Συνέντευξη Λεωνίδας Βόκολος: «Δεν είναι δυνατόν ο Παναθηναϊκός του Κυράστα να μην πήρε πρωτάθλημα!»

Ο Λεωνίδας Βόκολος αφηγείται μεγάλες στιγμές της καριέρας του, θυμάται τα… μαθήματα που του παρέδιδε ο Θωμάς Μαύρος στις προπονήσεις του Πανιωνίου και μιλάει για τον Παναθηναϊκό, τη Ριζούπολη και τα «δύσκολα χρόνια της κυριαρχίας του Ολυμπιακού».

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι στο χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου που όταν ανοίγεις συζήτηση μαζί τους απλά… κάθεσαι και την απολαμβάνεις.

Όταν, μάλιστα, ο συνομιλητής σου έχει να αφηγηθεί εμπειρίες και ανέκδοτες ιστορίες από μια πολυετή διαδρομή 21 ετών στα γήπεδα και άλλη μια γεμάτη δεκαετία στους πάγκους, κρατάς σημειώσεις και προσπαθείς να θυμηθείς πότε τον είχες δει πιτσιρικά στα γήπεδα της Α’ Εθνικής να συστήνεται στο κοινό.

Ο «πάνθηρας» Λεωνίδας Βόκολος έρχεται να κολλήσει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr σε μια ξεχωριστή συνέντευξη που χωρίζεται σε δύο ενότητες. Η πρώτη αφορά τον ποδοσφαιριστή και η δεύτερη τον προπονητή. Και πιστέψτε μας, και οι δύο περιλαμβάνουν αφηγήσεις και αποκαλύψεις που θα συζητηθούν…

«Ο Πανιώνιος είναι η οικογένειά μου, το σχολείο μου»

Να ξεκινήσουμε από τα παιδικά σου χρόνια, που γεννήθηκες και που μεγάλωσες;

Γεννήθηκα στην Αθήνα και μεγάλωσα στην Αργυρούπολη. Ο πατέρας μου ήταν οικοδόμος και ήμασταν μια λαϊκή οικογένεια. Έχω και μια αδελφή και τα παιδικά μου χρόνια ήταν όπως όλων των παιδιών. Σχολείο και στον ελεύθερο χρόνο ποδόσφαιρο. Είχα την “τρέλα” από μικρός και επειδή ο πατέρας μου έπαιζε ποδόσφαιρο σε ερασιτεχνικό επίπεδο και ξεκίνησα κυρίως να παίζω μαζί του στη γειτονιά. Τότε οι γειτονιές ήταν διαφορετικές. Περνούσε ένα αμάξι κάθε μια ώρα, οπότε μπορούσαμε να παίζουμε άνετα.

Πρώτη επαφή με ομάδα πότε έγινε;

Πήγα για μια προπόνηση με τον Παναθηναϊκό, αλλά σε σύντομο χρονικό διάστημα πήγα στον Πανιώνιο με πρώτο προπονητή τον Κωστάρα, ο οποίος ήταν ένας μεγάλος δάσκαλος. Πήγα 10-11 χρονών.

Οπότε είσαι από τους λίγους ποδοσφαιριστές γενικά όπου πέρασες απ’ όλες τις ομάδες του συλλόγου που ξεκίνησες.

Βέβαια, έπαιξα στις ομάδες των μικρών, έπαιξα στους νέους, στη συνέχεια στο εφηβικό και έφτασα μέχρι την πρώτη ομάδα. Έπαιξα και στο ερασιτεχνικό με τον Τάκη Παπουλίδη προπονητή, τον Μαρνά, τον Μπραουδάκη και φυσικά τον Κουρκουβέλα. Κάτι ανάλογο έγινε και με τον Τάκη Φύσσα, που επίσης πέρασε απ΄ όλες τις ομάδες του Πανιωνίου.

Ο Λεωνίδας Βόκολος φορώντας τη φανέλα του Πανιωνίου σε ηλικία 21 ετών, σε αναμέτρηση με τον Παναθηναϊκό τον Μάιο του 1991.

