Ρεάλ Μαδρίτης: Το πανίσχυρο πνεύμα μιας βασίλισσας!

AMNA/EPA

Ποια άλλη ομάδα στον κόσμο θα έχανε 2-0 στο πρώτο τέταρτο σε μια έδρα όπως το «Άνφιλντ» και θα πετύχαινε μετά πέντε γκολ; Μόνο η Ρεάλ Μαδρίτης. Μόνο αυτή!

Παρ’ ότι, κατά το παρελθόν, η Ρεάλ Μαδρίτης είχε μεμονωμένα καλές ομάδες, μόνο τέσσερις μοιάζουν να έχουν το ειδικό βάρος ώστε να αποτελούν τα ιστορικά σμαράγδια της σε διεθνές επίπεδο.

Εκείνη που καταδυνάστευσε το Κύπελλο Πρωταθλητριών στα νάματά του, από το 1956 έως το 1960, η παρέα των Εμίλιο Μπουτραγκένιο και Μίτσελ που κατέκτησε δύο διαδοχικά Κύπελλα UEFA το 1985 και το 1986 και έφτασε σε τέσσερις συνεχόμενους τελικούς Κυπέλλου Πρωταθλητριών από το 1987 έως το 1990, η παρέα του Ραούλ που πήρε τρία Champions League το 1998, το 2000 και το 2002, και, βέβαια, η ομάδα που κατέκτησε πέντε τέτοια τρόπαια σε οκτώ χρόνια, δηλαδή το 2014, από το 2016 έως το 2018 και το 2022*.

*Κάποιος θα μπορούσε να βρει και την εποχή Μουρίνιο, από το 2010 έως το 2013, με τρεις ημιτελικούς Champions League και ισάριθμους αποκλεισμούς σχεδόν στην κόψη του ξυραφιού, αλλά και μία κατάκτηση πρωταθλήματος τη σεζόν 2011-12 με 121 γκολ και 100 βαθμούς, μοναδική. Θα πρέπει, πριν απορριφθεί το αίτημά του, να αναλυθεί ενδελεχώς.

Μοιάζει, όμως, το ίδιο το μοτίβο να διαφοροποιεί αισθητά την κατάσταση, στο βαθμό που η περυσινή ομάδα δεν πρέπει ακριβώς να υπάγεται στο συγκρότημα που ήταν ασυγκράτητο μετά τα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα.

Ο Έντερ Μιλιτάο πανηγυρίζει το γκολ που έκανε το σκορ 3-2 υπέρ της Ρεάλ στο παιχνίδι με τη Λίβερπουλ

Αυτό τώρα, μετά την υπέροχη παράσταση στο «Άνφιλντ» για το πρώτο ματς της φάσης των «16» στο Champions League και το 5-2 επί της Λίβερπουλ, ένα σκορ που θα γαργαλά τις μασχάλες των ιστορικών του μέλλοντος, γίνεται αντιληπτό ότι έπρεπε να είναι φαεινό ακριβώς εκείνο το τελευταίο Σάββατο του περασμένου Μαΐου, όταν με το γκολ του Βινίσιους τζούνιορ την νίκησε 1-0 στο Παρίσι.

Φυσικά, οι «κόκκινοι» είναι σκιά εκείνης της ομάδας, φυτοζωούν ψάχνοντας τη λύση στα προβλήματά τους. Μία στιγμή, μόνο μία, το μυαλό μπορεί να σκέφτηκε ότι όλη η προηγούμενη σεζόν ήταν μια πλάκα, πως τα αποκαλυπτήρια της νέας Λίβερπουλ επρόκειτο να γίνουν αυτό το ευρωπαϊκό βράδυ στο «Άνφιλντ» απέναντι στην ομάδα που της στέρησε το τρόπαιο, πως η Ρεάλ δεν γινόταν να γλιτώσει.

Η πραγματικότητα έδειξε ότι η ομάδα του Κάρλο Αντσελότι δεν γινόταν να απειληθεί πνευματικά στη δική της διοργάνωση με το να βρίσκεται πίσω στο σκορ 2-0 στο 14’. Η Λίβερπουλ ευτύχησε να εκμεταλλευτεί για λίγο την αύρα, αλλά η Ρεάλ είναι η αύρα.

Και φαίνεται ότι η εποχή που θεωρητικά άρχισε πέρυσι, αλλά πρακτικά το σημείο έναρξής της ήταν η σεζόν 2020-21, με προπονητή πάλι τον Ζινεντίν Ζιντάν, τον άνθρωπο που την οδήγησε στις τρεις διαδοχικές κατακτήσεις, όταν αποκλείστηκε στους ημιτελικούς με αντίπαλο την Τσέλσι, 1-1 στο άδειο «Μπερναμπέου», 2-0 στο «Στάμφορντ Μπριτζ», υπάγεται σε εκείνη που ανέτειλε το 2013, αλλά στην πραγματικότητα διαφοροποιείται σχεδόν αισθητά.

