Συνέντευξη Φώτης Στρακόσια: «Δεν έπαιξα ποτέ στον Ολυμπιακό του Μπάγεβιτς λόγω... ΑΕΚ»
Ο Φώτης Στρακόσια, σε μια ανασκόπηση της καριέρας του στο sportday.gr μιλάει για τα χρόνια του στον Ολυμπιακό και αποκαλύπτει άγνωστες ιστορίες από τη μακρά διαδρομή του στην Α’ Εθνική.
O απόλυτος σπεσαλίστας στις αποκρούσεις πέναλτι στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου! Ο τερματοφύλακας που με 14 επεμβάσεις από την άσπρη βούλα κατέχει το σχετικό ιστορικό ρεκόρ στα 62 χρόνια της Α’ Εθνικής. Ένας… τίμιος γίγαντας των γκολπόστ που ήταν σχεδόν αδύνατον να νικήσεις από τα έντεκα βήματα!
Η ζωή του Φώτη Στρακόσια μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει και αντικείμενο για σενάριο ταινίας. Γεννημένος στην Αλβανία, αλλά με ελληνικές καταβολές, βίωσε από μικρός στο “πετσί” του, τι σημαίνει να είσαι «Έλληνας» για τους Αλβανούς και «Αλβανός» για τους Έλληνες. Φτιαγμένος όμως από “καλή πάστα” κατάφερε να ξεπεράσει κάθε δυσκολία και να διαγράψει την δική του πορεία στο ελληνικό ποδόσφαιρο.
Μια πορεία που του χάρισε τίτλους και διακρίσεις, αλλά παράλληλα και την ικανοποίηση ότι τελικά από παντού εισέπραξε σεβασμό και θεωρείται και είναι ένας άνθρωπος ιδιαίτερα αγαπητός.
Ο σπουδαίος Φώτης Στρακόσια, συναντά τον Γιώργο Μπιτσκικώκο και αποκαλύπτει άγνωστες στιγμές της μακράς διαδρομής του στα ελληνικά γήπεδα. Πως πέρασε τα σύνορα το 1991, γιατί δεν έπαιξε ποτέ στην ΑΕΚ, πως το συγκεκριμένο γεγονός επηρέασε την καριέρα του στον Ολυμπιακό με τον ερχομό του Μπάγεβιτς, τι βίωσε στον Πανιώνιο και φυσικά πώς νιώθει τώρα που ο γιός του Θωμάς διαπρέπει στη Λάτσιο και συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση στα πέναλτι.
Photo Credits: Eurokinissi | Αντώνης Νικολόπουλος
«Έκανα όλη την Ελλάδα να με μάθει όταν απέκρουσα πέναλτι του Σαραβάκου με τον ΠΑΣ Γιάννινα. Κανείς δεν θυμάται ότι στη συνέχεια της φάσης είχε μπει τελικά γκολ…»
–Ξεκίνησες να παίζεις ποδόσφαιρο στην Αλβανία. Να φανταστώ όπως όλα τα παιδιά στην γειτονιά;
–Ακριβώς έτσι. Παίζαμε πιτσιρικάδες στις αλάνες και στους δρόμους και όλοι ονειρευόμασταν να γίνουμε ποδοσφαιριστές.
–Εσύ έπαιζες πάντα τέρμα;
–Όχι έπαιζα παντού. Όπως όλοι άλλωστε, τότε δεν είχαμε θέσεις. Να σου πω την αλήθεια δεν ξέρω πότε αποφάσισα ότι εγώ θα είμαι τερματοφύλακας, αλλά σταδιακά έβλεπα ότι μου αρέσει η θέση. Παρακαλουθούσα τότε, όσο μας άφηνε το καθεστώς, όλους τους τερματοφύλακες. Ήταν ο Σουμάχερ ο Γερμανός, ήταν ο Πφαφ ο Βέλγος, ο Ντασάεφ στη Ρωσία.
–Έπαιξε ρόλο και το ύψος σου;
–Η αλήθεια είναι πως μικρός και στο σχολείο δεν ήμουν και τόσο ψηλός. Μετά τα 13 πήρα μπόι. Όμως φυσικά και στη συνέχεια αυτό ήταν που με βοήθησε περισσότερο. Παίζει μεγάλο ρόλο για τον τερματοφύλακα να έχει ύψος.
