Αντώνης Καρπετόπουλος: Ο αληθινά μεγάλος Μάριο Ζαγκάλο

Δεν έγραψα τίποτα για τον μεγάλο Μάριο Ζαγκάλο, που έφυγε απ’ τη ζωή πριν από λίγες μέρες: ήταν παράλειψή μου. Μιλάμε για ένα πρόσωπο μυθικό: τον πρώτο άνθρωπο του ποδοσφαίρου που κέρδισε το Μουντιάλ και ως παίκτης και ως προπονητής. Γράφει στη SportDay ο Αντώνης Καρπετόπουλος.

Όπως σημειώνει ο Αλεξ Μπέλος στο «Φουτεμπόλ», ένα απ’ τα ωραιότερα βιβλία που έχουν γραφτεί ποτέ για το ποδόσφαιρο, η λέξη που χαρακτηρίζει την καριέρα του Ζαγκάλο είναι η λέξη «τόλμη». Ο Μάριο Ζόρζε Λόμπο για όλους «Ζαγκάλο» ήταν ένας προπονητής που του άρεσε να παίρνει ρίσκα, αν και -όπως έλεγε- υπολογισμένα. Στη ζωή του απέδειξε την αγάπη του για το επιθετικό ποδόσφαιρο με πράξεις. «Δεν υπήρξα ποτέ ποδοσφαιρικά επαναστάτης, αλλά ήμουν ένας “συντηρητικός-προοδευτικός“. Αν οι όροι αυτοί σας φαίνονται ότι συγκρούονται, συγκρούονται μόνο φαινομενικά» έχει πει.

Σαφώς και το αριστούργημά του υπήρξε η Βραζιλία που κέρδισε το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970. Τότε ως προπονητής της την οδήγησε στην κατάκτηση του τρίτου της Μουντιάλ, δείχνοντας σεβασμό στις ιδέες του προκατόχου του, Ζοάο Σαλντάνα, αλλά προσθέτοντας όσα είχε μάθει στο γήπεδο κατά τη διάρκεια της υπέροχης περιπέτειας που βίωσε ως παίκτης στη Σουηδία το 1958 όταν είχε κερδίσει το τρόπαιο ως ποδοσφαιριστής.

Μέλος

Το 1958 ήταν μέλος της Βραζιλίας, στην επίθεση της οποίας υπήρχαν ο Γκαρίντσα, ο Ντιντί, ο Βαβά, ο Πελέ κι αυτός. Ο τότε προπονητής του, ο Βιθέντε Φέολα, του είχε ζητήσει να θυσιάσει το ταλέντο του και να παίξει για τους άλλους τέσσερις. Ο Ζαγκάλο έτρεξε για όλους. Ο θρίαμβος του 1958 έκανε τον κόσμο ν’ ανακαλύψει τον Πελέ. Στα επίκαιρα της εποχής όλοι έτριβαν τα μάτια τους με το ταλέντο του Γκαρίντσα, αλλά η επιτυχία είχε διδάξει στον Ζαγκάλο ότι ο κάθε ποδοσφαιριστής μπορεί να είναι απαραίτητος αν ακολουθεί το πλάνο παίζοντας στο όνομα ενός κοινού καλού κι ας μην παίρνει αυτός τα χειροκροτήματα.

Ποτέ

Ο Ζαγκάλο δεν διεκδίκησε ποτέ την εφεύρεση ενός διαφορετικού ποδοσφαίρου, όπως πολλοί στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Παρέμεινε πιστός στην πεποίθησή του ότι οι νίκες ανήκουν στους παίκτες και όχι στους προπονητές. Αλλά η δική του τόλμη ήταν αυτή που μας έδωσε τη δυνατότητα να δούμε τη θεαματικότερη Βραζιλία όλων των εποχών το 1970.

Νίκη

Ο Ζαγκάλο έλεγε ότι δουλειά του προπονητή είναι το μεγάλο σχέδιο και δουλειά των παικτών οι μικρές λεπτομέρειες. Άφηνε απόλυτη ελευθερία στους πρωταθλητές του, διότι και αυτός ήταν πρωταθλητής, αλλά ήθελε συγχρόνως και να τον ακούν, ενώ δεν άντεχε όποιον έλεγε ότι δεν δέχεται να του λέει ένας προπονητής τι θα έπρεπε να κάνει. Ήταν επίσης τρομερά υποστηρικτικός απ’ τον πάγκο: αν έβλεπε έναν απ’ τους παίκτες του να θυμώνει επειδή μια ντρίμπλα του δεν πέτυχε, ο Ζαγκάλο δεν του έλεγε να σταματήσει τις ντρίμπλες, αλλά να ξαναδοκιμάσει. Ο Ζαγκάλο ήταν ένας καινοτόμος χωρίς να το ισχυρίζεται, αυτή είναι η πτυχή που -περισσότερο από άλλους- τον τιμά.

Αντιρρήσεις

Το 1970 ανέλαβε τη σελεσάο, ενώ γι’ αυτόν υπήρχαν πολλές αντιρρήσεις. Οι εφημερίδες της εποχής ήθελαν κάποιον με πυγμή, ικανό να πείσει κάποιους απ’ τους πολλούς κυνηγούς να καθίσουν στον πάγκο καθώς όλοι ήταν αδύνατο να χωρέσουν. Ο Ζαγκάλο είπε πως δεν υπάρχει κάτι ωραιότερο για έναν προπονητή απ’ το να έχει παίκτες που απαιτούν να παίζουν! Χωρίς ποτέ να σηκώσει τον τόνο της φωνής του, υπαγόρευσε τους κανόνες του, φτιάχοντας μία σελεσάο καταπληκτική, βασισμένη σε ένα αρχικό σχέδιο που φαινόταν παράλογο.

