Συνέντευξη Μανώλης Μαυρομμάτης: «Όσα έζησα τόσα χρόνια μέσα στα γήπεδα και την ΕΡΤ»

Βελτίωση παρουσιάζει η κατάσταση της υγείας του πολύ αγαπητού δημοσιογράφου Μανώλη Μαυρομμάτη μετά το ατύχημα στο σπίτι του και το Sportday.gr θυμίζει τι είχε εξομολογηθεί σε πρόσφατη συνέντευξή του για την πολύχρονη πορεία του στα γήπεδα και όχι μόνο…

Αν ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, αυτός ο φτωχός και μόνος καουμπόι του ελληνικού πενταγράμμου, δεν κυκλοφορούσε το δίσκο του Ψυχραιμία Παιδιά και το κομμάτι Το Ματς το 1979, αλλά λίγα χρόνια αργότερα, τότε ίσως ο στίχος του να ήταν λίγο διαφορετικός και να έλεγε «και πώς μας δονεί, του Μαυρομμάτη η φωνή».

Γιατί το ρυθμό, το ταπεραμέντο και την ένταση στη φωνή του Μανώλη Μαυρομμάτη δεν την είχε ποτέ κανείς άλλος Έλληνας σπορτκάστερ. Με 300 χρονομετρημένες λέξεις το λεπτό ο δικός μας Μανόλο «πυροβολούσε» στις μεταδόσεις του, πιο γρήγορα κι από τον Λούκι Λουκ!

Τον Μανώλη Μαυρομμάτη τον συναντήσαμε στο γραφείο του στο Κολωνάκι, στην οδό Λουκιανού (τι σύμπτωση!) έναν τόπο που δεν εγκατέλειψε ποτέ από τη στιγμή που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, μετά τη γενέτειρά του, τον Πλατανιά Χανίων και την Ιταλία όπου σπούδασε κινηματογράφο, θέατρο και ραδιόφωνο. Μόνο κατά τη θητεία στο ευρωκοινοβούλιο όπου μοιραζόταν μεταξύ Αθηνών και Βρυξελλών και όταν έπρεπε να εκτελέσει τα δημοσιογραφικά του καθήκοντα.

Αφορμή ο αγώνας Λίβερπουλ – Ρεάλ και θέμα οι ιστορίες που έχει να διηγηθεί από τα 50 χρόνια που καλύπτει ή παρακολουθεί ως φίλαθλος τους τελικούς του Champions League. Όταν έχεις, όμως, ως συνομιλητή τον Μανώλη Μαυρομμάτη πώς μπορείς να σταθείς (ή να τον συγκρατήσεις να περιοριστεί) μόνο εκεί;

Είναι κι αυτός ο υπολογιστής που ενώ βάζω τις χιλιάδες λέξεις σε μια τάξη, μού ζητά την αναβάθμιση… Μοντερέι. Τι σχέση έχει αυτό με τη συνέντευξη; Θα δείτε παρακάτω:

Η εμπειρία του Χέιζελ

Το 1985 ο κόσμος όλος σοκάρεται και θρηνεί 39 νεκρούς πριν από την έναρξη του τελικού Γιουβέντους – Λίβερπουλ στο Χέιζελ των Βρυξελλών. Ο Μανώλης Μαυρομμάτης ήταν εκεί μαζί με τον Γιάννη Διακογιάννη.

«Ο Γιάννης θα έκανε το σπικάζ κι εγώ το ρεπορτάζ, τις συνεντεύξεις και το σχόλιο στη διάρκεια του ματς. Ο Γιάννης θυμάμαι, με φώναζε «Ιταλό». Ταιριάζαμε πολύ, γιατί είμασταν και οι δύο κουλτουριάρηδες και με αυτά που λέγαμε στις μεταδόσεις σπάγαμε τη ρουτίνα. Είχαμε καλή χημεία. 