–Πότε ξεκίνησες να παίζεις οργανωμένα σε ομάδα;
–Κοίτα, στην Αλβανία το καθεστώς που υπήρχε τότε, ναι μεν δεν είναι και καλό για τον κόσμο, όμως υπήρχαν κάποια πράγματα που δούλευαν. Για παράδειγμα ο σχολικός αθλητισμός και ο αθλητισμός γενικότερα ήταν οργανωμένα. Οπότε είχαμε και τα σχολικά πρωταθλήματα και παίζαμε εκεί, ουσιαστικά σαν να είμαστε ήδη σε ομάδα.
–Πες μου λοιπόν πώς μπήκες σε ομάδα.
–Εγώ γεννήθηκα σε μια πόλη κοντά στο Τεπελένι, το Μεμαλίε. Μάλιστα η πόλη είχε και ανθρακορυχεία και έχω δουλέψει και εκεί. Η ομάδα της περιοχής ήταν η Μινατόρι, η οποία έπαιζε στην Β’ Εθνική. Σε αυτή μπήκα πρώτα και άρχισα ουσιαστικά την καριέρα μου. Πήγα καλά τότε με την Μινατόρι και άρχισαν να με παρακολουθούν από τις μεγάλες ομάδες. Την Παρτιζάν, την Ντιναμό, την Φλαμουρτάρι, τη Βλάζνια. Οι μεταγραφές δεν ήταν εύκολο πράγμα, λόγω του καθεστώτος, όμως τελικά το 1988 πήγα στην Ντιναμό και πήρα πρωτάθλημα και κύπελλο.
Ο Φώτης Στρακόσια, αρχηγός της εθνικής Αλβανίας, με τον Θοδωρή Ζαγοράκη σε αναμέτρηση των εθνικών ομάδων των δύο χωρών.
–Από εκεί κλήθηκες και στην εθνική ομάδα.
–Ναι και μπόρεσα να παίξω και σε όλη την Ευρώπη. Μάλιστα θυμάμαι ότι πριν από τα ταξίδια οι έλεγχοι που περνάγαμε ήταν πολλοί γιατί φοβόντουσαν από την Αλβανία ότι θα προσπαθήσουμε να αυτομολήσουμε.
–Τελικά δεν χρειάστηκε κάτι τέτοιο γιατί άνοιξαν τα σύνορα και έτσι κι εσύ αποφάσισες να έρθεις στην Ελλάδα.
–Ναι όταν πλέον έγιναν οι πρώτες διαδηλώσεις το 1991, θυμάμαι ότι είχαμε να παίξουμε έναν αγώνα με τη Γαλλία. Εγώ είχα χτυπήσει όμως στο χέρι μου και δεν ήμουν στην αποστολή. Όταν άρχισε ο κόσμος να πηγαίνει στις πρεσβείες, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Ελλάδας, για να βρει τρόπο να φύγει, πήραμε την απόφαση με τον αδελφό μου και τη μητέρα μου (Θεανώ) να πάμε στην ελληνική πρεσβεία. Με πολύ κόπο καταφέραμε να πάρουμε την βίζα και έτσι ξεκινήσαμε για την Ελλάδα. Φτάσαμε στα σύνορα και εκεί, χάρη σε έναν εκπληκτικό άνθρωπο, μπορέσαμε να πάρουμε ταξί για τα Γιάννινα. Μάλιστα ο υπάλληλος στα σύνορα μας είχε πληρώσει το ταξί, αλλά και ξενοδοχείο για να μείνουμε.
–Στα Γιάννινα πώς ήρθες σε επαφή με τον ΠΑΣ για να παίξεις εκεί;
–Είχαμε μείνει στο ξενοδοχείο δύο μέρες και προσπαθούσαμε να δούμε τι θα κάνουμε. Ξαφνικά με φώναξαν από την ρεσεψιόν, πως με έψαχναν δύο άνθρωποι. Κατέβηκα και είδα ότι ήταν παράγοντες του ΠΑΣ Γιάννινα. Τότε κατάλαβα πως τους είχε ενημερώσει ο ταξιτζής για το ποιός ήμουν και που ήμουν, αφού μόνο αυτός ήξερε. Θυμάμαι ότι έψαχναν τον ποδοσφαιριστή που παίζει στην εθνική Αλβανίας. Έτσι έγινε η μεταγραφή μου και μάλιστα αργότερα ο ταξιτζής ήθελε και πριμ, γιατί έλεγε πως αυτός με βρήκε (γέλια).
