Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ: Το «μαύρο κουτί» από την αποχώρηση του Σερ Άλεξ και η τελευταία (;) ελπίδα με τον Αμορίμ

Η διαδρομή των «κόκκινων διαβόλων» από την εικοσαετία των διαδοχικών τίτλων στην «πέτρινη» δεκαετία της διαρκούς αποτυχίας και ανυποληψίας. Ο δρόμος για τον Ρουμπέν Αμορίμ θα είναι δύσβατος και το έργο του εξαιρετικά επισφαλές. Το μεγαλύτερό του προσόν και ο «κρυφός του άσσος στο μανίκι»; Η τεράστια φιλοδοξία του για επιτυχίες και διακρίσεις και ο επιβλητικός χαρακτήρας του.

Η αποχώρηση του εμβληματικού Σκωτσέζου προπονητή από την τεχνική ηγεσία της Μάντσεστερ Γιουνάιντετ σηματοδότησε την νέα εποχή των «κόκκινων διαβόλων». Μια εποχή αρκετά δύσκολη και αβέβαιη με την αγωνιστική «κατρακύλα» του συλλόγου να είναι σήμα κατατεθέν της. Η ομάδα των 20 πρωταθλημάτων και 3 Champions League δεν αναρριχήθηκε έκτοτε στο υψηλότερο εγχώριο ή ευρωπαϊκό βάθρο και περιορίστηκε σε ελάχιστες κατακτήσεις των αγγλικών κυπέλλων (FA Cup και Community Shields) και του UEFA Europa League την αγωνιστική σεζόν 2015-16 – διοργανώσεις μικρής εμβέλειας και δυναμικής για τον πιο επιτυχημένο σύλλογο των βρετανικών γηπέδων-. Όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα της Γιουνάιντετ στο τοπικό στερέωμα και συγκεκριμένα στο πρωτάθλημα της Premier League, η ομάδα περιορίστηκε στις δεύτερες θέσεις των σεζόν 2016-2017 (με προπονητή τον Ζοσέ Μουρίνιο) και 2020-2021(υπό την καθοδήγηση του Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ). 7 αλλαγές προπονητών, η μία πιο αποτυχημένη από την άλλη, με τον σύλλογο να δεινοπαθεί μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Μια κατάσταση πρωτόγνωρη για μία από τις ισχυρότερες –καθόλη τη διάρκεια της ποδοσφαιρικής ιστορίας- ομάδες παγκοσμίως. Το γιατρικό ακόμα αναζητείται και το «φως στο τούνελ» μοιάζει όνειρο απατηλό. Ας πιάσουμε, όμως, το «μαύρο κουτί» της ένδοξης Γιουνάιντετ από την αρχή.

Η κληρονομιά του Σερ Άλεξ και η απότομη προσγείωση στην σκληρή πραγματικότητα:

O «θρυλικός» Σκωτσέζος τεχνικός υπήρξε μια μορφή που μετέτρεψε την Μάντσεστερ Γιουνάιντετ σε μία από τις πιο επιτυχημένες και αναγνωρίσιμες ομάδες παγκοσμίως. Αποσύρθηκε μετά από 26 χρόνια παρουσίας στον σύλλογο, κατακτώντας μαζί του 13 τίτλους Premier League, 7 FA Cups, 2 Champions League και 1 Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων. Το 2013 αποσύρθηκε από την ενεργό προπονητική δράση αφήνοντας πίσω του μια κληρονομιά που φαντάζει –ακόμα και σήμερα- δύσκολο να επαναληφθεί. Στα χρόνια που μεσουρανούσε η παρουσία του στην Γιουνάιντετ, ο αγγλικός σύλλογος είχε εδραιωθεί σε μια κατάσταση απόλυτης εγχώριας κυριαρχίας και πλήρους ανταγωνιστικότητας στα ευρωπαϊκά δρώμενα. Με την αποχώρησή του, όμως, η αβεβαιότητα και η αδυναμία διατήρησης του υπάρχοντος status quo έκαναν αμέσως αισθητές την παρουσία τους, με τη διοίκηση των Glazers να αδυνατεί να δώσει την οποιαδήποτε λύση.

