Γιουσέιν Μπολτ -Το τραγούδι της εξιλέωσης
Ο Γιουσέιν Μπολτ πανηγύρισε δύο χρυσά μετάλλια με δύο παγκόσμια ρεκόρ όταν το ημερολόγιο έγραφε 16 Αυγούστου. Το 2008 στο Πεκίνο και το 2009 στο Βερολίνο άφησε ανάγλυφο το χνάρι του στο ταρτάν.
«Για να δούμε τι θα γίνει αν δεν πανηγυρίσω πριν τερματίσω».
Η διετία του Γιουσέιν Μπολτ ήταν η κορυφαία στην Ιστορία των σπριντ. Όπου κατέληξε, δεν ήταν η κούρσα των 100μ. στις 16 Αυγούστου 2009, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Βερολίνου. Ήταν κάτι ακόμα πιο τρομακτικό, το 19.19 στις 20 του ίδιου μήνα, στον τελικό των 200μ. Μετά τη λήξη των 100μ., ο Μπολτ σημείωσε ότι «δεν πρόκειται να γιορτάσω».
Τι δεν επρόκειτο να γιορτάσει; Τα κορυφαία 9.58 δευτερόλεπτα ποτέ στο ταρτάν. Εκείνη την αλησμόνητη κούρσα, στην οποία μάλλον έβαλε στοίχημα στον εαυτό του να τρέξει καλύτερα από ό,τι την προηγούμενη χρονιά.
Ο Μπολτ έπρεπε να διορθώσει τρία απλά πραγματάκια προκειμένου να σπάσει το δικό του 9.69 στο Πεκίνο ένα χρόνο νωρίτερα. Πρώτον, να κάνει μια κάπως πιο γρήγορη εκκίνηση, χωρίς να πρέπει να είναι τέλεια. Άπαξ και σήκωνε το σώμα ο Μπολτ, εκεί, γύρω στα 20 μέτρα, η κούρσα είχε τελειώσει για όλους.
Το δεύτερο ήταν να μην τεντώσει τα χέρια του δέκα μέτρα πριν τον τερματισμό. Και το τρίτο, να μη χτυπήσει το στήθος με τη γροθιά ενώ δεν είχε ακόμη τερματίσει. Αυτή η εξέλιξη στο Πεκίνο ήταν ανέλπιστη, αν και ο σλανγκ όρος swag πουθενά θα ταίριαζε κάπου καλύτερα.
Μυθιστορηματικά, η εικόνα του Μπολτ να κάνει το κομμάτι του ακόμα πριν γράψει το χρονόμετρο, δεν έχει αντίστοιχο. Ο στίβος χρειάζεται τέτοια μονόπρακτα, ανάλογα ενσταντανέ, με τον ίδιο τρόπο που απαιτεί προσπάθεια. Οι σπρίντερ λανσάρονται πάντα ως τύποι με ιδιοτροπίες, τα κακά παιδιά του ταρτάν.
Βέβαια, με μια ανάλυση ελάχιστα υποκειμενική, ακόμα και με τα γυαλιά ηλίου, τα βραχιόλια και τα σκουλαρίκια, ακόμα και με τη στάση «εγώ είμαι κι άλλος κανείς», σε εκκεντρικότητα δεν πηγαίνουν κοντά στα κακομαθημένα παιδιά των ομαδικών σπορ, ιδίως του ποδοσφαίρου. Η διαφορά τους είναι ότι ο φακός εστιάζει πάνω τους.
Ο θεατής βιώνει μια αντίθεση στο συναισθηματικό κόσμο του, όταν παρακολουθεί το τουπέ ενός θεωρητικά εγωκεντρικού αθλητή. Μένει ενεός με τη φαινομενική οίηση που ακολουθεί τη συμπεριφορά του, το βήμα που έχει εσάνς ραπ, την περιφορά μιας υπόστασης που ο ίδιος μανιωδώς υπενθυμίζει πως είναι θεϊκή.
Παρ’ όλα αυτά, βιώνει τη σαγήνη της ταχύτητας. Ο τελικός των 100μ. είναι το απόλυτο event στον αθλητισμό. Η αδημονία ενώ οι αθλητές είναι σκυμμένοι, με τα χέρια να γλείφουν τη γραμμή, οι φωτογραφικοί φακοί που αστράφτουν, το σχεδόν ένα δευτερόλεπτο της απόλυτης σιωπής, όλα γίνονται για δέκα δευτερόλεπτα μαγικά.
Και όταν ο αφέτης πυροβολεί, τα ουρλιαχτά αντικαθιστούν ό,τι είναι ο τρόμος που δημιουργεί η αγωνία. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ξενέρωμα από μια άκυρη εκκίνηση. Ακόμα και όταν η κούρσα γίνει, εκείνη η χαμένη ευκαιρία είναι ένας ολόκληρος κόσμος που δεν θα ζήσουμε ποτέ.
