Ολυμπιακός βόλεϊ: Το κληροδότημα του πρώτου Πρωταθλητριών και η αύρα της έκστασης!

Ο Ολυμπιακός σκοπεύει να ζήσει ακόμα μία ένδοξη στιγμή στο τάραφλεξ και να χαρίσει επιπλέον δόξα στο τμήμα που έπαιξε τον πρώτο τελικό Κυπέλλου Πρωταθλητριών στην Ιστορία του συλλόγου.

Οι αθλητικές αυτοκρατορίες αποκτούν, ειδικά όταν βρίσκονται στα ντουζένια τους, μια αίσθηση αδιάβλητου. Νωρίς, κατά τη διάρκεια της δομής, έχει γίνει η προσπάθεια να αναχαιτιστούν και να βρεθεί ο τρόπος να δημιουργηθεί ρήγμα εν τη γενέσει τους. Όταν αυτή η προσπάθεια δεν στεφθεί με επιτυχία, η ισχύς εντείνεται και, ενώ οι αυτοκρατορίες μεγαλώνουν, η αύρα τους υποδεικνύει ότι για να βρεις το αντίδοτο πρέπει να ταξιδέψεις στο… Περού, που λέει ο λόγος.

Η ομάδα βόλεϊ Ανδρών του Ολυμπιακού στην Ελλάδα, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, είχε τέτοια πορεία. Για να κατακτήσει το πρωτάθλημα το 1987, έπρεπε να νικήσει εκτός έδρας τον Παναθηναϊκό. Για να πάρει εκείνο του 1988, ήταν αναγκαίο να κάνει μια ανατροπή: βρέθηκε 0-2 σετ πίσω με τους «πράσινους» και κατέκτησε τα τρία επόμενα σετ, στα 15, χάνοντας συνολικά 13 πόντους, πέντε στο τρίτο, ένα στο τέταρτο και εφτά στο πέμπτο.

Μία χρονιά αργότερα, πήρε το πρωτάθλημα 3-1 νίκες επί του Παναθηναϊκού. Από εκεί και ύστερα, ο Ολυμπιακός κατέκτησε άλλα πέντε, μέχρι το 1994, μένοντας ανά περιπτώσεις αήττητος, όπως στο μεγάλο σερί μετά τη δεύτερη αγωνιστική του πρωταθλήματος τη σεζόν 1989-90 από τους «πράσινους» και πριν την ήττα από τη σπουδαία Ορεστιάδα στα δικά της νάματα, την περίοδο 1991-92.

Κι όμως, οι σελίδες μιας τέτοιας επιβολής στο βιβλίο της ελληνικής αθλητικής μυθολογίας θα είχαν πιάσει αράχνες, ακόμα και γι’ αυτό το ξεχωριστό συγκρότημα του Γιάννη Λάιου, αν δεν υπήρχε εκείνο το σημείο που θα ανάγκαζε τους ιστορικούς του μέλλοντος, ακόμα και τους φιλάθλους, να επιστρέφουν από καιρού εις καιρόν για να εξετάζουν.

Κι αυτό δεν είναι άλλο από έναν ευρωπαϊκό τελικό. Όχι όποιον κι όποιον: εκείνον του τελικού του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ομάδων Ευρώπης.

Η ομάδα βόλεϊ Ανδρών έφτασε σε αυτό το παιχνίδι και έγινε η πρώτη από το σύλλογο που τα κατάφερνε. Λες και η ημερολογιακή ζωή ήθελε να κάνει τη συγκεκριμένη στιγμή εντελώς ξεχωριστή, το τοποθέτησε σε ένα αριθμητικό κομμάτι που βρίσκεται μόνο μία φορά κάθε τέσσερα χρόνια: στις 29 Φεβρουαρίου του (αυτονοήτως δίσεκτου) έτους 1992.

