ΝΤΟΥΣΑΝ ΙΒΚΟΒΙΤΣ: Οι ξεχωριστές ιδιότητες ενός ξεχωριστού μπασκετάνθρωπου

Είχε τα γονίδια της εφευρετικότητας, μέσα στο σπίτι του είχε μια μπασκετική ιδιοφυΐα, εξελίχθηκε κι ο ίδιος σε τέτοια. Ντούσαν Ιβκοβιτς ήταν ένας, τα «πρόσωπά» του όμως πολλά.

Εξι ετών παιδάκι, παραλίγο να πνιγεί στα νερά του Δούναβη. Πώς; Κυνηγώντας μια μπάλα, που είχε παραπέσει στον ποταμό παίζοντας με τους φίλους του. Εκείνοι γελούσαν νομίζοντας ότι κάνει πλάκα, εκείνος πραγματικά βυθιζόταν. Μέχρι που βούτηξε και τον έσωσε ένας φοιτητής αθλητικής ακαδημίας.

Μια μπάλα και ο αθλητισμός όρισαν και τη ζωή του Ντούσαν Ιβκοβιτς, που έφυγε, όντως τώρα, για το μεγάλο ταξίδι. Μια ζωή, που σημαδεύτηκε από σπουδαίες προσωπικότητες και σημάδεψε πολύ περισσότερους ανθρώπους. Ιδού μόνο μερικοί από αυτούς, δίνοντας έμφαση στα… πλάβι χρόνια του αποθανόντος.

 

Στα χνάρια του Τέσλα

Γεννήθηκε το 1943, το ίδιο έτος που έφυγε από τη ζωή -λίγους μήνες νωρίτερα- ο Νίκολα Τέσλα. Ο διάσημος μηχανολόγος και μεγάλος εφευρέτης ήταν πρώτος ξάδερφος της γιαγιάς του Ντούσαν Ιβκοβιτς, από τη μεριά της μητέρας του. Της Ολγκα Μάντιτς. Αρχικά ζούσε στη σκιά τού -αδικοχαμένου νωρίς- αδερφού του, που θεωρούνταν από την οικογένειά του(ς) ο πιο ταλαντούχος. Όπως θα δούμε παρακάτω, ο Ντούντα θεωρούσε και ο ίδιος ακόμα μεγαλύτερο προπονητή από τον ίδιον τον δικό του αδερφό…

Ο φιλομαθής μικρός Τέσλα έγινε μεγάλος και τρανός πειραματιζόμενος με το εναλλασσόμενο ρεύμα και τη χρήση του, εφηύρε μάλιστα το πηνίο που φέρει το όνομά του. Το πηνίο Τέσλα. Πνεύμα ανήσυχο και συγκρουσιακό, έζησε σε έξι διαφορετικές χώρες και ενώ απολάμβανε τη γενική παραδοχή της επιστημοσύνης του (sic), εξέφραζε και μερικές στα όρια του παρανοϊκού θεωρίες, δημιουργώντας αντιπάθειες. Ο βίος του ήταν πολυτάραχος και συναρπαστικός. Όπως και ενός επιγόνου του…

 

Υπό την καθοδήγηση του Πίβα

Ιανουάριο του 1943 πεθαίνει ο Τέσλα, Σεπτέμβριο γεννιέται ο Ιβκοβιτς. Εξαμελής η φαμίλια στο Βελιγράδι και δη στο Τσρβένι Κρστ (Ερυθρός Σταυρός), γειτονιά που έχει «βγάλει» ξακουστούς καλλιτέχνες, επιστήμονες βεβαίως-βεβαίως, αλλά και αθλητές. Ο μεγάλος αδερφός του, ο Σλόμπονταν, γνωστός σε όλους με το χαϊδευτικό Πίβα, ερωτεύεται το μπάσκετ. Η ασθενική όρασή του όμως, σε εποχές που ακόμα τα περισσότερα παιχνίδια διεξάγονταν σε ανοιχτά γήπεδα και μάλιστα το σούρουπο, τον οδηγεί γρήγορα στο προπονητιλίκι.