Η δύσκολη μετάβαση στην νέα εποχή και τα «φαντάσματα» του ένδοξου πρόσφατου παρελθόντος:

Μετά την αποχώρηση του Σερ Άλεξ, οι ιθύνοντες του συλλόγου, σε συνδυασμό με την σύμφωνη γνώση του Σκωτσέζου, επέλεξαν τον Ντέιβιντ Μόγες (ο «Εκλεκτός» σύμφωνα με το φίλαθλο κοινό) ως διάδοχό του. Ο συμπατριώτης του Φέργκιουσον, παρά το άκρος επιτυχημένο πέρασμά του από τον «ηλεκτροφόρο» πάγκο της Έβερτον δεν είχε την απαραίτητη εμπειρία και το απαιτούμενο… «ανάστημα» να διαχειριστεί έναν τόσο μεγάλο ποδοσφαιρικό κολοσσό. Για κακή του τύχη άντεξε μόλις 7 μήνες στα ηνία των «κόκκινων διαβόλων», οι οποίοι τερμάτισαν στην 7η θέση. Για να γίνει κατανοητό το εύρος της απότομης πτώσης της Γιουνάιντετ από την σεζόν 12-13, κάνουμε λόγο για την χειρότερη βαθμολογική συγκομιδή των Βρετανών από το 1990 έως τότε. Στην διάδοχη κατάσταση συναντάμε το όνομα του πολύπειρου τεχνικού Λουίς Φαν Χαλ. Ο Ολλανδός προπονητής ανέλαβε τα ηνία έχοντας στο παλμαρέ του ένα σπουδαίο βιογραφικό και ένα άκρως επιτυχημένο πέρασμα από τον πάγκο της εθνικής Ολλανδίας. Παρά την κατάκτηση του FA Cup την σεζόν 2015-16, o Φαν Χαλ αδυνατούσε να επαναφέρει την Γιουνάιντετ σε τροχιά πρωταθλητισμού και επιτυχιών και ως απόρροια αυτού η απόλυσή του στο τέλος της χρονιάς ήταν αναπόφευκτη. Ποιος τον διαδέχτηκε; Ο –ίσως ο καλύτερος προπονητής όλων των εποχών- Ζοσέ Μουρίνιο.  Το τελικό αποτέλεσμα, ωστόσο, ήταν το ίδιο με τους προκατόχους του με τον Πορτογάλο τεχνικό να κατορθώνει να οδηγήσει τον σύλλογο (μόνο) στην κατάκτηση του UEFA Europa League και του Λιγκ Καπ την σεζόν 2016-17. Την επόμενη χρονιά η Γιουνάιντετ δεν κατέκτησε κανένα σημαντικό τίτλο, αλλά τερμάτισε 2η πίσω από την Μάντσεστερ Σίτι με διαφορά 18 βαθμών, κάτι που ο Μουρίνιο χαρακτήρισε ως “το μεγαλύτερο επίτευγμα της καριέρας του”. Ο Πορτογάλος κρίθηκε από το διοικητικό επιτελείο ως μη ικανός να επαναλάβει τις επιτυχίες της εποχής Φέργκιουσον και οι συχνές συγκρούσεις του με παίκτες και στελέχη της ομάδας τον οδήγησαν, αναπόφευκτα, στην έξοδο.

Στροφή σε ένα νέο προπονητικό μοντέλο με κεντρική φιγούρα ένα πρόσωπο από τα «σπλάχνα» του συλλόγου:

Το 2018 οι ιθύνοντες της ομάδας παίρνουν την ρηξικέλευθη απόφαση να δώσουν «τα κλειδιά» του αγωνιστικού τμήματος στον άπειρο –πρώην αστέρα των «κόκκινων διαβόλων»- Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ. Η λογική πίσω από την πρόσληψή του έγκειται στη διατήρηση του συνεκτικού δεσμού με την επιτυχημένη ιστορία του συλλόγου. Ο Νορβηγός ενσάρκωνε στο έπακρο την κυριαρχική φιλοσοφία της Γιουνάιντετ και δημιουργούσε στους φιλάθλους μια αίσθηση νοσταλγίας για τις «χρυσές μέρες» του Σερ Άλεξ. Στο χορτάρι παρά τα αρχικά θετικά αποτελέσματα και την αναπτέρωση του ηθικού του φίλαθλου κοινού της ομάδας, ο Νορβηγός αποδείχτηκε ανάξιος των υψηλών προσδοκιών και οι περιορισμένες προπονητικές του ικανότητες τον οδήγησαν το 2021 στην «πόρτα» της εξόδου. Στα αξιοσημείωτα της παρουσίας του είναι η δεύτερη θέση στην Premier League την χρονιά 2020-21 και ο χαμένος τελικός του Europa League την ίδια χρονιά από την Βιγιαρεάλ.

