Σαν σήμερα - Ρόμπερτ Ένκε: Τον νίκησε το «τέρας» της κατάθλιψης...

Δεκατέσσερα χρόνια μετά την αυτοκτονία του Ρόμπερτ Ένκε, ένα πράγμα είναι σίγουρο. Ότι έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο ο κόσμος αντιμετωπίζει το «τέρας» της κατάθλιψης. Γράφει ο Ευάνθης Γκόγκουλης.

«Δεν μπορώ να συνεχίσω. Απλά φοβάμαι – φοβάμαι να βγω απ’ το δωμάτιό μου, φοβάμαι να ανοίξω την εφημερίδα, φοβάμαι να φορέσω τα γάντια μου».

Την 11η Αυγούστου 2003, ο Ρόμπερτ Ένκε βρισκόταν σε πανικό, μία ημέρα μετά το καταστροφικό ντεμπούτο του κάτω απ’ τα δοκάρια της Φενερμπαχτσέ. Δεν είχε αντικειμενική ευθύνη για κανένα από τα τρία γκολ που είχε δεχθεί απ’ την Ινσταμπουλσπόρ, αλλά οι αντιδράσεις του σε κάποιες άλλες φάσεις του αγώνα, φανέρωναν ότι βρισκόταν αλλού. Και τα παραπάνω λόγια, ήταν όσα είπε το επόμενο πρωί στον προπονητή τερματοφυλάκων της Φενερμπαχτσέ, τον παλαίμαχο διεθνή συμπατριώτη του, Άικε Ίμελ. Δεν επιθυμούσε απλώς να αποχωρήσει απ’ την ομάδα της Κωνσταντινούπολης. Είχε αποφασίσει να σταματήσει το ποδόσφαιρο!

Ο Ένκε αυτοκτόνησε στις 10 Νοεμβρίου 2009 κι από την ίδια κιόλας μέρα επικράτησε η πεποίθηση ότι στο απονενοημένο διάβημα τον οδήγησε ο θάνατος της κορούλας του, Λάρα, το 2006. Ωστόσο, ο δημοσιογράφος Ρόναλντ Ρενγκ, ένας απ’ τους λίγους στενούς φίλους του αξέχαστου Γερμανού τερματοφύλακα, έχει δώσει από το 2010 μια εντελώς διαφορετική εξήγηση στα γεγονότα, στο εξαιρετικό βιβλίο του «Robert Enke. Ein allzu kurzes Leben» («Ρόμπερτ Ένκε. Μια πολύ σύντομη ζωή», το οποίο αποτελεί και βασική πηγή πληροφοριών του παρόντος κειμένου). Η κατάθλιψη είχε χτυπήσει την πόρτα του Ένκε πολύ νωρίτερα. Από το 2002, όταν η μεταγραφή-όνειρο απ’ την Μπενφίκα στην Μπαρτσελόνα εξελίχθηκε σε εφιάλτη.

Η δική του εντεκάτη Σεπτεμβρίου

Μέχρι το 2002, όταν πήρε την απόφαση να ενδώσει στη δελεαστική πρόταση της Μπαρτσελόνα, ο Ένκε ήταν ευτυχισμένος. Στα 24 του, μετρούσε ήδη δύο χρόνια γάμου με την Τερέζα, την οποία λάτρευε. Προερχόταν από μια απολύτως επιτυχημένη τριετία στην Μπενφίκα και ήλπιζε ότι κάνοντας το άλμα για την Μπάρτσα, θα υλοποιούσε το όνειρο της κλήσης του στην Εθνική Γερμανίας.

Πριν ακόμα εγκατασταθεί στη Βαρκελώνη, είχε αντιληφθεί ότι η συνύπαρξη με τον Λούι Φαν Χαάλ (ο οποίος είχε επιστρέψει για μια δεύτερη θητεία στον πάγκο Μπλαουγκράνα) δεν θα ήταν εύκολη. Ο αντισυμβατικός Ολλανδός τεχνικός έχρισε βασικό τον νεαρό Βίκτορ Βαλντές απ’ τα φιλικά κιόλας, αφήνοντας δεύτερο στην ιεραρχία τον Ένκε και τρίτο τον διεθνή Αργεντινό, Ρομπέρτο Μπονάνο. Ο ευαίσθητος Γερμανός θα έπρεπε να περιμένει δυο μήνες για να πάρει την ευκαιρία του, σε ένα ματς για το Κύπελλο Ισπανίας στην έδρα της Νοβέλδα, ομάδας που αγωνιζόταν στην τρίτη κατηγορία.