Ξεκίνησες λοιπόν στον Πανιώνιο στα 10 σου χρόνια και έφυγες στα 28.

Πραγματικά πέρασα 18 ολόκληρα χρόνια στην ομάδα. Το πρώτο μου συμβόλαιο έγινε όταν προπονητής ήταν ο Μπο Γιόχανσον και στη συνέχεια έκανα και ανανέωση του συμβολαίου μου και έφυγα μετά.

Ως παίκτης πάντως, έζησες τις δύο από τις τρεις μεγάλες στιγμές στην ιστορία της ομάδας, την συμμετοχή στους τελικούς του κυπέλλου το 1989 και το 1998.

Στον πρώτο τελικό ήμουν μέλος της ομάδας, αλλά ήμουν εκτός αποστολής. Στον δεύτερο όμως, ήμουν ο τυχερός, που ως αρχηγός του Πανιωνίου σήκωσα το κύπελλο.

Ο Λεωνίδας Βόκολος και ο Άκης Μάντζιος στον ιστορικό γύρο θριάμβου στο Καραϊσκάκη μετά τον τελικό κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό τον Απρίλιο του 1998.

Τι είναι για σένα ο Πανιώνιος;

Είναι οικογένεια. Είναι η οικογένειά μου και είναι το σχολείο μου. Είναι η αρχή μου. Από εκεί ξεκίνησαν όλα και θυμάμαι όλα τα χρόνια, ένα προς ένα. Με αξίωσε ο Θεός να περάσω όμορφα χρόνια εκεί, να πάρω και ένα κύπελλο και να φύγω από αυτή την ομάδα με έναν τίτλο. Έχω μόνο καλές αναμνήσεις από τον Πανιώνιο.

Υπήρχαν όμως και οι δύσκολες στιγμές.

Φυσικά. Δεν μπορώ να ξεχάσω τους δύο υποβιβασμούς. Ειδικά ο πρώτος ήταν επώδυνος. Και ο δεύτερος το ίδιο, αλλά ο πρώτος περισσότερο. Βέβαια ευτυχήσαμε λόγω και της δυναμικής που έχει αυτή η ομάδα να επιστρέψουμε γρήγορα. Λόγω φανέλας, λόγω ιστορίας, λόγω… αυτού που είναι ο Πανιώνιος τα καταφέραμε.

Μίλησες για  τον πρώτο υποβιβασμό του 1992 για τον οποίο υπάρχουν αρκετοί “μύθοι” στη Νέα Σμύρνη. Εσείς οι παίκτες τι είχατε καταλάβει τότε;

Ήταν ένα περίεργο παιχνίδι αυτό με τη Λάρισα. Τότε με ισοπαλία και οι δύο ομάδες έμεναν στην κατηγορία. Θεωρήσαμε εμείς οι παίκτες, ότι τότε μπήκαν άλλες ομάδες στη μέση και το “κόλπο” ήταν να πέσει ο Πανιώνιος. Από εκείνο το παιχνίδι πάντως ξεκίνησε μια μεγάλη κόντρα των δύο ομάδων. Κάθε χρόνο παίζαμε παιχνίδια σαν… τελικούς με τη Λάρισα. Το βιώσαμε άσχημα, γιατί είχαμε προετοιμαστεί καλά όλη την εβδομάδα, επειδή παίζαμε με μια πολύ καλή ομάδα.

«Ο Μαύρος που έμαθε πως μπορεί ένας αμυντικός να… χάνει τον αντίπαλό του»

Στον Πανιώνιο είχες την τύχη να συνεργαστείς και με μεγάλους προπονητές, αλλά και με σπουδαίους συμπαίκτες.

