Εθνική Ελλάδος: Αιώνιος σεβασμός στους ήρωες του Λονδίνου

Η νύχτα που η αυταπάρνηση, η συσπείρωση και ο όρκος νίκης έκαναν, για πρώτη φορά, αληθινά υπερήφανη την Ελλάδα. Η νύχτα που η ψυχή του Τζορτζ Μπάλντοκ έδωσε φτερά στα μπλε.

«Λοιπόν, μολύβι και χαρτί, η απόγνωση άνοιξε λαγούμι». Τη μπάλα, τη φανέλα του και έναν όρκο: «Αφού πρέπει να το κάνουμε απόψε, ας το κάνουμε για εκείνον. Κι αφού κανείς δε μας απαγορεύει να νικήσουμε, ΘΑ ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ».

Αυτό το κείμενο θα μπορούσε να είναι απλά παράθεση δηλώσεων και εικόνων. Δεν υπάρχει, άλλωστε, γραπτό, που μπορεί να συγκριθεί σε βάρος με το υλικό από το νέο έπος της παρέας με τα γαλανόλευκα, που την Τετάρτη έχασε ένα μέλος της και την Πέμπτη γονάτιζε για 95 λεπτά την εθνική των 1,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Από τη στιγμή που οι χαρτοπόντικες της ΟΥΕΦΑ αποφάσισαν ότι στο καλεντάρι τους δεν περισσεύει χώρος για πένθος, θρήνο, ανθρώπινα συναισθήματα και τέτοια αδιάφορα για την τσέπη, οι επιλογές πρακτικά ήταν δύο: Αποχή ή μάχη.

Δεν υπάρχουν κάμερες από τις μεσημεριανές συζητήσεις των διεθνών, όμως υπήρχε μία στα αποδυτήρια πριν τη σέντρα και ήταν παραπάνω από αρκετή. Τα βλέμματα, οι κινήσεις, το τρέμουλο στη φωνή του αρχηγού και στο τέλος εκείνο το παθιασμένο «Ελλάς», που δε σήμαινε τόσο «Ελλάς», όσο «πάμε για εκείνον».

Ο Τζορτζ Μπάλντοκ πέθανε ένα πένθιμο του Φθινοπώρου δείλι και η φυσική του παρουσία δε θα κοσμήσει ξανά τη δεξιά πλευρά της εθνικής μας ομάδας. Αυτά που δίδαξε με τον τρόπο που λειτουργούσε μέσα και έξω από το γήπεδο, όμως, έγιναν… η νέα αγία γραφή αυτής της ομαδάρας. Ενός συνόλου με πάρα πολύ ταλέντο και μια ψυχή από ατσάλι.

Εσύ, ελάχιστε, θα βρίσεις ξανά τον Μπακασέτα;

Είναι πολύ λίγα τα γεγονότα ζωής που μπορούν να σε διαλύσουν όσο ο χαμός ενός φίλου. Οι… φυσιολογικοί αδυνατούν να σηκωθούν από το κρεβάτι. Οι υπερήρωες καταπίνουν τα δάκρυα, αψηφούν τη λογική και δένουν τα κορδόνια τους αρνούμενοι να μην τον κάνουν υπερήφανο.

Ο Τάσος Μπακασέτας, πρώτος μεταξύ ίσων, ήξερε πως έπρεπε να τιμήσει τα δύο περιβραχιόνια που φορούσε. Πίεσε τη φωνή για να βγει, έβαλε τα πόδια στη φωτιά και διαλύθηκε κάτω από τη φανέλα του Τζορτζ, μπροστά σε έναν γαλανόλευκο τοίχο που πανηγύριζε κλαίγοντας.

Αλήθεια, ποιος πιστεύει ότι έχει την αξία να τον κοιτάξει στα μάτια και να τον μηδενίσει;

Αυτό ισχύει και θα ισχύει για πάντα για κάθε παιδί που πάτησε χορτάρι το βράδυ της Παρασκευής , κάνοντας πραγματικά – και όχι κατά το κλισέ – την Ελλάδα υπερήφανη. Ηταν η πρώτη φορά στα χρονικά του επαγγελματικού αθλητισμού, που οι εκπρόσωποι της χώρας έδειξαν στα πέρατα του πλανήτη αυτό που χαρακτηρίζουμε «ελληνική ψυχή».

Τα παιδιά του έπους του Λονδίνου κέρδισαν διά παντός τον σεβασμό, ποδοσφαιρικά και ανθρώπινα. Για τη δύναμη της καρδιάς τους, για την ικανότητά τους να πατήσουν πόδι άυπνοι στο Γουέμπλεϊ και να γράψουν μόνοι τους την ιστορία μίας από τις σπουδαιότερες νύχτες στα χρονικά του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Ένα ιδιόμορφο ταξίδι ξεκίνησε από το Λονδίνο. Οι διεθνείς θα παίζουν για τους εαυτούς τους, για το εθνόσημο, για την ομάδα και για έναν ακόμα. Για τον Τζορτζ Μπάλντοκ, που δε θα λείψει ποτέ ξανά από κανένα γήπεδο.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News