ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Ο Γιάννης Φουντούλης βάζει ημερομηνία λήξης τον... τελικό του 2024
Ο αρχηγός της «ασημένιας» ολυμπιονίκη εθνικής πόλο Ανδρών ανακοινώνει στο Sportday.gr ότι ο ορίζοντάς του εκτείνεται ως το 2024.
«Γιάννη, φόρεσε το μετάλλιο να βγάλεις μια δυο φωτογραφίες». Ο Φουντούλης έχει το ασημένιο μετάλλιο στη δεξιά τσέπη της βερμούδας του. Το έφερε μαζί του μόνο επειδή το ζήτησα. Αλλά δεν πρόκειται να το κρεμάσει. Το πολύ πολύ να το δείξει στον Βασίλη, το φωτογράφο που το προηγούμενο βράδυ είχε επιστρέψει από την Εύβοια για να καλύψει τις πυρκαγιές.
Ο Φουντούλης φέρνει αντίρρηση η οποία δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Στην Αθήνα προτιμά να παραμείνει αυτό που ήταν, δηλαδή κάποιος που τον ξέρουν λίγοι. Μία κυρία τον πλησιάζει. «Ευχαριστούμε που φωτίσατε λίγο τη μιζέρια μας. Εμείς ήμαστε εδώ, μίζεροι». Ο Χιώτης ντρέπεται. «Συγχαρητήρια, οι καφέδες είναι κερασμένοι από εμάς», του λένε στην «Έξη», στο κατάστημα της Γρ. Λαμπράκη της Γλυφάδας.
Ως εκ τούτου, η πρώτη ερώτηση είναι η… φυσιολογική: «Θα μας ξαναμιλήσεις;» Ένα ελαφρύ χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπο: «Κάτσε να συνέλθω λίγο».
Η ρεβάνς με την Ουγγαρία
Η εθνική πόλο Ανδρών έμοιαζε να κάθεται σε ένα αφράτο συννεφάκι καθ’ όλη τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων στο Τόκιο. Αποδόμησε με τέτοιο τρόπο τα στερεότυπα που γενιές και γενιές διεθνών είχαν στο κεφάλι τους, που πλέον, (ότ)αν χάσει από την Ουγγαρία, μάλλον θα αισθανθούμε απογοητευμένοι επειδή «τους είχαμε». Οι δύο νίκες επί των Μαγυάρων, που στέρησαν από τον Ντένες Βάργκα την ευκαιρία να παίξει για τελευταία (;) φορά σε τελικούς Ολυμπιακών Αγώνων, από τον Φουντούλη τοποθετήθηκε ως εξής: «Δεν φοβηθήκαμε να νικήσουμε». Είναι κάπως κλισέ, επειδή γράφονται καθημερινά δεκάδες εκατομμύρια λέξεις για τα σπορ, αλλά είναι αληθινό.
Πολλές ομάδες της Ελλάδας, κατά το παρελθόν, είχαν βάλει την Ουγγαρία στα σκοινιά. Ο ίδιος ο Χιώτης, μετά την εφηβεία του, σκόραρε, από την πάσα του Ανδρέα Μιράλη, το γκολ που ισοφάρισε το ματς στους ομίλους του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος στο Ζάγκρεμπ, το 2010. Για τον ίδιο πιθανώς αποτελεί ακόμη μια ωραία ανάμνηση, επειδή ήταν 22 και τώρα είναι 33. Και τώρα έγινε ο αρχηγός που παίρνει μηνύματα από τους παλαίμαχους, για την πιο σπουδαία στιγμή στην ιστορία του ελληνικού πόλο. «Μου έχουν στείλει όλοι μηνύματα. Ο Μανώλης (σ.σ. Μυλωνάκης), ο Χρήστος, ο Νίκος ο Δεληγιάννης, μου έχουν στείλει ο Μάζης, ο Λούδης, όλοι, ο Κοκκινάκης, που καθ’ όλη τη διάρκεια μιλούσαμε, δεν μπορώ να… ο Ρέππας, όλοι. Δεν υπάρχει ούτε ένας να μη μου έχει στείλει από την παλιά γενιά. Νομίζω ότι, κάπως, το αισθάνθηκαν σαν δικό τους. Και είναι ωραίο αυτό». Του έστειλαν κι άλλοι φίλοι: «Ο Γιόζιπ (σ.σ. Πάβιτς) μού έστειλε ότι το χάρηκε περισσότερο από το δικό τους χρυσό το 2012. Ο Ομπράντοβιτς ότι το χάρηκε όσο το δικό τους».