Ο Μπο Γιόχανσον ήταν ο πρώτος που πίστεψε σε μένα. Μεγάλος δάσκαλος και εξαιρετικός προπονητής που πίστεψε σε μένα ήταν ο Μόμτσιλο Βούκοτιτς. Με έβαλε βασικό και ξεκίνησα να παίζω σε μια ομάδα με μεγάλα ονόματα, Θεολόγης Παπαδόπουλος, Θωμάς Μαύρος, “ογκόλιθους” στο ελληνικό ποδόσφαιρο και ήμουν τυχερός που βίωσα μεγάλες στιγμές μαζί τους. Στην πορεία βέβαια ήρθαν κι άλλοι μεγάλοι παίκτες. Πάντιτς, Βασιλάκος, Τόγιας, Μίχος, Κρουπνίκοβιτς. Βγήκαν και νέα παιδιά, όπως ο Λαγωνικάκης, ο Φύσσας ποιον να πρωτοθυμηθώ.

Φαντάζομαι ότι στην προπόνηση, όταν ως αμυντικός αντιμετώπιζες τέτοιους παίκτες, μάθαινες πράγματα.

Θα σου πω για τον Μαύρο. Αυτό που έμαθα από εκείνον είναι πως μπορείς να… χάσεις έναν παίκτη. Αυτός ο άνθρωπος είχε έναν μαγικό τρόπο, ενώ ήμουν κοντά του έξω από την περιοχή, όταν μπαίναμε μέσα και ήμουν δίπλα του, ξαφνικά να βρίσκεται μόνος του. Είχε πάντα την πρώτη κίνηση και την πρώτη σκέψη. Η εμπειρία του ήταν τεράστια κι εγώ ήμουν πιτσιρικάς. Δεν ήταν μόνο εξαιρετικό επαγγελματίας, αλλά και ένας εκπληκτικός άνθρωπος.

Πες μου τώρα για την πορεία του ’98 και την κατάκτηση του κυπέλλου.

Η πορεία εκείνη μπορεί να εξηγηθεί μόνο με μια λέξη: “οικογένεια”. Τίποτε άλλο δεν υπήρχε. Τα οικονομικά προβλήματα ήταν μεγάλα, άλλαξε ο προπονητής στα μέσα της χρονιάς, έφυγε ο Κυράστας και ήρθε ο Εμβολιάδης, χωρίς να έχει προπονητική εμπειρία και είχε δίπλα του τον Μαυρίκη. Αλλά ήμασταν παίκτες με προσωπικότητες και ήμασταν οικογένεια. Βγαίναμε τα βράδια έξω και είχαμε ένα τραπέζι για 40 άτομα.

«Δέκα λεπτά συζήτησης με τον Βαρδινογιάννη ήταν αρκετά για να υπογράψω στον Παναθηναϊκό»

“Σήκωσες” λοιπόν το κύπελλο με τον Πανιώνιο και αμέσως πήρες μεταγραφή για τον Παναθηναϊκό.

Είχα κάνει καλές εμφανίσεις και μετά το κύπελλο έγινε η προσέγγιση και βρέθηκα στον Παναθηναϊκό. Το δεύτερο μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή μου, γιατί εκεί ήρθε η αναγνώριση και θα το παρομοίαζα ότι ο Πανιώνιος ήταν το “σχολείο” και ο Παναθηναϊκός το “πανεπιστήμιο”. Πήγα με προπονητή τον Δανιήλ, αλλά τεράστια εμπειρία ήταν η συνάντησή μου με τον Βαρδινογιάννη. Τον θεωρώ από τους μεγαλύτερους παράγοντες που έβγαλε το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η συνάντηση έγινε στο σπίτι του και η πρώτη του ερώτηση ήταν: “Θέλεις να έρθεις στον Παναθηναϊκό”; Από κει και πέρα δεν είπαμε πολλά πράγματα, αφού με είχαν “ψάξει” και αρκετά. Η συζήτηση κράτησε το πολύ 10 λεπτά και ξεκίνησε η πορεία μου στον Παναθηναϊκό.

Η επανένωση των τριών… πανθήρων της Νέας Σμύρνης στον Παναθηναϊκό. Λεωνίδας Βόκολος και Ανδρέας Λαγωνικάκης υποδέχονται τον Τάκη Φύσσα στις εγκαταστάσεις της Παιανίας τον Ιανουάριο του 1999.