Απέναντι… από το σπίτι τους δηλαδή. Αναλαμβάνει την τοπική Ράντνιτσκι και οδηγεί κόντρα σε κάθε προγνωστικό τους «σταυροφόρους» στην κατάκτηση του τίτλου το 1973. Με ρεκόρ 22-4, πάνω από Ερυθρό Αστέρα και Παρτίζαν, με νεαρούς παίκτες που έχει αναδείξει ο ίδιος. Ο πιτσιρικάς Ντούντα τον θαυμάζει και έχει κολλήσει προ πολλού το μικρόβιο. Την ίδια μάλιστα χρονιά οδηγεί και δαύτος την εφηβική ομάδα της Ράντνιτσκι στον γιουγκοσλαβικό τίτλο! Είναι 30 ετών, έχει σταματήσει ήδη πέντε χρόνια να φοράει τη φανέλα της και ο παλαίμαχος γκαρντ αντιλαμβάνεται πως μπορεί να γίνει ένας καλός τεχνικός.

Ο Πίβα (που πέθανε το 1995 μόλις στα 58 του) φέρνει την ομάδα της γειτονιάς του στους ημιτελικούς του Πρωταθλητριών το 1974, κατακτά μαζί της και το Κύπελλο το 1976, δεύτερο και τελευταίο μέχρι σήμερα τίτλο της ιστορίας της, φροντίζει να ενημερώνει και όλο το μπασκετικό σινάφι πως το αδερφάκι του είναι εξίσου καλό στη δουλειά. Αν όχι καλύτερο. Το σίγουρο είναι πως πέρα από την παθολογική αγάπη του για τα περιστέρια, έχει περάσει στον Ντούντα και τον έρωτα για κάτι άλλο.

 

Ασε, ρε Ντράζεν!

Πρώτη δουλειά ως χεντ κόουτς με ρίξιμο στα βαθιά το 1978. Παρτίζαν. Σε κάτι από τα… προσεχώς, ελέω Ζοτς, και εδώ. Δεν μασάει από το ότι ξαφνικά έχει στη δούλεψή του δύο από τους καλύτερους μπασκετμπολίστες της Ευρώπης (του κόσμου θεωρεί ο ίδιος), τον Nτράγκαν Κιτσάνοβιτς και τον Ντράζεν Νταλιπάγκιτς. Παίρνει το νταμπλ με την πρώτη, το 1980 κατηφορίζει στη Θεσσαλονίκη για τον Αρη και αρχίζουμε να τον μαθαίνουμε κι εμείς. Δύο χρόνια αργότερα εκπληρώνει το όνειρό του να κοουτσάρει την αγαπημένη του Ράντνιτσκι, το 1984 μετακομίζει στο Σίμπενικ ώστε να διαδεχθεί τον παλιόφιλο Βλάντο Τζούροβιτς. Το τάιμινγκ δεν ευνοεί τη συνύπαρξη με έναν άλλον, ακόμα σπουδαιότερο Ντράζεν. Τον Πέτροβιτς, που μετά από το υποχρεωτικό για μία χρονιά στρατιωτικό του, πηγαίνει από τη Σιμπένκα στην Τσιμπόνα.

Ηδη όμως, το 1983, ο Ιβκοβιτς έχει φτάσει στον τελικό της (ιδιαίτερης αίγλης εκείνα τα χρόνια) Πανεπιστημιάδας στον Καναδά με ηγέτη εκείνον που θα αποκαλούνταν «γιος του διαβόλου». Συμβάλλει στο πλάσιμο του τινέιτζερ Πέτροβιτς, συμπάσχει μαζί του το 1987 στο Ευρωμπάσκετ του ΣΕΦ (ως βοηθός του Κρέζιμιρ Τσόσιτς και δίπλα στον επίσης βοηθό και με πέρασμα από την ελληνική Α1 αργότερα Μόκα Σλάβνιτς), κατακτούν μαζί την ίδια χρονιά μία άλλη Πανεπιστημιάδα και το πλήρωμα του χρόνου φτάνει. Ο Ντούντα αναλαμβάνει ομοσπονδιακός τεχνικός και δεν διστάζει να κόψει τον Ατσο Πέτροβιτς, μεγαλύτερο αδερφό του Ντράζεν. Η ομοσπονδία αργεί να ανακοινώσει την απόφασή του φοβούμενη αντιδράσεις, ο ίδιος απειλεί με αποχώρηση, τελικά περνάει το δικό του. Και ο Ντράζεν το δέχεται. Είναι ένας προπονητής που δεν κάνει εκπτώσεις και δεν χαμπαριάζει από ονόματα.

