι άνθρωποι ψάχνουν περισσότερο κι από τη χαρά στις ζωές τους, για να ικανοποιήσουν την περιέργειά τους και να κατασταλάξουν ξέροντας. Ο Ίβκοβιτς πέθανε στα 77 προς 78, θα τα έκλεινε στις 29 Οκτωβρίου, επειδή μαζεύτηκε πολύ υγρό γύρω από τους πνεύμονές του -και αυτό το κάνει ακόμα πιο παράξενο, αλλά «συμμαζεύει» και τον υπερβολικό ενθουσιασμό: η ζωή δεν υπακούει σε οποιαδήποτε ανθρώπινη υποψία και δεν υπάρχει πλάνο που να μην προσκρούει στην αλήθεια της.

Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς αφήνει ένα βαρύ και ασήκωτο κληροδότημα, σε μια εποχή που το δύσκολο είναι να βρίσκεις χρόνο να ασχολείσαι με τον άνθρωπο και ταυτοχρόνως να πετυχαίνεις τους στόχους σου. Ο Σοφός του Ορτέζ ήξερε αυτό που οι περισσότεροι δεν ρισκάρουν να μάθουν: ότι το ένα φέρνει το άλλο. Και πως ο χρόνος είναι σχετικός. Φαινομενικά είναι λίγος, αλλά υπάρχουν σημεία-κλειδί που, αν τα υπερκεράσεις, θα απλωθεί μπροστά σου.

Κι αν τώρα το φάσμα της απώλειας είναι βαρύ, κάποιος θα βρεθεί να τιμήσει τη μνήμη του εμπράκτως και να περάσει την κληρονομιά του στους επόμενους, ώστε το όνομά του να ακούγεται εις το διηνεκές.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News