Αντώνης Καρπετόπουλος: Η ευκαιρία του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού

Μετά την ασυγχώρητη κουταμάρα ενός ανόητου που πέταξε μια κροτίδα και που πάντα βρίσκεται σε αυτές τις περιπτώσεις στο γήπεδο, το ντέρμπι διακόπηκε στο 49’, αμέσως μετά το γκολ με το οποίο ο Μαντί Καμαρά ισοφάρισε τον Παναθηναϊκό για λογαριασμό του Ολυμπιακού. Η ερώτηση είναι πια τι μέλλει γενέσθαι. Γράφει στη SportDay ο Αντώνης Καρπετόπουλος.

O αναπληρωματικός προχθές Χουάνκαρ βρέθηκε στο έδαφος, ο Παναθηναϊκός αποχώρησε, πέρασαν ώρες χωρίς ο γιατρός του αγώνα, ο κ. Γώγος, να είναι σε θέση να κάνει διάγνωση για την κατάσταση του ποδοσφαιριστή: δεν είναι και το πιο απλό χωρίς τον απαραίτητο εξοπλισμό. Κάπως έτσι φτάσαμε μετά από ένα ακόμα ντέρμπι να μιλάμε για τον γιατρό, τον διαιτητή, τους κανονισμούς, το τι έγινε και το τι θα μπορούσε να γίνει καθώς και για υπαιτιότητες και υπευθύνους.

Το μόνο ευχάριστο στη θλιβερή αυτή ιστορία είναι πως για την ώρα οι διοικήσεις των δύο ομάδων κρατάνε την ψυχραιμία τους. Αλλά με μία περίπλοκη δικαστική διαμάχη μπροστά τους και πέντε ακόμα μεταξύ τους ντέρμπι στο πρωτάθλημα και στο Κύπελλο δεν θα είναι απλό.

Εντελώς

Το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι μεταξύ άλλων και θύμα ανόητων κανονισμών. Παρατημένο εντελώς απ’ όποιον έπρεπε να έχει την ευθύνη της διεξαγωγής των αγώνων του το πρωτάθλημά μας είναι κάτι μοναδικό: μπορεί να βρέχει δακρυγόνα, όπως στην Τρίπολη π.χ., αλλά ένα ματς θα γίνει κανονικά (και μάλιστα οι ΠΑΕ να κάνουν κι επίθεση στην αστυνομία!) κι απ’ την άλλη να πέσει μία κροτίδα κι ένα ματς θα σταματήσει.

Χθες έκπληκτος ο περισσότερος κόσμος κατάλαβε πώς η ευθύνη της διακοπής ενός ματς μπορεί να βαραίνει ακόμα και τον γιατρό που φυσικά είναι στο γήπεδο για εντελώς άλλους λόγους. Στα social media έγινε και πανηγύρι με πολλούς να ζητούν ερχομό ξένων γιατρών κτλ.

Αποφάσεις

Η κεντρική ερώτηση σε αυτές τις ιστορίες είναι μία και μόνη: τι πρωτάθλημα θέλουμε. Αν θέλουμε ένα πρωτάθλημα που να κρίνεται με δικαστικές αποφάσεις και να το κερδίζει όποιος κάνει τις πιο πολλές νίκες στα χαρτιά, αυτό είναι το μόνο εύκολο: απλώς οι ομάδες θα πρέπει να επενδύουν σε δικηγόρους και όχι σε ποδοσφαιριστές.

Κι αν απ’ την άλλη θεωρούμε ότι το να πέφτουν κροτίδες σε γήπεδα είναι κάτι απολύτως φυσιολογικό επίσης δεν υπάρχει πρόβλημα: υπάρχουν πολλοί με διάθεση να το κάνουν. Μόνο που όλα αυτά δεν είναι ποδόσφαιρο.