Με τους Ούγγρους, ο άλλοτε Γιαννάκης (και τώρα μάλλον Γιάνναρος) συνδέθηκε με τρόπο που έδειχνε μοιραίος για πολλούς λόγους. Η πρώτη πρόκριση του Ολυμπιακού σε τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών, μετά το 2002, ήρθε με το θαύμα του Άγγελου Βλαχόπουλου στον ημιτελικό με τη Ζόλνοκ, το 2016, στη Βουδαπέστη. Οι Ούγγροι -και κυρίως ο Βάργκα- είχαν σημειώσει με ανεξίτηλο αυτήν την ήττα στο συνειδητό τους, ώστε την επόμενη φορά που θα έπαιζαν μεγάλο ματς στη Βουδαπέστη, να πέθαιναν στο νερό προσπαθώντας να νικήσουν. Η επόμενη φορά ήταν ο τελικός του 2019, όταν η Φερεντσβάρος αντιμετώπισε τον Ολυμπιακό στο Αννόβερο. Ο Φουντούλης είχε ήδη συμφωνήσει προφορικά με την ουγγρική ομάδα, με τον ίδιο τρόπο που ο Κώστας Μουρίκης είχε συμφωνήσει με την Προ Ρέκο πριν το θριαμβευτικό 9-7 στη Γένοβα, ένα χρόνο πριν.
Όταν το ματς έφτασε στα πέναλτι «ένιωθα τρομερή εξάντληση. Ήμουν χτυπημένος και αποφάσισα να μη σουτάρω. Ήξερα ότι αν το έχανα, δεν θα μπορούσα να πάω στην Ουγγαρία», ομολόγησε για εκείνη τη διαδικασία. Την ευθύνη ανέλαβε ο πολίστας που δεν του δόθηκε οτιδήποτε στην καριέρα του που δεν το έχει κερδίσει. «Αν θες να πεις δείξε μου κάποιον που βρίσκεται εκεί που είναι επειδή το αξίζει, αυτός είναι ο Στέλιος», είπε ο Φουντούλης για τον Αργυρόπουλο, που μέχρι την Κυριακή δεν είχε βρει τα πράγματά του, αλλά είχαν γίνει γνωστοί οι δράστες που άνοιξαν το αυτοκίνητό του στο Φάληρο.
Δεν υπάρχει ούτε ένας να μη μου έχει στείλει από την παλιά γενιά. Νομίζω ότι, κάπως, το αισθάνθηκαν σαν δικό τους. Και είναι ωραίο αυτό
Ο Αργυρόπουλος αστόχησε, η Φερεντσβάρος κατέκτησε το τρόπαιο και εκείνο το τρομερό 3-0 του τελευταίου οκτάλεπτου, που έφερε το παιχνίδι στο 10-10, έμεινε ημιτελής ραψωδία. Τότε ήταν ο Γιόζιπ Πάβιτς, που φρόντισε για την παραμυθία του διεθνή πολίστα, στο τελευταίο παιχνίδι του, μάλιστα, της δικής του μυθικής καριέρας. Την προηγούμενη Κυριακή, 8 Αυγούστου, ήταν ο Φουντούλης που έπιασε τον απαρηγόρητο Μάνο Ζερδεβά. «Νομιζε ότι έφταιγε που χάσαμε το χρυσό μετάλλιο», αποκάλυψε ο Χιώτης: «Του είπα, είσαι τρελός; Μη σε ξαναδώ έτσι. Είσαι ένας από τους λόγους που φτάσαμε στον τελικό». Ο Αργυρόπουλος, που παρεμπιπτόντως μπήκε στην κορυφαία εφτάδα της διοργάνωσης, είναι… αρρωστάκι. «Έχουμε ένα γκρουπ, έστελνε, 100 μέρες για το Τόκιο, 30 μέρες για το Τόκιο, φτάσαμε. Μόλις τελείωσαν οι Αγώνες, έστειλε 1024 μέρες για το Παρίσι. Φύγαμε από το κολυμβητήριο και τον ρώτησα πού πήγαινε. Μου είπε “στο γυμναστήριο”. “Καλά”, του είπα, “δεν σου ξαναμιλάω”. Πήγε όντως στο γυμναστήριο και έκανε dead lift».