Οι 2 υπηρεσιακοί προπονητές και η μεγάλη χαμένη ευκαιρία αναγέννησης με τον Τεν Χαγκ :

Έπειτα από την φυγή του Σόλσκιερ στη θέση του θα βρεθεί ο πρώην ποδοσφαιριστής της αγγλικής ομάδας, Μάικλ Κάρικ, υπό την καθοδήγηση του οποίου η Γιουνάιντετ θα σημειώσει το απόλυτο των 2 νικών. Αντικαταστάτης του θα αποτελέσει ο Γερμανός Ραλφ Ράγκνινγκ, αποτυγχάνοντας και αυτός με την σειρά του να «ξυπνήσει» τον σύλλογο από τον δεκαετή ποδοσφαιρικό λήθαργο. Το καλοκαίρι του 2022 στο τιμόνι της ομάδας θα βρεθεί ο Ολλανδός τεχνικός Έρικ Τεν Χαγκ, η άφιξη του οποίου συνοδεύτηκε από ένα πρωτόγνωρο κύμα αισιοδοξίας και στήριξης. Ο λόγος δεν είναι άλλος από το εξαιρετικό έργο που παρουσίασε στον Άγιαξ, τον οποίο οδήγησε σε συνεχόμενα πρωταθλήματα και στην τρομερή ευρωπαϊκή πορεία την σεζόν 2018-2019 που έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του Champions League (εκεί ο «Αίαντας» αποκλείστηκε από την Τότεναμ με γκολ του Λούκας Μόουρα στην τελευταία φάση του αγώνα).  Η πρώτη χρονιά του Ολλανδού τεχνικού στο νέο του πόστο μπορεί να κριθεί ως επιτυχημένη, καθώς η Γιουνάιντετ γρήγορα απέκτησε μια σταθερότερη αγωνιστική πορεία και με το σφιχτό και οργανωμένο ποδοσφαιρικό στυλ που μεταλαμπάδευσε στο σύνολό του οι «κόκκινοι διάβολοι» σημείωσαν σπουδαίες νίκες, επέστρεψαν στους εγχώριους τίτλους (την σεζόν 22-23 κατέκτησε το Carabao Cup), κέρδισε ένα από τα 4 «χρυσά εισιτήρια» που οδηγούν στο Champions League, μέσω της 4ης θέσης στο πρωτάθλημα και έδειξε ότι είναι σε θέση να ανταγωνιστεί την οποιαδήποτε ευρωπαϊκή ομάδα. Η προσγείωση των επόμενων δύο χρόνων ήταν απότομη με την Γιουνάιντετ να χάνει την ισχυρή ταυτότητα και το μομέντουμ που είχε αποκτήσει την πρώτη χρονιά του Τεν Χαγκ. Σε αυτό σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι συνεχείς τραυματισμοί και η αδυναμία ενίσχυσης του ρόστερ με ποιοτικούς ποδοσφαιριστές.

Απόρροια όλων αυτών των αρνητικών παραγόντων ήταν η 8η θέση την περσινή (23-24) σεζόν και η τελευταία θέση στον όμιλό της στο Champions League. Το διαζύγιο ήταν αναπόφευκτο και οι δρόμοι των 2 πλευρών χώρισαν στις 28/10/24.

Η τελευταία ελπίδα των «κόκκινων διαβόλων» ακούει στο όνομα Ρουμπέν Αμορίμ:

Από την 1η Νοεμβρίου του 2024 η Μάντσεστερ Γιουνάιντετ εισέρχεται σε μια νέα εποχή υπό την καθοδήγηση του Πορτογάλου προπονητή Ρουμπέν Αμορίμ. Η ανάληψη των καθηκόντων του σηματοδοτεί την έσχατη προσπάθεια των ιθυνόντων του συλλόγου να αναζητήσουν ένα σύγχρονο προπονητικό μοντέλο, το οποίο θα επαναφέρει το κλαμπ στις «δάφνες» του παρελθόντος.