Εκεί τι βρήκες;

Μια νέα οικογένεια, με πολλούς Έλληνες παίκτες και καλούς ξένους και φτιάξαμε ένα δυνατό γκρουπ. Δεν μπορέσαμε να πάρουμε ένα πρωτάθλημα ή κύπελλο, παρά το γεγονός ότι έπαιξα σε δύο τελικούς. Η εμπειρία που αποκόμισα και οι πορείες που κάναμε στην Ευρώπη ήταν εντυπωσιακές και αξέχαστες.

Η δική σου μεγάλη βραδιά ήταν με τη Λανς.

Σίγουρα ναι γιατί πέτυχα το γκολ και πήραμε τη νίκη, αλλά αξέχαστη βραδιά ήταν με τη Γιουβέντους. Εκείνο το ματς ήταν “σταθμός”. Όλη η πορεία εκείνη. Πήγαμε στο “Ολντ Τράφορντ” και παρά το γεγονός ότι χάσαμε 3-1 όλη η Ευρώπη μίλαγε για εμάς. Ο Φέργκιουσον μετά το παιχνίδι έλεγε ότι ήμασταν από τις καλύτερες ομάδες που έχουν περάσει από εκεί. Ήταν πολλά παιχνίδια πάντως. Με την Γιουνάιτεντ εντός έδρας, με τη Γιουβέντους, την Λα Κορούνια, τη Βαλένθια, τη Σάλκε, το Αμβούργο, ήταν πορείες επιτυχημένες.

Αναφέρθηκες στην νίκη επί της Γιουβέντους και αυτόματα ήρθε στο μυαλό ο Πάουλο Σόουζα. Τι είχε γίνει με τον Αναστασιάδη και είπε το περίφημο: “Δεν μπορεί το παλικάρι”;

Μεγάλο κεφάλαιο αυτό. Ο Άγγελος τον πίστευε “σαν τρελός”. Δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά φυσικά, γιατί μιλάμε για ένα μεγάλο παίκτη. Απλά το παιδί ήρθε στον Παναθηναϊκό, έχοντας κάποια προβλήματα τραυματισμών. Ήταν και ο ίδιος μια έντονη προσωπικότητα, αλλά ταυτόχρονα και ο Άγγελος είναι ένας ιδιαίτερος άνθρωπος. Εκεί υπήρχε μια συνεχόμενη κόντρα μεταξύ τους, καθημερινή. Προσπαθούσε ο Αναστασιάδης να του ζητήσει κάποια πράγματα που πίστευε, ο Σόουζα όμως έκανε αυτά που ο ίδιος θεωρούσε σωστά και γενικά υπήρχε κόντρα και ένταση. Αυτό όμως δεν επηρέαζε το αγωνιστικό κομμάτι. Εάν ήταν να παίξει ο Σόουζα, θα έπαιζε. Δεν είχε τέτοια θέματα ο Άγγελος. Το θέμα είναι ότι ο Σόουζα δεν μπόρεσε να βοηθήσει όσο ήθελε, γιατί είχε θέματα τραυματισμών.

Μεγάλη βραδιά όμως ήταν και με την Μπαρτσελόνα.

Ήμουν και εκεί φυσικά.  Με προπονητή τον Μαρκαριάν και την ευκαιρία του Βλάοβιτς. Απίστευτο συναίσθημα. Εκείνη τη στιγμή είδαμε μέσα σε μια φάση τι θα μπορούσε να γίνει και τι τελικά δεν έγινε. Η επιτυχία θα ήταν τεράστια. Ήμασταν εξαιρετικοί και στα δύο παιχνίδια και κυρίως στη Βαρκελώνη στο πρώτο ημίχρονο.

«Απέναντι στον Ολυμπιακό νιώθαμε ότι δεν υπήρχε ισονομία»

Πήγες στον Παναθηναϊκό το 1998 όταν και είχε ξεκινήσει ουσιαστικά η “παντοδυναμία του Ολυμπιακού”.

