ΤΙΑΓΚΟ ΑΛΚΑΝΤΑΡΑ: Όταν η ποίηση εφάπτεται διστακτικά της εποχής

Ένας από τους πλέον κομψούς παίκτες παγκοσμίως, αναμφισβήτητα υποψήφιος για το γκολ της χρονιάς, κάνει σημαντική καριέρα, αλλά νιώθεις ότι κάτι λείπει.

Περιβάλλει μια αίσθηση ντροπής την ακόλουθη τοποθέτηση, ειδικά αφού έγινε μόλις μία μέρα μετά το ψαλιδάκι του Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι στο Κίεβο με την Ντινάμο, στη νίκη 2-1 της Μπάγερν, και το εκπληκτικό ενσταντανέ που τον δείχνει οριζοντιωμένο και καλυμμένο από νιφάδες χιονιού, αλλά το γκολ του Τιάγκο Αλκάνταρα, στο 2-0 της Λίβερπουλ επί της Πόρτο στο «Άνφιλντ», πρέπει να πάρει το βραβείο του καλύτερου της χρονιάς.

Πρόκειται για ένα απίστευτο σουτ, που η ανάλυσή του δεν μοιάζει να καλύπτει τη διάσταση της ποσότητας, όπως κάποιος θα ήθελε. Ενέχει κάτι εντελώς παρανοϊκό, που δεν γίνεται να εκτιμηθεί αρκετά για το λόγο ότι συμβαίνει σε έναν κόσμο που υπάρχει… οξυγόνο. Η ανθρώπινη εξέλιξη έχει φροντίσει, όμως, να του αποδοθούν τα δέοντα, καθώς η κάλυψη που υπάρχει στο σουτ στο πλάνο με τον Τιάγκο πλάτη, είναι καταπληκτική.

Η μπάλα κυριολεκτικά ταξιδεύει, μετανιώνει, θέλει να ξαποστάσει και το ξανασκέφτεται. Το οξυβελές σουτ διαγράφει μια απίθανη πορεία, ειδικά τη στιγμή που μοιάζει με βεβαιότητα ότι η μπάλα θα γκελάρει στο έδαφος. Μοιάζει με βοτσαλάκι που κάνει γκελ στη θάλασσα χωρίς να την αγγίζει. Ο Τιάγκο το θέλει απολύτως. Βάζει το πόδι του με τέτοιον τρόπο ώστε να ακολουθηθεί καθοδική πορεία και με ένα αόρατο γκελ, μια επαφή η οποία δεν συμβαίνει ποτέ, επέρχεται το ανεπαίσθητο ανέβασμα και μια ελαφριά μετατόπιση, που την στέλνει στη γωνία του τέρματος.

Ομορφιά εξοντωτική.

 

Το σκροπ

Ένα ταξίδι στο χρόνο

Το πιο γνωστό τέτοιου είδους γκολ μάς έρχεται επίσκεψη από το 1998. Η Ισπανία ήταν το θύμα, αφού στις 13 Ιουνίου, στο «Μπουζουάρ» του Ναντ, ηττήθηκε 3-2 από τη Νιγηρία. Ο Ραούλ πέτυχε ένα από εκείνα τα εκπληκτικά τέρματα που αναδείκνυαν την πριγκιπική υπόστασή του στο 47’, για να βάλει τους Ισπανούς 2-1 μπροστά, αλλά μία γκάφα του Θουμπιθαρέτα έφερε την ισοφάριση στο 73’ και πέντε λεπτά αργότερα ο Σάντεϊ Ολίσε έπιασε το σκροπ, το οποίο χάρισε τη νίκη στη Νιγηρία.

Πρόκειται, παρά τη δύναμη του ποδοσφαιριστή, για ένα κομψό χτύπημα. Ουσιαστικά, η «ενέργεια» που έχει η μπάλα όταν πηγαίνει προς τον παίκτη διατηρείται στην επιστροφή. Το ρίσκο είναι να χτυπηθεί με δύναμη λόγω του φαινομενικού πλεονεκτήματος της φόρας που παίρνει ο ποδοσφαιριστής και του ότι δεν έχει κάνει άλλη επαφή, αλλά έρχεται από πίσω. Όταν συμβαίνει αυτό, παίρνει αναπότρεπτα ύψος. Το πόδι δεν πρέπει να είναι κάτω από την μπάλα, αλλά παράλληλα σε ό,τι υπολογίζεται ως το κέντρο της, ώστε, όταν φύγει, το σουτ να είναι ευθύ και ιοβόλο και όχι ένα απλό ξερό κουτουπιέ. Η τέχνη, στην περίπτωση του Αλκάνταρα με την Πόρτο, είναι ότι βάζει το πόδι του πάνω από την μπάλα, και το αριστούργημα, πως κατεβαίνει αντί να «ευθυγραμμιστεί». Από εκεί και ύστερα, όλα υπάγονται σε κάτι που πρέπει να αναγνωριστεί ως θαύμα, αφού η μπάλα φαίνεται ότι πετάει εν πλήρει συνειδήσει. Το σουτ του Ολίσε επίσης παίρνει ύψος και αυτό γίνεται τελευταία στιγμή. Μοιάζει, η μπάλα, να συνέρχεται και να αποφασίσει να ακολουθήσει τη διαδρομή που θα ακολουθούσε σε ένα φυσιολογικό τέτοιο σουτ, μόνο που είναι αργά να φύγει ψηλά.

