Αντώνης Καρπετόπουλος: Μια πραγματική κατάρα κυνηγά τον Ολυμπιακό του Μπαρτζώκα

Ο Ολυμπιακός έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκας με το προγνωστικό υπέρ του καθώς είχε παίξει το καλύτερο μπάσκετ στην Ευρώπη. Αλλά για να κέρδιζε το τρόπαιο έπρεπε να κάνει κάτι που έμοιαζε εξαιρετικά δύσκολο. Γράφει ο Αντώνης Καρπετόπουλος

Ο Ολυμπιακός έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκας με το προγνωστικό υπέρ του καθώς είχε παίξει το καλύτερο μπάσκετ στην Ευρώπη. Αλλά για να κέρδιζε το τρόπαιο έπρεπε να κάνει κάτι που έμοιαζε εξαιρετικά δύσκολο κι αποδείχτηκε αδύνατο: να κερδίσει την Ρεάλ Μαδρίτης για τρίτη φορά την ίδια σεζόν. Κυρίως γιατί οι αντοχές της Βασίλισσας είναι ασύλητες. Σε αυτές τις διοργανώσεις πρέπει να την σκοτώσεις κι όχι απλά να την κερδίσεις. Αλλά αυτό είναι εύκολο μόνο να το λες.

Ωρες αργότερα μετά το τέλος του παιγνιδιού θα επιχειρήσω να δώσω τις δικές μου εξηγήσεις για ό,τι έγινε στο Κάουνας χωρίς να είναι ούτε αυθεντία ούτε κάτοχος κάποιας απόλυτης αλήθειας: όσοι με διαβάζετε χρόνια ξέρετε ότι ειδικά στις ελληνικές ήττες προτιμώ να δίνω τροφή για σκέψη. Η κριτική, που είναι κάτι άλλο, πρέπει να γίνεται πιο νωρίς. Η πολύ αργότερα.

Άλλο το ματς, άλλο το φινάλε του

Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Θα ειπωθούν κα θα γραφτούν πολλά για το τελευταίο τρίλεπτο ενός ματς που ο Ολυμπιακός φαινόταν να ελέγχει από το πρώτο λεπτό μέχρι 3 δευτερόλεπτα πριν το τέλος του. Είναι βέβαιο πως πολλοί θα σταθούν στις κακές επιθέσεις – κυρίως στο γεγονός ότι την κρισιμότερη, αυτή πριν το σουτ του Γιούλ, την πήρε ο άποντος Μουσταφά Φαλ και ήταν και κάκιστη. Κάποιοι θα πουν ότι οι σταρ του Ολυμπιακού κρύφτηκαν, κάποιοι άλλοι ότι ο Ολυμπιακός έχασε όπως πέρυσι στον ημιτελικό από την Εφές, δηλαδή από μια άμυνα που δεν βγήκε.

Δε αποκλείω να υπάρξουν και συμπεράσματα του τύπου «η τελευταία επίθεση του Ολυμπιακού με το σουτ του Σλούκα στη λήξη ήταν κακή και προβλέψιμη». Και κάποιοι άλλοι επίσης θα πουν ότι στο νικητήριο καλάθι του Γιούλ υπάρχει η υπογραφή ενός τεράστιου παίκτη που ζει για αυτού του είδους τα ματς και για αυτά τα σουτ. Όλα αυτά είναι σωστά. Αλλά κατά την γνώμη μου δεν έχουν να κάνουν με το ματς, αλλά με την έκβασή του. Που είναι δυο διαφορετικά πράγματα.

Η ζώνη του Ματέο

Η Ρεάλ κέρδισε το ματς όντως στο τελευταίο σουτ, αλλά αυτό είναι η μικρή εικόνα. Η εξήγηση της νίκης της δεν είναι από που έγινε στα δυο τελευταία λεπτά. αλλά στα προηγούμενα 38΄, δηλαδή στο διάστημα που η Βασίλισσα υπέφερε, αλλά άντεξε. Κατά την γνώμη μου αυτό που είδαμε δεν ήταν ήττα του Ολυμπιακού, αλλά νίκη της Ρεάλ. Οι αντοχές της Βασίλισσας είναι που αποδείχτηκαν τεράστιες: η ικανότητα των παικτών της στο φινάλε ενός ματς είναι κάτι γνωστό κι όλοι ξέρουν πως η Ρεάλ χρόνια τώρα οδηγεί ματς σε παρατάσεις ή βρίσκει καλάθια νίκης στο τέλος – το έκανε και με την Παρτιζάν. Αν η Ρεάλ Μαδρίτης έφτανε να διεκδικήσει το ματς στο τελευταίο δίλεπτο ήταν δεδομένο ότι θα είχε το αβαντάζ.

