Λούκα Μόντριτς: Η λιακάδα ενός υπέροχου μυαλού!

AMNA/EPA

Ένας ποδοσφαιρικός ήρωας που έμαθε τη ζωή μέσα από τη φρίκη του πολέμου και έγινε «στρατιώτης» της μπάλας. Ακόμα και στα 37 του χρόνια, ο Λούκα Μόντριτς είναι ένας «διακριτικός» ηγέτης που με εκκωφαντικό τρόπο… σιωπά και «μιλάει» μόνο με το μυαλό του μέσα στο γήπεδο.

Σε ηλικία 6 ετών βοηθούσε τον παππού του ως βοσκός, αφού οι οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι γονείς του, είχαν ως αποτέλεσμα να περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ως τότε ζωής του, με τους παππούδες του. Ένα μικροσκοπικό παιδί που μαγεύτηκε από τον κόσμο του ποδοσφαίρου, πριν τον μαγέψει εκείνο. Ο Λούκα Μόντριτς.

«Άκουσα για ένα μικρό υπερκινητικό αγόρι που έπαιζε συνεχώς ποδόσφαιρο στο διάδρομο ενός ξενοδοχείου προσφύγων και κοιμόταν αγκαλιά με μία μπάλα», έχει δηλώσει ο Josip Bajlo, ο προπονητής της Ζαντάρ, όπου ο Μόντριτς έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα ως πιτσιρικάς. Και μέχρι σήμερα, αντιμετωπίζεται ως Θεός από τους ανθρώπους της κροατικής ομάδας.

Ο παππούς του, με τον οποίο έφεραν το ίδιο όνομα, σκοτώθηκε από Σέρβους εθνικιστές, το σπίτι τους κάηκε και η οικογένεια κατέφυγε στην παραλιακή πόλη Ζαντάρ, περίπου 40 χιλιόμετρα  μακριά από το ορεινό χωριό που διέμεναν. Έζησε στο πετσί του τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και μέσα σε αυτή τη φρίκη, ξεκίνησε το ταξίδι του Λούκα Μόντριτς στον κόσμο του ποδοσφαίρου.

Kατά τη διάρκεια της προπόνησης ο εκκωφαντικός θόρυβος των βομβαρδισμών, οδηγούσε τα παιδιά σε καταφύγια. Όσοι βρισκόταν στο πλευρό του Κροάτη άσου εκείνη την εποχή, αποδίδουν την τεράστια καριέρα του στο ποδόσφαιρο, στα βιώματά του. Ξεπέρασε ακόμα και το γεγονός ότι απορρίφθηκε σε δοκιμαστικά της Ντιναμό Ζάγκρεμπ, λόγω της σωματοδομής του.

Στην πορεία, ωστόσο, αποκτήθηκε από την ομάδα, όταν ήταν σε ηλικία 16 ετών, με το ταλέντο του να ξεχωρίζει όταν αγωνιζόταν στους νέους της Ζαντάρ, πριν πωληθεί τελικά στην Τότεναμ έναντι 22 εκ. ευρώ το 2008. Είχε μεσολαβήσει ο δανεισμός του στη Μόσταρ, όπου αναδείχτηκε κορυφαίος ποδοσφαιριστής στη χώρα του, τη σεζόν 2003-2004. Αυτό συνέβη άλλες 6 φορές στο μέλλον, τόσο λόγω των επιτευγμάτων του με τη Ντιναμό, όσο και με την εθνική ομάδα.

Τον Αύγουστο του 2012 η Ρεάλ Μαδρίτης απέκτησε τον Μόντριτς και στα χρόνια που ακολούθησαν, μαζί με τον Κασεμίρο και τον Τόνι Κρος συνέθεσαν μία από τις κορυφαίες τριάδες στο κέντρο, όλων των εποχών.