Ήταν 11 Σεπτεμβρίου 2002. Ακριβώς ένα χρόνο μετά την τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης, ο Ένκε βίωσε τη δική του καταστροφή. Δεν ήταν μόνο ότι είχε μερίδιο ευθύνης για τα δύο απ’ τα τρία γκολ που του έβαλε ο άσημος Τόνι Μαδριγάλ και κόστισαν την ήττα-σοκ με 3-2. Περισσότερο τον έβλαψε το ξεμπρόστιασμα απ’ τον Φρανκ Ντε Μπουρ, ο οποίος στις δηλώσεις του στις τηλεοπτικές κάμερες χρέωσε στον Γερμανό τερματοφύλακα την ευθύνη του αποκλεισμού – παραβλέποντας ότι ο ίδιος είχε μάλλον μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης στη φάση του μοιραίου τρίτου γκολ.

Τότε ήταν που ο Ένκε έκαμψε τις αντιστάσεις του και, λίγο καιρό αργότερα, επισκέφθηκε για πρώτη φορά ψυχολόγο. Παράλληλα, όμως, ένιωθε ότι δεν αποτελούσε μέρος του συνόλου της Μπαρτσελόνα. Στις ομιλίες του Φαν Χάαλ (ο οποίος τον είχε υποβιβάσει πλέον σε τρίτο τερματοφύλακα) επέλεγε να στέκεται λίγο πιο πίσω απ’ τον κύκλο που σχημάτιζαν οι συμπαίκτες του. Ο Ολλανδός τεχνικός είχε επιπλήξει τον Ντε Μπουρ στα αποδυτήρια για τη δημόσια επίθεση προς τον συμπαίκτη. Αλλά δεν είχε μπει στον κόπο να ασχοληθεί με τον Ένκε και να του πει δυο κουβέντες παρηγοριάς. Ο ευαίσθητος Γερμανός ένιωθε μόνος.

Ούτε, όμως, ο δανεισμός στη Φενερμπαχτσέ (ως αντάλλαγμα για τη μεταγραφή του Ρουστού Ρετσμπέρ στην Μπαρτσελόνα) βοήθησε την ψυχοσύνθεσή του. Ταξίδεψε στην Τουρκία χωρίς την Τερέζα κι εκεί τον περίμενε ο φίλος και μάνατζέρ του, Γεργκ Νέμπλουνγκ. Η μοναξιά τον γέμισε με άγχος στην πολύβουη ατμόσφαιρα της Κωνσταντινούπολης, ενώ δεν ένιωσε ποτέ να τον στηρίζει ο Κριστόφ Ντάουμ, ο Γερμανός προπονητής της Φενερμπαχτσέ, που είχε εισηγηθεί την απόκτησή του.

Κοιτάζοντας κανείς σήμερα τη φωτογραφία που είχε βγάλει ο Ένκε λίγο μετά την υπογραφή του συμβολαίου του με την τουρκική ομάδα, μπορεί να διακρίνει την ένταση στο πρόσωπό του. Κατακόκκινος απ’ την αμηχανία, με το στόμα μισάνοιχτο, μοιάζει σαν να μην ξέρει πού βρίσκεται, σαν να κάνει κάτι που δεν θέλει. Σαν να μην έχει δύναμη να ορίσει τον εαυτό του.

Το ίδιο συνέβη και σε εκείνο το μοναδικό ματς που έπαιξε με τη Φενερμπαχτσέ κόντρα στην Ινσταμπουλσπόρ. Δεν έκανε πράξη τη σκέψη να σταματήσει το ποδόσφαιρο. Αλλά δεν ήταν δυνατόν να μείνει στην Κωνσταντινούπολη. Έλυσε το συμβόλαιό του λίγες μέρες αργότερα και επέστρεψε στη Βαρκελώνη, παρότι γνώριζε ότι για τουλάχιστον έξι μήνες θα προπονούνταν μόνος του.

