Euroleague: Το υπέροχο χαμόγελο του Σαρούνας Γιασικεβίτσιους

Ο παίκτης με τα τέσσερα τρόπαια και ο προπονητής στις παρυφές του τέταρτου Final 4 είναι μια σπουδαία φιγούρα του ευρωπαϊκού μπάσκετ

Ο Μάικ Τζέιμς είπε προσφάτως ότι ο Βασίλης Σπανούλης τού διεμήνυσε πως για να λογίζεται από τους σπουδαίους της Euroleague, πρέπει να κατακτήσει δύο τίτλους. Ακόμα κι αυτό, όμως, μπορεί να μη φτάνει ώστε να βρίσκεται ακόμα και στη δεύτερη ή την τρίτη καλύτερη πεντάδα της διοργάνωσης.

Συν τοις άλλοις, ο Τζέιμς έχει μηδέν Euroleague. Η «αποκάλυψή» του δείχνει έναν αθλητή που σκέφτεται το δύο πριν καν φτάσει στο ένα.

Τα ιερά τέρατα του ευρωπαϊκού μπασκετ, τουλάχιστον από το 1988 και το Final 4 της Γάνδης, έχουν πάρει τη θέση τους στη μυθολογία κυρίως επειδή κατέκτησαν το τρόπαιο μέσα από τη διαδικασία. Θα ήταν πολύ δύσκολο να φτιαχτεί η καλύτερη πεντάδα της διοργάνωσης, όχι μόνο επειδή οι παίκτες είναι άφθονοι αλλά, κυρίως διότι οι γκαρντ είναι πολύ.

Ο Τόνι Κούκοτς θα έλυνε τα χέρια σε εκείνον που το επιχειρούσε, υπό την έννοια ότι θα γινόταν να τον βάλει στη θέση του σμολ φόργουορντ. Τα τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών με τη Γιουγκοπλάστικα, άπαντα από θέσεις αουτσάιντερ και ο τελικός του 1993 με την Μπενετόν Τρεβίζο, μαζί με την ευφυία και τα προσόντα που εκείνη την εποχή ήταν πρωτοθώρητα και καθόρισαν το μπάσκετ εν τω συνόλω, θα επέτρεπαν να είναι στην πεντάδα ούτως ή άλλως.

Η Μπαρτσελόνα ηττήθηκε σε τρία διαδοχικά Final 4 από τη Γιουγκοπλάστικα, από το 1989 έως το 1991, κατ’ επέκταση ο Αντρές Χιμένεθ από τον Τόνι Κούκοτς

Τώρα είναι και βολικό, αφού ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα θα μπορεί να πάει στη θέση «3», ακόμα κι αν στον περίτρανο θρίαμβό του, το 2002 στην Μπολόνια, ήταν ένας από τους πρώτους πόιντ φόργουορντ που εμφανίστηκαν στο μπάσκετ.

Ο Σέρβος νεφεληγερέτης του μπάσκετ, που με το μυαλό του και με την απίθανη αντίληψη που παραπέμπει σε ταχυδακτυλουργό εξουσίαζε το ρυθμό, έχει τέσσερις διαδοχικούς τελικούς και τρία τρόπαια Euroleague, τα υπόλοιπα το 2000 με τον Παναθηναϊκό στη Θεσσαλονίκη και το 2003 με την Μπαρτσελόνα στη Βαρκελώνη.

Δεν πρόκειται καν για την αίσθηση που άφηνε ούτε για την πιθανότητα έξι στους δέκα φίλους του Παναθηναϊκού γεννημένους από το 1980 έως το 1990 τον θεωρούν τον κορυφαίο ξένο στην Ιστορία της ομάδας.

Το έκτο τρόπαιο του Παναθηναϊκού ήρθε το 2011

Θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένοι και οι δύο στην κορυφαία πεντάδα, όσο κι αν είναι κάπως αποθαρρυντικό το ότι ο Μάικ Μπατίστ των τριών τροπαίων Euroleague με τον Παναθηναϊκό το 2007, το 2009 και το 2011, και ο Κάιλ Χάινς με τα τέσσερα, τα δύο με τον Ολυμπιακό και τα ισάριθμα με την ΤΣΣΚΑ, ή ακόμα και ο Γιώργος Πρίντεζης, ο Ντίνο Ράτζα, ο Νίκολα Βούιτσιτς.

Δεν μοιάζει κάποιος να γίνεται να τους ανταγωνιστεί: οι θριαμβεύτριες ομάδες του ευρωπαϊκού μπάσκετ στηρίχθηκαν κατά κόρον στους γκαρντ τους, στο σημείο που θα πρέπει να επιλεγεί ο σέντερ μεταξύ του Ζόραν Σάβιτς, δις πρωταθλητή Ευρώπης με τη Γιουγκοπλάστικα, του Μασέο Μπάστον, που ήταν ο βασικός σέντερ της Μακάμπι Τελ Αβίβ που νίκησε το 2004 και το 2005, του Γιαν Βέσελι, που το έχει κατακτήσει με τη Φενέρμπαχτσε το 2017, ακόμα και του Μπόμπ ΜάκΑντου, του αρτίστα σκόρερ της Τρέισερ Μιλάνο, ο οποίος έπαιζε πάουερ φόργουορντ στην Τρέισερ Μιλάνο το 1987 και το 1988, αλλά ήταν σέντερ πιο παλιά, στο… Τέξας, για την ακρίβεια στο Μπάφαλο, όταν πρωτάρχισε την καριέρα του από την ντέι γουάν υπήρξε σεσημασμένη καλαθομηχανή, με τους Μπρέιβς.