Ο Ζαγκάλο είχε στην επίθεση τούς Ζαϊρζίνιο, Γκέρσον, Τοστάο, Πελέ, και Ριβελίνο. Ο Ζαϊρζίνιο φορούσε τη φανέλα με το «10» στην Μποταφόγκο, ο Ζέρσον στη Σάο Πάουλο, ο Τοστάο στην Κρουζέιρο, ο Ριβελίνο στην Κορίνθιανς κι ο Πελέ φυσικά στη Σάντος. Όλοι αυτοί είχαν πιστούς προσωπικούς οπαδούς αφού στις ομάδες τους ήταν είδωλα. Η συνύπαρξή τους θεωρείτο και στη Βραζιλία πρόβλημα, αλλά για τον Ζαγκάλο δεν ήταν. Τους εξήγησε τι περίμενε στο γήπεδο, ζήτησε την απόλυτη αφοσίωση στο σχέδιο και δεν συνάντησε ποτέ εμπόδιο.

Πώς το έκανε; παραδόξως «δεκάρι», με την έννοια που το έχουμε συνηθίσει, δεν έπαιξε κανείς τους! Ο Ζέρσον ήταν οργανωτής απ’ τα μετόπισθεν, ο Ζαϊρζίνιο κι ο Ριβελίνο έκαναν τους εξτρέμ, ο Τοστάο έπαιζε ελεύθερος αλλά με την υποχρέωση να κάνει πολλή ανασταλτική δουλειά κι ο Πελέ ήταν κάτι σαν ψευτοφόρ πολύ πριν ο Γκουαρντιόλα δώσει στον ρόλο υπόσταση. Ήταν η καλύτερη σελεσάο όλων των εποχών, αυτή που η ΦΙΦΑ εξέλεξε ως την εθνική ομάδα του αιώνα: ποτέ ο κόσμος δεν θα ξαναείδε τέτοια ομάδα.

Τίποτα παράξενο

Απορούν πολλοί γιατί ο Τερίμ έπαιξε με «κόφτη» τον Κώτσιρα. Πρώτον ο Τερίμ αυτά τα απρόβλεπτα τα κάνει, όσο καιρό θα είναι στην Ελλάδα πρέπει να τα περιμένουμε. Δεύτερον η επιλογή ήταν λογική διότι ήθελε κάλυψη της άμυνας για να ρισκάρει πιο πολύ από κάποιον που να δίνει και ύψος, αλλά και να πασάρει προς τα αριστερά διότι από εκεί ήθελε να χτυπήσει. Από μία πάσα του Κώτσιρα ξεκινά η φάση που φέρνει το κόρνερ της ισοφάρισης, αυτό που πέτυχε ο Ιωαννίδης. Δεν ήταν τόσο παράξενη η επιλογή διότι δεν υπήρχε ούτε ο Ζέκα στον πάγκο.

Στους Βάσκους

Ο Ολυμπιακός δίνει απόψε ένα πολύ κρίσιμο ματς για την Ευρωλίγκα στη Βιτόρια. Απ’ την Μπαρτσελόνα έχασε ένα ακόμα ματς φέτος στο τέλος. Αλλά δεν είναι σωστό να το λέει κανείς αυτό μολονότι συνέβη: θέλω να πω πως αυτή τη φορά το πρόβλημα δεν ήταν οι κουρασμένες επιλογές του Πίτερς στο τέλος, αλλά η κακή άμυνα που έπαιξε ο Ολυμπιακός για τρία δεκάλεπτα. Αν βρεθείς 15 πόνους πίσω απ’ την Μπαρτσελόνα στο 30’ είναι απίθανο να καταφέρεις να πάρεις το ματς στην τελική ευθεία ακόμα κι αν κρατήσεις τους παίκτες του Γκριμάου χωρίς καλάθι για επτά λεπτά – να το κάνεις για δέκα είναι αδύνατο.

Η Μπαρτσελόνα φάνηκε πολύ έτοιμη να παίξει κόντρα στη βασική πεντάδα του Ολυμπιακού. Οι γηπεδούχοι «χτύπησαν» τον Πίτερς πολύ στην άμυνα και τον κούρασαν, έβγαλαν απ’ το ματς τον Κάναν, δυσκόλεψαν τον Γουόκαπ, ήταν έτοιμοι να πασάρουν σωστά στις εξόδους του Φαλ και να πάνε το ματς κοντά στο καλάθι. Αυτό τελικά έφτανε. Στο μπλακ άουτ του τέλους είχαν να υπερασπιστούν πάντα ένα προβάδισμα – έστω και μικρό.

Θα χρειαστεί πολλή ψυχή, τεράστια προσπάθεια και μεγάλη βελτίωση ο Ολυμπιακός για να κερδίσει την Μπασκόνια. Αν κόντρα στην Μπαρτσελόνα υπέφερε απ’ τον Πάρκερ, τον Πάρα, τον Σατοράνσκι και τον Ερνανγκόμεθ, απόψε στο ματς με την Μπασκόνια θα βρει απέναντί του τούς Μονέκε, Χάουαρντ, Μαρίνκοβιτς, Σεντεκέρκις, παίκτες δηλαδή που έχουν πόντους στα χέρια τους. Ο φετινός Ολυμπιακός είναι δύσκολο να κερδίσει (και μάλιστα εκτός έδρας) ομάδα που θα του βάλει πάνω από 80 πόντους. Πρέπει να βρει τρόπο να κρατήσει τους Βάσκους χαμηλά, να παίξει δηλαδή σκληρή άμυνα για σαράντα λεπτά. Όπως φάνηκε και στη Βαρκελώνη μόνο δέκα δεν αρκούν.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News