 

Είδος πολυτέλειας

Μεγάλες ομάδες, επιλεκτική καριέρα

Το σουτ αναδεικνύει, αναπόφευκτα, το ποιόν του ανδρός. Ο Τιάγκο Αλκάνταρα, από τότε που βγήκε, το 2009, μοιάζει με πολυτέλεια. Μάλλον, μοιάζει να απέτυχε στο τάιμίνγκ του, αφού έχοντας ενσωματωθεί σε μία Μπαρτσελόνα που είχε πάρει, την προηγούμενη σεζόν, όλους τους τίτλους που είχε διεκδικήσει, δεν είχε γίνει το πραγματικό δίλημμα του καλοκαιριού: αυτό ήταν ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, που μεταγράφηκε και έπρεπε να χωρέσει στην ενδεκάδα, ειδικά μετά τη φυγή του Σάμι Έτο’ο για την Ίντερ.

Όπως ήταν λογικό, με τον Σέρχιο Μπουσκέτς και τον Τσάβι να καθιστούν ένα επιτελικό δίδυμο αξιοζήλευτο και ενδεχομένως ανεπανάληπτο -κυρίως σε ό,τι αφορά τη διαφορά στα χαρακτηριστικά τους- ο Τιάγκο δεν γινόταν να χωρέσει, ειδικά από τη στιγμή που η θέση του σχεδόν δεν… υπήρχε σε εκείνη την ομάδα, λόγω της εναλλαγής θέσεων και την κάλυψη τεράστιου χώρου. Βεβαίως, με μία πενταετία στη Μασία από τα 14 του, δηλαδή από το 2005, ο Τιάγκο απέκτησε τα εφόδια και την παιδεία ώστε να βλέπει το ποδόσφαιρο υπό διαφορετική οπτική γωνία σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Το χάρισμα της διορατικότητας υπάρχει ως έμφυτο, της δημιουργίας φάσεων, που άρχιζαν από μία απλή πάσα του, σύμφυτο. Η ρίζα του κρατά από τη Βραζιλία και εκεί εξ απαλών ονύχων, και εκεί επηρεάστηκε από ό,τι θα ερωτεύονταν όλοι, μια ατμόσφαιρα η φήμη της οποίας προϋπάρχει, εδώ και πάνω από 90 χρόνια, της ίδιας της ύπαρξής της.

Το σοφιστικέ παιχνίδι του έχει στοιχεία από το μοντέρνο Ισπανό μέσο, αλλά ο Τιάγκο μοιάζει να ενεργεί καλύτερα κάποια μέτρα μπροστά από ό,τι θα ήταν ο ιδανικός χώρος για εκείνον. Μερικές φορές, η αληθινή θέση του, όχι πίσω από τον επιθετικό, όχι μπροστά από τον αμυντικό, μοιάζει να μην υπάρχει, γι’ αυτό πρέπει κάπως να χωρέσει. Δεν είναι τυχαίο ότι το 2013, όταν ο Πεπ Γκουαρδιόλα, μετά τον ένα χρόνο ξεκούρασης και με την εκμάθηση γερμανικών στο πρόγραμμα, πήγε στην Μπάγερν, τον γύρευε per mare per terram, αξιώνοντας ή εκείνον ή κανέναν για τη θέση.

 

Οι 29 τίτλοι

Απαραίτητος και σεβάσμιος στην Μπάγερν

Ενδεχομένως ο Πεπ, δίχως να μπορεί να ακουμπήσει κάποιον από τους άλλους, δεσμευμένους ψυχή, σώματι τε και χρήματι με την Μπαρτσελόνα, βρήκε έναν ποδοσφαιριστή ο οποίος δεν υστερούσε σε κάτι, απλώς ήρθε λίγο πιο αργά από ό,τι έπρεπε, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το συμβολισμό της συγκεκριμένος ομάδας για το κοινό αίσθημα. Ο Τιάγκο, παρά τον τραυματισμό που τον ανάγκασε να χάσει σχεδόν όλη τη σεζόν 2014-15, συνδέθηκε περισσότερο με την Μπάγερν, για την οποία, άλλωστε, σκόραρε στον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου Συλλόγων το 2013, στο 2-0 επί της μεξικανής Ράχα Καχαμπλάνκα, παρά με τον Γκουαρδιόλα.