Ένα από τα πιο σπουδαία ματς της ευρωπαϊκής ιστορία του Ολυμπιακού, με τη Μεσατζέρο Ραβένα το 1992

Εκείνο το παιχνίδι, απέναντι σε έναν κολοσσό, τη Μεσατζέρο Ραβένα, συνόδεψε την πιο μεγάλη επιτυχία της ομάδας ως τότε, δηλαδή τη νίκη με σκορ 3-0 επί της ΤΣΣΚΑ Μόσχας του Ντμίτρι Φόμιν μία μέρα πριν, στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Είχε τόσο κόσμο, που ακόμα και μυρμήγκι θα σκεφτόταν να διασχίσει οποιαδήποτε απόσταση.

Το τέλος του ημιτελικού της 28ης ήταν ένα κράμα έκστασης και δυσπιστίας. Η ΤΣΣΚΑ (τσεσεκά), ακόμα και ως λέξη, ακουγόταν σαν κάτι τρομερό, και το προσωνύμιο «αρκούδα», που συνόδευε όλη τη Ρωσία, προκαλούσε δέος που ήταν αδύνατον να μη γίνει μεταδοτικό.

Οι «ερυθρόλευκοι», που είχαν χάσει στο ζέσταμα τον Σοβιετικό (Λετονό) Ράιμοντς Βίλντε -με αποτέλεσμα οι φίλοι του να φωνάζουν εν είδει χορωδίας το επώνυμό του και εκείνος να κάνει μια εμφάνιση Ελ Σιντ στον τελικό- ηττήθηκαν 3-0, που ήταν… dream team πριν εμφανιστεί η εθνική των ΗΠΑ στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης, τέσσερις μήνες μετά.

Έχανε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα από τους σταρ, προεξάρχοντος του λελογισμένου και ως κορυφαίου βολεϊμπολίστα που έχει εμφανιστεί ποτέ, του εμβληματικού Καρτς Κίραλι.

Ο Στιβ Τίμονς ήταν τρομακτικός και εκείνη η ομάδα είχε επίσης τη… μισή εθνική Ιταλίας: τους Αντρέα Γκαρντίνι, Φάμπιο Βούλο, Βίγκορ Μποβολέντα, Αντρέα Σαρτορέτι.

Προπονητής, μάλιστα, ήταν ο Ντανιέλε Ρίτσι, ο κόουτς του Ολυμπιακού από το 2000 έως το 2002, όταν τον οδήγησε σε δύο Final 4 και έναν τελικό, στις 24 Μαρτίου 2002, έπειτα από τη νίκη του 3-1 επί της Μόστοσταλ από την Πολωνία. Και τότε, απέναντι στη Λούμπε Μπάνκα Ματσεράτα των Ιβάν Μίλκοβιτς (εφτά χρόνια αργότερα φόρεσε την ερυθρόλευκη), Μάρκο Μεόνι, Πασκάλε Γκραβίνα, Άντριγια Γκέριτς, ηττήθηκε,  3-1 στο Οπόλε της Πολωνίας.

Ωστόσο, ο Ολυμπιακός είχε ήδη πάρει την πρώτη ευρωπαϊκή κούπα στην Ιστορία του. Μάλιστα, η ιδιαιτερότητα είναι ότι η ομάδα βόλεϊ Ανδρών, που τώρα, με τον Αλμπέρτο Τζουλιάνι στον πάγκο, βρίσκεται ενώπιον της κατάκτησης ακόμα ενός ευρωπαϊκού τροπαίου, αφού νίκησε 3-0 τη Μακάμπι Τελ Αβίβ εκτός έδρας και της αρκεί να κάνει το μίνιμουμ στη ρεβάνς του ΣΕΦ, στις 15 Μαρτίου (20:00), έχει κατακτήσει διεθνές τρόπαιο ανήμερα των γενεθλίων του συλλόγου.