Έχοντας πάει στο γήπεδο δύο ώρες νωρίτερα, όπως συνήθιζα, αντελήφθην πρώτος την τραγωδία. Ήμουν εκεί που ξεκίνησαν τα γεγονότα, από τη είσοδο Ζ. Από εκεί μπήκα κι εγώ στο στάδιο. Μετρούσα τους νεκρούς και τους τραυματίες που συμπωματικά έφερναν σε λαμαρίνες κάτω από εκεί που βρισκόμουν.

Μια τραυματική εμπειρία… Όλοι οι σχολιαστές μετέφεραν στις πατρίδες τους τα γεγονότα εκτός από εμάς.

Είπα στον Γιάννη να ειδοποιήσει την ΕΡΤ να ανοίξουν νωρίτερα το κύκλωμα, γιατί υπό φυσιολογικές συνθήκες αυτό θα γινόταν μισή ώρα πριν από τον αγώνα. Έμπειρος και συνεργάσιμος ο Γιάννης, μίλησε με την Αθήνα, άνοιξαν τον κύκλωμα και δώσαμε κι εμείς το ρεπορτάζ.

Photo Credits: Eurokinissi | Αντώνης Νικολόπουλος

Υπάρχει κι μια άλλη λεπτομέρεια που την γνωρίζω λόγω των καλών σχέσεών μου με την UEFA. Στο ημίχρονο έγινε σύσκεψη στα αποδυτήρια σχετικά με το αν έπρεπε να βγουν οι ομάδες για να συνεχιστεί ο αγώνας. Στην UEFA ήταν τότε στην Εκτελεστική Επιτροπή ο αείμνηστος πρώην Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Κώστας Κοσμόπουλος, αδερφικός μου φίλος. Μου περιέγραψε τις αντιθέσεις στις απόψεις της UEFA και των δύο ομάδων. Η επιλογή της αναβολής δεν υπερίσχυσε, επειδή θεωρήθηκε ότι αν το ματς δεν συνεχιζόταν θα γινόντουσαν χειρότερα επεισόδια.

Πολύ συζητήθηκε και το πέναλτι που έδωσε ο Ντέινα, λέγανε ότι ήταν εκτός περιοχής. Εγώ είδα ότι ήταν μέσα».

Η φωτογραφία με το Κύπελλο, η παλιά Mercedes και η διοργάνωση της Αθήνας

Ζητήσαμε από τον Μανώλη Μαυρομμάτη νας μας περιγράψει μικρές σκηνές που έχουν χαραχτεί στη μνήμη από άλλους τελικούς του πάλαι ποτέ Κυπέλλου Πρωταθλητριών:

«Όταν πια ο Διακογιάννης είχε αρχίσει να κουράζεται, τους τελικούς τούς μετέδιδα εγώ. Θυμάμαι χαρακτηριστικά αυτόν του Μονάχου το 1993, Μαρσέιγ – Μίλαν 1-0, με κεφαλιά του Μπολί. Ήταν ένα γκολ που το είχα «δει» πριν σημειωθεί! 

Ο τελευταίος που μετέδωσα ήταν στο Ολυμπιακό στάδιο της Αθήνας το 1994, Μίλαν – Μπαρτσελόνα. Ένας σημαντικός αγώνας για μένα γιατί ήμουν και επικεφαλής του γραφείου Τύπου της UEFA. Είχαμε τότε τον αριθμό ρεκόρ των 2.500 δημοσιογράφων. Ο τελικός αναδείχτηκε η καλύτερη διοργάνωση στην Ευρώπη όσον αφορά τις υπηρεσίες Τύπου. Στις κερκίδες βρέθηκαν 35.000 Ιταλοί κι άλλοι τόσοι Ισπανοί και δεν έγιναν καθόλου επεισόδια.