Το ψυχολογικό και η Τιφλίδα
Ο Αργυρόπουλος έπαιξε ρόλο και στην ανόρθωση του αισθήματος του αρχηγού του, όταν επέστρεψε από τη Βουδαπέστη. «Δεν είχα ξανανιώσει ποτέ τόσο χάλια ψυχολογικά στη ζωή μου», ομολόγησε ο Φουντούλης: «Χάσαμε τον τελικό του Champions League και εγώ είχα δύο ποινές από πολύ νωρίς. Ουσιαστικά δεν έπαιξα. Στο τελευταίο μου παιχνίδι ένιωσα ότι δεν έδωσα. Χάσαμε και το πρωτάθλημα». Για τον ίδιο, το καλό με την Προ Ρέκο δεν τρίτωσε. Μετά τη νίκη το ’18 και την επικράτηση του 2019, με το γκολ-έπος του Κωνσταντίνου Γενηδουνιά, το 9-6 στο Βελιγράδι, στις 5 Ιουνίου, έμοιαζε με επικήδειο ρόγχο.
Έψαχνα το κίνητρό μου όταν γύρισα. Αναρωτιόμουν αν θα γίνονταν οι Ολυμπιακοί. Λίγο η βοήθεια των παιδιών, λίγο ότι έβλεπα ότι έχουμε δυνατότητες, μου ήρθε η όρεξη, το πάθος να προπονηθώ
Ο Φουντούλης γύρισε εξαντλημένος πνευματικά στην Αθήνα. Με τον κορονοϊό πέρασε δύσκολα ούτως ή άλλως. Ήταν στα όριά του από τον Μάρτιο του 2020 και μετά, ψυχολογικά. Τα πολλά παιχνίδια τον κράτησαν. Το φετινό καλοκαίρι και σιγά σιγά βρήκε τον εαυτό του. Βρήκε το κίνητρό του. Και αυτό, άμα τη επιστροφεί του με το ασημένιο στην τσέπη, είναι διατηρητέο, σαν πολιτιστικό μνημείο πια. «Έψαχνα το κίνητρό μου όταν γύρισα. Αναρωτιόμουν αν θα γίνονταν οι Ολυμπιακοί. Λίγο η βοήθεια των παιδιών, λίγο ότι έβλεπα ότι έχουμε δυνατότητες, μου ήρθε η όρεξη, το πάθος να προπονηθώ. Πολλές φορές μπορείς να μη βρίσκεις το κίνητρο μόνος σου, αλλά το παίρνεις από τους γύρω σου και είναι σημαντικό αυτό στον ομαδικό αθλητισμό. Θεωρώ ότι είχα παιδιά δίπλα μου που είχαν μεγάλη πίστη, μεγάλη δίψα, έτσι παρέσυραν κι εμένα. Συνειδητοποίησα ότι μπορεί να ήταν η τελευταία ευκαιρία μου να πάρω αυτό που θέλω, ε, κι όταν έφτασα εκεί και λίγο πριν, με το μετάλλιο με την Ιταλία στην Τιφλίδα, λέω ότι θα γίνει τώρα αυτό που θέλω και θα ηρεμήσω. Δεν θα χρειαστεί να περιμένω μέχρι το Παρίσι».
