Μπόκα Τζούνιορς: Ο Ρικέλμε, η μαγεία και το... γελοίο της εκτέλεσης ενός φάουλ!

Ο Ρομάν Ρικέλμε παίρνει φόρα για να εκτελέσει ένα φάουλ στην εστία που επικοινωνεί με το πέταλο των φανατικών της Μπόκα Τζούνιορς στο «Μπομπονέρα». Ο πρώτος ημιτελικός με τη Φλουμινένσε από τη Βραζιλία βρίσκεται στο 65’, με το σκορ στο 1-1.

Όλα είναι μαγευτικά, χρωματιστά και άγρια στο «Μπομπονέρα». Η ένταση, οι μύθοι, η κάθοδος των… Δωριέων πάνω στα σύρματα, με την απορία πού βρίσκουν το χώρο να κατεβαίνουν αφού η θύρα είναι γεμάτη να μην έχει απαντηθεί επακριβώς.

Βέβαια, αυτός ο φανατισμός έχει το κόστος του, αφού σε ματς της Μπόκα Τζούνιορς με την Κορίνθιανς για το Copa Libertadores προ διμήνου, η κερκίδα άνοιξε στη μέση.

Πολλοί είναι εκείνοι που μιλούν για εικόνες που «μας θυμίζουν τι είναι το ποδόσφαιρο», αν και, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει ισοδύναμο στην Ευρώπη, ούτε αισθητικό ούτε… αντιαισθητικό. Επίσης, δεν υπάρχει και η λατρεία προς τους παίκτες: τα είδωλα της Μπόκα θαυμάζονται με τρόπο εντελώς παγανιστικό και πλήρη αδιαφορία για την υπόλοιπη καθημερινότητα και τις άλλες διαστάσεις της.

Στην Ιστορία της Μπόκα Τζούνιορς, πολλοί είναι εκείνοι οι ποδοσφαιριστές που λατρεύτηκαν. Ένας μόνο, όμως, βρίσκεται στην κορυφή της Βίβλου τους. Θα περίμενε κάποιος να είναι ο Ντιέγκο Μαραντόνα, που το 1981 την προτίμησε από τη Ρίβερ -και μάλιστα με πολύ λιγότερα χρήματα- και, εν πάση περιπτώσει, ήταν ο αρχιερέας του αργεντινού ποδοσφαίρου.

Ο Ρικέλμε σκοράρει με φάουλ απέναντι στη Γερμανία, για το Κύπελλο Ομοσπονδιών του 2005

Όμως, όχι: η λατρεία των «χενέισες» είναι ένας ανοιχτόχρωμος, μελαγχολικός, αρτίστας, ένας τύπος που δεν δαπανούσε το χαμόγελό του λες και ήταν μέλος ινδιάνικης φυλής (κάτι που το πρόσωπό του δεν αποκλείει, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις ρίζες του), ένα παιδί που από πολύ νωρίς είχε το δικό του βιορυθμό στο ποδόσφαιρο και δεν άλλαξε ποτέ για κανέναν.

Ο Ρομάν Ρικέλμε ξεσήκωνε το «Μπομπονέρα» όσο ουδείς άλλος και οι οπαδοί της Μπόκα, δεν είναι αναγκασμένοι να λογοδοτήσουν αλλά, θα παρέθεταν εννιακόσιους ενενήντα εννιά λόγους για τους οποίους ο σπουδαίος πλέι μέικερ της έχει περίοπτη και μη επαπειλούμενη θέση στην καρδιά τους.

Ένα γκολ που πετυχαίνει στον πρώτο ημιτελικό του Copa Libertadores, στις 28 Μαΐου του 2008, με αντίπαλο τη Φλουμινένσε, είναι υπεραρκετό.

Η κομβική καθυστέρηση στο τείχος

Κυλάει το 65ο λεπτό της αναμέτρησης και στο τείχος της Φλουμινένσε έχει μαζευτεί κόσμος και κοσμάκης, λες και δίνεται προσφορά το τελευταίο μοντέλο του iPhone. Οι Βραζιλιάνοι νιώθουν δυνητικά σαν μελλοθάνατοι -όχι βέβαια στην ολότητα του συναισθήματος που ελάχιστοι μπορούν να περιγράψουν, αλλά στην επαρκή διαίρεσή του.

