ΤΣΑΒΙ ΕΡΝΑΝΤΕΘ: Ο... Σέρβος δικτάτορας της Καταλονίας!

Ο εξάλογος του νέου προπονητή της Μπαρτσελόνα είναι πολύ προσεκτικά διατυπωμένος, ώστε να διατηρήσει τις ισορροπίες στην ομάδα και ταυτοχρόνως να εμφυσήσει κίνητρο στους ποδοσφαιριστές.

Μία από τις πλέον αξιομνημόνευτες ατάκες του Πεπ Γουαρδιόλα στην προπονητική πορεία του ήταν η εξής: «Αν θέλεις να πετύχεις στο ποδόσφαιρο, παρακολούθησε τον τρόπο που ζει ο Ινιέστα». Ο νυν τεχνικός της Μάντσεστερ Σίτι έχει ακόμη χρόνια μπροστά του σε πάγκους ομάδων, άλλωστε δεν έχει φτάσει ακόμη στον προορισμό του με τους «πολίτες», ο οποίος πιθανότατα είναι η κατάκτηση του Champions League. Κυρίως, δεν έχει φτάσει στο σημείο να έχει απαντήσει όλα τα ερωτήματα που αφορούν το ποδόσφαιρο στην ουσία και το σχηματισμό του. Αλλά θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος σε μια 20ετία, όταν θα έχει αποσυρθεί πια των πάγκων ή θα έχει αναλάβει την εθνική ομάδα της Κίνας, να διατείνεται ότι «ο Αντρές και ο Τσάβι είναι οι κορυφαίοι ποδοσφαιριστές που κοούτσαρα στην καριέρα μου». Πιθανώς του κάνει και ο Κέβιν ντε Μπρόινε, που το ανάστημά του στο γήπεδο μοιάζει να ξεμύτισε από τις σελίδες ενός βιβλίου του Ραμπελαί, αν εκείνος δεν σάρκαζε.

Αλλά ο Ινιέστα και ο Τσάβι ήταν οι κύριοι coachable. Εκείνοι που δεν θα είχαν οποιαδήποτε έξαρση στη συμπεριφορά τους. Όταν έφυγε ο Κάρλες Πουγιόλ, ο δεύτερος μάζευε τους Βραζιλιάνους της ομάδας ενώ χαριετίζονταν στους πανηγυρισμούς τους και προσπαθούσε να αποθαρρύνει το Νεϊμάρ να κάνει… θέατρο.

Ποδόσφαιρο σημαίνει ποδόσφαιρο. Κι ενώ η φράση θα μπορούσε να προκαλεί θυμηδία και ερωτήσεις του στυλ «τι άλλο θα μπορούσε να σημαίνει», υπάρχει κάτι που γίνεται αντιληπτό, είναι ενδεχομένως ανεξήγητο (ή, εν πάση περιπτώσει, μόνο αναλυτικά θα ήταν δυνατόν να ειπωθεί), αλλά το νιώθεις. Υπάρχει.

 

Ο εξάλογος επί της ουσίας

Ο βετεράνος δίνει το παράδειγμα

Ο νέος προπονητής της Μπαρτσελόνα έβγαλε έναν… εξάλογο, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, που είναι υποχρεωμένοι να ακολουθούν οι παίκτες του. Η σειρά που παρουσιάστηκαν οι εντολές κάθε άλλο παρά τυχαία είναι. Οι συνολικά δέκα εντολές είναι για μεγάλα παιδιά. Η σκληρότητα που παρουσιάζει το αφεντικό των «μπλαουγκράνα» στο ποδοσφαιρικό κομμάτι είναι αντιστρόφως ανάλογο του μειλίχιου του χαρακτήρα του. 

Ουσιαστικά, ο στόχος του Τσάβι είναι να αναχαιτίσει τη ματαιοδοξία των ποδοσφαιριστών του. Η απαγόρευση των social media για αυτούς θυμίζει κάτι από τα μέτρα που λάμβανε ο θρυλικός Ελένιο Ερέρα στην Μπαρτσελόνα και την Ίντερ, σε ό,τι αφορά την απομόνωση, μόνο που τώρα η έννοια της λέξης δεν συμβαδίζει με αυτό που όντως σημαίνει: τα social media δεν αφήνουν ποτέ τον παίκτη εντελώς απομονωμένο. Αυτό σημαίνει ότι αν ο Άνσου Φάτι, επί παραδείγματι, θέλει να απολαύσει το θαυμασμό του κοινού πριν από παιχνίδι, το να παραμείνει στο προπονητικό κέντρο και να μην έρθει σε άμεση επαφή με τον κόσμο δεν βοηθάει, αφού μέσω του κινητού μπορεί να το κάνει εμμέσως (και αυτή είναι η πλειονότητα των περιπτώσεων για όλους). Απομόνωση σημαίνει να μην έχει οποιαδήποτε επαφή.