–Στον ΠΑΣ όμως δεν έμεινες πολύ, αλλά κατάφερες να κάνεις αίσθηση στην Ελλάδα.
-Έπαιξα συνολικά πέντε παιχνίδια, αλλά πρόλαβα και έπιασα πέναλτι του Σαραβάκου. Οπότε ναι, έκανα όλη την Ελλάδα να με μάθει. Βέβαια μετά την απόκρουση η μπάλα γύρισε στον Δημήτρη και σκόραρε, αλλά εγώ είχα πιάσει το πρώτο μου πέναλτι στην Ελλάδα. Μετά πρόλαβα και έπιασα και άλλο ένα, του Γκουλή στο ματς με τον ΟΦΗ.
–Στη συνέχεια βέβαια έγινες και ο καλύτερος στην χώρα σε αυτόν τον τομέα.
-Τελείωσα την καριέρα μου με 14 πέναλτι και άφησα πίσω μου Σαργκάνη, Δάφκο, Αμπαδιωτάκη, Μανίκα που είχαν πιάσει και αυτοί πολλά.
–Στα Γιάννινα όμως δεν έμεινες γιατί έγινε καταγγελία εις βάρος σου.
–Ναι κάποια ομάδα, που είχε και δίκιο εδώ που τα λέμε, έκανε καταγγελία ότι δεν μπορούσα να παίζω ως ημιεπαγγελματίας, ενώ είχα παίξει ήδη με την Ντιναμό σε κύπελλα Ευρώπης, αλλά και με την εθνική Αλβανίας. Έτσι αναγκαστικά έφυγα από την ομάδα και συμφώνησα με τον Εθνικό.
«Όταν ήμουν στον Εθνική με είχε ζητήσει η ΑΕΚ, αλλά τελικά εκείνη η μεταγραφή δεν έγινε ποτέ. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που δεν με έβλεπε ποτέ στη συνέχεια με καλό μάτι ο Μπάγεβιτς»
–Έχω διαβάσει ότι στον Εθνικό κατάφερες να δείξεις ποιος είσαι.
–Άργησα να αγωνιστώ γιατί έπρεπε πρώτα να βγει η απόφαση, όμως έτσι είναι. Εκεί ήταν ο Λάκης Πετρόπουλος, ο οποίος με έκανε να πσιτέψω στον εαυτό μου και να δείξω το ταλέντο μου. Στον Εθνικό όμως βρήκα και έναν άνθρωπο, που πραγματικά του χρωστάω πολλά στην ζωή μου. Ήταν μέλος της διοίκησης της ομάδας, ο γιατρός-γυναικολόγος Κυριάκος Μητσάκος Μπαρμπαγιάννης. Πραγματικά είναι ο φίλος που έγινε ο αδελφός που διάλεξα. Μου στάθηκε σε όλα και ήταν αυτός που ξεγέννησε τα δύο παιδιά μου. Όταν μάλιστα ο γιός μου ο Δημήτρης έπεσε από το μπαλκόνι, ένα βράδυ που εγώ ήμουν με την εθνική στην Κρήτη και παίζαμε κόντρα στην Ελλάδα το 2002, αυτός έτρεξε πρώτος και πρόσφερε τη βοήθειά του. Δεν θα τον ξεχάσω ποτέ.
–Από τον Εθνικό έφυγες στη συνέχεια για τον Ολυμπιακό.
-Ναι αλλά πρώτα θα σου πω μια ιστορία. Στον Εθνικό όταν ήμουν με ήθελε η ΑΕΚ. Μάλιστα είχα πάει και είχα συζητήσει με την ΑΕΚ, τον πρόεδρο τον Γενεράκη και φυσικά τον Μπάγεβιτς. Είχαμε κάνει κάποιες συναντήσεις και ουσιαστικά είχα συμφωνήσει, όμως ο Εθνικός ζήτησε εξωπραγματικά λεφτά για τη θέση μου, για να με δώσει. Η μεταγραφή αυτή δεν έγινε και δεν ξέρω εάν ήταν και ο λόγος για τον οποίο δεν είχα μετά καλές σχέσεις με τον Μπάγεβιτς.