Όσον αφορά αγώνες που παρακολούθησα, θυμάμαι χαρακτηριστικά τον τελικό του Βελιγραδίου to 1973, ανάμεσα στον Άγιαξ και τη Γιουβέντους. Πήγαμε εκεί με αυτοκίνητο, μια Mercedes του Κλεομένη Γεωργαλή της Αθλητικής Ηχούς μαζί με τον Γιώργο Βενετούλια.

Έναν χρόνο νωρίτερα ήμουν στο Ρότερνταμ στον τελικό Άγιαξ – Ίντερ. Μετά το αγώνα βρέθηκα στα αποδυτήρια. Είχαν τοποθετήσει το Κύπελλο σε ένα τραπέζι του πινγκ πονγκ και εγώ στεκόμουν από πάνω. Ο φωτογράφος του γαλλικού πρακτορείου απαθανάτισε τη στιγμή και η φωτογραφία μου «έπαιζε» την άλλη μέρα στην Equipe και σε άλλες εφημερίδες! Τότε δούλευα για το ΦΩΣ.  

Ένα άλλο περιστατικό που θυμάμαι ήταν όταν στο Ντα Λουζ σε ένα ματς Μπενφίκα – Άγιαξ ήρθε τότε, πρωτόβγαλτος ο Τέρενς Κουΐκ με το ΦΩΣ. 

Εγώ ήμουν εκεί ως ανταποκριτής της Corriere dello Sport την οποία υπηρέτησα επί 35 χρόνια. Το ίδιο διάστημα ήμουν ακόμα ανταποκριτής της Marca και της A Bola. Έτσι έκανα τις καλύτερες δημόσιες σχέσεις, που με βοήθησαν στο επάγγελμά μου.

Λόγω αυτών των σχέσεων, όπου πήγαινα αισθανόμουν σαν το σπίτι μου και ήμουν πάντα ο καλύτερα πληροφορημένος, με όλον τον σεβασμό για τους άλλους συναδέλφους. Επίσης στις κληρώσεις ήμουν πάντα στην πρώτη γραμμή».

Το Champions League σήμερα

Έχοντα βιώσει το παλιό Κύπελλο Πρωταθλητριών τόσο έντονα, τόσο ζωηρά, πώς βλέπει ο Μανώλης Μαυρομμάτης τη γιγάντωση του θεσμού που ξεκίνησε από τη μετονομασία του σε Champions League και την πλήρη μετάλλαξή του;

«Έχουν γίνει συγκλονιστικές αλλαγές, οι μεγάλες ομάδες έχουν τεράστια μπάτζετ, απίστευτη οργάνωση. Ειδικά οι Άγγλοι, αλλά και στις άλλες χώρες.

Η τιμωρία των ομάδων από την Μάργκαρετ Θάτσερ έβαλε μια τάξη στο αγγλικό ποδόσφαιρο, άλλαξε μορφή, μπήκαν οι ξένοι στο πρωτάθλημα.

Βλέπουμε πια στους τελικούς όμορφες φατσούλες, γυναίκες, παιδιά και όχι επεισόδια.

Πλέον, όλοι θέλουν να μπουν στο Champions League, έστω στα προκριματικά. Τα χρήματα που δίνονται είναι πολλά από τις πολυετής συμφωνίες παραχώρησης των δικαιωμάτων και τους χορηγούς και με αυτά γίνονται οι μεταγραφές των ομάδων».

Τα προγνωστικά του για το Λίβερπουλ – Ρεάλ

Χωρίς καν να τον ρωτήσουμε, ο Μανώλης Μαυρομμάτης μάς έδωσε τα προγνωστικά του για τον τελικό του Παρισιού. Αν και στην αρχή προσπάθησε να μας… ντριμπλάρει, στη συνέχεια διάλεξε στρατόπεδο, ενώ αναφέρθηκε και στον αριθμό των τερμάτων που θα χρειαστούν για να κατακτηθεί το τρόπαιο:

«Θα αναμετρηθούν δύο από τις μεγαλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Συνηθίζω να λέω ότι όσο η μπάλα είναι στρογγυλή το ματς είναι 1Χ2.

