Συνέντευξη Σάββας Κωφίδης: «Ο Κοσκωτάς μας ήθελε μαζί με τον Χατζηπαναγή στον Ολυμπιακό»

EUROKINISSI

Ο Σάββας Κωφίδης θυμάται το ταξίδι του από το Καζακστάν στην Ελλάδα, την υποδοχή του Βασίλη Χατζηπαναγή, τον «μαγικό» Ηρακλή των 80’ς, τη μεταγραφή του στον Ολυμπιακό και αφηγείται ιστορίες γεμάτες… ποδόσφαιρο, μουσική και έντονα συναισθήματα!

Τον έχουν χαρακτηρίσει ροκ σταρ! Τον έχουν αποκαλέσει ως τον τελευταίο αναρχικό των ελληνικών γηπέδων! Η φιγούρα του ήταν από τις πλέον διάσημες στον κόσμο της πάλαι ποτέ Α’ Εθνικής τη δεκαετία του ’80. Πάντοτε, άλλωστε, το μακρύ ανδρικό μαλλί είχε κάτι το επαναστατικό, το διαφορετικό!

Τι να γράψεις αλήθεια για τον Σάββα Κωφίδη; Πώς να τον συστήσεις σε νέους ανθρώπους που δεν τον είχαν προλάβει αγωνιζόμενο; Πώς να προσεγγίσεις τη σπάνια κουλτούρα του, η οποία προσεγγίζει μια εποχή τόσο μακρινή και ξένη για τα νέα παιδιά, με μια διαφορετική ματιά από τη συνηθισμένη;

Για όλους όσοι προλάβαμε να τον δούμε να ανεμίζει τη χαίτη του στο χορτάρι του Καυτανζογλείου, συνθέτοντας μαζί με τον «Νουρέγιεφ» Βασίλη Χατζηπαναγή το κορυφαίο δίδυμο… μαλλιάδων στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, ο Σάββας Κωφίδης συμβόλιζε διαχρονικά τη διαφορετικότητα σε έναν κόσμο που σπάνια επέλεγε να διευρύνει τους ορίζοντές του.

Για τους συμπαίκτες και τους αντιπάλους του, όμως, ο Σάββας ήταν πάντα ένα «παιδί – μάλαμα». «Μου κάνει ένα φάουλ ο Κωφίδης, με σηκώνει στον αέρα. Ο Σάββας, στο μεταξύ, ψυχούλα. Τον έβλεπες έτσι με τη μαλλούρα και έλεγες θα είναι κανένας άγριος, αλλά καμία σχέση. Ψυχούλα σου λέω. Έρχεται και μου ζητάει συγνώμη και μου δίνει το χέρι», ήταν η χαρακτηριστική περιγραφή του Γιώργου Τουρσουνίδη στη συνέντευξη που παραχώρησε στο sportday.gr.

Μια… ψυχούλα, λοιπόν, έρχεται να κολλήσει το δικό της πολύ ιδιαίτερο αυτοκόλλητο στο άλμπουμ των αναμνήσεων που φιλοξενεί τους ήρωες των παιδικών μας χρόνων και η συζήτηση μαζί του δεν θα μπορούσε παρά να είναι ιδιαίτερη, διαφορετική και ξεχωριστή!

Photo Credits: Κλόντιαν Λάτο | Eurokinissi

Σάββα είσαι ένας άνθρωπος που γεννήθηκες εκτός Ελλάδας και ήρθες εδώ ως παλιννοστούντας.

Γεννήθηκα στο Καζακστάν στο Αλμάτι, που τότε λεγόταν Άλμα Άτα και ήταν η πρωτεύουσα της χώρας. Κατάγομαι από οικογένεια προσφύγων η οποία κατοικούσε στην αρχαία ελληνική πόλη Κοτύωρα της επαρχίας Ορντού στις ακτές της Μαύρης θάλασσας και ήταν φυσικά στην περιοχή του Πόντου. Από εκεί μετά το 1922 οι πρόγονοί μου μετακινήθηκαν στην περιοχή του Καυκάσου. Ακολούθησε η περίοδος όπου όλοι όσοι δεν ήθελαν να πάρουν τη Ρωσική υπηκοότητα, με απόφαση του Στάλιν μετακινήθηκαν στο Καζακστάν. Εκεί λοιπόν γεννήθηκα εγώ.