«None but ourselves can free our mind»
Ο Μπολτ, για τον κόσμο του σπριντ, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Είχε αυτήν την αύρα του απόλυτου κυρίαρχου, δεν γίνεται να αμφισβητηθεί, αλλά ήταν ένα χαμογελαστό παιδί, ένας σταρ που η (όχι και τόσο) ένοχη απόλαυση ήταν πως δεν καταγόταν από τις ΗΠΑ. Ο παρατατικός χρησιμοποιείται για να αποτυπώσει το κλίμα κατά τη διάρκεια της Αποκάλυψης.
Σε όλο το «πακέτο» της αλαζονείας, οι Αμερικανοί γίνονται ενοχλητικοί, κυρίως επειδή η παιδεία τους περιέχει έλλειψη αναγνώρισης για τον υπόλοιπο κόσμο. Οι νίκες τους είναι ό,τι πρέπει να συμβαίνει, οι ήττες τους ατύχημα, ένα λάθος που πρόκειται να διορθωθεί γρήγορα.
Είναι σαν άτια γρήγοροι, με επιτάχυνση που παραπέμπει σε μοτοσικλέτα υψηλού κυβισμού και έκρηξη που θα σήκωνε τους γείτονες στο πόδι, αλλά μοιάζουν επιτηδευμένα αποξενωμένοι των υπόλοιπων συναθλητών τους.
Ναι, το εξωγήινο στοιχείο θα πρέπει να υπάρχει σε τύπους που τρέχουν τα 100 κάτω από 10 δευτερόλεπτα, αλλά δεν είναι απαραίτητο να υποδεικνύεται στο θεατή που βρίσκεται στο στάδιο ότι είναι ένας αυλικός, που έφτασε εκεί για να παρακολουθήσει τη στέψη του αυτοκράτορα.
Κατά κανόνα, ήττες τους όπως εκείνη από τον Λίνφορντ Κρίστι το 1992 στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης ή παλιότερα τον Βαλερί Μπορζόφ έκαναν ένα χαμόγελο να πετάγεται αυθαίρετα κάτω από τα μουστάκια των φιλάθλων.
Σπρίντερ όπως ο Καναδός Ντόνοβαν Μπέιλι και ο Άτο Μπόλτον από το Τρινιντάντ και Τομπάγκο με κάποιον τρόπο γίνονταν γενίτσαροι, υιοθετώντας ανάλογα χούγια. Ούτως ή άλλως, ο Μπέιλι ήταν ο επίγονος του Μπεν Τζόνσον, κάτι που φτάνει για να καταστήσει μόνο την παρουσία του αδίκημα πλημμεληματικού χαρακτήρα.
Ο Μπολτ είχε αυτό το χοροπηδηχτό βήμα, αλλά δεν δίσταζε, ακόμα και τις στιγμές της έπαρσης, να δημιουργεί ένα υπόβαθρο παρωδίας για τον εαυτό του. Θες να ήταν το λαμπερό χαμόγελο; Οι αυθόρμητες αντιδράσεις σε εκδηλώσεις εκτίμησης; Οι χορευτικές κινήσεις, που μοιάζουν να γεννήθηκαν από τον ήλιο που λάμπει στην Καραϊβική;
Ακόμα κι αν επρόκειτο για αυτά τα φωτεινά χρώματα στη φόρμα εργασίας, το κίτρινο και το πράσινο από τη σημαία της Τζαμάικα, ή για το κληροδότημα της ρέγκε και τη μουσική κληρονομιά, επιτομή της οποίας υπήρξε το έργο του Μπομπ Μάρλεϊ, ο Μπολτ δεν ήταν μόνο ο πιο γρήγορος άνθρωπος στον κόσμο, αλλά ένας κοσμαγαπητός πρωταθλητής.
Ο Μάρλεϊ σχεδόν απήγγειλε στο «Τραγούδι της Εξιλέωσης» ότι «none but ourselves can free our mind», δηλαδή «ουδείς άλλος από τον εαυτό μας μπορεί να απελευθερώσει το μυαλό μας» και ο Μπολτ, στα 21 του και τα 22 του, ήταν το απτό και οφθαλμοφανές παράδειγμα αυτής της συλλαβιστής προφητείας.
Αντοχή στο χρόνο
Ακόμα κι αν το 19.19 στα 200μ. μοιάζει κατατί πιο εντυπωσιακό από τα 9.58, το δεύτερο έρχεται ως κορωνίδα των αθλητικών γεγονότων. Τα 100μ. είναι τόσο επιδραστικά στον αθλητισμό, που η σκέψη να γίνουν οκτώ οι ολυμπιονίκες σε κάθε σπορ φαίνεται ότι έχει τις ρίζες της στις οκτώ σειρές που καταλαμβάνουν οι σπρίντερ για ακριβώς αυτόν τον τελικό.
Στο Βερολίνο, ο Μπολτ έκανε ελαφρώς πιο γρήγορη εκκίνηση και μόλις τερμάτισε πανηγύρισε. Γι’ αυτό ίσως ευθύνεται το γεγονός ότι ο αθλητής που τον ακολούθησε, δηλαδή ο Αμερικανός Τάισον Γκέι, ήταν αρκετά πιο γρήγορος από το δεύτερο του προηγούμενου χρόνου.