Δεν είναι

Ένα κανονιστικό πλαίσιο είναι απαραίτητο, τόσο όσο κι ο σεβασμός του. Αλλά εδώ παρατηρείται χρόνο με τον χρόνο κάτι άλλο: ότι όλοι (ή έστω οι πιο πολλοί) προσπαθούν να εκμεταλλευτούν αυτό το κανονιστικό πλαίσιο για να κερδίζουν χωρίς να παίζουν. Έγινε πέρυσι με την ΑΕΚ στην περίπτωση των δοκαριών του γηπέδου του Ατρομήτου: μετρούσαν τα δοκάρια με μεζούρες για να κερδίσει η ΑΕΚ στα… χαρτιά.

Όταν έχασε τη δικαστική διαμάχη στην Ελλάδα έβγαλε ανακοίνωση ότι θα πάει στο CAS: το περιμένω ακόμα. Γιατί δεν πήγε; Διότι οι δικηγόροι της εξήγησαν στη διοίκησή της ότι παντού στον κόσμο τα αθλητικά δικαστήρια υπάρχουν για να γίνονται ματς κι όχι για να μη γίνονται. Διότι παντού η αθλητική δικαιοσύνη υπάρχει για να προστατεύει με τον τρόπο της το παιχνίδι. Μπορεί να επιβάλλει να γίνονται ματς κεκλεισμένων των θυρών ή μπορεί να τιμωρεί αυστηρά όποιους δεν τηρούν κανόνες ασφαλείας κτλ. Αλλά τα ματς πρέπει να γίνονται: αλλιώς το ποδόσφαιρο δεν είναι παιχνίδι. Είναι κάτι άλλο.

Λάθη

Στο ποδόσφαιρο όποιος κάνει λάθη πρέπει να τα πληρώνει και να τα πληρώνει ακριβά: τα δικά του λάθη όμως. Αν π.χ. οι ΠΑΕ έχουν τον έλεγχο των γηπέδων, ας μπει στον ΚΑΠ ένα αρθράκι που να λέει ότι η κάθε ομάδα είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τις πράξεις των οπαδών της – όπως συνέβαινε παλιότερα. Όταν όμως τον έλεγχο τον έχει η αστυνομία, κι αυτό μάλιστα διατυμπανίζεται από κυβερνητικά χείλη ως λύση για όλα, πώς γίνεται για ρίψεις να έχει την ευθύνη όποιος δεν ελέγχει; Και φυσικά δεν γίνεται ένας γιατρός, ακόμα κι ο καλύτερος, να γίνεται ο βασικός υπεύθυνος που πρέπει να αποφασίσει τη διεξαγωγή ή όχι ενός αγώνα, όταν υπάρχουν διαιτητές και παρατηρητές (ακόμα και εισαγγελείς) που βρίσκονται στο γήπεδο για να πάνε όλα σωστά.

Μεγάλες

Ο Ολυμπιακός κι ο Παναθηναϊκός έχουν μία ιστορική ευκαιρία να συζητήσουν ψύχραιμα κι ωραία οι δυο τους και να ζητήσουν να συνεχιστεί το ματς. Όχι απλώς για να στείλουν ένα μήνυμα ότι κανείς δεν θα χαλάσει την ανταγωνιστική, αλλά καλή μεταξύ τους σχέση, αλλά για να δείξουν πως ακόμα και στην Ελλάδα το ποδόσφαιρο τυγχάνει σεβασμού και προσοχής απ’ τις μεγαλύτερες ομάδες της χώρας. Αν δεν το κάνουν, απλώς η όποια απόφαση θα προσθέσει έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα των αθλιοτήτων. Και θα έχουμε προσεχώς ακόμα χειρότερα διότι απλούστατα η πρακτική τού «κερδίζω χωρίς να παίζω» έχει στην Ελλάδα υποστηρικτές. Θεωρούνται μάλιστα αυτές οι νίκες, όχι απλώς μεγάλες, αλλά τεράστιες…