Ο Ρικέλμε έχει στήσει την μπάλα στην εστία μπροστά από το πέταλο των φανατικών και η ευκαιρία είναι προφανής. Φάουλ έξω από τη μεγάλη περιοχή, ευκαιρία για μία από τις πιο απολαυστικές φαντασιώσεις. Παίκτες της Μπόκα επίσης παρεισφρέουν στο τείχος.

Δημιουργούν μια ζώνη σε αυτό και οι Βραζιλιάνοι βρίσκουν την ευκαιρία να κλέψουν. Κάνουν ένα δυο βήματα εμπρόσθια, κάτι που ο παικταράς με την κυανοκίτρινη φανέλα με το νούμερο 10 αντιλαμβάνεται. Το δείχνει την πρώτη φορά στο διαιτητή, ο οποίος δεν ευαισθητοποιείται. Δεν περνούν πέντε δευτερόλεπτα, αλλά είναι αρκετά για να μπει το 66’ της αναμέτρησης.

Απέναντι στη Φλουμινένσε, στο δεύτερο ημιτελικό του Copa Libertadores το 2008

Ο Ρικέλμε γελάει πια με έναν τρόπο που δεν είναι σαρκαστικός, αλλά είναι έμπλεος διακωμώδησης του γελοίου της κατάστασης. Η απόσταση σίγουρα δεν είναι η πρέπουσα.

Ο διαιτητής μπαίνει στο χώρο της εμπάθειας. Με τιμωρητική διάθεση οδεύει προς τον Ρικέλμε ώστε να του δείξει την κίτρινη κάρτα. Η ατομικότητα της απόφασης, που δεν έγκειται στους διαιτητικούς κανόνες αλλά στην προσβολή της προσωπικότητάς του, αποδεικνύεται αμέσως όταν, με τον 29χρονο Αργεντινό να γυρίζει την πλάτη του, πάει προς το τείχος για να το τοποθετήσει στη σωστή απόσταση.

Εν τω μεταξύ, ο ήχος αλλάζει: το «Μπομπονέρα» στο πρώτο στάδιο της αναμονής τραγουδά, όμως με την καθυστέρηση ακόμα και αυτό παγώνει, ακούγεται ένας βόμβος, η διάσταση της αδημονίας έχει παρέλθει, οι σφυγμοί έχουν επανέλθει και τώρα το μόνο νόημα που έχει σαφήνεια είναι να συνεχιστεί το ποδόσφαιρο. Μέχρι και ο Ρενάτο Πορταλούπι, προπονητής της «Φλου» δίνει εντολές σηκώνοντας τα χέρια του και μιλώντας, αφού σε αυτό το κενό ευελπιστεί να τον ακούσουν οι παίκτες του.

Η διαδικασία της άρνησης αρχίζει να κατακλύζει το θεατή. Για όλα τα πράγματα και τις καταστάσεις υπάρχει ένας νόμος: αν τα κατσιάσεις, μπαγιατεύουν. Στη συντριπτική πλειονότητα καθυστερήσεων που δημιουργεί ένα τείχος πριν από μια εκτέλεση φάουλ, το σουτ είναι άστοχο.

Δεν θα ήταν σοκαριστικό να επιβεβαιωθεί πως η πρώτη φορά που ακούστηκε η λέξη ξενέρα ήταν ύστερα από ένα απολύτως αποτυχημένο στημένο χτύπημα, για το οποίο πολλή φασαρία γινόταν πριν την εκτέλεσή του.

Με μια πρόχειρη σκέψη, ο αναγνώστης πιθανώς δεν μπορεί να θυμηθεί ένα φάουλ που μπήκε ενώ υπήρξε καθυστέρηση πριν ο διαιτητής δώσει το ΟΚ. Ο ποδοσφαιριστής που παίρνει την πρωτοβουλία είναι μάταιο ακόμα και να προσπαθήσει. Τις περισσότερες φορές, τα ψυχολογικά παιχνίδια πιάνουν τόπο.