Ευχαριστούμε που φωτίσατε λίγο τη μιζέρια μας. Εμείς ήμαστε εδώ, μίζεροι
Στην Τιφλίδα, που ήρθε το χάλκινο μετάλλιο που κατέκτησε η Εθνική στο World League, ο Φουντούλης δεν είχε ένσταση για το τι μπορούσε να καταφέρει. Αλλά τα νάματα αυτής της σκέψης, που πολλές φορές μπορεί να αποτελεί χίμαιρα ή και ευσεβή πόθο, είχαν ήδη φτιαχτεί από τον προηγούμενο Οκτώβριο. «Σκεφτόμουν χθες ότι είχα έρθει εδώ Οκτώβριο, Νοέμβριο, που παίζαμε κάτι φιλικά με τους Αμερικανούς. Και πραγματικά δεν το πίστευα πόσο καλά παίζαμε. Μου είχε κάνει τεράστια εντύπωση. Το συζητούσαμε με τον Θόδωρο (σ.σ. Βλάχο). Και πάμε τον Ιανουάριο στο Ντέμπρετσεν, παίρνουμε το χρυσό (σ.σ. στην Ευρωπαϊκή Ζώνη του World League) και λέω, ας είναι αυτή η αρχή που θα πατήσουμε πάνω και θα φτάσουμε σε κάτι καλό. Ξέρεις, δεν είχα στο μυαλό μου ότι θα πάρουμε μετάλλιο. Λίγο το Ρότερνταμ και το προολυμπιακό μετά, λίγο το μετάλλιο στην Τιφλίδα, μετά η νίκη με την Ουγγαρία την πρεμιέρα, λες, εδώ είμαστε, αυτό θα είναι το τουρνουά μας».
Στο Τόκιο, βέβαια, ήταν το αποκορύφωμα: «Η ομάδα στους Ολυμπιακούς έπαιξε καλύτερα από ποτέ, σε αυτό το χρονικό διάστημα. Νομίζω ότι ήταν το πρώτο τουρνουά που ούτε ένας παίκτης υστέρησε. Με αποκορύφωμα, βέβαια, τον Ζερδεβά, που έχει τεράστιο μερίδιο ευθύνης, γιατί ξέρεις τι σημαίνει η θέση αυτή για το πόλο. Από τους μικρούς να πω, που είχαμε εφτά νέους παίκτες σε Ολυμπιακούς και ήταν όλοι σαν να παίζουν για τρίτη φορά. Πραγματικά, εντυπωσιάστηκα από τα παιδιά. Όχι από το ταλέντο τους. Αυτό το ήξερα. Αλλά από το πόσο έτοιμοι ήταν όλοι. Δεν μπορώ να βρω κάποιον να πω ότι μπορούσε να πάει λίγο καλύτερα».
Ήταν όλοι εκεί. Κανένας εγωισμός, πουθενά. Ήμαστε πολύ συνειδητοποιημένοι στο τι θέλαμε να κάνουμε
Υπάρχει, ασφαλώς, καλός λόγος γι’ αυτό: «Τέσσερα από τα παιδιά αυτά, ο Ζερδεβάς, ο Σκουμπάκης, ο Παπαναστασίου και ο Γκιουβέτσης έχουν πάρει όλα τα μετάλλια στις μικρές ηλικίες. Μπήκαν στο κολυμβητήριο έχοντας άγνοια, είπαν ότι θα πάνε να παίξουν. Είχαν τρομερή αυτοπεποίθηση». Και οι άλλοι, οι μεσαίοι; «Παικταράδες. Βλαχόπουλος, Γενηδουνιάς. Ο Καπότσης ήταν καταπληκτικός. Ήταν από τις λίγες φορές που ήταν διακριτοί οι ρόλοι και καθένας είχε το ρόλο του. Ο Δερβίσης, ο Καπότσης πήρε ένα παιχνίδι με την Ιαπωνία, που το θέλαμε… Ήταν όλοι εκεί. Κανένας εγωισμός, πουθενά. Ήμαστε πολύ συνειδητοποιημένοι στο τι θέλαμε να κάνουμε».