Όχι γιατί οι παίκτες του Ολυμπιακού υπολείπονται σε ταλέντο ή σε προσωπικότητα, αλλά γιατί οι αντίπαλοί τους έχουν τρόπους επίθεσης, που δεν συναντάς συχνά. Είναι ομάδα πολύ συνηθισμένη να βασίζεται στην επίθεσή της κι έχει την δυνατότητα στο τέλος να έχει στο παρκέ πολλούς παίκτες ικανούς στο να τελειώσουν μια φάση: για τον Ολυμπιακό το ματς δεν έπρεπε ποτέ να φτάσει να κριθεί σε αυτό το σημείο. Η Ρεάλ αντιθέτως αυτό το επιδίωξε.

Για να φτάσει η Ρεάλ να διεκδικήσει και να πάρει το ματς με τον τρόπο που το πήρε χρειάστηκε να γίνουν άλλα πολλά σημαντικότερα από τις τελευταίες επιθέσεις. Στο πρώτο ημίχρονο, μετά από το καλό ξεκίνημα του Ολυμπιακού, την κράτησε στο ματς ο Χεζόνια και τα σουτ του. Στο δεύτερο δεκάλεπτο η Ρεάλ έσβησε το αβαντάζ του Ολυμπιακού, παίρνοντας πολλά από παίκτες όπως ο Ράντολφ, αλλά και ο 35χρονος Κοζέρ – ειδικά τον δεύτερο λίγοι τον περίμεναν.

Στο τρίτο δεκάλεπτο την κράτησε από το νοκ άουτ το πείσμα της στην άμυνα – γενικά σε όλο το Final Four έπαιξε άμυνα όπως δεν την έχουμε ξαναδεί- αλλά κυρίως η εξαιρετική δουλειά του Γκος που δεν επέτρεψε τα ντράιβ στον Γουόκαπ πιέζοντας την μπάλα. Κυρίως μέτρησε ότι ο Τσους Ματέο και σε αυτό το ματς είχε το σθένος να χρησιμοποιήσει στα κρισιμότερα σημεία του ματς μια άμυνα ζώνης, που σχεδόν προκαλούσε τους παίκτες του Ολυμπιακού να την τιμωρήσουν σουτάροντας τρίποντα.

Η στατιστική λέει ότι το παράκαναν: τα συνολικά 36 τρίποντα που οι παίκτες του Μπαρτζώκα επιχείρησαν, δεν συνιστούν αυτό που μάθαμε να λέμε «παιγνίδι του Ολυμπιακού». Αλλά από την άλλη πώς να πας στο καλάθι όταν υπάρχει το σκιάχτρο που λέγεται Ταβάρεζ;

Οι βετεράνοι μίλησαν

Πριν το ματς έχει γίνει πολύ μεγάλη συζήτηση για την δυνατότητα της προσφοράς των τριών Ισπανών βετεράνων της Ρεάλ Μαδρίτης. Η αλήθεια είναι πως η Ρεάλ χρωστάει σ’ αυτούς πάρα πολλά. Τα λεπτά συμμετοχής τους είναι σχετικά λίγα, αλλά η βαρύτητα τους μεγάλη. Στον ημιτελικό με την Μπαρτσελόνα μόνο ο Τσάτσο Ροντρίγκεθ έμεινε στο παρκέ περισσότερο από 10 λεπτά. Ο Γιούλ και ο Ρούντι έπαιξαν κάτω από 8 λεπτά. Οι παίκτες αυτοί, που κάποιοι προεξοφλούσαν πως δεν μπορούν να κάνουν την διαφορά λόγω ηλικίας (το «πως θα βγάλουν δεύτερο ματς σε 48 ώρες;» ήταν μια απορία που κυκλοφορούσε), φάνηκε να φτάνουν στον τελικό με μεγαλύτερη ενέργεια από τον Φαλ πχ.

Η βασική στρατηγική του Ματέο ήταν να έχει τους συγκεκριμένους παίκτες στο γήπεδο στο τελευταίο δεκάλεπτο, όταν η εμπειρία τους μπορούσε να κάνει τη διαφορά. Χθες έπαιξαν και οι τρεις πιο πολύ, αλλά αυτό που μέτρησε ήταν ότι βρέθηκαν στο παρκέ την στιγμή που έπρεπε. Ο Ροντρίγκεθ πέτυχε το κρίσιμο τρίποντο που έφερε το ματς στον πόντο. Κι ο Γιούλ έγραψε τον επίλογο. Κι όλα αυτά έγιναν ενώ ο Ταβάρεζ, που ο Ολυμπιακός δεν κατάφερε να τον φθείρει, έδωσε στην επίθεση 13 πόντους, μένοντας πάλι στο γήπεδο 35 λεπτά.

Γιατί ο Ματέο που γνωρίζει την Ρεάλ Μαδρίτης, ξέρει ότι στους τελικούς τη διαφορά την κάνει η εμπιστοσύνη στους μεγάλους παίκτες. Κοιτάζει την δυνατότητα της προσφοράς τους και αγνοεί την ηλικία τους. Και χρησιμοποιεί τους μικρότερους (τον Γκος και τον Χάνγκα εν προκειμένω), όχι για να τους δώσουν ανάσες, αλλά για να τους επιτρέψουν να είναι παρόντες στη μάχη του φινάλε.