Όταν ο διαιτητής απομακρύνεται ελαφρώς, οι παίκτες της Φλουμινένσε ανεβαίνουν. Είναι Λατινική Αμερική και, επίσης, ποιον από όλους να τιμωρήσει; Αυτά δεν είναι πράγματα που μαθαίνονται στο ποδόσφαιρο, οι παίκτες εξ απαλών ονύχων τα αντιλαμβάνονται και τα κάνουν. Ουδενός το αυτί ίδρωσε με μια διαιτητική παρέμβαση, κυρίως όταν επρόκειτο για έναν από όλους.

Με το ανεπανάληπτο στυλ του απέναντι στη Βενεζουέλα, σε προκριματικό για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006

Ο Ρικέλμε επιμένει, αλλά αυτή η τρίτη φορά που δείχνει το τείχος και πρώτη με το δεξιό χέρι του, ξέρει και ο ίδιος πως είναι μάταιη. Ουδέν πρόκειται να αλλάξει, γι’ αυτό, κιόλας, σταματά ταχέως και επικεντρώνεται στην εκτέλεση.

Τα ανοιχτά χέρια του αυτοκράτορα

Παίρνει μια ελαφριά κλίση προς την μπάλα. Βάζει μπροστά το αριστερό πόδι και με αυτό το βήμα δίνεται η απαραίτητη φόρα για να σουτάρει. Το δεξί ανταμώνει με το αντικείμενο του πόθου.

Ο Ρικέλμε στέλνει την μπάλα πάνω από το τείχος, στη μεριά που ο τερματοφύλακας της Φλουμινένσε, Φερνάντο Ενρίκε, είναι αδύνατον να αντιδράσει. Η ιαχή στο «Μπομπονέρα» θυμίζει έκρηξη. Στο πέταλο πίσω από το τέρμα οι οπαδοί της Μπόκα κατεβαίνουν.

Ο Ρικέλμε τρέχει προς το μέρος τους. Περνά μπροστά από την εστία της Φλουμινένσε όσο πιο γρήγορα μπορεί και διαγράφει μια ημισέληνο τρέχοντας και απολαμβάνοντας μια στιγμή που ο ίδιος δημιούργησε -και ουδείς άλλος στον κόσμο θα δύνατο.

Οι παίκτες της Μπόκα πανηγυρίζουν σε πηγαδάκια και στον ίδιο το σκόρερ πάει μόνο ο Φαμπιάν Βάργκας. Ο Ρικέλμε δεν νοιάζεται για την παρέα στους πανηγυρισμούς του, θα νοιαζόταν μόνο αν δεν την ήθελε.

Μόλις αγκαλιάζει τον Βάργκας, ξεκινάει να κάνει στροφές με τα χέρια ορθάνοιχτα, ένας αυτοκράτορας που πετά πάνω από το «Μπομπονέρα» για να ρουφήξει ως το μεδούλι όλο το θαυμασμό προς το πρόσωπό του. Με το επώνυμό του η ατμόσφαιρα δονείται.

Η Φλουμινένσε θα ισοφαρίσει το ματς, 2-2, και με το 3-1 στη Βραζιλία θα προκριθεί στον τελικό. Αλλά στην Μπόκα ακόμη πανηγυρίζουν: τα γκολ και οι γκραβούρες του Ρομάν στον αγωνιστικό χώρο ήταν περισσότερο από τρόπαια.

Ο αυτοκράτορας με την παγωμένη ψυχή τούς χάριζε στιγμές τέτοιας έκστασης, που στην έκφραση «το αποτέλεσμα δεν έχει σημασία», η οποία κατά κόρον χρησιμοποιείται ως άλλοθι για τον ανθρώπινο κυνισμό, οι φίλοι των «χενέισες» πλησίασαν μόνο όταν ο Ρομάν φορούσε τη φανέλα της Μπόκα Τζούνιορς.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News