Η Ρεάλ είναι τυχερή που έχει τον Μπενζεμά στην καλύτερή του φόρμα και θα παίζει στην πατρίδα του. Η Λίβερπουλ έχει τη δυναμική και έχει δώσει πάρα πολλά παιχνίδια φέτος. Θεωρώ ότι ένα γκολ δεν θα είναι αρκετό για να αναδείξει το νικητή. 

Η Ρεάλ έχει πολύ καλή παράδοση στο Παρίσι. Από εκεί ξεκίνησε με τον τελικό του 1956, τη μεγάλη πορεία των πέντε σερί τροπαίων. 

Η Λίβερπουλ διαθέτει 2-3 πολύ μεγάλους παίκτες, αλλά, αν τους εγκλωβίσει ο αντίπαλος, δεν έχει πολλές λύσεις. Τελευταία νομίζω ότι δεν είναι τόσο καλή κατάσταση.

Χαίρομαι πολύ που ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές του τελικού υπάρχει και ένας Έλληνας, ο Κώστας Τσιμίκας. Κέρδισε τη θέση του με την αξία του και μαζί την εμπιστοσύνη ενός σκληρού προπονητή.

Ο Γίργκεν Κλοπ επηρεάζει πολύ, θετικά και αρνητικά, με τις φωνές τους παίκτες του. Θυμίζει κόουτς μπάσκετ. Αντίθετα, ο Κάρλο Αντσελότι ήταν ως παίκτης και παραμένει ως προπονητής ήρεμος άνθρωπος. Έχει καταφέρει η Ρεάλ να ανεβάζει την απόδοσή της στο δεύτερο ημίχρονο με τις κατάλληλες κινήσεις και αλλαγές. Διαθέτει και καλύτερο πάγκο, που τον έχει βοηθήσει πολύ μέχρι τώρα.

Θα ήθελα να κερδίσει η Ρεάλ, μιας και έχω πολλούς φίλους Ισπανούς από το ευρωκοινοβούλιο».

Η παράκληση προς τον Θεοδωρίδη

Μιλώντας για ποδόσφαιρο και τελικούς, ο Μανώλη Μαυρομμάτης εξέφρασε μια πικρία για την απουσία των Ελλήνων διαιτητών από τις μεγάλες διοργανώσεις.

«Είναι μεγάλο κέρδος το γεγονός ότι οι διαιτητές, λόγω VAR, πλέον δεν επηρεάζουν την εξέλιξη των αγώνων. Δυστυχώς δεν βλέπουμε, όμως, Έλληνες να σφυρίζουν μεγάλα ματς. Η Ελλάδα έχει παίξει σε Μουντιάλ, οι διαιτητές μας όχι.

Αισθάνομαι λίγο πικραμένος γιατί δεν έχουν στηριχθεί από τον Θεόδωρο Θεοδωρίδη, τον οποίον βοήθησα να βρεθεί στη θέση που είναι σήμερα στην UEFA. Ο πατέρας του, Σάββας, ήταν αδελφικός μου φίλος. Θα ήθελα να κάνει κάτι για την πατρίδα του. Μπορεί να τα καταφέρει, ξέρω πώς λειτουργούν οι διεθνείς ομοσπονδίες. Παράκληση να βοηθήσει και την Ελλάδα».

Η προετοιμασία πριν από τα παιχνίδια

Με λίγα κλικ, οι σημερινοί σπορτκάστερ έχουν όλες τις πληροφορίες μπροστά στην οθόνη τους. Πώς προετοιμάζονταν, όμως, οι δημοσιογράφοι για τη μετάδοση πριν από 40 και 50 χρόνια;

«Πάντα σκεφτόμουν ότι τον αγώνα που μετέδιδα θα τον παρακολουθούσαν 5-6 εκατομμύρια κόσμος. Θυμάμαι ο Διακογιάννης έφερνε μαζί ένα ναυτικό σακίδιο που είχε μέσα όλο το αρχείο του γραμμένο στο χέρι. Τον πειράζαμε τότε και του λέγαμε να ζητήσει κι άλλο δωμάτιο για να βάλει τις σημειώσεις του…