Παρά, άλλωστε, την έλλειψη δράσης για μεγάλο χρονικό διάστημα, η διοίκηση της βαυαρικής ομάδας επιβράβευσε την ποδοσφαιρική αξία του με τετραετές συμβόλαιο τον Αύγουστο του 2015. Τον Απρίλιο του 2017, δε, του έγινε νέα διετής επέκταση. Τραυματίστηκε ξανά -άλλωστε ένα πρόβλημα τον απέτρεψε να βρίσκεται στην αποστολή της εθνικής Ισπανίας για το Euro του 2012- και παρ’ ότι ο Πεπ αποτελούσε παρελθόν εδώ και καιρό, ο Τιάγκο γινόταν ο αγαπημένος όλων των προπονητών του, όπως ήταν ο Νίκο Κόβατς, που μετά το νταμπλ του 2019 είπε ότι «είναι το όνειρο του προπονητή, ο χτύπος της καρδιάς μας στο κέντρο. Μπορεί να κάνει οτιδήποτε με την μπάλα. Σε κάθε σεζόν από αυτές που ουσιαστικά έπαιξε είχε γόνιμα διαστήματα και δεν υπάρχει παιχνίδι που να έρχεται πρόχειρα στη μνήμη στο οποίο είχε αντικειμενικά κακή απόδοση.

Ο Τιάγκο έχει κατακτήσει δύο Champions League (2011, 2020), ένα ευρωπαϊκό Super Cup (2011) τέσσερα πρωταθλήματα Ισπανίας (2009, 2010, 2011, 2013), αφού ουσιαστικά ενσωματώθηκε στην πρώτη ομάδα της Μπαρτσελόνα τον Μάιο του 2009, πριν την έναρξη της επόμενης σεζόν, έξι πρωταθλήματα Γερμανίας (2014-20), δύο Παγκόσμια Κύπελλα συλλόγων (2011, 2013), ένα Κύπελλο Ισπανίας (2012) και τέσσερα Γερμανίας (2014, 2016, 2019, 2020), δύο Super Cup Ισπανίας (2010, 2011) και τρία Γερμανίας (2016-18), το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα U17 το 2008 και δύο αντίστοιχες διοργανώσεις U19, το 2011 και το 2013). Επιπλέον, με την τελευταία χρονιά του στην Μπάγερν, περιλήφθηκε στην ομάδα της χρονιάς για την UEFA.  

 

Ο τραυματισμός και ο Κλοπ

Ένας μπελάς που αξίζει τον κόπο

Με αυτούς τους 29 τίτλους στο ενεργητικό του, η εξαγωγή ότι ο Τιάγκο Αλκάνταρα είναι ένας από τους ωραίους ποδοσφαιριστές των καιρών μας δεν είναι άδικη ούτε παραμορφική. Υπήρξε βασικός στον τελικό του Champions League του 2020, το 1-0 της Μπάγερν απέναντι στην Παρί και γενικώς πρόκειται για ένα μέσο που επηρεάζει το παιχνίδι. Ο Γιούργκεν Κλοπ τον είδε να τραυματίζεται πέρυσι για κάποιο διάστημα και είναι προφανές ότι η Λίβερπουλ έχει ένα συγκεκριμένο κορμό και το ροτέισον που κάνει είναι επιλεκτικό. Οι τρεις φορ, που είναι ουσιαστικά… κανένας, οι τέσσερις αμυντικοί και οι δύο μέσοι που πρέπει να έχουν ανασταλτικό χαρακτήρα στο παιχνίδι τους, αφήνουν ουσιαστικά μία θέση κενή, για την οποία προφανώς γίνεται… πόλεμος. Ο Τιάγκο διαπρέπει στο σετ παιχνίδι και την κυκλοφορία της μπάλας, αλλά στη Λίβερπουλ πρακτικά πρέπει να παίζει λίγο πιο πίσω από το χώρο στον οποίο συστήθηκε στον κόσμο.

Αλλά ο άνθρωπος είναι όντως παικταράς, διότι μόνο ένας τέτοιος μπορεί να βάλει το γκολ που σημείωσε με την Πόρτο -κυρίως εν πλήρη συνειδήσει, ότι έγινε αυτό που ήθελε. Ο Κλοπ θέλει παικταράδες, στηρίζει την τέχνη από όπου κι αν προέρχεται. Το γκολ του με τη Σαουθάμπτον, στο 4-0 του Σαββάτου που συνοδεύτηκε από μία αργή πλην όμως πειστική προσποίηση, πριν την καραμπόλα, δηλοί την κατάστασή του.Με το όνομά του να ακούγεται για φευγιό και τον Τσάβι να τον θέλει για να γίνει, ηθικά και ουσιαστικά, ένας προωθημένος Μπουσκέτς στην Μπαρτσελόνα, ο Τιάγκο είναι μια όμορφη πολυτέλεια, που απλώς μπορεί να εκπλήξει με το πόσο χρηστική μπορεί να γίνει επί του πρακτέου. Αν δεν γίνει πρώτα μπελάς, για το πώς θα χωρέσει σε ένα σύστημα που θα υπηρετεί τον παιχνιδοκόσμο που έχει στο μυαλό του. Πρόκειται, το δίχως άλλο, για την ευλογία της δημιουργικότητας.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News