Αντώνης Καρπετόπουλος: Στον Ολυμπιακό πλέον όλοι σουτάρουν!

Η απόκτηση του Εβάν Φουρνιέ από τον Ολυμπιακό είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές κινήσεις που έγιναν φέτος το καλοκαίρι στον κόσμο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ενθουσίασε τον κόσμο του Ολυμπιακού για δυο απλούς λόγους.

Πρώτον γιατί ήταν απροσδόκητη κι αυτές οι μεταγραφές μετράνε διότι δείχνουν ότι οι αδερφοί Αγγελόπουλοι έχουν πάντα στο μυαλό τους την ενίσχυση της ομάδας και ότι μπορεί χωρίς τυμπανοκρουσίες να κάνουν μεγάλες κινήσεις – με άλλα λόγια μπορείς από αυτούς να περιμένεις τα καλύτερα. Και δεύτερον γιατι ο ερχομός του Γάλλου σούπερ σταρ είναι απόδειξη πως ο Ολυμπιακός δεν θα είναι ίδιος του χρόνου, αλλά αρκετά ποιοτικότερος. Πράγμα που δεν έχει τυχαία: αν τα πράγματα εξελίχτηκαν έτσι, είναι γιατί για την τελευταία χρονιά του Ολυμπιακού βγήκαν τα σωστά συμπεράσματα. Κι αυτό αποτελεί παράσημο κυρίως για τον Γιώργο Μπαρτζώκα.

Οι απαραίτητες εμμονές

Ένας προπονητής έχει κάθε δικαίωμα να έχει τις εμμονές του. Το ίδιο το επάγγελμα δημιουργεί αυτό το χούι. Αν δεν θες να αποδείξεις σε όλο τον κόσμο πως εσύ και μόνο έχεις δίκιο σε όλα, δεν πρέπει να γίνεις προπονητής: αυτή κυρίως η θέληση σε γεμίζει δύναμη. Οσο πιο καλός προπονητής γίνεσαι, τόσο πιθανότερο είναι να αγαπάς τις εμμονές σου και να τις υπερασπίζεσαι. Χάρη σε αυτές αισθάνεσαι ότι έχεις πετύχει όσα έχεις πετύχει. Αλλά για να γίνεσαι καλύτερος – σε όλα κι όχι μόνο στην προπονητική – χρειάζεται να έχεις και το χάρισμα μιας έμπρακτης αυτοκριτικής. Που είναι στις μέρες μας κάτι σπάνιο.

Οι προπονητές όταν κάνουν αυτοκριτική συνήθως λένε στερεότυπες εκφράσεις του τύπου «αναλαμβάνω την ευθύνη κτλ». Αυτά δεν σημαίνουν τίποτα. Δεν είναι επίσης αυτοκριτική η παραίτηση: είναι υπεκφυγή. Αυτοκριτική σοβαρή είναι αυτό που έκανε φέτος το καλοκαίρι ο Μπαρτζώκας – χωρίς εξαγγελίες και φυσικά με την πολύτιμη συμπαράσταση των Αγγελόπουλων. Τι έκανε; Εδειξε πως όλο το περσινό του σχέδιο, που τίμησε με την προσπάθειά του και την αφοσίωσή του, έπρεπε να πάει στην άκρη. Και να προκύψει ένας άλλος Ολυμπιακός, που απομένει να τον δούμε μεν, πλην όμως έχει μια κατασκευαστική λογική που καμία σχέση δεν έχει με αυτή της προηγούμενης ομάδας. Πρόκειται, πρώτα από όλα για ομάδα με βεβαιότητες κι όχι με στοιχήματα.

