Αντώνης Καρπετόπουλος: Ο σπάνιος άνθρωπος και τεράστιος ποδοσφαιριστής Μίμης Παπαϊωάννου

Ο Αντώνης Καρπετόπουλος αποχαιρετά τον ξεχωριστό Μίμη Παπαϊωάννου και θυμάται τα κατορθώματά του στα γήπεδα αλλά και τις φορές που είχαν βγει μαζί για φαγητό.

Ο Μίμης Παπαϊωάννου έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 81 χρονών. Τον τελευταίο καιρό δεν ήταν καλά – ας αναπαυτεί η ψυχή του. Ήταν λίγο άδικο το τέλος του, γιατί αν υπήρχε ένας Ελληνας παλαίμαχος ποδοσφαιριστής, που έπρεπε να είναι πάντα καλά, γιατί όταν ήταν καλά έκανε τους πάντες να νιώθουν υπέροχα, αυτός ήταν ο κύριος Μίμης. Κύριος με Κ κεφαλαίο, άνθρωπος ξεχωριστός και σπάνιος. Και φυσικά ποδοσφαιριστής τεράστιος.

Κι εξτρέμ και φορ και παντού

Τον Μίμη Παπαϊωάννου τον γνώρισα σε ένα στούντιο του Μega στην πρώτη εκπομπή που έκανα στο κανάλι, τον Σεπτέμβριο του 2004. Ήταν καλεσμένος μας για να σχολιάσει ένα παιχνίδι της εθνικής Ελλάδος – τότε πρωταθλήτριας Ευρώπης. Το ξανασυνάντησα κι άλλες φορές, όχι μόνο σε τηλεοπτικά στούντιο. Είχαμε βγει μερικές φορές και για φαγητό, καλεσμένοι του Φαίδωνα Κωνσταντουδάκη που πραγματικά τον λάτρευε.

Αλλά ποιος άραγε δεν αγαπούσε τον κύριο Μιμή; Η σχέση του με το Μένιο Σακελλαρόπουλο για παράδειγμα έχει κάτι το πραγματικά απερίγραπτο για όποιον δεν τους είχε δει μαζί. Ο Μένιος κάθε φορά που είχαμε καλεσμένο τον Παπαϊωάννου, τον έβαζε να τραγουδάει! Μια φορά μάλιστα είχε φέρει ένα μπουζουκτσή κι ένα κιθαρίστα και είχε γίνει χαμός, που ανάλογος αποκλείεται να έχει γίνει σε αθλητική εκπομπή παγκοσμίως!

Καμάρωνε ο κύριος Μίμης τραγουδώντας γιατί έβλεπε δίπλα του ανθρώπους χαρούμενους να τον σιγοντάρουν. Όπως χαρούμενοι ήταν και όσοι τον είδαν να παίζει ποδόσφαιρο – ένα ποδόσφαιρο αμίμητο, πάρα πολύ δικό του. Ο Παπαϊωάννου δεν είχε θέση. Μπορούσε να παίζει και εξτρέμ και φορ και δεύτερος κυνηγός και παντού. Και είχε ένα άλμα που όμοιο του αμφιβάλω αν έχουμε ξαναδεί στα ελληνικά γήπεδα.

Κάποτε σε ένα φιλικό

Ήταν ένα τεράστιο περιβόλι από ιστορίες ο κύριος Μίμης. Του αρέσει να διηγείται το πως έφτασε ένα βήμα από την Ρεάλ Μαδρίτης και πως οι τότε παράγοντες της ΑΕΚ δεν τον άφησαν να μπει με την άσπρη φανέλα στο Μπερναμπέου, μολονότι η Βασίλισσα έδινε  γι’ αυτόν το τεράστιο για την εποχή ποσό των τεσσάρων εκατομμυρίων δραχμών.

Ήταν τόσο καλός ποδοσφαιριστής ο Παπαϊωάννου που του αρκούσε μια εμφάνιση σε ένα φιλικό για να εντυπωσιάσει τον Πούσκας κι αυτός να ζητάει την απόκτησή του από τη Βασίλισσα! «Μου δίνανε χρήματα, αυτοκίνητο και σπίτι, μη φανταστείς καμιά βίλα, αλλά ωραία θα ήταν» έλεγε, όχι πάντως με παράπονο. Δεν είχε παράπονο απ’ τη ζωή του ο κύριος Μίμης.

Επειδή δεν πήγε στην Ρεάλ έκανε ως τραγουδιστής ευρωπαϊκή περιοδεία με την Μαρινέλλα και τον Καζαντζίδη: για αυτούς κι αν έλεγε ιστορίες. Για την Μαρινέλλα έλεγε ότι ο Θεός πρώτα της έδωσε φωνή και έπειτα οτιδήποτε άλλο. Για τον Καζαντζίδη ότι ήταν ο πιο αγαπημένος Ελληνας, όχι μόνο γιατί τραγουδούσε «του λαού τις ανάγκες», αλλά και γιατί ήταν  όνειρο του κάθε Ελληνα, σε όποια χώρα κι αν βρισκόταν, απλά να του σφίξει το χέρι.