Κατέκτησε 5 Champions League και αμέτρητους εγχώριους τίτλους, ενώ το 2018 κατάφερε κάτι ακατόρθωτο για την εποχή. «Έσπασε» την απόλυτη κυριαρχία των Λιονέλ Μέσι και Κριστιάνο Ρονάλντο που είχε ξεκινήσει από το 2008 και κατέκτησε τη Χρυσή Μπάλα. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να μη συμβεί αυτό, για τον παίκτη που μέσα σε λίγους μήνες αναδείχτηκε πρωταθλητής Ευρώπης με τους «μερένγκες» και οδήγησε τη χώρα του στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου στα γήπεδα της Ρωσίας, όπου η Κροατία ηττήθηκε από τη Γαλλία, απολαμβάνοντας ωστόσο το «pasillo» της παρέας του Εμπαπέ.

«Το πιο σημαντικό πράγμα είναι να μην τα παρατάς ποτέ, να πιστεύεις στον εαυτό σου, να αντιστέκεσαι στις δυσκολίες και να παραμένει στρατιώτης της ζωής, όσα εμπόδια κι αν συναντάς στο δρόμο σου», έχει πει ο Λούκα Μόντριτς, που στα 37 του, είναι και πάλι ένας από τους πρωταγωνιστές σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Αυτό του Κατάρ, όπου κατάφερε να οδηγήσει την Κροατία στα ημιτελικά, αφήνοντας εκτός διοργάνωσης τη Βραζιλία.

«Στο ποδόσφαιρο όλα είναι θέμα συλλογικής προσπάθειας. Κανένας παίκτης δεν μπορεί να καταφέρει τίποτα μόνος του», υποστηρίζει σθεναρά. Είναι όμως έτσι ή στην περίπτωσή του μιλάμε για έναν «διακριτικό» ηγέτη που εμπνέει τους συμπαίκτες του και φοβίζει ακόμα και τους πιο ισχυρούς αντιπάλους και μόνο που υπάρχει; Ένας «γίγαντας τσέπης», που αποτελεί πρότυπο αθλητή εντός και κυρίως εκτός αγωνιστικών χώρων. Μία ποδοσφαιρική διάνοια, που μαγεύει με το χαμόγελό του και λατρεύεται από προπονητές όπως ο Κάρλο Αντσελότι, με τον Ιταλό τεχνικό να αποτελεί επίσης ένα σπάνιο «μυαλό« στο πιο όμορφο παιχνίδι του κόσμου.

Ο Λούκα Μόντριτς πάντα βρίσκει τον τρόπο να γεννά πρωτόγνωρα συναισθήματα και να ενώνει με τα κατορθώματά του τους απανταχού ποδσφαιρόφιλους. Είτε φοράει τη φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης, είτε αυτή με το εθνόσημο που τιμάει στο μέγιστο βαθμό.

Όπως το γκολ αριστούργημα απέναντι στη Σκωτία το καλοκαίρι του 2021, που τον ανέδειξε ως τον γηραιότερο σκόρερ στην ιστορία της Κροατίας σε EURO.

 

Όπως τον περασμένο Ιανουάριο σε έναν αγώνα των Μαδριλενων με την Έλτσε για τη La Liga. Ένα παιδί  ζήτησε από τον Μόντριτς τη φανέλα του στο ζέσταμα και ο Κροάτης του υποσχέθηκε ότι θα του τη δώσει. Μόλις τελείωσε ο αγώνας, ο παίκτης των «μερένγκες» ζήτησε από ένα μέλος της ασφάλειας της Ρεάλ Μαδρίτης να εντοπίσει το παιδί και να του την παραδώσει. Ο πιτσιρικάς και ο πατέρας του παρέλαβαν τη φανέλα ενθουσιασμένοι και κατά την έξοδό τους από το γήπεδο, τηλεφώνησε στη μητέρα του και της περιέγραφε με χαρά το συμβάν.

Πάντα ταπεινός και μετρημένος, που θα βρει τον τρόπο να γίνει ο παίκτης «κλειδί» της ομάδας του και να ξεκλειδώσει τα πιο δυνατά συναισθήματα. Όπως έκανε στον προημιτελικό της Κροατίας με την Βραζιλία…

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News