Το πρόβλημα ήταν το παζλ

Ένα καλοκαίρι πριν, το καλοκαίρι του 2023, ο Μπαρτζώκας είχε τον τίτλο του δυο φορές στη σειρά καλύτερου προπονητή της Ευρωλίγκας χωρίς μάλιστα να την έχει κερδίσει. Όταν φτάνεις σε αυτό το επίπεδο αναγνώρισης είναι λογικό να πιστέψεις πως οι ιδέες σου είναι ό,τι πιο πολύτιμο έχεις να στηριχθείς. Το πρόβλημα του Ολυμπιακού δεν ήταν μόνο ότι έχασε τον Σλούκα και τον Βεζένκοφ (αλλά και τον Μπλακ και τον Μπολομπόι που έλειψαν μέχρι να ρθει ο Μωυσής Ράιτ). Το πρόβλημα ήταν ότι ο προπονητής του πίστευε πως όλοι αυτοί οι παίκτες μπορεί να αντικατασταθούν, όχι από κάποιους με ανάλογα προσόντα και ανάλογη ποιότητα, αλλά από καλόβουλους και υπάκουος στρατιώτες που θα μάθουν το παιγνίδι του – το βραβευμένο παιγνίδι του. Κάπως έτσι ήρθαν ο Γκος και ο Μιλουτίνοφ (με βασικό προσόν την ευκολία της προσαρμογής), κάπως έτσι θα αντικαθιστούσαν τον Βεζένκοφ ο Σίμκα (που έγραφαν όλοι ότι πασάρει υποδειγματικά) και (το μεγάλο project) Πετρούσεφ στην συνέχεια, κάπως έτσι πήρε προαγωγή στην εσωτερική ιεραρχία ο Γουόκαπ που έπρεπε να γίνει κάτι σαν ηγέτης και σκόρερ, κάπως έτσι προέκυψαν ρολίστες όπως o Μπραζντέκις και ο ΜητρουΛονγκ που θα πέθαιναν στην άμυνα, αλλά θα ήταν μαχητές, θα πέθαιναν στο γήπεδο κτλ κτλ. Και κάπως έτσι ο Ολυμπιακός έφτασε να κάνει μεταγραφές όλο το χρόνο αναζητώντας το πώς θα συμπληρώσει το παζλ ενώ το πρόβλημα ήταν το ίδιο το παζλ.

Το εύκολο και το δύσκολο

Φέτος το καλοκαίρι ο Μπαρτζώκας είχε δυο δρόμους: τον εύκολο και τον δύσκολο. Ο εύκολος ήταν να κάνει ένα Ολυμπιακό πιο σκληρό από τον περσινό, ας πούμε με πολεμιστές καλύτερης ποιότητας (αν ήταν εφικτό να βρεθούν…) που θα αναδείκνυαν ενδεχομένως και τα προσόντα κάποιων που ήρθαν πέρυσι με ταρατατζούμ, αλλά δεν κατάφεραν να κάνουν την διαφορά. Ο άλλος δρόμος ήταν να πάρει το πράγμα αλλιώς, δηλαδή να παρουσιάσει ένα Ολυμπιακό που το βασικό ιντριγκαδόρικο χαρακτηριστικό του θα είναι η επιθετική ποιότητα και η ικανότητα του να παίξει το μπάσκετ του καιρού μας που κερδίζει – ένα μπάσκετ που πέρα από άμυνες και σχηματικές επιθέσεις είναι απαραίτητη η πρωτοβουλία. Το πρώτο, η επιμονή σε μια συνταγή που έφερε κυρίως νίκες με καταθέσεις ψυχής, θα του ήταν πιο εύκολο του κόουτς. Το δεύτερο όμως, αυτό που εν τέλει έκανε, ήθελε πραγματικό αντριλίκι: άντρας είσαι όταν έχεις το κουράγιο να πεις στον εαυτό σου «παρ’ το αλλιώς». Βάζοντας την ομάδα πιο ψηλά κι από την ίδια την δουλειά σου. Που αποδεδειγμένα λατρεύεις.

Ολοι πλέον σουτάρουν

Το καλοκαίρι πέρασε με τους παίκτες που ήρθαν πέρυσι να αποχαιρετάνε ένας ένας. Ο Σίμκα κι ο Μπραζντέκις έφυγαν σαν κύριοι. Ο Κάναν που ήταν να φύγει από πέρυσι κι έμεινε στα πλαίσια της γοητευτικής εμμονής του κόουτς να αποδείξει πως έχει δίκιο που τον διάλεξε και τον στήριξε, έφυγε κι αυτός, αλλά κομμάτι πικραμένος. Θα φύγει καθώς φαίνεται κι ο Πετρούσεφ, όχι γιατί είναι κακός παίκτης, αλλά γιατί δεν είναι ούτε Βεζένκοφ, ούτε Πίτερς κι ο Ολυμπιακός θέλει 4αρι που να σουτάρει από μακριά για να εκμεταλλεύεται το χώρο που δημιουργούν θηρία όπως ο Φαλ κι ο Μιλουτίνοφ: ίσως οι δρόμοι του Ολυμπιακού με τον Πετρούσεφ ξανασυναντηθούν. Από τους περσινούς έμεινε μόνο ο Μωυσής, αυτός ο φορ που έλειπε πέρσι το καλοκαίρι, αλλά ο κόουτς έλεγε πως στο ρόλο του βλέπει καλά και τον Σικμα. Και ποιοι ήρθαν; Ο Βεζένκοφ που χωρά σε οποιοδήποτε Ολυμπιακό μπορεί να δημιουργηθεί καθώς είναι μια ειδική κατηγορία μόνος του. Και άλλοι που κάνουν αυτό που πέρσι δεν υπήρχε, δηλαδή παίρνουν επιθετικές πρωτοβουλίες χωρίς να κοιτάζουν τον πάγκο.