Εγώ παρακολουθούσα όλες τις ομάδες, ετοίμαζα ό,τι πίστευα πώς ενδιέφερε τον κόσμο και θα έκανε τη μετάδοση ξεχωριστή. Στο γήπεδο πήγαινα πάντα με ταξί δύο ώρες πριν από την έναρξη για να έχω τον χρόνο να αντιμετωπίσω κάθε απρόοπτο συμβάν. Να έχω χρόνο να κάνω πρόβα.

Το μεγάλο μου πλεονέκτημα στις μεταδόσεις ήταν ότι μετά τα πέντε πρώτα λεπτά ήξερα και τους 22 παίκτες, από μικρές λεπτομέρειες στην εμφάνισή τους. Έπαιζε ρόλο και η προετοιμασία, κάποιους ποδοσφαιριστές τους αναγνώριζες αμέσως. Στα ματς των μεγάλων ομάδων, βέβαια, ήταν όλοι γνωστοί.

Αγάπησα το σπορ και τη δουλειά μου, γι’ αυτό ήθελα ο θεατής να νιώθει την ατμόσφαιρα του γηπέδου. Οι νέοι πρέπει να το έχουν αυτό υπόψιν τους, να δίνουν, δηλαδή, ήχο στην εικόνα. Να φωνάξεις, όταν χρειαστεί. Εγώ καθιέρωσα το “γκολ-γκολ-γκολ”. Αισθανόμουν ότι έλεγα εκείνη τη στιγμή “έλα ξύπνα”.

Κυρίες μού έχουν πει, χαριτολογώντας, ότι έχουν κάψει το φαγητό που ετοίμαζαν, επειδή φώναζα εγώ από την τηλεόραση, φώναζαν και οι άντρες τους από τον καναπέ κι αυτές έβγαιναν από την κουζίνα για να δουν τι συμβαίνει!

Σε κάθε χώρα έχουν διαφορετικό ταπεραμέντο. Στην Αγγλία, για παράδειγμα, ο σπορτκάστερ απευθύνεται στο φίλαθλο που διαβάζει τους Times στον καναπέ και πίνει το τσάι του. Γι’ αυτό η μετάδοση έχει αργό ρυθμό, άλλωστε τα ματς γίνονται το μεσημέρι. Αντίθετα τον Έλληνα δεν πρέπει να τον κοιμήσεις».

Οι συνθήκες στο Μοντερέι και τα λάθη στις μεταδόσεις

Αθλητικές μεταδόσεις χωρίς λάθη, με τόσες πληροφορίες να πρέπει να μεταφερθούν σε ελάχιστο χρόνο, δεν υπάρχουν. Ο Μανώλης Μαυρομμάτης είχε πάντα το χάρισμα να καλύπτει άμεσα τα όποια λάθη, χάρη στην ταχύτητα και την ευστροφία του. Ενώ απαντά στους επικριτές του, μάς περιγράφει και τις συνθήκες υπό τις οποίες γινόντουσαν οι μεταδόσεις και φέρνει ως παράδειγμα ένα καυτό μεσημέρι στο… Μοντερέι στο Μεξικό το 1986:

«Χάρη στο αθλητικό ρεπορτάζ έχω κάνει δύο φορές το γύρο του κόσμου. Αυτό είναι ένα κέρδος όπως και η ηθική ικανοποίηση που ο κόσμος με θυμάται και με χαιρετά όπου πηγαίνω.

Ωστόσο, η ΕΡΤ δεν έκλεινε ποτέ καλές θέσεις σχολιαστών, γιατί δεν είχε τα χρήματα να πληρώσει. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, έκανα τις μεταδόσεις από τα ψηλά πατώματα των γηπέδων στις γωνίες, 200 μέτρα μακριά από τη δράση. Ανέβαινα ατελείωτες σκάλες. Τώρα πώς «έβλεπα» το γκολ πριν μπει, αυτό είναι άλλο θέμα. 