Εμείς παλεύαμε κάθε Κυριακή να πετύχουμε τους στόχους του Παναθηναϊκού, που είναι πάντοτε υψηλοί. Δυστυχώς κάποιες χρονιές αισθανόμασταν ότι αυτό ήταν αδύνατο να γίνει αγωνιστικά. Όχι όλες τις χρονιές, για να μην ισοπεδώνουμε τα πάντα. Ακούω να λένε για την “παντοδυναμία του Ολυμπιακού”, αλλά εντάξει μπορεί να ευνοήθηκε, όπως έχουν ευνοηθεί κι άλλες μεγάλες ομάδες, απλά εκεί το πράγμα είχε ξεφύγει λίγο παραπάνω. Σίγουρα πάντως το συναίσθημα του να παίζεις και να βλέπεις ότι έχεις διαφορετική αντιμετώπιση από άλλους συναδέλφους σου, δεν είναι και το καλύτερο.

Ήσουν μέλος και της ομάδας του Κυράστα.

Βέβαια και εκείνη η χρονιά ήταν η καλύτερή μας. Στα βραβεία άλλωστε, είχαμε την καλύτερη ομάδα, τον καλύτερο προπονητή, τον καλύτερο παίκτη, τον πρώτο σκόρερ και τελικά δεν το είχαμε πάρει. Δεν είναι δυνατόν ο Παναθηναϊκός του Κυράστα να μην πήρε πρωτάθλημα! Δεν είχαμε την ίδια αντιμετώπιση που είχαν άλλες ομάδες. Νιώθαμε ότι δεν υπήρχε ισονομία.

«Έτσι έζησα τη Ριζούπολη, ακούστηκαν αθλιότητες για εμάς»

Ήσουν επίσης μέλος της ομάδας και στην αναμέτρηση με τον Ολυμπιακό στο Ριζούπολη.

Βέβαια, αν και ήμουν εκτός αποστολής, ήμουν εκεί στα αποδυτήρια. Τι να πεις για εκείνο το ματς; Νομίζω ότι τα ξέρει πλέον όλος ο κόσμος. Εγώ θα πω μόνο ότι εκείνο το ματς δεν έπρεπε να γίνει και πιστεύω ότι ήταν “ντροπή και αίσχος” για το ελληνικό ποδόσφαιρο.

Ευθύνες υπήρξαν και από άλλους για εκείνο το παιχνίδι;

Σε μια αποτυχία, ευθύνες έχουν όλοι. Εγώ έχω μάθει στη ζωή μου να μην βγάζω κανέναν έξω σε μια αποτυχία. Όπως έχουμε ευθύνες όμως κι εμείς, έχει και η τότε διοίκηση.

Νιώσατε μόνοι σας και στο παιχνίδι και στην κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά;

Ήταν πολλά και απανωτά τα συμβάντα εκείνη τη μέρα που δεν είχε το περιθώριο να σκεφτείς.

Πως νιώσατε που την επόμενη μέρα, ήρθαν οι οπαδοί σας στην προπόνηση;

Άσχημα, πως να αισθανθείς; Είχαμε βιώσει μια άσχημη κατάσταση και δεν αισθανόμασταν καλά.  Ο κόσμος όμως δεν ήξερε ακριβώς τι είχε γίνει στη Ριζούπολη. Γιατί τα πιο πολλά έγιναν μέσα στα αποδυτήρια και ο κόσμος είχε μια άλλη εικόνα. Ακούστηκαν και διάφορες αθλιότητες, ότι εμείς οι παίκτες δεν θέλαμε το παιχνίδι, αλλά πιο πολύ από εμάς δεν το ήθελε κανείς εκείνο το ματς.

Από το Χαριλάου στην Τούμπα σε δύο εβδομάδες!

Προτάσεις από εξωτερικό είχες;

Μια χρονιά πριν φύγω, έχασα μια μεταγραφή την τελευταία στιγμή και ενώ όλα ήταν συμφωνημένα. Την 4η μου χρονιά στον Παναθηναϊκό, δέχθηκα ένα τηλεφώνημα την 31η Αυγούστου από τον Παναθηναϊκό και μου μετέφεραν την πρόταση από το Ανόβερο. Εμείς είχαμε χάσει εκείνη τη μέρα από την Προοδευτική, με Σάντος προπονητή.