Ηρθε ο Βιλντόζα που σουτάρει και που στον ΠΑΟ δεν τον άφηναν να το κάνει γιατί τα σουτ ήταν για άλλους. Ηρθε ο τρελό Ντόρσεϊ, γιατί έλειψε στην επίθεση του Ολυμπιακού το δικό του απρόβλεπτο. Και κερασάκι στην τούρτα αλλά ανώτερος όλων ο Φουρνιέ, ένα αγρίμι που στους Ολυμπιακούς δεν δίστασε να τα βάλει με τον προπονητή της Γαλλίας Βενσάν Κολέ απαιτώντας η ομάδα να παίξει το μπάσκετ του 2024 κι όχι αυτό που ο Κολέ δίδασκε το 1990 και το 2000. Ο Φουρνιέ δεν είναι απλά ένας καλός παίκτης γιατί έχει θανατηφόρο σουτ και γιατί παίζει και 3αρι και 2αρι άνετα. Είναι ένας ηγέτης γιατί δεν κρύβεται, γιατί θέλει την μπάλα και γουστάρει να πάρει το κρίσιμο σουτ, γιατί παθιάζεται με την εξέδρα, γιατί έχει άποψη για το τι είναι το μπάσκετ του σήμερα, όπως όλοι όσοι το τιμούν και το ζουν ως πρωταγωνιστές. Στον Ολυμπιακό φέρνει προσωπικότητα, άποψη, τσαγανό. Και φυσικά λύσεις.

Πάντα δική του θα είναι

Το παιγνίδι φυσικά είναι πάντα χρήσιμο και απαραίτητο, αλλά χρειάζονται οι πρωταγωνιστές που θα το αναδείξουν. Το μπάσκετ ήταν και παραμένει πρώτα από όλα παράσταση και στις παραστάσεις οι πρωταγωνιστές μπορεί να είναι και κομμάτι πιο χρήσιμοι τελικά από το ίδιο το σενάριο: οι πρωτοβουλίες τους και η προσωπικότητα τους μακιγιάρουν ελλείψεις και αδυναμίες – το μπάσκετ θα είναι πάντα παιγνίδι προσωπικοτήτων κι ο Φουρνιέ αυτό είναι, ένας performer. Αυτό συμβαίνει χρόνια τώρα, αλλά για πολλούς στον Ολυμπιακό χρειάστηκε η περσινή σεζόν για να το καταλάβουν.

Ο Μπαρτζώκας θυμήθηκε την παλιά του συνήθεια που τον έκανε σπουδαίο προπονητή: την προσαρμογή του στις αλλαγές. Κάποτε μας έλεγε πως δεν έχουν χρησιμότητα οι «δεινόσαυροι», μετά αγάπησε τον Φαλ κι έφερε τον Μιλουτίνοφ. Κάποτε υπέφερε τις πρωτοβουλίες του Σπανούλη, μετά έφερε πίσω τον Σλούκα. Η συνύπαρξη του Μπαρτζώκα με τον Φουρνιέ θα είναι μια καταπληκτική ιστορία από αυτές που κάνουν τον κόσμο να αγαπάει τα σπορ. Κανείς δεν μπορεί να προδικάσει ούτε θριάμβους, ούτε νίκες: απαιτείται σεβασμός για τους αντιπάλους πρώτα από όλα. Αλλά η προσδοκία πως θα στηθούν μπασκετικά πάρτι, κι όχι μόνο στο ΣΕΦ, είναι πλέον δεδομένη. Δυο μέρες τώρα μιλάω με ανθρώπους που μου λένε «δεν μπορώ να περιμένω», η απότηση του Γάλλου είναι κι ένα δώρο στους κατόχους των ακριβών διαρκείας που ήταν πάντα δίπλα στην ομάδα. Μπράβο του Μπαρτζώκα που κατάφερε να την κάνει αυτή την προσδοκία να χτυπήσει κόκκινο: για την ακρίβεια ερυθρόλευκο. Ο κόσμος δεν βλέπει την ώρα να χαρεί την νέα ομάδα που πάντα δική του θα είναι.

Για τους Αγγελόπουλους δεν χρειάζεται να πει κανείς τίποτα. Οι άνθρωποι δεν αγαπούν απλά τα πάρτι: είναι δυο DJ στα ντεκς…

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News