–Πάμε λοιπόν να πούμε για την περίοδο του Ολυμπιακού, έστω και ανάποδα. Τι εννοείς για τις σχέσεις με τον Μπάγεβιτς;
-Φαίνεται πως δεν είχε δει με καλό μάτι το γεγονός ότι δεν είχα πάει στην ΑΕΚ όταν με ζήτησε. Αυτό ίσως να τον έκανε να μην με έχει ως πρώτη επιλογή του όταν ήρθε στον Ολυμπιακό, αλλά και γενικά δεν είχαμε και τις καλύτερες σχέσεις.
–Εσύ όμως είσαι ένας από τους λίγους παίκτες, που έζησες και τα τελευταία “πέτρινα χρόνια”, αλλά και την επιστροφή στους τίτλους.
-Έτσι είναι. Έζησα στην εποχή που ο Ολυμπιακός είχε καλούς παίκτες, αλλά δεν μπορούσε να πάρει το πρωτάθλημα, αλλά και μετά το 97 που πήραμε το πρώτο. Τρομερές καταστάσεις.
Ο Φώτης Στρακόσια μέλος της ενδεκάδας του Ολυμπιακού στο εντός έδρας παιχνίδι με τη Φερεντσβάρος τον Σεπτέμβριο του 1996. Πάνω σειρά: Ίβιτς, Νταμπίζας, Βαρεσάνοβιτς, Τζόρτζεβιτς, Στρακόσια, Σαμπανάτζοβιτς. Κάτω σειρά: Καραταϊδης, Αλεξανδρής, Νινιάδης, Πασσαλής, Γεωργάτος.
–Πες μου κατ’ αρχήν για τις χρονιές που δεν παίρνατε πρωτάθλημα.
-Τεράστιο βάρος, τεράστια πίεση. Πάντα είχαμε καλή ομάδα, όμως στο τέλος πάντα κάτι γινόταν και δεν τα καταφέρναμε. Δεν υπήρχε στην ομάδα η ηρεμία και η σιγουριά που υπήρχαν μετά όταν ήρθε η εποχή Κόκκαλη.
«Ο Γιουσκόβιακ είχε τρομοκρατηθεί με όσα συνέβαιναν στου Ρέντη, ο Λούβαρης δεν πίστευε ότι ήθελα να φύγω από τον Ολυμπιακό»
–Ο κόσμος ήταν και απαιτητικός και είχατε και “επισκέψεις” στις προπονήσεις.
-Θυμάμαι τη χρονιά που είχαν έρθει ο Πασσαλής, ο Μαρινάκης και ο Γιουσκόβιακ. Μετά από ένα ντέρμπι, δεν θυμάμαι με ποια ομάδα, ήρθαν οι οπαδοί στο Ρέντη και έγινε “χαμός”. Ο Γιουσκόβιακ τότε είχε τρομοκρατηθεί από αυτά που έβλεπε και ουσιαστικά τότε πήρε την απόφαση να φύγει από την ομάδα και τη χώρα. Πήγε στη Γερμανία και κατάφερε να κάνει την καριέρα που έκανε μετά.
–Εσύ προσωπικά είχες περάσει δύσκολες στιγμές μετά τα παιχνίδια με τη Φερεντσβάρος.
-Μετά το δεύτερο ματς στο Καραϊσκάκη. Κοίτα ουσιαστικά ήταν ένα φάουλ, το οποίο πέρασε πάνω από το τείχος. Εγώ θα μπορούσα να το βγάλω, όμως δεν έφυγα καλά και κυρίως δεν πρόλαβα να πατήσω. Μετά από αυτό το ματς δεν ξαναέπαιξα ουσιαστικά και τότε ήταν που άρχισε να παίζει ο Δημήτρης Ελευθερόπουλος.
–Αυτό το ματς θεωρείς πως σου κόστισε και έφυγες από τον Ολυμπιακό;
-Όχι στο λέω ξεκάθαρα. Η απόφαση να φύγω από τον Ολυμπιακό ήταν καθαρά δική μου. Μάλιστα επειδή είχα πέντε χρόνια συμβόλαιο και ζήτησα να φύγω στον 4ο ο Λούβαρης που στο μεταξύ είχε αναλάβει τότε να τρέχει την ομάδα, δεν με πίστευε. Νόμιζε ότι κάτι άλλο συμβαίνει. Όμως εγώ έφυγα γιατί ήθελα να πάω σε μια ομάδα που να παίζω και όχι να “κάθομαι” πάνω στο συμβόλαιο. Όταν πήγα δε στο γραφείο του, δεν είχα καν πρόταση από άλλη ομάδα. Μετά την φυγή μου προέκυψε ο Πανιώνιος. Και για να φύγω από τον Ολυμπιακό υπέγραψα χαρτί ότι δεν θα πάω σε Παναθηναϊκό, ΑΕΚ ή ΠΑΟΚ.