Πριν αρχίσει το ματς πήγαινα στους ξένους σπορτκάστερ και τους έβαζα να διαβάσουν τα ονόματα για να ακούσω τη σωστή προφορά.

Στο Μεξικό το 1986, ένα ματς έγινε στις 12 το μεσημέρι με 50 βαθμούς θερμοκρασία σε ένα γήπεδο χωρίς σκέπαστρο. Τότε είπα στην αρχή “Γεια σας από το καμίνι του Μοντερέι”. Είχα σηκωθεί στις 6, πέταξα στις 7:30 έφτασα στις 10, πήγα με ταξί στο γήπεδο με δικά μου έξοδα, έκανα την περιγραφή και μετά περίμενα κάποιον ξένο συνάδελφο να με πάει στο αεροδρόμιο για να γυρίσω στο ξενοδοχείο β’ κατηγορίας που έκλεινε η ΕΡΤ. Λεφτά δεν υπήρχαν ούτε για να ακολουθήσουμε τους ξένους συναδέλφους στα ακριβά εστιατόρια και μπαρ που πήγαιναν μετά τα ματς. Έλεγα “είμαι κουρασμένος” ή “δεν πίνω” για να μην εκθέσω τη χώρα μου.

Δεν κλάφτηκα, δεν είπα στη μετάδοση δουλεύουμε με άθλιες συνθήκες. Αυτό δεν ενδιαφέρει τον κόσμο. Το λέω τώρα που πέρασαν πολλά χρόνια. Προτίμησα στη μετάδοση να μιλήσω για την οροσειρά της Σιέρα Νεβάδα και της Σιέρα Μάδρε, όπου γυρίστηκε η ταινία του Σεργκέι Αϊζενστάιν Εδώ ζει το Μεξικό. Αυτά ο κόσμος τα ακούει και χαίρεται, δεν θέλει να μάθει για τις συνθήκες που αντιμετωπίζω εγώ στη δουλειά μου.  

Σπικάριζα 300 λέξεις το λεπτό. Πες μου ποιος δεν θα κάνει μία λέξη λάθος; Αν είσαι άτυχος μπορεί να κάνεις λάθος στη λέξη που αλλάζει το νόημα της πρότασης.

Δεν δέχτηκα ποτέ ως λάθη προφορές ονομάτων που ο ίδιος είχα ρωτήσει ξένους συναδέλφους για να μάθω. Τους αποκαλούσα όπως τους έλεγαν στις πατρίδες τους. Μου έλεγαν κάποιοι “μα εμείς στην Ελλάδα έχουμε συνηθίσει να του λέμε έτσι”. Θέλουν να διαιωνίζουν το λάθος; Ε, εγώ δεν το κάνω. Δεν μπορεί να μου πει ο άλλος πώς θα πω τον Φαν Μπάστεν, με τον οποίο έκανα μια από τις πρώτες μου συνεντεύξεις. Πήγαινε στην Ολλανδία και πες ότι ψάχνεις το μουσείο Βαν Γκονγκ. Δεν θα σε καταλάβει κανείς.

Διάβαζα συχνά πολλά ξένα μέσα ενημέρωσης. Στην Ιταλία έμαθα το σουτ-τηλεφώνημα, το έλεγαν οι μεγάλοι Ιταλοί σπορτκάστερ, όπως ο Νικολό Καρόζιο. Στην αρχή είπαν “τι λέει αυτός;”, μετά το έμαθαν όλοι».