Η καλύτερη ψυχοθεραπεία

Ο Ένκε συνειδητοποίησε ότι πάσχει από κατάθλιψη τον Σεπτέμβριο του 2003. Όπως αποκαλύπτει στο βιβλίο του ο Ρενγκ, στις 14 Οκτωβρίου, ο υψηλόσωμος τερματοφύλακας άρχιζε την καταγραφή των γεγονότων στο ημερολόγιό του με τη φράση «κοντεύω να τρελαθώ» και κατέληγε με τα εξής: «Σκέφτομαι συχνά την…»

Δεν είχε το κουράγιο να γράψει τη λέξη «αυτοκτονία».

Με την παρότρυνση του Νέμπλουνγκ, αλλά και του κολλητού φίλου του, Μάρκο Βίλα (γνωστού μας απ’ το πέρασμά του απ’ τον Παναθηναϊκό), ο Ένκε επιζητά βοήθεια από ειδικούς. Η καλύτερη ψυχοθεραπεία, όμως, έρχεται από αλλού. Τις πρώτες μέρες του 2004, μαθαίνει ότι η σύζυγός του είναι έγκυος. Και την τελευταία ημέρα της χειμερινής μεταγραφικής περιόδου, η Μπαρτσελόνα τον δίνει δανεικό στην Τενερίφη, ομάδα (και τότε) της δεύτερης κατηγορίας της Ισπανίας.

Χωρίς καλά-καλά να το καταλάβει, ο Ένκε γυρίζει σελίδα. Στην Τενερίφη βρίσκει την ευκαιρία να αγαπήσει ξανά το ποδόσφαιρο, μακριά από τα άγχη του πρωταθλητισμού. Και η γέννηση της κόρης του, της Λάρα, του δίνει νέο κίνητρο για τη ζωή. Παρότι οι γιατροί διέγνωσαν εγκαίρως ότι η μικρούλα θα γεννιόταν με καρδιοπάθεια, ο Ένκε όχι μόνο δεν πτοήθηκε, αλλά αναγεννήθηκε ως τερματοφύλακας. Λες και με την καλή απόδοσή του κάτω απ’ τα γκολπόστ, θα βοηθούσε την κορούλα του να ξεπεράσει το πρόβλημα της υγείας της.

Το καλοκαίρι του 2004 ο Ένκε μένει επιτέλους ελεύθερος απ’ την Μπαρτσελόνα και αποφασίζει να επιστρέψει στη Γερμανία. Υπογράφει στο Ανόβερο, όπου συνεχίζει την ανοδική του πορεία. Ο Γιούργκεν Κλίνσμαν, ο οποίος είναι πια προπονητής της Εθνικής, σκοπεύει να τον συμπεριλάβει στην ομάδα για την περιοδεία στην Ασία. Όμως, τα προβλήματα υγείας της Λάρα τον κρατούν πίσω. Πίστευε πλέον στον εαυτό του και ήξερε ότι θα είχε κι άλλες ευκαιρίες.

Η ζωή της Λάρα αποδεικνύεται μαρτυρική. Οι δόσεις ισχυρών φαρμάκων για την καρδιακή ανεπάρκεια τής προκαλούν κώφωση και κάθε τόσο χρειάζεται να υποβάλλεται σε λεπτές χειρουργικές επεμβάσεις. Ο Ρόμπερτ και η Τερέζα κάνουν ό,τι περνάει απ’ το χέρι τους για να τη βοηθήσουν. Η μικρούλα, όμως, δεν αντέχει την τρίτη χειρουργική επέμβαση, για την τοποθέτηση ενός κοχλιακού μοσχεύματος. Αφήνει την τελευταία της πνοή στις 19 Σεπτεμβρίου 2006 κι ένα τεράστιο κενό στην καρδιά των γονιών της.

Το αντιμετώπισε με σθένος

Παραδόξως, σημειώνει ο Ρενγκ στο βιβλίο του, ο θάνατος της Λάρα δεν πυροδότησε νέο καταθλιπτικό επεισόδιο στον Ένκε. Ο τερματοφύλακας του Ανόβερου αντιμετώπισε με σθένος το βαρύ χτύπημα της μοίρας και προσπάθησε να δει με θετικό μάτι τη ζωή. Κάποια στιγμή μάλιστα, θέλοντας να τιμήσει τη μνήμη της κορούλας του, επισκέφθηκε την εθνική ομάδων κωφών της Γερμανίας, για να τη βοηθήσει να προσελκύσει χορηγούς για την αγορά επαγγελματικού ιματισμού.