Κρίμα για Κάναν, Βεζένκοφ

Κι ο Ολυμπιακός; Ο Ολυμπιακός έχασε ένα ματς που δεν μπόρεσε να κλείσει και δεν μπόρεσε να το κλείσει γιατί δεν έχτισε μομέντουμ. Ηταν σχεδόν πάντα μπροστά, έβρισκε τρόπους να ξεφεύγει, έδειχνε να βρίσκει λύσεις στο πέντε εναντίον πέντε έστω και αν αυτές ήταν για το παιγνίδι του ανορθόδοξες.

Είδε επίσης τον Κάναν να κάνει επιθετικά πιθανότατα το καλύτερό του ματς και τον Βεζένκοφ να δείχνει γιατί ψηφίστηκε ως MVP: έμεινε σχεδόν σαράντα λεπτά στο γήπεδο και έκανε τα πάντα – αν είχε λίγο καλύτερο ποσοστό στο τρίποντο θα ήταν και MVP του τελικού και θα τον κέρδιζε, αλλά με τα αν δεν γράφεται ιστορία.

Ο Ολυμπιακός φάνηκε επίσης ότι βρήκε στο πρόσωπο του ΜακΚίσικ αυτόν τον τρίτο σκόρερ που σε όλα του τα ματς του ήταν απαραίτητος. Αλλά παρασύρθηκε στο παιγνίδι της αναζήτησης του τρίποντου, δεν πήρε πολλούς πόντους από τον Σλούκα και κυρίως τον Παπανικολάου και τα σέντερ του δεν κατάφεραν ούτε να σκοράρουν ούτε να να φορτώσουν με φάουλ τον Ταβάρεζ – πράγμα που ήταν εξ αρχής απαραίτητο. Στο τέλος κάποιοι είδαν ότι η κατάρα που κυνηγά τον πρώτο της κανονικής περιόδου είναι κάτι υπαρκτό.

Όχι όμως γιατί ο Ροντρίγκεθ κι ο Γιούλ βρήκαν δυο αληθινά δύσκολα σουτ, ούτε γιατί ο Σλούκας δεν έκανε ένα ακόμα θαύμα στα τρία δευτερόλεπτα. Αυτό που πληρώθηκε είναι ότι το ματς έμεινε ανοιχτό σαν κάτι αόρατο να την προστάτευε. Σκεφτόμουν ότι ο μεν Ολυμπιακός ήταν απλά πρωταγωνιστής σε ένα ματς που ήθελε να κερδίσει, ενώ η Ρεάλ ήταν πρωταγωνίστρια σε μια ιστορία που θα μνημονεύεται για χρόνια ως κάτι απίθανο.

Είναι η ιστορία μιας ομάδας που ενώ ήταν στο καναβάτσο από την Παρτιζάν σώθηκε από ένα καυγά που προκάλεσε ένα επιθετικό φάουλ του Γιούλ. Που – απίστευτο πραγματικά – έβαλε και το τελευταίο καλάθι του τελικού, το μοναδικό του στο ματς.

Όλα θα μπορούσαν να γίνουν αλλιώς, αλλά…

Υπάρχει κάποια κριτική που μπορεί να γίνει; Δεν μου άρεσε η τελευταία αμυντική πεντάδα του Ολυμπιακού. Δεν μου άρεσε ότι ο Κάναν έπρεπε να παίξει άμυνα τον Τσάτσο στο τέλος – ο Μπαρτζώκας βάζοντας τον Αμερικάνο στο φινάλε έκανε μια έκπτωση στις αρχές του καθώς ποτέ δεν τελείωσε φέτος ματς με αυτόν. Δεν μου άρεσε επίσης η αλλαγή στο μαρκάρισμα του Γιούλ – μου θύμισε την αλλαγή που έγινε πέρυσι στο μαρκάρισμα του Μίσιτς στο ματς με την Εφές: νομίζω ότι οι προσωπικές άμυνες του Παπανικολάου θα ήταν καλύτερες.

Κυρίως δεν μου άρεσε ότι στο τελευταίο πεντάλεπτο είδα την παλιά ελληνική αρρώστια που λέγεται «θέλω να πάρω την νίκη με την άμυνα». Δεν μου άρεσαν οι ύμνοι στον Γουόκαπ για το γεγονός ότι δεν βάζει πόντο, «αλλά είναι ΜVP κτλ»: χθες το γεγονός ότι πάλι έμεινε στο μηδέν πληρώθηκε. Αλλά όλα αυτά μπορεί να σημαίνουν πολλά, μπορεί και τίποτα. Αν ο Κάναν έβαζε ένα σουτ ακόμα θα επαινούσαμε τον Μπαρτζώκα για την εμπιστοσύνη που του έδειξε. Αν ο κατάκοπος Φάλ «τάπωνε» τον Γιούλ θα μιλούσαμε για άμυνα για σεμινάριο. Κι ο άποντος Γουόκαπ θα ήταν πάλι άποντος στρατηγός.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ: www.karpetshow.gr

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News