Για να περάσει αυτό το μέτρο, που πιθανολογείται ότι στο μυαλό του είναι το βασικότερο, έπρεπε να ρίξει το τυράκι. Αν ο Νίκο ή οποιοσδήποτε άλλος θα τον κατηγορούσε για επιλεκτικότητα, με την απαγόρευση στον Ζεράρ Πικέ, να παίρνει, δηλαδή το τζετ και να κάνει ταξίδια, δεν υπάρχουν δυο μέτρα και δυο σταθμά. Ο τελευταίος, σε εκείνη την παρέα των νερντς από το 2008 έως το 2014 -οι οποίοι, παραδείγματος χάρη, αν ήταν τεχνικοί θα ανακάλυπταν μια μηχανή αναζήτησης πολύ ανώτερη από την Google ή αν ήταν επιστήμονες θα έφερναν τον κόσμο καμιά 150άρια δισεκατομμύρια έτη φωτός πιο κοντά στο big bang- πριν δηλαδή σκάσουν μύτη οι ακριβοθώρητοι Λουίς Σουάρες και Νεϊμάρ, ήταν ο πλέον ζωντανός οργανισμός, το πιο χαρούμενο παιδί, ο «χοντρός φίλος» -κι αυτό δεν είναι ρατσιστικό, υπάρχει ως στατιστικό δρώμενο σε κάθε αγορίστικη παρέα- που όλοι λατρεύουμε να έχουμε, τον πειράζουμε και εκείνος δεν αντιδρά. Σε εκείνη την ομάδα, ο Γουαρδιόλα είχε την τύχη να κοουτσάρει ποδοσφαιριστές που οι απαγορεύσεις, όπως μεταλαμπαδεύτηκαν από τους προπονητές της Μασία, ήταν αυτονόητες. Ακόμα και για τον Λιονέλ Μέσι, που υποτίθεται βρισκόταν στο απυρόβλητο, τουλάχιστον μέχρι να φύγει ο Τσάβι από την Καταλονία όλη η ζωή ήταν ποδόσφαιρο, ακόμα και σε ό,τι αφορά την τακτοποίηση της προσωπικής ζωής του.

Οι νυν παίκτες της Μπαρτσελόνα που βγήκαν από τη Μασία (και είναι σχεδόν βέβαιο ότι έδωσαν στον Τσάβι τον πραγματικό λόγο ώστε να αναλάβει μια άνευ Μέσι ομάδα) δεν έχουν τακτοποιήσει αυτό το θέμα, οπότε για να βγάζει φιρμάνι απαγόρευση σημαίνει ότι έχει διαπιστώσει πως είναι ενδοτικοί στους πειρασμούς. Επιπλέον, θα πρέπει να αποκλειστεί ότι ο Πικέ δεν είχε προειδοποιηθεί ότι η δική του έλλειψη ταξιδιωτικής ευχαρίστησης θα λειτουργήσει ως διελκυστίνδα και διαρκής υπενθύμιση.

Τα κλειδιά του Βουγιόσεβιτς

Κάτι από την «των πλάβι σχολή»

Εν ολίγοις, ο Τσάβι επαναφέρει στην Καταλονία έναν κόσμο που μόνο οι μπασκετικοί μπορούν να επιβεβαιώσουν την ύπαρξή του. Δεν είναι αστικός μύθος εκείνη η ιστορία που είχε ακουστεί για την Παρτίζαν του Ντούσκο Βουγιόσεβιτς τη σεζόν 2009-10, δηλαδή την ομάδα που έφτασε στο Final 4 του Παρισίου και δεν πήγε στον τελικό μόνο επειδή ο Τζος Τσίλντρες έστειλε, με κάρφωμα ύστερα από έρμπολ του Μίλος Τεόντοσιτς, το παιχνίδι στην παράταση. Έλεγαν ότι ο δικτάτορας είχε τα κλειδιά των σπιτιών των παικτών του, προκειμένου να κάνει απροειδοποίητες εφόδους για να βλέει αν βρίσκονται εκεί ή αν ξεπόρτισαν, ειδικά ακατάλληλες ώρες.