Αυτό δεν θα γινόταν, βέβαια, αν η Γαλλία είχε βάλει στοπ στην Εθνική στο προολυμπιακό τουρνουά του Ρότερνταμ. Η Εθνική νίκησε στα πέναλτι εκείνο το μπαράζ και μετά έκανε… παρέλαση στο κρίσιμο ματς με τους Ρώσους. Ο Φουντούλης επιβεβαιώνει και την εικόνα, ενώ αποκαλύπτει τη σιγουριά του για την πρόκριση: «Στο Ρότερνταμ δεν είχα καθόλου άγχος. Στο Έντμοντον είχα πολύ άγχος, δεν ήθελα να είμαι εκείνος που δεν θα πήγαινε στους Ολυμπιακούς. Είχα την ευκαιρία να πάω, το κυνηγάω, δεν ήθελα να αποτύχω στην πρώτη απόπειρα. Γιατί είχα και ρόλο στην ομάδα. Φέτος δεν το ένιωσα. Με τους Ρώσους ήμουν σίγουρος, με τους Γάλλους εκεί που ήμασταν τρία γκολ πίσω, σκεφτήκαμε ωπ, τι έγινε. Μπήκαμε και βάλαμε το γκολ στην τελευταία φάση και στα πέναλτι ήμουν σίγουρος ότι θα νικούσαμε. Ο Μάνος έκανε πολλή προπόνηση στα πέναλτι, ήμουν σίγουρος ότι θα πιάσει ένα δύο. Η πλάκα είναι ότι στέλναμε μηνύματα με τον Κουρσιγιά (σ.σ. τον αρχηγό της εθνικής Γαλλίας) και λέγαμε ότι τίποτα από αυτά θα είχε γίνει αν δεν ισοφαρίζαμε με τη Γαλλία. Και του λέω, Ούγκο, μπορεί να συνέβη αυτό, αλλά ελπίζω η πορεία μας να σε αποζημίωσε. Και μου είπε συγχαρητήρια, κάνατε μια φανταστική εμφάνιση».
Κάποιες φορές λες ότι τα κάνω όλα τέλεια και δεν καταφέρνεις κάτι και άλλες πας με προβλήματα και βγαίνει το καλύτερο
Για τον Φουντούλη, η επιτυχία δεν προσδιορίζεται με ημίμετρα, οπότε κυρίως η είσοδος στην τετράδα και έπειτα το ασημένιο μετάλλιο ήταν εκείνα που τον ευχαρίστησαν: «Στο μυαλό μου η επιτυχία είναι να κάνεις κάτι πραγματικά σημαντικό. Δεν θεωρώ ότι το να είσαι πέμπτος, έκτος είναι κάτι σημαντικό. Είσαι στους πέντε, έξι καλύτερους, ως εκεί».
Μια ιδιαίτερη προετοιμασία
Δεν ήταν, βεβαίως, όλα ρόδινα. Η Εθνική αναδύθηκε, μέσα από μια περίεργη προετοιμασία. «Δεν ήταν εύκολη, ήταν πολύ ιδιαίτερη. Ερχόμασταν από μία πολύ δύσκολη χρονιά, εγώ προσωπικά ξεκίνησα πέρυσι στις 20 Ιουνίου. Και τα παιδιά. Χαλκίδα μία εβδομάδα πολύ σκληρή προπόνηση. Ερχόμαστε εδώ, με τα εμβόλια υπήρχε κάποιος που έχανε μια δυο μέρες, συνεντεύξεις, γυρίσματα, το μυαλό μας ξέφευγε. Έρχονται οι Ισπανοί, λίγο αμφιβάλλαμε γιατί δεν παίζαμε καλά και μετά είχαμε μια ευκαιρία για παιχνίδια, τα μόνα ματς ήταν στην Τιφλίδα. Χάσαμε από το Μαυροβούνιο, μία νίκη με τους Ιταλούς σε βάζει στο σωστό δρόμο. Ήρθαμε εδώ 10-15 μέρες να μοντάρουμε ό,τι ήταν να φτιάξουμε.
Ο Βλαχόπουλος είχε τραυματισμένο πλευρό από το Final 8 (συμμετείχε με την Μπρέσια, η οποία αποκλείστηκε στον ημιτελικό από τη Φερεντσβάρος), μπαίνει στην προπόνηση, ξαναχτυπάει, μένει έξω 10-12 μέρες. Δεν έρχεται στην Τιφλίδα, μένει εδώ να κάνει ό,τι μπορεί. Ξανά, μετά προβλήματα με γνωστά άτομα που έχουν Covid, κάποια άτομα έμπαιναν σε καραντίνα με συνεχόμενα τεστ… Δεν υπήρχε καθόλου χαλαρότητα και να πουμε, ξέρεις, δουλέψαμε τέλεια και είμαστε έτοιμοι. Υπήρχε το μήπως. Αυτό είναι το τρομερό. Κάποιες φορές λες ότι τα κάνω όλα τέλεια και δεν καταφέρνεις κάτι και άλλες πας με προβλήματα και βγαίνει το καλύτερο».