Ο Καρίμ Μπενζεμά έφτασε τα 12 γκολ στα εφτά τελευταία παιχνίδια του Champions League πλην ομίλουν και τελικού

Κάποια πράγματα, με βασικότερο το αποτέλεσμα, είναι ίδια. Ο Καρίμ Μπενζεμά ήταν από τους πυλώνες της ομάδας που επέστρεψε στην κορυφή της Ευρώπης ύστερα από 12 χρόνια και έκανε το θριπίτ, ο Λούκα Μόντριτς και ο Τόνι Κρόος μπήκαν σχετικά νωρίς σε εκείνη, το ίδιο ο Ντάνι Καρβαχάλ, ο Τιμπό Κουρτουά πρόλαβε τη δόξα της. Παρομοίως και οι Μάρκο Ασένσιο, Λούκας Βάθκεθ και Ντάνι Θεμπάγιος.

Η ψευδαίσθηση της συνέχισης του τρόπου διανθίζεται από τους κοινούς παρονομαστές σε έμψυχο δυναμικό. Παρ’ όλα αυτά, η διαφορά είναι, αν και όχι ακριβώς ευκολόληπτη, διακριτή.

Άλλωστε, αυτή η Ρεάλ δεν έχει πρωτότυπα στοιχεία, τα οποία, κιόλας, αποδίδονται σε εθνικές ταυτότητες. Η υπομονή είναι πάνδημη αρετή, η ψυχραιμία είναι γερμανικό κεκτημένο, η ποιότητα, επίσης, υπερχειλίζει τα τερέν στις έδρες όλων των ομάδων του κόσμου.

Το ζήτημα, στην περίπτωση, είναι το πώς γίνεται αυτό. Ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίο προκύπτει η ακεραιότητα και το αρραγές στους παίκτες που βρίσκονται στο γήπεδο και από πού αντλείται η αυτοπεποίθηση που την κάνει ξεχωριστή.

Διότι και στα περυσινά διπλά παιχνίδια, τρεις γύροι των θαυμάτων με Παρί Σεν Ζερμέν, Τσέλσι και Μάντσεστερ Σίτι, οι επιστροφές δεν έμοιαζαν να οιστρηλατούνται από το πάθος, αν και δεν γινόταν να μην υπάρχει η υπόκωφη ένταση σε αυτές, αλλά έδειχνε να προκύπτουν από ένα εντελώς ιδιωτικό κεκτημένο, το οποίο αποκτήθηκε μέσα από την προπόνηση και μια χημεία που οι παράταιροι, μεταξύ τους, ποδοσφαιριστές βρήκαν σε μια εντελώς τυχαία στιγμή.

Οι παίκτες της Λίβερπουλ καταρρακώθηκαν και από την πνευματική ανωτερότητα των ομολόγων τους της Ρεάλ

Τη συγκεκριμένη ομάδα μοιάζει να διαπνέουν κανόνες υπευθυνότητας που, ενώ έχει γίνει προσπάθεια να παρεισφρήσουν στο γονιδιακό σπείρωμα εδώ και χρώμα, μόλις τώρα βγαίνει το συμπέρασμα ότι έχουν κολλήσει με τέτοιο τρόπο στο δέρμα της «βασίλισσας», που δείχνουν έμφυτοι. Κι αυτό, ταυτοχρόνως, γίνεται με στυλ Ρεάλ, ένα φιζίκ που πολύ εύκολα γίνεται να αποκληθεί τουπέ και μια κυριαρχική άνεση η οποία απομακρύνει το χαρακτήρα επιβίωσης που έχουν οι νίκες της στην πρώτη τη τάξει ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση.

Κι ενώ αυτά τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα βρίσκονται από χρόνου εις χρόνον και σε άλλες ομάδες, που βρυχώνται επειδή νιώθουν συμπαγείς, στη Ρεάλ της τελευταίας τριετίας είναι δηλωτικά μιας κατάστασης που, επειδή είναι διαχρονική και δεν έχει σχέση με την τακτική, δύσκολα αναχαιτίζεται.

Βοηθά, βεβαίως, το γεγονός ότι με τους μέσους της βρήκε το μήνα που θρέφει τους 11, ο Μόντριτς και ο Κρόος έκαναν την ηρεμία και τη γαλήνη μεταδιδόμενες και τοποθετημένες στο τσιπάκι των νέων ποδοσφαιριστών άμα τη αφίξει στο κλαμπ.

Η Ρεάλ Μαδρίτης έχει ακόμα πέντε παιχνίδια για να φτάσει στον τελικό του Champions League και η πορεία της είναι μακρά. Μπορεί να στραβώσει το… αμέσως επόμενο, όμως το πνεύμα της είναι τόσο ακμαίο που δεν θα μπορούσες να δεις κάποιον αντίπαλο να το κάνει να υποκλίνεται, τουλάχιστον δίνοντάς του δοκιμασίες που δεν μπορεί να αντέξει.

Σχεδόν νιώθεις ότι να είναι απλώς καλύτερος ο παρτενέρ της δεν φτάνει. Πρέπει να είναι τόσο ανώτερος, που η ποιότητά του να συνθλίψει την ευρωστία και την πυγμή που βγάζουν οι «μερένχες», μέσω του κάλλους. Εξαιρετικά δύσκολο διάβημα.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News