Λίβερπουλ: Τζέιμς Μίλνερ, ένας lad ως και μετά την τελευταία στιγμή

Ύστερα από οκτώ χρόνια με τη φανέλα της Λίβερπουλ, ο Τζέιμς Μίλνερ έπαιξε το τελευταίο παιχνίδι του στο «Άνφιλντ» -και παρέμεινε η σιδερένια ψυχή της ομάδας ακόμα και μετά τη λήξη του ματς με την Άστον Βίλα

Το παιχνίδι της Λίβερπουλ με την Άστον Βίλα στο «Άνφιλντ», 1-1, ουσιαστικά επιβεβαίωσε δύο καταστάσεις: η πρώτη, ότι οι «κόκκινοι» θα παίζουν -κι αυτό είναι δίκαιο- στο Europa League την προσεχή σεζόν, ύστερα από έξι περιόδους στο Champions League. Η δεύτερη, πως ο Ουνάι Έμερι είναι, μαζί με τον Πεπ Γκουαρδιόλα και τον Έντι Χάου, ένας από τους προπονητές της χρονιάς στην Premier League.

Ωστόσο, η απογοήτευση το απόγευμα του Σαββάτου υπερκαλύφθηκε από το συναισθηματισμό. Η ομάδα αποχαιρέτησε δύο ποδοσφαιριστές της, που πάτησαν για τελευταία φορά τον αγωνιστικό χώρο στο Μέρσεϊσαϊντ φορώντας την κόκκινη φανέλα. Ο Ρομπέρτο Φιρμίνο έκλαψε πικρά στην αγκαλιά του Άλισον, συγκινώντας τους απανταχού Λιβερπούντλιαν. Φίλαθλοι πολλών δεκαετιών μοιράστηκαν τη φόρτισή τους, ομολογώντας ότι για πρώτη φορά δάκρυσαν από τη φυγή ενός παίκτη.

Ο Τζέιμς Μίλνερ, στο δικό του ανκόρ, παίζοντας τα τελευταία σχεδόν 20 λεπτά του παιχνιδιού στη θέση του Τζόρνταν Χέντερσον, δεν έδωσε στον εαυτό του το προνόμιο να συγκινηθεί, τουλάχιστον άμεσα. Αντιθέτως, έκανε, και οι φίλοι της Λίβερπουλτο εκτίμησαν ιδιαζόντως, το πιο «Τζέιμς Μίλνερ» πράγμα, τερματίζοντας την κλίμακα στην κατηγορία «Πόσο Τζέιμς Μίλνερ νιώθεις;»

Πρόκειται για κάτι που συνέβη αμέσως μετά το τριπλό σφύριγμα του διαιτητή Τζον Μπρουκς. Ο Μίλνερ πήγε προς το μέρος του Αργεντινού τερματοφύλακα της Βίλα, Εμιλιάνο Μαρτίνες. Ο «Ντιμπού» είναι από τους κορυφαίους γκολκίπερ στον κόσμο τις μέρες μας και σίγουρα, μετά τα όργιά του εντός αγωνιστικού χώρου στον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου το 2022, στο Κατάρ, δεν έχει να ανησυχεί για το κληροδότημά του.

Τζέιμς Μίλνερ Εμιλιάνο Μαρτίνες

Ο Τζέιμς Μίλνερ τα έψαλλε στον Εμιλιάνο Μαρτίνες μετά τη λήξη του τελευταίου παιχνιδιού του με τη φανέλα της Λίβερπουλ στο «Άνφιλντ»

Είναι παγκόσμιος πρωταθλητής με την εθνική Αργεντινής, στη χώρα του τον λατρεύουν ενώ στο Μπέρμιγχαμ γελούν με την ψυχή τους ύστερα από κάθε γκραβούρα του. Ο Μαρτίνες έχει στο νου του την πονηριά με τον ίδιο τρόπο που έχει στο διάφραγμά του το πάθος. Ως εκ τούτου, με το σκορ στο 1-1 και τη Λίβερπουλ να πιέζει για το γκολ που θα την διατηρούσε με ένα βαθμό διαφορά μακριά από τις Νιούκαστλ και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ακόμα και με ένα παιχνίδι περισσότερο, επιδόθηκε στο παιχνίδι των καθυστερήσεων.

Πηγαίνοντας προς το μέρος του, ο Μίλνερ ήξερε ότι το παιχνίδι είχε τελειώσει και πως ο ίδιος δεν θα ξαναμπεί στο «Άνφιλντ» ως παίκτης των «κόκκινων». Γνώριζε τη ματαιότητα της κατάστασης. Ήξερε ότι, τουλάχιστον, τα δικά του συμφέροντα δεν πλήττονταν. Ενώ τον πλησίαζε, χειροκροτούσε τους φίλους της ομάδας. Μόλις, όμως, σήκωσε τον Μαρτίνες από το έδαφος, προέβη στην παγκοσμίως κοινή χειρονομία για το παράπονο.