Ο Γκέι τερμάτισε σε 9.71, ενώ στις 16 Αυγούστου του 2008, στο Ολυμπιακό Στάδιο του Πεκίνου, ο Ρίτσαρντ Τόμπσον από το Τρινιντάντ και Τομπάγκο, έτρεξε σε 9.89.
Τα 9.59 είναι εξωπραγματικός χρόνος, όπως ήταν διάφοροι στην Ιστορία του αγωνίσματος: τα 9.95 που έκανε στις 14 Οκτωβρίου 1968 ο Αμερικανός Τζιμ Χάινς στον τελικό των Ολυμπιακών στο Μεξικό, τα 9.83 του Μπεν Τζόνσον στις 30 Αυγούστου του 1987 στη Ρώμη και τα 9.79 τον επόμενο χρόνο, στις 24 Αυγούστου 1988, στον τελικό των Ολυμπιακών της Σεούλ, τα 9.86 του Καρλ Λιούις στις 25 Αυγούστου του 1991, στο Παγκόσμιο του Τόκιο.
Οι χρόνοι του Τζόνσον μπορεί να μη μέτρησαν, αλλά ήταν υπεράνω πάσης φαντασίας. Η τιμωρία του λόγω ντόπινγκ συνοδεύτηκε από οργή και ένα στεναγμό ανακούφισης, υπό την έννοια ότι οι άνθρωποι δεν ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν κάποιον που τρέχει τόσο γρήγορα, αν και ουδείς εκτός εκείνων που ασχολούνται ξέρει πόσο γρήγορα είναι.
Το αδίκημα του Καναδού δεν παραγράφηκε, αλλά οι χρόνοι κατέβηκαν, διότι οι συνθήκες εξιδανικεύτηκαν. Ο Μόρις Γκριν κατέβηκε τα 9.80 στις 16 Ιουνίου του 1999 στην Αθήνα. Ακριβώς 10 χρόνια και δύο μήνες μετά, ένας Τζαμαϊκανός έκανε 21 εκατοστά λιγότερα.
Ενώ το εκατοστό του δευτερολέπτου στην πραγματική ζωή δεν γίνεται να κοστολογηθεί, στα σπριντ γίνεται κάτι πολύ σημαντικό και αποκτά μια υπόσταση που η σχετικότητα την καθιστά λαθεμένη στο μυαλό. Όμως, κάποιοι χρόνοι είναι απλώς… καλύτεροι από τους άλλους.
Το παγκόσμιο ρεκόρ του Γιουσέιν Μπολτ συμπληρώνει 13 χρόνια ζωής. Στην Ιστορία των 100μ., είναι το δεύτερο μακροβιότερο. Του Χάινς, πρώτου σπρίντερ που κατέβηκε τα 10 δευτερόλεπτα, κράτησε 14 χρόνια, οκτώ μήνες και 18 μέρες. Ήρθε ο Κάλβιν Σμιθ, στο Κολοράντο Σπρινγκς, με το ημερολόγιο να γράφει 3 Ιουλίου 1983, και έκανε 9.93.
Στα 200μ., πάντως, το 19.19 είναι το πλέον μακρόβιο. Μοιάζει να έγινε… πριν από λίγο, αλλά στην πραγματικότητα τα 19.32 που έτρεξε ο Μάικλ Τζόνσον την 1η Αυγούστου του 1996 στην Ατλάντα, για τον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων, καταρρίφθηκαν ύστερα από 12 χρόνια. Ο Μπολτ έτρεξε 19.30 στο Πεκίνο.
Σε τέσσερις μέρες, η επέτειος των 13 χρόνων από τα 19.19 θα βάλει βουλοκέρι στο χαρακτηρισμό «αραχνιασμένο», όπως έχει γίνει με τα 9.58. Ο Μπολτ συνέχισε να τρέχει και να κερδίζει χρυσά μετάλλια, οκτώ χρυσά σε Ολυμπιακούς Αγώνες, 11 χρυσά, δύο ασημένια και ένα χάλκινο σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, αλλά το πλεονέκτημά του ήταν πως συμπεριφερόταν σαν παιδί.
Παιχνιδιάρικο, ελαφρώς ζαβολιάρικο, με επιθυμία για παρέα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Υπεράνω Όλων: Δεν τρώει όλος ο κόσμος το «σανό» που σερβίρουν!
- Solidarity UEFA: Το ποσό που θα πάρουν οι ελληνικές ομάδες
- Αποκάλυψη για Ρονάλντο: «Ο Μουρίνιο τον κάλεσε για να τον φέρει στην Φενέρμπαχτσε»
- Παναθηναϊκός Παρασκήνιο: Παπαδημητρίου κατά... Τζαβέλλα
- Ρουί Βιτόρια: Αυτό είναι το πλάνο του για τον Τάσο Μπακασέτα