ΝΤΟΥΣΑΝ ΙΒΚΟΒΙΤΣ: Η Dream Team κράτησε το παρατσούκλι εξαιτίας της Γιουγκοσλαβίας

Η αμερικανική εκθρόνιση θα είχε έρθει πιο γρήγορα, αν η Γιουγκοσλαβία συναντούσε την Dream Team στους Ολυμπιακούς του ’92.

Γιούρι Ζντόβτς, Αλεξάντερ Τζόρτζεβιτς, Ντράζεν Πέτροβιτς, Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς, Βέλιμιρ Περάσοβιτς, Άριαν Κόμαζετς, Ζάρκο Πάσπαλι, Τόνι Κούκοτς, Βλάντε Ντίβατς, Ζόραν Σάβιτς, Ντίνο Ράτζα, Στόγιαν Βράνκοβιτς. Ο αναγνώστης δεν πρέπει να πασχίσει ιδιαιτέρως για να φανταστεί έναν κόσμο στον οποίο ο Ντούσαν Ίβκοβιτς θα ανακοίνωνε αυτήν τη δωδεκάδα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης. Ο παίκτης που δεν θα έμπαινε τελευταία στιγμή -ή ακόμα κι αν έμπαινε θα αντικαθιστούσε πιθανότατα τον Κόμαζετς, δηλαδή ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα, θα ήταν 19. 

Μόνο η επιβλητικότητα των ονομάτων έχει ραμπαιλική αίσθηση. Οι ηλικίες, δε, προκαλούν δέος. Ο μεγαλύτερος εκ των παικτών θα ήταν ο Στόικο, που θα είχε κλείσει τα… 28. Ο Ντράζεν θα ήταν άκλειστα 28, ο Περάσοβιτς και ο Πάσπαλι επίσης. Ο Ζντοβτς θα ήταν 26, ο Ράτζα και ο Σάβιτς στα 25, «Σάλε» και «Ντάντε» στα 24, η «αράχνη» 23, Κόμαζετς και Ντανίλοβιτς 22.

Ακούτε μπρε;

Περιττεύει ότι επρόκειτο για την κορυφαία εθνική ομάδα. Είναι αναγκαίο να συμπεριληφθεί ότι αυτοί οι 12 ήταν οι… κορυφαίοι Ευρωπαίοι παίκτες. Στο τοπ-15 των Ευρωπαίων εκείνη τη στιγμή, θα ήταν όλοι μέσα. Οι μόνοι που θα είχαν τύχη να μπουν σε αυτήν τη δωδεκάδα, στο λυκαυγές της δεκαετίας του ’90, ήταν ο Αρβίντας Σαμπόνις και ο Σαρούνας Μαρτσουλιόνις -βαριά και οι Αλεξάντερ Βολκόφ και Ντέτλεφ Σρεμπφ. Ουδείς άλλος, όχι απλώς θα είχε πιθανότητες αλλά, θα ήγειρε αξιώσεις για να βρίσκεται σε αυτήν την ιδιαιτέρως κλειστή λίστα.  

 

Οι ρεαλιστικές προσδοκίες

Γιατί ο «Ντούντα» είχε την πεποίθηση ότι η ομάδα του θα νικούσε

Ο Ίβκοβιτς εξέφρασε την πεποίθηση ότι εκείνη που αποκλήθηκε «Dream Team», η μόνη, στην πραγματικότητα, ομάδα εθνική των Ηνωμένων Πολιτειών που μάζεψε τους κορυφαίους παίκτες του ΝΒΑ για να πάει σε μία διοργάνωση -εξαιρουμένου, πιθανότατα, του Αιζάια Τόμας, ο οποίος, πάντως, με την ψυχρή λογιστική, ήταν χειρότερος του Τζον Στόκτον την περίοδο 1991-92- θα ηττάτο από τη Γιουγκοσλαβία του.

Όταν κάποιος όπως είναι ο Ίβκοβιτς λέει κάτι, τότε, παρά το συναισθηματικό υπόβαρο που ενδεχομένως διαχέει τη φράση του, η κρίση εκείνου που θα αποφανθεί ότι πρόκειται για «αερολογίες», ακόμα κι αν, στην πραγματικότητα, μοιάζουν πάρα πολύ με τέτοιες, θα πρέπει να έχει περάσει μεταξύ σφύρας και άκμονος. Πρόκειται να συμφωνηθούν δύο καταστάσεις, οι οποίες είναι δεδομένες: η τοποθέτηση του «Σοφού» έγινε κατόπιν εορτής και η «Dream Team» θα ήταν απίθανο να χάσει. Παρ’ όλα αυτά, τα ψιλά γράμματα της ίντριγκας που έφερε η δήλωση είναι σημαντικά.