«Τραγουδούσαμε στην Γερμανία και λιποθυμούσε ο κόσμος» έλεγε και πρόσθετε πως «χάρη στον Καζαντζίδη έκανα και εγώ κάτι στο ποδόσφαιρο» γιατί «μετά την περιοδεία παρόλο που περάσαμε καλά, μου είπε «Μίμη, στο τραγούδι το παλεύεις, αλλά θα είσαι πάντα βιοπαλαιστής, στο ποδόσφαιρο θα είσαι αστέρι». Και με πήγε πίσω στην ΑΕΚ, αφού μάλιστα φρόντισε να μου δώσουν και 500.000 δρχ το χρόνο, διότι η Ρεάλ μου έδινε 750.000 και κάτι έπρεπε να πάρω και εγώ για να την ξεχάσω».

Κι όχι μόνο την ξέχασε την Ρεάλ, αλλά τραγούδησε αργότερα και τον ύμνο της ΑΕΚ, της οποίας υπήρξε «σημαία» για δυο δεκαετίες περίπου.

Ραντεβού στο αέρα

Κανείς άλλος δεν είχε τόσες ιστορίες να σου πει. Η βιογραφία του με τίτλο «Ραντεβού στον αέρα» την οποία επιμελήθηκε ο δημοσιογράφος Νίκος Κατσαρός είναι μια ηθογραφία της Ελλάδας του ’60 και του ΄70 κι όχι απλά ένα βιβλίο με ήρωας ένα ποδοσφαιριστή. Και ήταν κι έμπνευση για όλους.

Ο Σωτήρης Κακίσης σε ένα βιβλίο του με τίτλο «Παραμύθια σαν αστεία άστρα» έγραφε ότι σε ένα παιχνίδι της Εθνικής Ελλάδος με την Πολωνία στην Λεωφόρο ο Μίμης Παπαϊωάννου έκανε σέντρα από τα αριστερά και έτρεξε μόνος του να πάρει κεφάλια στην αντίπαλη περιοχή – πράγμα που κατάφερε. Του το ‘λεγα του Μίμη και πέθαινε στα γέλια, δεν το θυμόταν, αλλά δεν το απέκλειε κιόλας.

Άλλωστε στην ποδοσφαιρική του καριέρα έκανε πολλά τεράστια και υπέροχα χάρη στα οποία η Διεθνής Υπηρεσία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου του έδωσε το τον τίτλο του καλύτερου Έλληνα ποδοσφαιριστή όλων των εποχών. Άλλος μετά από αυτή την βράβευση θα ζητούσε να του μιλάμε αυστηρά στον πληθυντικό: ο κύριος Μίμης κι αυτό ακόμα το αντιμετώπισε με μετριοφροσύνη αληθινά σπάνια.

«Ο Νεστορίδης ήταν καλύτερος» έλεγε γελώντας. Κι όταν το 1978 ο Μίμης Δομάζος πήγε στην ΑΕΚ, ο Παπαϊωάννου του έδωσε τη φανέλα με το 10 και φόρεσε τον 11, αυτός που στην ΑΕΚ μετρούσε 15 χρόνια παρουσίας!

Αιωνία του η μνήμη

Ο Μίμης Παπαϊωάννου αγαπούσε την Εθνική ομάδα και την ΑΕΚ πάρα πολύ. Με την Εθνική έπαιξε 61 ματς σε καιρούς που το να πλησίαζες τα 50 ήταν κατόρθωμα! Υπήρξε για χρόνια πρώτος της σκόρερ μέχρι να τον ξεπεράσει ο Νίκος Αναστόπουλος – αρχισκόρερ μέχρι και σήμερα. Στην ΑΕΚ δεν τον ξεπέρασε κανείς, όσο κι αν αυτός δεν ήθελε να του λες ότι ήταν ο καλύτερος.

Κέρδισε μαζί της 5 πρωταθλήματα και 3 κύπελλα Ελλάδος σε 17 χρόνια και κάποτε περπάτησε στον αέρα για να σκοράρει κόντρα στην Κουηνς Παρκ Ρέιτζερς και να στείλει την ΑΕΚ του στους 4 του κυπέλλου UEFA.  Όταν η ΑΕΚ έφυγε από την Φιλαδέλφεια γιατί γκρεμίστηκε το παλιό της γήπεδο, έλεγε ότι δεν ξέρει κάποιον άλλο στη ζωή που έκανε έξωση στον εαυτό του! Θα ήταν ευτυχής και χαρούμενος να την έβλεπε να αγωνίζεται στο νέο της γήπεδο: θα ζήλευε τους παίκτες της.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΡΠΕΤΟΠΟΥΛΟΥ ΕΔΩ 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News