Ποιος πράγματι είναι ο Ρουμπέν Αμορίμ;

Ο Αμορίμ αποτελεί έναν από τους πιο καινοτόμους και επιτυχημένους νεαρούς προπονητές της Ευρώπης, το ονοματεπώνυμο του οποίου θα γραφτεί με «χρυσά» γράμματα στην ιστορία της Σπόρτινγκ Λισσαβόνας. Με την ικανότητά του να δουλεύει με νεαρούς παίκτες και να εφαρμόζει ένα ελκυστικό, επιθετικό στυλ παιχνιδιού, πέτυχε να κατακτήσει το πρωτάθλημα Πορτογαλίας το 2021, σπάζοντας την κυριαρχία της Μπενφίκα και της Πόρτο. Η φιλοσοφία του βασίζεται στην πειθαρχία, τη δημιουργικότητα και τη συνεχή βελτίωση, στοιχεία που συνδέονται με την παράδοση της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

Είναι εφικτό να αναγεννήσει τον «πληγωμένο» κολοσσό και αν ναι πώς θα επιτευχθεί αυτό;

Η πρόσληψη του Αμορίμ είναι μέρος μιας συνολικής στρατηγικής που αποσκοπεί να φέρει τον σύλλογο πίσω στην κορυφή της Αγγλίας και της Ευρώπης, καθώς ο Πορτογάλος τεχνικός έχει δείξει στη Σπόρτινγκ ότι ξέρει να δημιουργεί ομάδες με σαφή αγωνιστική ταυτότητα. Το προπονητικό του στυλ βασίζεται σε 3 βασικούς κολώνες: α) στην επιθετική αγωνιστική προσέγγιση των ομάδων του, εφαρμόζοντας σχηματισμούς όπως το 3-4-3 που προσφέρουν ισορροπία μεταξύ άμυνας και επίθεσης, β) στην ομαδική λειτουργία, δίνοντας έμφαση στο σύνολο, με όλους τους παίκτες να συμμετέχουν σε κάθε φάση του παιχνιδιού και γ) στην ευελιξία, προσαρμόζοντας τη στρατηγική του ανάλογα με τον αντίπαλο και τις συνθήκες. Σήμα κατατεθέν του είναι η αξιοποίηση των ταλέντων της εκάστοτε ομάδας, προωθώντας παίκτες από την ακαδημία στην πρώτη ομάδα και επενδύοντας πάνω τους τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Είναι ένας προπονητής με νοοτροπία νικητή, ο οποίος εστιάζει στην αγαστή συνεργασία και την αμοιβαία δέσμευση μεταξύ των παικτών και εγγυάται την αυστηρή πειθαρχία του γκρουπ προς το πρόσωπό του. Ποδοσφαιριστές που έχουν συνεργαστεί μαζί του κάνουν λόγο για έναν εξαιρετικά ευφυή τεχνικό, που διαχειρίζεται άψογα τους αγώνες και ικανό να αντιμετωπίσει διαφορετικούς αντιπάλους με προσαρμοσμένη στρατηγική. Ένα επιπρόσθετο προτέρημά του είναι η πίστη του στην εξυγίανση της μεταγραφικής πολιτικής της Γιουνάιντετ. Συγκεκριμένα, δεν βασίζεται σε «μεγάλα» ονόματα, που απλώς θα προκαλέσουν «γκελ» στο φίλαθλο κοινό, αλλά προτιμά να προτείνει στο μεταγραφικό team ποδοσφαιριστές που ταιριάζουν στο σύστημά του και ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ομάδας.

Το αν θα καταφέρει ή όχι ο Αμορίμ να επαναφέρει την χαμένη δόξα στον σύλλογο εξαρτάται από πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η διοίκηση να στηρίξει το πλάνο του και οι παίκτες να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του. Ο Πορτογάλος έχει αποδείξει ότι ξέρει να προσαρμόζεται και να χτίζει επιτυχημένες ομάδες.

 

Με τα σωστά εργαλεία, την απαιτούμενη υπομονή της διοίκησης και την απαραίτητη υποστήριξη των φιλάθλων ο Ρουμπέν Αμορίμ θα ξανακάνει τους «κόκκινους διαβόλους» την ομάδα που όλοι θυμούνται από την εποχή του Σερ Άλεξ.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News