Η Γιουγκοσλαβία δεν θα είχε παίκτη για να αναχαιτίσει τον Μάικλ Τζόρνταν, αλλά θα μπορούσε να το κάνει με οποιονδήποτε άλλον. Το ρόστερ της ήταν τόσο πλήρες, ώστε μια, οποιαδήποτε, πεντάδα να κατέβαζε ο Ίβκοβιτς στην έναρξη του ματς, ακόμα κι αν άφηνε εκτός τον Πέτροβιτς, θα ήταν μια σπαζοκεφαλιά για τους Αμερικανούς. Οι Γιουγκοσλάβοι θα μπορούσαν να «ματσάρουν» οποιαδήποτε συνθήκη και εκτεθειμένοι, τουλάχιστον με τον ιλαρό τρόπο που βρίσκονταν όλοι οι αντίπαλοι των ΗΠΑ σε εκείνη τη διοργάνωση της Βαρκελώνης, δεν θα σημαδεύονταν.

Το πιο σημαντικό είναι ότι εκείνη η ομάδα, αυτούσια, έκανε τον ολυμπιακό κύκλο της, ουσιαστικά αήττητη. Είναι φύσει άδικο ότι η πολιτική εξίσωση δεν της έδωσε την ευκαιρία να πάει στη Βαρκελώνη, όσο κι αν η πιο σημαντική απώλεια από τις αναταράξεις και τη διάλυση, στο χωροχρόνο που λέγεται ζωή, δεν ήταν ότι οι 12 «πλάβι» δεν θα είχαν την ευκαιρία να αναμετρηθούν με την πλέον επιβλητική ομάδα που έχει δει ανθρώπου μάτι.

 

Επιζητούσαν την πρόκληση

Ήθελαν να είναι οι πρώτοι

Όσο κι αν στόχος δεν είναι να προκληθεί το κοινό αίσθημα, δεν θα μπορούσαν να φανταστούν, οι παροικούντες τη Ιερουσαλήμ του ευρωπαϊκού μπάσκετ, κάποιον από τους 12 που θα είχε μαζί του στο χώρο… δημιουργίας του Γκαουντί ο ομοσπονδιακός προπονητής της Γιουγκοσλαβία, να μη νομίζει ότι η ομάδα του θα νικούσε.

Η Γιουγκοσλαβία έπαιζε μπάσκετ που ακόμα και σήμερα βλέπεται, όχι απλώς ευχάριστα αλλά, με ένα κάποιο δέος για τον τρόπο ανάπτυξης, τις ικανότητες και τη γενικότερη φιλοσοφία, που οδήγησε σε αυτήν την απογείωση του σπορ, σχεδόν όσο η Ζαλγκίρις του 1999, που ανάγκασε τη FIBA να στραφεί στα 24 δευτερόλεπτα. Ήταν μία υπέροχη κατάσταση να βλέπεις: Στην πεντάδα υπήρχαν τρεις παίκτες από 2,07μ. και πάνω, που είχαν τη δυνατότητα να κατεβάσουν την μπάλα και να τρέξουν πρώτοι στον αιφνιδιασμό. Οι δεξιότητες στο passing game ήταν δεδομένο ότι θα οδηγούσαν σε αυτό που αποκαλείται εξτρά πάσα, ήταν θέμα χρόνου να το ανακαλύψουν, αν δεν το είχαν ανακαλύψει ήδη.

Επιπροσθέτως, ο λόγος γίνεται για εμβληματικές προσωπικότητες, ισχυρού βεληνεκούς. Ο Ίβκοβιτς είχε πει ότι η Γιουγκοσλαβία ήθελε τη Σοβιετική Ένωση στον τελικό του Ζάγκρεμπ, για να την νικήσει και να επισφραγίσει την ανωτερότητά της στο μυαλό του μπασκετόκοσμου. Το 2002, οι Γιουγκοσλάβοι στην Ιντιανάπολη μόνο που δεν… έκλαιγαν μετά την ήττα των Αμερικανών από τους Αργεντινούς, διότι ήθελαν να γίνουν οι πρώτοι που θα τους νικούσαν, αφού άλλωστε ήταν οι τελευταίοι που το είχαν κάνει, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Μπουένος Άιρες το 1990.

Ούτως ειπείν, δεν υπήρχε οποιοσδήποτε λόγος να μην επιθυμούν αυτό το mano a mano στη Βαρκελώνη. Η διαφορά με οποιαδήποτε ομάδα προκάλεσε τους Αμερικανούς μελλοντικά, ήταν ότι εκείνοι δεν θα έλεγαν κάτι: θα φαινόταν στα δολοφονικά βλέμματά τους.

 

Σκληροπετσωμένοι και έτοιμοι για πόλεμο

Ο τελικός, τέσσερα χρόνια μετά, έδινε τις σκηνές από το παρελθόν

Η δυσκολία που θα αντιμετώπιζε το συγκρότημα του Τσακ Ντέιλι εξάγεται και από τον τελικό των Ολυμπιακών της Ατλάντα, τέσσερα χρόνια μετά. Οι Γιουγκοσλάβοι, με παίκτες μόνο από τη Σερβία και το Μαυροβούνιο και πατερίτσες τον Σάβιτς, τους είχαν σε απόσταση μέχρι τις αρχές του δεύτερου ημιχρόνου, όταν ο Βλάντε Ντίβατς βγήκε έξω με πέντε φάουλ και ο Ντέιβιντ Ρόμπισον «μακέλεψε» τον Ζέλικο Ρέμπρατσα. Αυτές οι σκηνές, ως το απατηλό 95-69 της εκπνοής, ήταν ένδειξη για το τι θα μπορούσε να έχει γίνει τέσσερα χρόνια νωρίτερα.