Στο γήπεδο, παρέμενε φύλακας-άγγελος της εστίας του Ανόβερου και εξέπληξε πολλούς τον Δεκέμβριο του 2006, όταν αποφάσισε να ανανεώσει το συμβόλαιό του (που έληγε έξι μήνες αργότερα) μέχρι το καλοκαίρι του 2010. Η Στουτγάρδη τον ήθελε επιτακτικά, όμως ο Ένκε είχε βρει τη γαλήνη του στη μικρομεσαία ομάδα της Κάτω Σαξονίας και στο σπίτι του στο Έμπεντε. Ίσως και να ήθελε να ανταποδώσει την εμπιστοσύνη που του είχε δείξει το Ανόβερο, μετά την περιπέτειά του στην Ισπανία.

Στην Εθνική Γερμανίας κάνει τελικά ντεμπούτο τον Μάρτιο του 2007, σε ένα φιλικό με τη Δανία στο Ντούισμπουργκ. Προπονητής είναι πλέον ο Γιόακιμ Λεβ, ο οποίος εξακολουθεί να λογίζει ως βασικό γκολκίπερ τον βετεράνο, Γενς Λέμαν. Ο Ένκε, όμως, ξέρει ότι μετά το Euro 2008 θα έχει την ευκαιρία να τον διαδεχθεί. Συμπεριλαμβάνεται ως δεύτερος τερματοφύλακας στην αποστολή για τα γήπεδα της Αυστρίας και της Ελβετίας, όπου η Νατσιοναλμάνσαφτ φτάνει μέχρι τον τελικό. Και πράγματι ξεκινά βασικός δυο μήνες αργότερα, στα πρώτα παιχνίδια των προκριματικών για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010.

Ανταγωνιστές του είναι πλέον ο Ρενέ Άντλερ της Λεβερκούζεν και ο Τιμ Βίζε της Βέρντερ Βρέμης. Πιο πίσω τους, αρχίζει να ξεπροβάλλει δειλά-δειλά το άστρο του ταλαντούχου τερματοφύλακα της Σάλκε, Μάνουελ Νόιρερ. Η μάχη για τη φανέλα με το Νο 1 θα είναι σκληρή και οι πνευματικές αντοχές του Ένκε θα δοκιμαστούν ξανά.

Η άφιξη της Λάιλα

Τα πράγματα φαίνεται να στραβώνουν για τον Ένκε στο 3-3 με τη Φινλανδία στο Ελσίνκι, στο δεύτερο κιόλας παιχνίδι των προκριματικών του Μουντιάλ της Νοτίου Αφρικής. Και το πιο δυνατό χτύπημα ήρθε παραμονές του επόμενου ματς κόντρα στη Ρωσία, όταν υπέστη κάταγμα στον καρπό, κατά τη διάρκεια του οικογενειακού διπλού.

Η έμφυτη ανασφάλεια του Ένκε, κάνει ξανά την επανεμφάνισή της. Το άγχος για την υλοποίηση της συμμετοχής σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο αρχίζει να του τρώει τα σωθικά. Ο Βίλα του συστήνει να αρχίσει τηλεφωνικές συνεδρίες με τον εξειδικευμένο ψυχίατρο, Βαλεντίν Μάρκσερ, ο οποίος τον είχε βοηθήσει κι εκείνον να αντιμετωπίσει τους δαίμονές του. Ο Ρόμπερτ το δέχεται, έστω και διστακτικά.

Τα ευεργετικά αποτελέσματα δεν αργούν να φανούν. Ο Ρόμπερτ ανακτά τη θέση του στο Ανόβερο και την Εθνική, ενώ σύμφωνα με δημοσιεύματα, η Μπάγερν ενδιαφέρεται για την απόκτησή του. Την τελευταία ημέρα του Απρίλη του 2009, ανοίγει ένα ακόμα πιο ευχάριστο κεφάλαιο στη ζωή του. Το κράτος έχει κάνει αποδεκτή την αίτηση του ζεύγους για υιοθεσία ενός μικρού κοριτσιού. Η Λάιλα «φώτισε σαν ηλιαχτίδα τις ζωές μας και μας δημιούργησε αισθήματα οικειότητας απ’ την πρώτη στιγμή», είχε γράψει στο ημερολόγιό του για τη θετή κόρη του.