Μέχρι και του Αρβίνας Σαμπόνις, ο οποίος κατέκτησε μία φορά το τρόπαιο με τη Ρεάλ Μαδρίτης, αλλά στην τελική ήταν και παραμένει ο σέντερ-σημείο αναφοράς του ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Οι γκαρντ

Αδύνατον να επιλέξεις κάποιον, είναι στη θέση των γκαρντ. Από τη στιγμή που δεν γίνεται να βγάλεις τον Θοδωρή Παπαλουκά, έναν παίκτη με οκτώ διαδοχικά Final 4 και εννιά στο σύνολο, έναν καταπληκτικό εγκέφαλο του μπάσκετ με δύο Euroleague με την ΤΣΣΚΑ, το 2006 και το 2008, αλλά και μία από τις πιο ωραίες παραστάσεις σε τελικό, το 2007 στην Αθήνα, οι θέσεις είναι τουλάχιστον τέσσερις.

Κι αυτό χωρίς να μπει κάποιος στον κόπο να βάλει τους δύο Ισπανούς, τον Σέρχιο Γιουλ και τον Ρούντι Φερνάντεθ, που θα παίξουν το ένατο Final 4 τους με τη Ρεάλ Μαδρίτης και έχουν δύο τρόπαια, το 2014 και το 2018. Δίχως τον Μίλος Τεόντοσιτς με τα δύο Final 4 με τον Ολυμπιακό το 2009 και το 2010 και τα άλλα έξι με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, με τον πολυπόθητο τίτλο του 2016 ως διαμάντι του στέμματός του.

Γιώργος Πρίντεζης και Βασίλης Σπανούλης με το τρόπαιο του πρωταθλητή Ευρώπης το 2013

Όταν υπάρχουν ο Βασίλης Σπανούλης, των τριών τίτλων με τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό, το 2009, το 2012 και το 2013, πρώτος σκόρερ της Euroleague και με άλλους δύο τελικούς, το 2015 και το 2017, ο Δημήτρης Διαμαντίδης των πέντε Final 4, το 2005, το 2007, το 2009 και το 2011, και των τριών τροπαίων, με τον Παναθηναϊκό (’07, ’09, ’11), και ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους που κατέκτησε τρεις διαδοχικούς τίτλους από το 2003 έως το 2005, ένα με την Μπαρτσελόνα και δύο με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ, η απουσία του συνετέλεσε στην αποκαθήλωση των Ισραηλινών τον επόμενο χώρο με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, ενώ κατέκτησε ακόμα ένα τρόπαιο με τον Παναθηναϊκό, το 2009, δεν γίνεται να μπουν ακόμα περισσότεροι στην εξίσωση.

Ειρήσθω εν παρόδω, ο Λιθουανός με το υπέροχο χαμόγελο, ένας μπον βιβέρ του μπάσκετ, που ακροβατεί μεταξύ του ακραιφνώς εξωστρεφούς και του σάτυρου, είναι στις επάλξεις και έτοιμος για το τέταρτο Final 4 του ως προπονητής. Έφτασε με τη Ζάλγκιρις Κάουνας το 2018, το ίδιο έκανε με την Μπαρτσελόνα το 2021 και το 2022 και πια, απέναντι σε μια λαβωμένη Ρεάλ Μαδρίτης, ψάχνει ακόμη τον πρώτο τελικό του.

Σαρούνας Γιασικεβίτσιους και Ματέο Σατοράνσκι στη συνέντευξη Τύπου του Κάουνας την Πέμπτη, 18 Μαΐου

Ο «Σάρας» απασχολεί το ευρωπαϊκό μπάσκετ εδώ και σχεδόν 25 χρόνια, το ελληνικό από τότε που, νεανίας, το 2000, πριν κάνει το ξεπέταγμά του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ, αναχαίτισε, ως μέλος της Ολίμπια Λιουμπλιάνας, τον Ολυμπιακό στη φάση των «16».

Η φυσιογνωμία του ανθρώπου που «έτρεξε» με ό,τι ρέπει προς το να αποκληθεί ιδιοφυΐα την επίθεση της εθνικής Λιθουανίας στο Ευρωμπάσκετ του 2003, είναι ιδιαίτερη, αφού η οπτική του για το μπάσκετ, από φιζίκ και μόνο, δεν είναι εκείνη του τυπικού δυτικοευρωπαίου, αλλά διαφέρει, τουλάχιστον σε σφυγμό, μπρίο και ταμπεραμέντο, από τον Λιθουανό προπονητή, όπως αναγνωρίζεται ως κάτι κατάτι θερμότερο από τον Γιόνας Καζλάουσκας.

Γι’ αυτό, κιόλας, μάλλον θα πρέπει να πάρει τη θέση του πόιντ γκαρντ στην κορυφαία πεντάδα όλων των εποχών για τη Euroleague, και να αφήσει τους τρεις Έλληνες να βγάλουν τα… μάτια τους.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News