Νίκος Σαρίδης: Γιατί δεν γίναμε… Ουγγαρία
Υπάρχουν πράγματα που μια φορά γίνονται και δύσκολα επαναλαμβάνονται, και στο ποδόσφαιρο και παντού.
Οπως είχαμε γράψει σ’ αυτή τη σελίδα πριν το παιχνίδι του ΟΑκΑ: «Οι Αγγλοι θα κατέβουν περισσότερο ψυλλιασμένοι. Οταν ο ισχυρός στο ποδόσφαιρο την πατάει μία φορά απ’ τον ασθενέστερο, κατά κανόνα την επόμενη εμφανίζεται πιο υποψιασμένος».
Γενικώς δεν ήταν διάχυτη η αισιοδοξία σ’ εκείνο το άρθρο, όπου οι όποιες ελπίδες είχαν εναποτεθεί σχεδόν αποκλειστικά σε κάποιο νέο… δώρο του Λι Κάρσλεϊ, χωρίς να υπάρχει έστω μια τυπική αναφορά στις απουσίες της. Κι αυτό όχι από παράλειψη, αλλά επειδή τις θεωρήσαμε άνευ σημασίας. Δικαιωθήκαμε, ασφαλώς.
Οχι διότι διαθέτουμε κάποιους είδους φοβερό χάρισμα, αλλά γιατί μια στοιχειώδη επαφή να διαθέτει κανείς με την πραγματικότητα, βλέπει καθαρά πόσο μεγάλη και ποιοτική είναι η εγγλέζικη δεξαμενή. Τι έγινε που δεν θα έπαιζε ο Αλεξάντερ-Αρνολντ; Ο Γουόκερ τον αντικατέστησε, ένα μπαρουτοκαπνισμένο στέλεχος της καλύτερης Μάντσεστερ Σίτι όλων των εποχών, που έχει στο παλμαρέ του κι ένα κάρο παιχνίδια με τη φανέλα της εθνικής του ομάδας, με συμμετοχές σε Μουντιάλ, σε Euro και πάει λέγοντας. Ή τι έγινε που δεν θα έπαιζε ο Σάκα; Ο Μαντουέκε πήρε τη θέση του. Της Τσέλσι. Που, βέβαια, όλοι είδαμε πώς έστειλε για… χόρτα την αριστερή μας πλευρά στη φάση του πρώτου γκολ. Ή μήπως έγινε κάτι που δεν ξεκίνησε ο Κέιν αλλά ο Ουότκινς;
Από τη στιγμή, λοιπόν, που αποδείχτηκαν φρούδες οι ελπίδες για κάποιο δώρο απ’ τον «υπηρεσιακό» κόουτς των Αγγλων, τα πράγματα ήρθαν περίπου φυσιολογικά. Αντε να ήταν λίγο ευμενέστερο το σκορ, αλλά σε κάθε περίπτωση η Αγγλία ήταν ανώτερη.
Βερεσέ, συνεπώς, ακούμε κάποιες μετά Χριστόν προφητείες ότι δεν έπρεπε να μετακινηθεί η Εθνική απ’ το Καραϊσκάκη, λες και υπάρχει γήπεδο στον κόσμο που από μόνο του εκτοξεύσει ή καταβαραθρώνει ομάδες χωρίς να παίζει ρόλο το «ποιόν» των ποδοσφαιριστών. Οπως βερεσέ ακούμε κι ορισμένα σχόλια για τις βραβεύσεις των legends του 2004 ή για την… πασαρέλα στα επίσημα, όπου είδαμε απ’ τον… Γιάννη Κομπότη μέχρι τον Κωστή Χατζηδάκη. Οτι, και καλά, αποπροσανατόλισαν.
Μ’ αυτή τη λογική, τον περασμένο Μάιο ο Ολυμπιακός δεν θα έπρεπε να έχει κατακτήσει το Κόνφερενς, διότι στη Νέα Φιλαδέλφεια παρευρέθηκαν απ’ τον Βαλβέρδε μέχρι τον… Κασσελάκη. Μέχρι και κάτι γκρίνιες για τον Βλαχοδήμο άρχισαν να ξεπροβάλλουν δειλά δειλά. Γιατί παίζει, λέει, βασικός στην Εθνική ενώ στη Νιούκαστλ τον έχει φάει η μαρμάγκα. Δηλαδή, αν ήταν στην εστία ο Μανδάς λόγου χάριν, είμαστε 100% βέβαιοι πως η μπάλα μετά το σουτ του Μπέλινγκχαμ δεν θα πήγαινε απ’ το δοκάρι στην πλάτη του και στα δίχτυα; Σοβαροί να είμαστε.
Με το ζόρι να βρούμε κάποιον αποδιοπομπαίο τράγο. Φυσικά και θα μπορούσαμε να παίξουμε καλύτερα ως Ελλάδα, αλλά δεν έχουμε υπογράψει και κανένα συμβόλαιο ότι εμείς θα είμαστε πάντα οι ευνοούμενοι του… φεγγαριού και σε όλα τα ματς οι δικοί μας παίκτες θα φτάνουν στο ζενίθ της απόδοσης κι οι αντίπαλοι στο ναδίρ. Και μην επικαλεστεί κανείς το προηγούμενο της Ουγγαρίας που το 2022 είχε νικήσει μέσα-έξω τους Αγγλους. Υπάρχουν πράγματα που μια φορά γίνονται και δύσκολα επαναλαμβάνονται, και στο ποδόσφαιρο και παντού.