 

Μπρε, κουμπάρε…

Αλλοι παίκτες και προπονητές μπορεί να τον θεωρούν… ακόμα περισσότερο μέντορά τους, η σχέση του με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς όμως είναι ασφαλώς ξεχωριστή. Πέρα από το ότι σφραγίστηκε με κουμπαριά, «σφυρηλατήθηκε» μέσα από δύσκολες καταστάσεις. Με πρώτη, την ξαφνική απόφαση του Ζοτς να βγάλει μέσα σε μια βραδιά τη φανέλα και το σορτσάκι, ώστε να φορέσει κουστούμι. Αφησε σύξυλη το 1991 την εθνική Γιουγκοσλαβίας, η οποία είχε μόλις επιστρέψει από την προετοιμασία στο Πόρετς στο Βελιγράδι, ώστε να ταξιδέψει την επομένη στο Ντόρτμουντ για ένα τουρνουά εν όψει Ευρωμπάσκετ, άφησε σύξυλο τον προπονητή του.

Κόουτς φυσικά ήταν ο Ιβκοβιτς και ο μεγαλύτερος ηλικιακά παίκτης του και συνάμα αρχηγός, ο Ομπράντοβιτς, ανακοίνωνε πως σταματούσε από την ενεργό δράση, ώστε να γίνει προπονητής της Παρτίζαν. Ώστε να συνεργαστεί με τον Ατσα Νίκολιτς, που θα είχε την υψηλή (του) εποπτεία. Τον ίδιο Νίκολιτς, που με τη σειρά του ήταν ο μέντορας του Πίβα Ιβκοβιτς, αγαπημένου αδερφού του Ντούσαν!

Η ιστορία άρχισε να γράφεται εξαρχής με χρυσά γράμματα σε συλλογικό επίπεδο για τον Ζοτς, ο οποίος βέβαια βρέθηκε και στον πάγκο της εθνικής του. Σερβίας (και Μαυροβουνίου αρχικά) μεν, αναφερόμενης ακόμα ως Γιουγκοσλαβίας δε. Το 1995, πάλι σε Ευρωμπάσκετ στην Ελλάδα, η κούπα έρχεται κόντρα στα «FIBA, FIBA f&*# off» (του εξαγριωμένου με τη διαιτησία, άρα με τον Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς, άρα με τους Σέρβους) κοινού και με τον Ομπράντοβιτς να είναι βοηθός του Ιβκοβιτς. Ο τελευταίος δίνει το δαχτυλίδι της διαδοχής στον «προτεζέ» του αμέσως μετά, αφότου όμως έχει προηγηθεί στο σπίτι του Ντούντα στην Αθήνα ολονύχτια σχετική συζήτηση μεταξύ τους, παρουσία και των Μπόζινταρ Μάλκοβιτς, Ντράγκαν Σάκοτα και… Ντούσαν Μπάγεβιτς.

Ο Ζέλικο έφτασε σε τελικό Ολυμπιακών Αγώνων και κατέκτησε Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο, έχοντας δίπλα του -ή μάλλον από πάνω του, ως τιμ μάνατζερ και τεχνικό σύμβουλο- τον Ντούντα, που απλώς άλλαξε ιδιότητα, αφήνοντας την άκρη του πάγκου. Στα τέλη του 2000 σταμάτησε και η συγκεκριμένη συνεργασία τους, αποχωρώντας αμφότεροι από την εθνική.

Αντίπαλοι έκτοτε σταθερά στην Ευρωλίγκα, αλλά και στο ελληνικό πρωτάθλημα σε ντέρμπι ΑΕΚ-Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού, οι δυο τους έμειναν κοντά έως το τέλος. Ένα –βιολογικό για τον Ιβκοβιτς- τέλος, που κατά σύμπτωση είχε άρωμα Παρτίζαν και κάτι απ’ όλα όσα είχαν γίνει στο ξεκίνημα της σχέσης τους. Ως γνωστόν, ο Ομπράντοβιτς γύρισε φέτος ύστερα από 28 χρόνια στο σύλλογο του Βελιγραδίου και πριν από μερικές εβδομάδες, αυγουστιάτικα, ο Ντούντα μίλησε στους συμπατριώτες του(ς), που ενδιαφέρονταν για τη γνώμη του σχετικά με τη μεγάλη επιστροφή. «Πήρε μεγάλο ρίσκο ο Ζέλικο, αλλά λατρεύει την Παρτίζαν και θα την ξανακάνει μεγάλη». Προτού φύγει, ο Ντούντα πρόλαβε να δώσει την ευχή του…

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News