Η κατάσταση στην ΕΡΤ και στον αθλητικό Τύπο και η ιδιωτική τηλεόραση

Αλήθεια, στην ΕΡΤ υπήρχε ανταγωνισμός σχετικά με την ανάθεση των μεταδόσεων; Και γιατί ο Μανώλης Μαυρομμάτης δεν μετακόμισε νωρίς σε κάποιο ιδιωτικό κανάλι τα πρώτα χρόνια της ελεύθερης τηλεόρασης;

«Στην ΕΡΤ υπήρχαν στεγανά. Δυστυχώς είχαν να κάνουν και με την πολιτική. Είχε σχέση με το ποιος ήταν ο προϊστάμενος. Υπήρχε σειρά στο ποιος περιγράφει το ματς.

Αυτό που ήταν στάνταρ στις μεγάλες διοργανώσεις ήταν η τετράδα Διακογιάννης, Μαυρομμάτης, Τσώχος, Κατσαρός. Εμείς μεταξύ μας τα βρίσκαμε. Ο Γιάννης διάλεγε πρώτος. Εμένα μου έδινε τις ιταλικές ομάδες γιατί εκεί ήμουν καλύτερος.

Θεωρώ ότι τα δύο μεγαλύτερα ματς που περιέγραψα ήταν στο Παγκόσμο Κύπελλο του 1986 το Αγγλία – Αργεντινή με το περίφημο «χέρι του Θεού» και το 1982 το Ιταλία – Βραζιλία στο μικρό γήπεδο της Εσπανιόλ. Πέντε φορές το έδειξε σε επανάληψη η ΕΡΤ μετέπειτα κατόπιν απαιτήσεως των τηλεθεατών. Κανείς δεν περίμενε ότι θα γινόταν αυτό το απίστευτο ματς. Και τα δύο τα μετέδωσα μάλλον κατά λάθος. Στην Αγγλία δεν θα με έστελναν ποτέ. Πάντα έλεγα πάω όπου μου πείτε, αδιαμαρτύρητα.

Όσον αφορά τις εγχώριες μεταδόσεις, παλιά έλεγαν στους ρεπόρτερ των ομάδων να κάνουν και τις μεταδόσεις ή να γράψουν το ματς. Κάποτε με έστελναν συνέχεια στη Νέα Φιλαδέλφεια και όλοι νόμιζαν ότι ήμουν ΑΕΚτζής. 

Στα ΝΕΑ τους έπεισα να αλλάξουν τακτική, στην ΕΡΤ δεν τα κατάφερα. Τότε ο ρεπορτέρ πήγαινε και στην προπόνηση, κατέβαινε στα αποδυτήρια, γνώριζε τους πάντες. Πώς θα έγραφε κάτι εναντίον τους μετά το ματς; Θα μπορούσε να φάει και ξύλο!

Σε ιδιωτικό κανάλι δεν πήγα άμεσα, παρά τις προτάσεις. Κι αυτό γιατί δεν είχαν τα δικαιώματα από μεγάλη διοργάνωση. Τελικά συμφώνησα με το MEGA και το 2004 βρέθηκα στο Euro και έκανα το καλύτρο ρεπορτάζ, όπως μου λέγανε, έξω από το γήπεδο. Ήμουν ήδη ευρωβουλευτής!».

Κάπου εκεί ολοκληρώθηκε τυπικά η δημοσιογραφική καριέρα του Μανώλη Μαυρομμάτη και άρχισε η πολιτική στην οποία διέπρεψε με τη συνεισφορά του στη συγγραφή της Λευκής Βίβλου του αθλητισμού, αλλά και με την απίστευτη συνέπειά τους στις συνεδριάσεις, για την οποία βραβεύτηκε και αναγνωρίστηκε από τους Ευρωπαίους συναδέλφους του.

Ο «Μανόλο», εδώ και χρόνια δεν κάνει μεταδόσεις. Για όσους μεγαλώσαμε μαζί του, όμως, η φωνή του, μαζί με του Γιάννη Διακογιάννη, θα ακούγεται κάπου στο βάθος σε κάθε μεγάλο αγώνα και θα συνεχίσει να μας δονεί.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News