–Θεωρείς ότι έχασες την ευκαιρία να πάρεις κι άλλους τίτλους; Καθώς μετά ξεκίνησε η εποχή Κόκκαλη, όπου ο Ολυμπιακός άλλαξε εντελώς.
–Όπως σου είπα εγώ είχα πάρει την απόφασή μου και δεν ήθελα να μείνω σε μια ομάδα, απλά για να είμαι στο ρόστερ της. Ήθελα να παίζω. Έτσι δεν μπορώ να πω πως μετάνιωσα για την απόφασή μου, καθώς ήταν καθαρά δική μου.
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ όσα έζησα στον Πανιώνιο. Τη βραδιά που κατακτήσαμε το κύπελλο το πούλμαν έκανε μια διαδρομή 200 μέτρων σε… τρεις ώρες»
–Στον Πανιώνιο, όπως έχει πει, βρήκες την ομάδα που πίστεψες ότι θα παίξεις μέχρι το τέλος.
-Αυτά που έζησα στη Νέα Σμύρνη δεν τα έζησα πουθενά αλλού. Ακόμα και στο πρωτάθλημα με τον Ολυμπιακό. Την πρώτη μου χρονιά είχα την τύχη να πάρουμε το κύπελλο και πραγματικά τα όσα έγιναν μετά στην Πλατεία, απλά δεν μπορώ να τα περιγράψω, αλλά και φυσικά δεν θα τα ξεχάσω ποτέ. Έβλεπες όλη την πόλη και όλους τους ανθρώπους, κάθε ηλικίας να είναι στους δρόμους. Το πούλμαν για μια διαδρομή 200-300 μέτρων, έκανε τρεις ώρες για να βγει από την Πλατεία. Στιγμές απίστευτες. Αλλά και γενικά η Νέα Σμύρνη είναι πλέον η πόλη μου. Εδώ ζω, όταν δεν είμαι στην Ιταλία με το Θωμά ή στην Αλβανία. Εδώ είναι το σπίτι μου και εδώ θα μείνουν και τα παιδιά μου. Και ο Δημήτρης, αλλά και ο Θωμάς, ο οποίος δεν την αλλάζει με τίποτα. Μπορεί να ζει τώρα στη Ρώμη, αλλά και αυτός στη Νέα Σμύρνη θα επιστρέψει.
–Με τον Πανιώνιο έπαιξες και κόντρα στη Λάτσιο, στην οποία αγωνίζεται τώρα ο Θωμάς.
–Είδες πώς τα φέρνει η ζωή; Εγώ τότε και οι υπόλοιποι συμπαίκτες μου αντιμετωπίσαμε την πλουσιότερη ομάδα του κόσμου, εκείνης της εποχής. Πλέον ο Θωμάς παίζει εκεί και μόνο υπερήφανος πατέρας μπορεί να είμαι.
–Ξέρω ότι από μικρό τον είχες από κοντά και ουσιαστικά είδες σε αυτόν την συνέχεια σου. Πήρε και κάποια στοιχεία από σένα, ειδικά στα πέναλτι.
–Όσο καλό δάσκαλο κι αν έχεις, εάν εσύ ο ίδιος δεν είσα επίσης καλός μαθητής δεν γίνεται τίποτα. Ο Θωμάς είναι από μόνος του “καλός μαθητής” και τα έχει καταφέρει περίφημα.
–Είχες πει κάποτε, ότι από τον Πανιώνιο δεν θα έφευγες ποτέ.
–Ναι πραγματικά. Στο ξαναλέω, στη Νέα Σμύρνη έχω βρει το λιμάνι μου. Όμως ενώ είχα συμφωνήσει με τον τότε πρόεδρο -τον Λουκά Σιότροπο- να ανανεώσω το συμβόλαιό μου, έγινε η αλλαγή και πήρε την ομάδα ο Αχιλλέας Μπέος. Όταν με ρώτησε τι είχα συμφωνήσει και του είπα, δεν με πίστεψε. Αυτό ήταν για μένα σημαντικό. Δεν μου έδειξε εμπιστοσύνη. Αμέσως του είπα ότι θα φύγω από την ομάδα.