Με κόσμο

Επειδή όλα παίζουν ρόλο θέλω να υπενθυμίσω πως το περασμένο καλοκαίρι η Σούπερ Λίγκα έκανε μία αλλαγή διάταξης στον πειθαρχικό κώδικα που στην υπόθεση του Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός είναι σημαντική. Σύμφωνα με την αλλαγή αυτή, αν επιβληθεί ποινή κεκλεισμένων των θυρών ή αν αποφασιστεί η συνέχιση αγώνα, αυτή εκτελείται μόνο όταν υπάρξει τελεσίδικη απόφαση στα ελληνικά αθλητικά δικαστήρια. Άρα αν μεθαύριο ή την Παρασκευή ο αθλητικός δικαστής επιβάλλει ποινή κεκλεισμένων των θυρών στον Ολυμπιακό, η ποινή αυτή δεν θα εκτελεστεί τη μεθεπόμενη Κυριακή, αλλά μόνο όταν κι εφόσον βγει η τελική απόφαση της επιτροπής Εφέσεων. Με τον ΠΑΟΚ δηλαδή ο Ολυμπιακός θα έχει κόσμο.

«Αντίο» Μπόμπι

Τι φοβερή ζωή είχε ο Μπόμπι Τσάρλτον! Ενώ έπαιζε μπάλα στην ομάδα του σχολείου του εντοπίστηκε από σκάουτερ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και τον Φεβρουάριο του 1953, παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας του, εντάχθηκε στην ομάδα της καρδιάς του. Ήταν τόσο καλός που μόλις έναν χρόνο αργότερα προβιβάστηκε στη πρώτη ομάδα με προπονητή τον Ματ Μπάσμπι. Καθιερώθηκε στην ομάδα σε ηλικία μόλις 19 ετών – καλά -καλά δεν είχε τελειώσει το στρατιωτικό του. Μπροστά σε 41.475 φιλάθλους στο παλιό «Ολντ Τράφορντ», σκόραρε δύο φορές στο ντεμπούτο του απέναντι στην Τσάρλτον (τελικό αποτέλεσμα 4 -2).

Έγινε ένα απ’ τα «μωρά του Μπάσμπι», που ήταν ήδη πρωταθλητές τις δύο προηγούμενες χρονιές. Στο τέλος της πρώτης του χρονιάς κατέκτησε το πρωτάθλημα Αγγλίας και με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αγωνίστηκε στο νεοσύστατο τότε Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης. Πριν συνηθίσει τη δόξα παραλίγο να χάσει τη ζωή του στο δυστύχημα του Μονάχου – σώθηκε απ’ τον συμπαίκτη του Χάρι Γκρεγκ. Μετά το δυστύχημα σήκωσε τους «μπέμπηδες» στις πλάτες του και το 1962 κατέκτησε το Κύπελλο Αγγλίας με νίκη επί της Λέστερ Σίτι (3–1).

Έπαιξε σχεδόν σε όλη του την καριέρα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και κέρδισε το 1966 το Παγκόσμιο Κύπελλο με τον μεγαλύτερο αδερφό του, τον Τζάκι, συμπαίκτη. Η καριέρα του ήταν μία σειρά από καταπληκτικά κατορθώματα: μετά το Μουντιάλ υπήρξε πρωταγωνιστής στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σε μία τριάδα καταπληκτικής επίθεσης μαζί με τους Τζορτζ Μπεστ και Ντένις Λόου. Το 1966 κατέκτησε τη «χρυσή μπάλα» ως καλύτερος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής: ήταν ο πρώτος Αγγλος που είχε την τιμή. Πήρε τον τίτλο τού Σερ το 1994, δούλεψε και ως προπονητής, αλλά όχι για πολύ. Λένε πως ήταν ο καλύτερος Αγγλος ποδοσφαιριστής: πολλά απ’ τα κατορθώματά του στην Εθνική κράτησαν δεκαετίες.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News