Με αυτά και με αυτά, ουδείς ισχυρίζεται, τουλάχιστον πριν των Σέρβων, ότι οι ΗΠΑ θα έχαναν εκείνον τον τελικό. Ακόμα και με το πλεονέκτημα των Γιουγκοσλάβων να ξέρουν τι σημαίνει μονός τελικός, τη στιγμή που λίγοι από εκείνη την ομάδα είχαν τέτοια γνώση, κυρίως ως κολεγιόπαιδες. Το συντριπτικά πιθανότερο σενάριο είναι ότι θα έβρισκαν τρόπο να νικήσουν. Η σημασία, όμως, του παιχνιδιού που δεν έγινε (και, κατά τα ειωθότα, η μεταφορά που άφησε να αιωρείται ο ίδιος ο Ίβκοβιτς), δεν έγκειται στο αποτέλεσμα. Το μέλλον θα ήταν πολύ περισσότερο ενδιαφέρον, εξ ορισμού, αν η Γιουγκοσλαβία βρισκόταν στον τελικό με τους Αμερικανούς. Η αίσθηση που αφήνουν οι αμερικανικές ομάδες, λίγο πολύ, είναι ένα μεταπολεμικό αφήγημα, κάτι που δημιουργήθηκε, ουσιαστικά, την εποχή του Χάρι Τρούμαν: όχι απλώς ότι δεν ξέρουν τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο αλλά, πως δεν τους απασχολεί. Γι’ αυτό, κιόλας, για τους περισσότερους εξ ημών, οι «σφαλιάρες» είναι ευπρόσδεκτες και μας φτιάχνουν το κέφι.

Εν πάση περιπτώσει, δεν θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί τον Ντανίλοβιτς, τον Τζόρτζεβιτς, τον Σάβιτς, να βγάζουν… φωτογραφίες τους αντιπάλους τους. Το βέβαιο είναι πως θα ήταν ετοιμοπόλεμοι και με τα ζωνάρια, αν χρειαζόταν, λυμένα για καβγά. Η Γιουγκοσλαβία, άλλωστε, έβγαζε σκληροπετσωμένους μπάσταρδους ούτως ή άλλως, τα παιδιά ήταν ξαμολυτά όλη μέρα και το φαγητό ήταν λίγο και καλό.

 

Μια διαφορετική συνέχεια

Η χρονομηχανή θα γύριζε πίσω

Αν κάποιος τσεκάρει τα βραβεία του ΝΒΑ το 2019, απλώς θα διαπιστώσει ότι με MVP τον Γιάννη, τον Λούκα Ντόντσιτς κορυφαίο ρούκι, τον Ρούντι Γκομπέρ καλύτερο αμυντικό και τον Πασκάλ Σιάκαμ πιο βελτιωμένο παίκτη, το πρωτάθλημα ανήκει σε όλες τις φυλές. Το 2015, το τζάμπολ στο All Star Game έκαναν τα αδέλφια Γκασόλ. Το MVP του πρωταθλήματος έχει να κερδίσει Αμερικανός από το 2018.

Εδώ έγκειται η διαφορά: ο τελικός των ΗΠΑ με τη Γιουγκοσλαβία στη Βαρκελώνη θα έκανε όλα αυτά εφικτά κάτι σαν 20 χρόνια νωρίτερα. Το πιο ρεαλιστικό σενάριο για την εξέλιξη εκείνου του παιχνιδιού, εκείνο που πείθει τη στήλη, ήταν ότι στο 36’ οι Αμερικανοί θα προηγούνταν με 5 πόντους, πριν, τελικά, νικήσουν με κάτι που θα ήταν δεν θα ήταν διψήφια διαφορά. Η επιείκεια με την οποία διατυπώνεται βγάζει το χιμαιρώδες από τις διαστάσεις του.

Όπως και να έχει, αυτό το παιχνίδι απολαμβάνει την κορυφή για εκείνα που δεν έγιναν, σε όλα τα σπορ. Όπως σε όλες τις καταστάσεις, η ζωή συνεχίζεται. Απλώς, επειδή ο πρωταθλητισμός είναι μία κατάσταση, δεν μπορεί παρά να σκεφτεί κάποιος ότι τα εγγόνια του Τίτο θα μπορούσαν να στείλουν ένα ραβασάκι σεμνότητας σε όλο τον κόσμο, φωνάζοντας, με αυτόν τον μπάσο, ένα φαντασιακό καζαντζάκειο, ήχο «είμαστε κι εμείς εδώ».

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News