Είχαμε μια διαφωνία με τον Φιλιππίδη σε κάποια θέματα, αλλά έφυγα και πήγα στο Ανόβερο. Ενώ όμως είχα το συμβόλαιο μπροστά μου και είχε υπογράψει και ο πρόεδρος της ομάδας, καθυστέρησε να στείλει ο Παναθηναϊκός τα χαρτιά.

Η μεταγραφή δεν έγινε ποτέ και φαντάσου είχα πάει με τη γυναίκα μου, γιατί το Ανόβερο είχε κανονίσει να γίνει και η επίσημη παρουσίαση. Γύρισα πίσω και στα μέσα της χρονιάς πήγα στην Γουέστ Χαμ για δοκιμή και ενώ με ήθελαν, δεν μπόρεσαν να αδειάσουν θέση στο ρόστερ. Έτσι τελείωσε το συμβόλαιό μου και από τη στιγμή που δεν ήρθε πρόταση από τον Παναθηναϊκό, ήμουν ελεύθερος.

Έφτασε το καλοκαίρι, όπου έγινε το εκπληκτικό, να βγάζεις φωτογραφίες με τη φανέλα του Άρη και τελικά να πηγαίνεις στον ΠΑΟΚ.

Ήταν ένα τηλέφωνο που μου έγινε από έναν παράγοντα του Άρη, που δεν θέλω να πω το όνομά του, που μου έκανε την πρόταση. Συμφωνήσαμε για 2 χρόνια συμβόλαιο. Πήγα εκεί και υπέγραψα, αλλά υπήρχαν κάποιες προϋποθέσεις για να ισχύσει το συμβόλαιο.

Στις 30 Ιουνίου 2003 ο Λεωνίδας Βόκολος φωτογραφίζεται στα γραφεία του Άρη με τη φανέλα των «κίτρινων». Λίγες μέρες αργότερα ανακοινώθηκε από τον ΠΑΟΚ!

Δεν ικανοποιήθηκαν ποτέ και μετά από 10 ημέρες που ήμουν εκεί και περίμενα, χάλασε η μεταγραφή. Τελικά με πήρε ο Αναστασιάδης και έτσι πήγα στον ΠΑΟΚ.

«Δεν έχω να απολογηθώ για τίποτα και σε κανέναν για τη φάση με τον Ολισαντέμπε»

Από τη θητεία σου στον ΠΑΟΚ, όλοι θυμούνται τη φάση με τον Ολισαντέμπε στην Τούμπα. Τι είχες να πεις γι’ αυτά που “σου χρέωσαν”;

Είναι καφενειακού επιπέδου αυτή η “χρέωση”. Κάποιοι θέλουν να βλέπουν μόνο αυτή τη φάση και όχι όλο το παιχνίδι. Γιατί κανείς δεν λέει ότι σε εκείνο το ματς ο Κωνσταντίνου έγινε αλλαγή. Ποιος τον μάρκαρε τον Κωνσταντίνου;

Στην φάση με τον Ολισαντέμπε, προσπάθησα να κόψω τη μπάλα. Δεν έχω να απολογηθώ για τίποτα και σε κανένα, ειδικά για θέματα που έχουν να κάνουν με την αξιοπρέπειά μου και την ηθική μου. Όλη μου τη ζωή σαν άνθρωπος και σαν αθλητής παλεύω για τα δύο αυτά πράγματα. Το ότι υπήρχε μια σχεδιασμένη κατάσταση για εκείνο το ματς, ήταν δεδομένο. Ο Βόκολος είτε έπαιζε, είτε δεν έπαιζε θα τ’ άκουγε. Σε εκείνο το ματς λοιπόν, έπαιζα με το “πιστόλι στον κρόταφο”. Αλλά έχω μάθει στη ζωή μου να παλεύω.