Έχοντας αποκρούσει το δεύτερο επικίνδυνο… σουτ της κατάθλιψης, ο Ένκε μοιάζει πιο δυνατός από ποτέ την άνοιξη του 2009. Το μόνο που τον «χαλάει», είναι η πρόσληψη του Λούι Φαν Χαάλ στην τεχνική ηγεσία της Μπάγερν. Το όνειρο της μεταγραφής στους Βαυαρούς δεν θα γίνει πραγματικότητα, όμως δεν προβληματίζεται πολύ. Στο Ανόβερο αντιμετωπίζεται σαν σταρ, είναι το αδιαφιλονίκητο Νο 1 της Εθνικής και, το κυριότερο, απολαμβάνει την οικογενειακή ευτυχία.

Στις ράγες του Αϊλφέζε

Τίποτα δεν προμήνυε ότι η κατάθλιψη θα έκανε την επανεμφάνισή της και θα ωθούσε τον Ένκε στην αυτοκτονία μόλις λίγους μήνες αργότερα. Ωστόσο, η κακή απόδοσή του στην ήττα απ’ την Άιντραχτ Τρίερ για το Κύπελλο, στις 2 Αυγούστου 2009, αποδείχθηκε ότι είχε εξίσου αρνητική επίδραση στην αυτοπεποίθησή του, με εκείνη την αποφράδα βραδιά στη Νοβέλδα, επτά χρόνια νωρίτερα.

Ο Ρόμπερτ φορτώνεται ξανά με ανασφάλεια. Ένα πρόβλημα με το στομάχι του, που δεν του επιτρέπει να αγωνιστεί στον εκτός έδρας αγώνα με τη Ρωσία, κάνει τα πράγματα χειρότερα. Βλέποντας τον Άντλερ να έχει καθοριστική συμβολή στη νίκη με 1-0, που εξασφαλίζει στη Γερμανία την πρόκριση, νιώθει το όνειρο της συμμετοχής στο Μουντιάλ να απομακρύνεται.

Επιστρέφει στην εντεκάδα του Ανόβερου στις 31 Οκτωβρίου 2009, για τον εκτός έδρας αγώνα με την Κολωνία. Στις 8 Νοεμβρίου, είχε καλή απόδοση στο εντός έδρας 2-2 κόντρα στο Αμβούργο. Μετά τη λήξη του αγώνα, κατευθύνεται προς την κερκίδα για να χαιρετίσει τους οπαδούς της ομάδας του. Ήταν ανέκφραστος, αλλά κανείς δεν φανταζόταν ότι η κίνηση αυτή θα αποκτούσε μερικά 24ωρα αργότερα χαρακτήρα αποχαιρετισμού.

Ούτε η Τερέζα φοβήθηκε το απόγευμα της 10ης Νοεμβρίου, όταν τελείωσε το ραντεβού με τον γιατρό της. Κατά την επιστροφή της στο σπίτι, τηλεφώνησε στον Ρόμπερτ, ο οποίος την ίδια ώρα θα έπρεπε να είχε επιστρέψει απ’ την προπόνηση. Βρήκε, όμως, το κινητό του ήταν κλειστό. Όταν επικοινώνησε με τον προπονητή τερματοφυλάκων του Ανόβερου και συνειδητοποίησε ότι δεν είχε πραγματοποιηθεί προπόνηση κι ότι ο Ρόμπερτ της είχε πει ψέματα, κατάλαβε το κακό που είχε συμβεί.

Την ίδια ώρα που η αγαπημένη του τον αναζητούσε, ο Ρόμπερτ Ένκε, ο 32χρονος τερματοφύλακας του Ανόβερου και της Εθνικής Γερμανίας, είχε πέσει στις ράγες του τρένου, έξω απ’ την πόλη Αϊλφέζε. Γνώριζε καλά ότι η ταχεία από τη Βρέμη θα περνούσε με ιλιγγιώδη ταχύτητα από κει, ακριβώς στις 18:15.

Ο ευαίσθητος Ρόμπερτ

Το σοκ που προκάλεσε η αυτοκτονία του Ένκε ξεπέρασε τα γερμανικά σύνορα. «Πώς είναι δυνατόν ένας επιτυχημένος επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, να οδηγείται στην αυτοκτονία», αναρωτιούνταν πολλοί σε μια εποχή που η κατάθλιψη ήταν ακόμα ταμπού. Ήταν κι αυτός ένας από τους λόγους που ο Ένκε δεν μπόρεσε να τη νικήσει. Ως τερματοφύλακας, έβλεπε τον εαυτό του το έσχατο προπύργιο της αμυντικής γραμμής. Κι ένιωθε ότι μόνο καλό δεν θα του έκανε να γνωρίζουν οι αντίπαλοι (ποδοσφαιριστές, προπονητές και φίλαθλοι) ότι είναι καταθλιπτικός.