Θα έχει για πάντα στο Παρίσι
Αυτή η Εθνική είναι ιδιαίτερη, όχι μόνο για την επιτυχία της στο Τόκιο, αυτό εξυπακούεται, αλλά κυρίως επειδή, όπως λέει ο Φουντούλης, «ήταν η δεύτερη μικρότερη σε ηλικία ομάδα στο τουρνουά». Το μελλοντικό πεδίο δόξης θα είναι λαμπρό. Κι ο Χιώτης, που περπατά το 33ο έτος της ηλικίας του και στο Παρίσι θα είναι 36, δεν θέλει να το χάσει.
Η δήλωσή του είναι επίσημη, οπότε απολαύστε υπεύθυνα: «Εγώ έχω στόχο να παίξω στο Παρίσι. Συνδυάζεται με το συμβόλαιό μου με τον Ολυμπιακό, που είναι τρία χρόνια. Καταρχάς, δεν θέλω να πω ότι συνεχίζω στην εθνική ομάδα και θα είμαι ό,τι και να γίνει. Αν, τώρα, αλλάξει ο προπονητής, θέλει να κάνει ανανέωση και μου πει ότι, ξέρεις τι Γιάννη, αυτό, όλα καλά, δεν χρωστάει κανείς τίποτα. Αν μου πουν να συνεχίσω, θέλω να συνεχίσω και να πάω μέχρι εκεί. Αν, πάλι, δεν το αξίζω, ας είναι κάποιος άλλος. Δεν έχω τέτοια προβλήματα. Κυρίως συνεχίζω γιατί είμαι… άρρωστος. Η αλήθεια είναι ότι βλέπω μία ομάδα που θα είναι στα μετάλλια σε όλες τις επόμενες διοργανώσεις. Και θέλω να βοηθήσω, θέλω να είμαι μέρος αυτού του πράγματος».
Είναι πολύ μεγάλο κέρδος που η επιτυχία αύξησε το ενδιαφέρον των παιδιών να μπουν στο άθλημα, αλλά δεν ξέρω πόσο καιρό θα μείνει ζεστή
Για το μέλλον του ελληνικού πόλο, ο πλούτος είναι αναντίρρητα μεγάλος και ο ορίζοντας φαίνεται ξεκάθαρα: «Το ελληνικό πόλο έχει πολλούς παίκτες. Δεν λέω ότι βγάζεις 13, κάθε ηλικία έχει 2-3 που είναι μαζί μας, βρίσκονται στα καμπ και μπορούν να στελεχώσουν άμεσα».
Σε ό,τι αφορά τη δέσμευση του Λευτέρη Αυγενάκη για τις ανακαινίσεις στα κολυμβητήρια του ΟΑΚΑ και του Ζαππείου και την απαίτηση του Γιώργου Αφρουδάκη να φτιαχτούν χώροι, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου στο αεροδρόμιο, ο Φουντούλης κρατάει μια επιφύλαξη: «Δεν είμαι πολύ αισιόδοξος με αυτά. Σίγουρα, το μεγαλύτερο κέρδος, θα συμφωνήσω με όσους το είπαν, αυτή η επιτυχία και αυτή η συγκυρία, να μπει στα σπίτια των Ελλήνων το πόλο και να γίνει ξαφνικά γνωστό, να κάνει μια επιτυχία ιστορική, σίγουρα αύξησε το ενδιαφέρον παιδιών να ασχοληθουν με το άθλημα είναι πολύ μεγάλο κέρδος. Αν αυτό μείνει ζεστό στο πέρασμα των χρόνων, δεν το ξέρει κανείς. Έχω τις αμφιβολίες μου, δεν μπορώ να είμαι σίγουρος. Ξέρω ότι αυτό που έπρεπε να κάνουμε εμείς, το έχουμε κάνει. Έχουμε τη συνείδησή μας καθαρή. Δεν ζητάμε από κανέναν να έρθει σε ένα άγνωστο άθλημα. Νομίζω ότι το έμαθαν και με το πόλο πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι για το τι έχει καταφέρει σαν άθλημα, σαν χώρος. Τώρα, με τα κολυμβητήρια, εμείς και πάλι, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, το χρέος μας το κάναμε».