Γενικώς, είναι μια τάση που οι Γιουγκοσλάβοι προπονητές, ιδίως της σχολής του προφέσορα Άτσα Νίκολιτς, την είχαν. Ο νυν προπονητής του Απόλλωνα Σμύρνης στο πόλο Ανδρών, Νικόλας Δεληγιάννης, εξομολογήθηκε πριν από χρόνια ότι στο πρώτο ταξίδι του ως παίκτης της Γλυφάδας στο πρώτο επίπεδο, στην Πάτρα, αφού κάθισε στη θέση του στο πούλμαν φόρεσε τα ακουστικά του για να ακούσει μουσική. Ο τότε προπονητής (λελογισμένος και εθνοσωτήρας σε ό,τι αφορά την ελληνική υδατόσφαιρα) Νίκολα Στάμενιτς, τελευταίος προπονητής της εθνικής Γιουγκοσλαβίας πριν τη διάλυσή της, τον πλησίασε και του έκοψε τη φόρα, λέγοντάς του «no music for you» («όχι μουσική για σένα»). Ουσιαστικά, αυτό που ήθελε να πει -και το έκανε παραβολικά, όπως στις περισσότερες περιπτώσεις- είναι ότι η ανεξαρτησία κερδίζεται και δεν χαρίζεται, ειδικά όταν κάνεις πρωταθλητισμό -και αυτονοήτως η επίτευξή της είναι πιο γλυκιά.

Δεν είναι ανάγκη καν να αναφερθούν ιστορίες που αφορούν τον Ντούσαν Ίβκοβιτς και τον Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς, τον τρόμο ακόμα και φτασμένων παικτών που κάτι τους έτυχε και είχαν αργήσει στην προπόνηση, όπως στην περίπτωση του Ντρου Νίκολας τη σεζόν 2008-09, που ο Παναθηναϊκός κατέκτησε την πέμπτη Ευρωλίγκα του στο Βερολίνο, ή το θρυλικών διαστάσεων, πια, ξέσπασμα του Ντούντα επί του Σπανούλη στην Κωνσταντινούπολη, στον τελικό με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας.

Αμόρ

Το επίνειο του συναισθηματικού κόσμου

Ο Τσάβι, που υπήρξε μέλος της ομάδας η οποία λειτουργεί ως κριτήριο για όλες τις μελλοντικές, για αυτό στη Βαρκελώνη δεν πρέπει να γίνονται αναφορές σε αυτήν, αφού λειτουργεί ως βαρίδι, ανέλαβε την Μπαρτσελόνα με την επίγνωση ότι δεν πρέπει να χαθεί οποιοδήποτε παιδί. Δεν θα το ακούσει ποτέ κάποιος να χρησιμοποιεί όρους τύπου «πουλέν» ή «παιδιά μου», διότι εμφορείται από μια εσωτερική επιθυμία που έσχατο δέλεαρ είναι η αναγνώριση του έργου δημοσίως. Προτεραιότητα, επίσης, δεν πρέπει να είναι οι τίτλοι, αλλά να βρει η Μπαρτσελόνα το δρόμο της, διότι έχει ξεκάθαρα λοξοδρομήσει. Για την αθώωσή της, θα πρέπει να ειπωθεί ότι μετά τη «χρυσή εποχή» έπρεπε να βασιστεί σε επαγγελματίες από άλλους συλλόγους, οι οποίοι υπό προϋποθέσεις παρουσιάζονταν (και πιθανότατα ήταν) γενίτσαροι, αλλά στο τέλος ο λογαριασμός αφορούσε εκείνους απέναντι στην ομάδα -κι όχι ως μέρη της.

Ο γεννημένος στην Τεράσα μέσος έφυγε για την Αλ Σαντ και ενδεχομένως να θεωρούσε κάπου, στο πίσω μέρος του μυαλού του, ότι τα έργα και οι μέρες του θα ήταν αρκετά για να τον αναγκάσουν να υπογράφει μονοετές μέχρι να θελήσει να σταματήσει το ποδόσφαιρο. Υπήρξε πρόθεση, αλλά ο ίδιος την έκοψε κατευθείαν, ίσως διότι αναγνωρίζει την Μπαρτσελόνα ως ένα βασικό στοιχείο της προσωπικότητάς του, μια υπόσταση μέσα στην ίδια την υπόστασή του.

Όπως και να έχει, αυτός ο εξάλογος δείχνει πώς σκέφτεται εκείνος τη θητεία του: σαν μια «do or die» κατάσταση, στην οποία έχει υποχρέωση να εμφυσήσει στα παιδιά κάτι που δεν είναι αληθινό, όμως το ένιωσε: την αγνότητα και την αγάπη, με τις οποίες ο ίδιος πορεύθηκε στο κλαμπ. Αμόρ, που λένε και οι επίγονοι του Γκαουντί. Διαχωρίζοντας τις μπίζνες από την ουσία της εκπαίδευσης, ο Τσάβι αντιλαμβάνεται ότι αυτό είναι το πιο μεγαλόπνοο και δύσκολο -ούτως ή άλλως αυτοί οι δύο επιθετικοί προσδιορισμοί τακιμιάζουν συναπτώς- έργο του. 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News