«Είχα φτάσει 38 και ο Μπρίγκελ με παρακαλούσε να μείνω στην εθνική Αλβανίας, γιατί δεν μπορούσε να βρει άλλον τερματοφύλακα να με διαδεχτεί»
–Πήγες λοιπόν στον Ιωνικό και μετά στην Προοδευτική.
–Στον Ιωνικό πήγα και έπαιξα και πάλι τελικό κυπέλλου, αλλά δεν μπορέσαμε να το πάρουμε όπως με τον Πανιώνιο. Στην Προοδευτική συνέχισα μετά, γιατί στην Αλβανία είχε αναλάβει προπονητής ο Μπρίγκελ και με παρακαλούσε να συνεχίσω να παίζω, μέχρι να βρει κάποιον άλλον τερματοφύλακα. Έτσι σε ηλικία 38 χρονών έπαιζα ακόμα για να μπορώ να παίζω και στην εθνική ομάδα.
–Έπαιξες τόσα ματς με την εθνική, αλλά και με τους συλλόγους σου στην Ευρώπη. Προτάσεις δεν είχες από εξωτερικό;
–Είχα αρκετές. Θυμάμαι μάλιστα μια χαρακτηριστικά. Παίξαμε με την Αλβανία στην Ισπανία και μετά το ματς ήρθαν άνθρωποι από τη Βαλένθια και την Σεβίλλη για να μου πουν ότι ενδιαφέρονται. Όμως εγώ δεν ήθελα να φύγω από την Ελλάδα. Πραγματικά δεν με ένοιαζε, γιατί εδώ είχα τα πάντα.
«Και τώρα που έγινες Έλληνας ρε Φώτη πως θα σου τραγουδήσουν ξανά το… δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ, Αλβανέ;»…
–Τι κέρδισες από την καριέρα σου στην Ελλάδα;
–Σεβασμό. Όπου πήγα και ειδικά όταν γυρνούσα στις έδρες των ομάδων που έπαιξα ο κόσμος με αντιμετώπιζε με σεβασμό. Και στο Καραϊσκάκη όταν πήγα μετά ως παίκτης του Πανιωνίου και στη Νέα Σμύρνη όταν πήγα με τον Ιωνικό και την Προοδευτική, παντού με υποδέχτηκαν με σεβασμό.
–Ρατσισμό βίωσες; Θυμάμαι και το σύνθημα το “δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ, Αλβανέ”.
–Βέβαια υπήρξαν και τέτοιες καταστάσεις. Θυμάμαι ότι πρώτη φορά το άκουσα αυτό στο γήπεδο της ΑΕΚ. Μπορεί να το είχαν πει και νωρίτερα αλλού, όμως για πρώτη φορά το άκουσα εκεί, επειδή ήταν πολύς ο κόσμος. Δεν τους κατηγορώ όμως. Γήπεδο είναι και στα γήπεδα μπορείς να ακούσεις τα πάντα. Η πλάκα όμως ήταν μετά όταν πήρα επιτέλους την ελληνική ιθαγένεια. Μου έλεγαν οι φίλοι μου:”Και τώρα ρε Φώτη εάν σου ξαναπούν το σύνθημα τι θα απαντήσεις;” (γέλια).
O Φώτης Στρακόσια με τον συντάκτη του sportday.gr, Γιώργο Μπιτσικώκο
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Ολυμπιακός - Μπασκόνια: Το τρένο και το αγκομαχητό
- Ολυμπιακός: Το μοναδικό ερωτηματικό του Μεντιλίμπαρ για το ντέρμπι με την ΑΕΚ
- Μπακς - Μπουλς 122-106: Ξύπνησαν για τα καλά τα Ελάφια με 40άρα του Γιάννη Αντετοκούνμπο
- Ολυμπιακός ONEX-Γκίζεν 3-1: Οι απουσίες δεν τον σταματούν! - Θρυλική νίκη στο «καυτό» Ρέντη
- Μανούσος Μανουσάκης: Εφυγε από τη ζωή ο εμβληματικός σκηνοθέτης