Ήταν τελικά το άγχος για τη διατήρηση της θέσης του στην Εθνική ο βασικός λόγος που πυροδότησε το μοιραίο καταθλιπτικό επεισόδιο. Ή μήπως η απώλεια της Λάρα τον «έτρωγε» αθόρυβα, παρότι ο ίδιος δεν έβγαζε τέτοιο συναίσθημα προς τα έξω; Μόνο ο ίδιος ο Ένκε θα μπορούσε να δώσει την απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα, αν κι αυτή έχει ελάχιστη σημασία πλέον.

Το βέβαιο είναι ότι η αυτοκτονία του ευαισθητοποίησε τους ανθρώπους του ποδοσφαίρου, ώστε να αντιμετωπίσουν με τη δέουσα σοβαρότητα την κατάθλιψη. Κατά τραγική ειρωνεία, τρία χρόνια αργότερα ο Ρενέ Άντλερ, αντίζηλος του Ένκε για τη θέση του βασικού τερματοφύλακα της Εθνικής, γνωστοποίησε τη δική του μάχη με την κατάθλιψη. «Είναι απάνθρωπο να νιώθεις ότι κάποιος μπορεί να πάρει τη θέση σου», εκμυστηρεύθηκε το 2012 ο Άντλερ.

Η κατάθλιψη χτυπά πιο εύκολα τους ευαίσθητους ανθρώπους και ο Ένκε ήταν τέτοιος. Το απέδειξε όταν ένιωσε την ανάγκη να τηλεφωνήσει στον Τίμο Χίλντενμπραντ, για να τον παρηγορήσει για τον αποκλεισμό του απ’ την αποστολή της Εθνικής για το Euro 2008 – παρόλο που ο ίδιος έβγαινε ευνοημένος απ’ την επιλογή του Λεβ. Το απέδειξε κι όταν τηλεφώνησε στον νεαρό, τότε, Σβεν Ουλράιχ, για να του δώσει κουράγιο ύστερα από τη δημόσια κριτική που του είχε ασκήσει ο προπονητής του στη Στουτγάρδη, για τα λάθη του σε ένα ματς με τη Λεβερκούζεν. Δεν είχε ξεχάσει ποτέ τη Νοβέλδα…

Σίγουρα δεν ήταν ο κορυφαίος τερματοφύλακας στον κόσμο. Ίσως να μην ήταν καν ο κορυφαίος τερματοφύλακας της Γερμανίας την εποχή που είχε κερδίσει θέση βασικού στην Εθνική. Και κανείς δεν μπορεί αν γνωρίζει αν η ζωή του θα εξελισσόταν καλύτερα, αν είχε υλοποιήσει τελικά το όνειρο της συμμετοχής στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010.

Χωρίς να το γνωρίζει, όμως, ούτε και να το επιδιώκει, ο Ένκε έσπασε με τον θάνατό του το ταμπού της κατάθλιψης.

Το ίδρυμα που φέρει το όνομά του, έμπνευση της Τερέζα Ένκε, παρέχει εδώ και χρόνια υποστήριξη σε πάσχοντες από κατάθλιψη και άλλα ψυχικά νοσήματα. Ακόμα και μικροί ποδοσφαιρικοί σύλλογοι εντάσσουν πλέον ψυχολόγους στο υποστηρικτικό προσωπικό τους. Και ακόμα και οι τελευταίοι συνάνθρωποί μας, συνειδητοποιούν σιγά-σιγά ότι η κατάθλιψη είναι ασθένεια κι όχι αδυναμία του εκάστοτε χαρακτήρα.

Αν πρέπει να κρατήσουμε κάτι απ’ την τραγική ιστορία του Ρόμπερτ Ένκε, ας είναι όλα τα θετικά. Ότι πάλεψε σκληρά με ένα θεριό, για μεγάλο διάστημα της ζωής του. Και παρότι νικήθηκε πολύ νέος, πρόλαβε να γευτεί πολλές χαρές στη ζωή και να είναι επιτυχημένος στο υψηλότερο επίπεδο ενός πολύ απαιτητικού σπορ, όπως το ποδόσφαιρο.

Δεν το λες και μικρό κατόρθωμα.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News