Η αυτοπεποίθηση και οι αμφιβολίες
Από το 2005 έως το 2015, η Εθνική δεν μπήκε σε τετράδα μεγάλης διοργάνωσης, ενώ, αν εξαιρεθούν το Final 4 του Champions League το 2007, με τον Ολυμπιακό, και οι δύο τελικοί του Πανιωνίου στο LEN Trophy, το 2009 και το 2011, η ανυδρία ήταν αρκετή για να προκαλέσει πρόβλημα αυτοπεποίθησης σε κάθε αθλητή.
Έτσι, και ο Χιώτης θα έπρεπε να αμφιβάλει αν ήταν καλός τόσο ώστε να παίζει στο υψηλότερο επίπεδο: «Υπήρχε μια περίοδος που ένιωθα ότι μπορεί να ήμουν ο καλύτερος. Δεν λέω ότι ήμουν, απλώς είχα τρομερή αυτοπεποίθηση και σκεφτόμουν πως ό,τι και να γίνει θα κάνω αυτό που είναι να κάνω. Υπήρχαν κι άλλες φορές που αισθανόμουν ότι ήμουν πάρα πολύ κακός. Πάρα πολλές φορές σε όλη τη διάρκεια έχω αμφισβητήσει τον εαυτό μου, πιο αυστηρός κριτής από εμένα δεν υπάρχει στο κομμάτι αυτό. Οι δικοί μου μου λένε ότι δεν ικανοποιούμαι με τίποτα. Η αξία μου αναγνωρίστηκε σε ατομικό επίπεδο, βλακείες, αλλά εντάξει. Τη χρονιά που πήραμε το Champions League, με τον Κόλιανιν, που ήταν συνεργάτης, του έλεγα ότι δεν είμαι έτοιμος, δεν μπορώ να παίξω. Και μου έλεγε, μην ανησυχείς, όταν έρθει η ώρα θα είσαι έτοιμος. Και καταλήξαμε να πάρουμε το Champions League και να κάνω το καλύτερο παιχνίδι μου στον τελικό».
Ένιωθα ότι δεν υστερούσα σε κάτι από τους υπόλοιπους
Σε ό,τι αφορά τα πρώτα χρόνια του στον Ολυμπιακό, ο Φουντούλης συνεχίζει να υπερασπίζεται εκείνη τη γνώμη που είχε το 2010, ύστερα από μια πρώτη περίοδο που ήταν κομπάρσος. Λέει ότι ήταν ισάξιος με όλους, όμως το κίνητρο που του έδωσε ο ελάχιστος χρόνος συμμετοχής «γέννησε» πείσμα: «Εγώ όταν ήρθα από τη Χίο και πήγα στον Ολυμπιακό ένιωθα έτοιμος. Ήμουν σε μία ομάδα πρωταγωνιστής. Ήξερα, εντάξει, με σεβασμό στους υπολοίπους, γιατί είχα δύο πιο έμπειρους παίκτες δίπλα μου, αλλά δεν νόμιζα ότι υστερώ σε κάτι. Και αυτός ό ένας χρόνος, που τον στερήθηκα, μπορεί κάποιοι να λένε ότι μου έκανε καλό στην πορεία, αλλά θεωρώ ότι θα μου έκανε πολύ καλύτερο αν δεν το στερούμουν. Στο μόνο που μου έκανε καλό, ήταν ότι έπρεπε να το δείξω. Μέχρι τότε, δεν είχα την ανάγκη να το δείχνω για να παίζω. Εκεί ήταν διαφορετικά. Έπρεπε να το δείχνω συνεχώς. Μέχρι που τη δεύτερη χρονιά άλλαξαν κατά πολύ τα πράγματα, την επομένη άλλαξαν εντελώς, οπότε ό,τι είχα στη Χίο βρέθηκα να το έχω στον Ολυμπιακό. Οπότε ήταν τα πράγματα όπως τα ήθελα».