Άνοιξε τα χέρια του στην έκταση, διαμαρτυρόμενος για το γεγονός ότι ο Αργεντινός, που έχει κάνει μία από τις πιο σημαντικές επεμβάσεις στην Ιστορία του ποδοσφαίρου, στο σουτ του Κόλο Μουανί στα τελευταία λεπτά της παράτασης του τελικού στο «Lusail», έκανε καθυστερήσεις.

 

Έπειτα, συνέχισε να χειροκροτεί. Φυσικά, οι φίλοι της ομάδας το λάτρεψαν. Αν παρακαμφθεί το γεγονός ότι η Λίβερπουλ είναι εταιρεία, με ισολογισμούς οι οποίοι δεν γίνεται να υπολογιστούν αυθωρεί από το ανθρώπινο μυαλό, για τον κόσμο της παραμένει ένα αγνό κίνημα, το οποίο δημιουργήθηκε το 1959, όταν ο Σκωτσέζος Μπιλ Σάνκλι έπιασε στασίδι στο «Άνφιλντ» και συνεχίζεται μέχρι και τώρα -κυρίως μέσω των αφηγήσεων, οι οποίες έχουν μέγιστη ισχύ.

Τα καράβια

Η φυγή του Μίλνερ όπως και του Φιρμίνο, δηλαδή δύο από τους τρεις ποδοσφαιριστές (ο άλλος είναι ο Τζόρνταν Χέντερσον) που βρίσκονται στο έμψυχο δυναμικό της πρώτης ομάδας από το καλοκαίρι του 2015, δηλαδή πριν συμφωνήσει ο Γιούργκεν Κλοπ, στις 8 Οκτωβρίου εκείνου του έτους, μαζί με αυτή του Άλεξ Οξλέιντ-Τσάμπερλεϊν, έχουν κάτι από τέλος εποχής.

Όχι μόνο επειδή κάθε φυγή συμβολίζει μια ματαίωση, αλλά διότι ήταν όντως εποχή αυτή που μέχρι τώρα η Λίβερπουλ έχει διάγει. Υπάρχει έντονη η αίσθηση του αρραγούς για την ομάδα σε αυτήν την οκταετία, του αναγνωρίσιμου πέρα από το σύλλογο.

Του οικείου μέσα από τα ίδια τα πρόσωπα. Η εποχή του Μπομπ Πέισλι, που κράτησε από το 1974 έως και το 1985, παρ’ ότι ο ίδιος είχε αποχωρήσει, συνεχίστηκε και μετά τον Κέβιν Κίγκαν, μέσω του Κένι Νταλγκλίς, αλλά και εκείνων που υπήρξαν οι ενωτικοί κρίκοι σε βάθος χρόνου: του Φιλ Νιλ, του Ρέι Κένεντι, του Γκρέιαμ Σούνες, του Άλαν Κένεντι, του Ρέι Κλέμενς και του Άλαν Χάνσεν, του Τέρι ΜακΝτέρμοντ και του Ρόνι Γουίλαν.

Κι όταν έφευγε καθένας εξ αυτών, υπήρχαν οι άλλοι, που είχαν φτάσει ένα χρόνο πριν ή ένα χρόνο μετά, για να συνεχίσουν. Ωστόσο, σημειωνόταν κάθε τόσο ο πόνος στον ψυχισμό των οπαδών, που μέσω της Λίβερπουλ -και είναι εκπληκτικό πόσο συνεπείς είναι οι φίλαθλοι όλων των ομάδων, των αθλητών ή οι ρέκτες των σπορ στο να το κάνουν- κοστολογούν τα καλύτερά τους χρόνια. Το κορίτσι στην παμπ και ένα γκολ του Έμλιν Χάιγουεϊ απέναντι στη Λιντς.

 

 

Γι’ αυτό, κιόλας, τα δάκρυα δεν αφορούν στις φυγές των Μίλνερ και Φιρμίνο ως μεμονωμένο γεγονός, αλλά και ως αντανάκλαση στην καθημερινότητα. Οι συζητήσεις για την «iron soul» του Άγγλου και για την μπαλετίστικη προσέγγιση του Βραζιλιάνου που συνοδεύονταν από τσουγκρίσματα μπύρας, αγκαλιές σε γιους και κόρες, καλή διάθεση στη δουλειά, μια κάποια ανάπτυξη στην πόλη.

Μόνο που οι κάτοικοι του λιμανιού είναι καταδικασμένοι να βλέπουν καράβια να φεύγουν -και να μην επιστρέφουν. Φτάνουν ανύποπτα στο Λίβερπουλ, παραμένουν αγκυροβολημένα, παίρνουν τον κόσμο μαζί τους για να αφιχθούν σε διαφορετικούς προορισμούς και επιστρέφουν.

Μέχρι που, μια μέρα, κάνουν το τελευταίο ταξίδι τους και η θέση μένει κενή μέχρι να έρθει ένα νέο βαπόρι. Η κενή θέση θυμίζει την παρουσία του παλιού και, με τη σειρά της, τα γεγονότα, κοσμοϊστορικά και μη, που συνέβαιναν ενώ η πλώρη του κοίταζε την πόλη.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News