Ένας από τους καλύτερους που το έχουν κάνει ποτέ, ο Καρτς Κίραλι

Στην τούρτα είχαν μπει 71 κεράκια όταν η ομάδα του Γιάννη Λάιου, με τους Κουβανούς Οσβάλδο Ερνάντες και Ροδόλφο Σάντσες, αλλά και τους Σάκη Μουστακίδη, Μάριο Γκιούρδα, Γιώργο Ντράκοβιτς, Αντώνη Τσακιρόπουλο, Κώστα Χριστοφιδέλη και Σωτήρη Αμαργιαννάκη σε πρώτο πλάνο, νίκησε σε ψυχοβγάλτη των πέντε σετ (3-2) τη γερμανική Μπάγερ Βούπερταλ στο ΣΕΦ, στις 10 Μαρτίου του 1996, προκειμένου να κατακτήσει το Κύπελλο Κυπελλούχων.

Σχεδόν επετειακό ήταν και το δεύτερο τρόπαιο: στις 12 Μαρτίου του 2005, η ομάδα του Αργεντινού Κλαούντιο Κουέγιο, με το συμπατριώτη του, Μάρκος Μιλίνκοβιτς, να ηγείται εντός τάραφλεξ, και τους Βασίλη Κουρνέτα, Άκη Χατζηαντωνίου, Χριστοφιδέλη, Ντράκοβιτς να κόβουν και να ράβουν, νίκησε 3-0 την Όρτεκ Νεσελάντε, προπονητής της οποίας ήταν ο θρυλικός, αισθητικό ισοδύναμο του Γιόχαν Κρόιφ για το ολλανδικό βόλεϊ, Πιέτερ Μπλανζέ. Ο Τσακιρόπουλος σήκωσε στον αέρα του ΣΕΦ την κούπα, που την Τετάρτη περιμένει να γεννηθεί το νέο αδελφάκι της.

Ο Ολυμπιακός, βέβαια, δεν έχει μόνο τρόπαια και τον τελικό του Champions League το 2002, αλλά και τελικούς, που έχασεΤο 1997 και το 1998, με προπονητή τον Τζιανπάολο Μοντάλι, έπαιξε δύο φορές με την ιταλική Αλπιτούρ Τράκο Κούνεο, από την οποία ηττήθηκε 3-0. Δεν έγκειται, όμως, μόνο εκεί η ευρωπαϊκή παρουσία του.

Στα χέρια του Μάρκος Μιλίνκοβιτς το τρόπαιου του κορυφαίου του Top Teams Cup το 2005

Από το 1992 έως το 1995, η ομάδα του Λάιου πήρε μέρος σε τέσσερα διαδοχικά Final 4 του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Η παρθενική παρουσία του έγινε τη σεζόν 1981-82, όταν το σύστημα υπαγόρευε φάση ομίλων. Είχε τερματίσει τέταρτος. Μετά το 1992, έπαιξε δις σε ημιτελικό με τη Μαξικόνο Πάρμα των Μπλανζέ και Αντρέα Τζιάνι, εκτός των άλλων, και μία με τη Ραβένα, το 1995, ενώ νίκησε δις τη βελγική Μάες Πιλς στους μικρούς τελικούς και ηττήθηκε μία φορά. Μάλιστα, το ’92 πήρε μέρος στην τελική φάση του Παγκόσμιου Κυπέλλου Συλλόγων, και μάλιστα στην τελευταία διοργάνωση που πραγματοποιήθηκε. Έχασε 3-0 από τη Μισούρα Μιλάνο, αλλά πέτυχε μία από τις πιο σημαντικές νίκες του, νικώντας με το ίδιο σκορ τη Ραβένα.

Το 1996 τερμάτισε τέταρτος στο Final 4 του Super Cup Ευρώπης, ενώ το 2018, στους τελευταίους ευρωπαϊκούς τελικούς του πριν τους φετινούς, έχασε δύο φορές 3-1 από τη Ραβένα στο πλαίσιο του Challenge Cup. Τώρα έφτασε η ώρα να πάρει και αυτό το ευρωπαϊκό τρόπαιο, το τρίτο στην Ιστορία του.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News