Έχεις αναμνήσεις από το Καζακστάν και τη ζωή σου εκεί;

Φυσικά και έχω. Θυμάμαι ότι τότε η πόλη δεν ήταν τόσο μεγάλη και μέναμε ουσιαστικά σε έναν οικισμό. Το σπίτι μας ήταν μονοκατοικία με αυλή και κήπο και έχω αρκετές αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια. Δεν έχω πάει καθόλου από τότε που φύγαμε, παρά το γεγονός ότι με τις ομάδες και με την Εθνική ταξίδεψα αρκετές φορές. Ίσως στο μέλλον να πάω με κάποια από τις κόρες μου. Θέλω να πάω, αλλά δεν έχει τύχει ακόμα.

«Τι ομάδα είσαι μικρέ; Γιατί από το χρώμα σου καταλαβαίνω ότι είσαι ΠΑΟΚ!»

Στην Ελλάδα πως έφτασε η οικογένειά σου;

Ξεκίνησε η παλιννόστηση το 1966 πριν τη Χούντα. Κατάφεραν και βρήκαν τον τρόπο οι γονείς μου και μπήκαμε στο καράβι από την Οδησσό και φτάσαμε στον Πειραιά. Από εκεί μετακινηθήκαμε στη Θεσσαλονίκη, όπου είχαμε συγγενείς.

Στη Θεσσαλονίκη που εγκατασταθήκατε;

Στην περιοχή των 40 εκκλησιών που ουσιαστικά είναι δίπλα στο Καυτανζόγλειο. Στην αρχή η προσαρμογή ήταν δύσκολη, καθώς μιλάγαμε ποντιακά, όπως κάναμε και στο Καζακστάν και υπήρχε μια επιφυλακτικότητα από τα άλλα παιδιά. Όμως σύντομα μίλησα σύγχρονα ελληνικά και μέσω και του ποδοσφαίρου κατάφερα και εντάχθηκα και προσαρμόστηκα.

Ο Σάββας Κωφίδης ανάμεσα στους υπόλοιπους Έλληνες διεθνείς πριν από αναμέτρηση Ελλάδας – Δανίας, το Νοέμβριο του 1983, στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας.

 

Μου είπες ότι και το ποδόσφαιρο έπαιξε το ρόλο του σε αυτό. Πως ξεκίνησες να ασχολείσαι με το άθλημα;

Όπως σου είπα μέναμε στην περιοχή του Καυτανζόγλειου και δίπλα μας ουσιαστικά ήταν το γήπεδο των Χορτατζήδων, όπου έκανε προπόνηση ο Ηρακλής. Πήγαινα λοιπόν εγώ εκεί και έβλεπα τις προπονήσεις μετά το σχολείο. Κάποια μέρα με είδε ο φροντιστής της ομάδας, ο Ελισσαίος Τσιτάνας τον οποίο όλοι έλεγαν Οδυσσέα και με φώναξε κοντά του. “Τι ομάδα είσαι μικρέ”, μου λέει “γιατί από το χρώμα σου, καταλαβαίνω ότι είσαι ΠΑΟΚ”. “Όχι εγώ είμαι Ηρακλής”, του απάντησα. Έτυχε και ήμουν εκεί, αν ήμουν κοντά στο γήπεδο του ΠΑΟΚ, ίσως και να έλεγα ότι είμαι ΠΑΟΚ. Αντέδρασα ενστικτωδώς και λειτούργησα με το συμφέρον μου εκείνη τη στιγμή. Με κοίταξε και μου έδωσε μια μπάλα. Εγώ “πέθανα” από τη χαρά μου. “Πάρτην να παίξεις”, μου είπε και έτσι ξεκίνησα να κλωτσάω.

Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που σε είδε να κλωτσάς;

Ναι ήταν ο πρώτος και έμελλε να γίνει κάτι σαν πατέρας μου. Ακολούθησα όλη τη διαδικασία και αφού πέρασα απ’ όλες τις ομάδες έφτασα μέχρι και την πρώτη ομάδα.

Πως καθιερώθηκες στην πρώτη ομάδα;

Καθιερώθηκα στην πρώτη ομάδα από τον Απόστολο Τσατσέφσκι. Όταν ο Ηρακλής ήταν στη Β’ Εθνική, ο Τσατσέφσκι δεν μπορούσε να κάτσει στον πάγκο, αλλά ουσιαστικά αυτός ήταν ο προπονητής. Είχαμε παίξει ένα ματς στα Τρίκαλα. Εγώ τότε είχα παίξει και παρά την ήττα είχε πει: “Χάσαμε το ματς, αλλά κερδίσαμε έναν παίκτη”. Υπήρξαν τότε κάποιοι που έλεγαν ότι ήμουν αδύνατος και μικροκαμωμένος, αλλά ο Τσιτάνας πίστευε σε μένα και μου έλεγε: “Αστους να λένε, εσύ μια μέρα θα παίξεις μπάλα”.

Ο Σάββας Κωφίδης πανηγυρίζει αγκαλιά με Ζούντμπι, Τουντζιάρη και Αναστασιάδη την ιστορική πρόκριση επί του Παναθηναϊκού στα ημιτελικά του Κυπέλλου, μέσα στο ΟΑΚΑ, τον Μάρτιο του 1986.

«Σάββα, ο πρόεδρος φέρνει έναν μάγο στην ομάδα. Θα πάμε να τον υποδεχτούμε!»

Έχω διαβάσει ότι είχες πει πως μαζί του πήγες στην υποδοχή του Χατζηπαναγή.

Όταν ήμουν 14 χρονών, μια ημέρα ήρθε και μου είπε: “Σάββα ο πρόεδρος ο Ατματζίδης μας φέρνει έναν μάγο στην ομάδα. Θα πάμε να τον υποδεχτούμε”. Έτσι πήγαμε, χωρίς τότε να έχουμε δει τον Βασίλη να παίζει ποδόσφαιρο. Πήγαμε γιατί υπήρχαν οι πληροφορίες ότι είναι ένας εξαιρετικός ποδοσφαιριστής. Μάλιστα μετά από χρόνια, όταν πλέον παίζαμε μαζί στην ομάδα, του το είχα πει του Βασίλη.

Τι του είχες πει;

“Ρε Ρώσε, όταν είχες έρθει ήμουν κι εγώ στην υποδοχή σου. Που να φανταστώ ότι θα φτάσει η μέρα που θα είμαστε συμπαίκτες”.

Αυτό το “Ρώσε” φαντάζομαι ότι το λέγατε ο ένας στον άλλον για πείραγμα.

Έτσι είναι ακριβώς. Ο Βάσια μου απαντούσε πάντοτε: “Τι με λες Ρώσε; Εσύ τι είσαι”; Φυσικά γελάγαμε. Να φανταστείς επειδή ο πατέρας μου ήθελε στο σπίτι να μιλάμε μόνο ποντιακά, εγώ δεν είχα μάθει ούτε λέξη ρώσικα, αλλά πειραζόμασταν με τον Βασίλη.

Ο Σάββας Κωφίδης και ο Βασίλης Χατζηπαναγής μαζί με Γκεοργκίεφ, Ζούντμπι, Δανιήλ Παπαδόπουλο, Βακαλόπουλο και όλους τους παίκτες του Χρήστου Αρχοντίδη σε αναμνηστική φωτογραφία πριν από την έναρξη του τελικού του κυπέλλου Ελλάδος του 1987, με αντίπαλο τον ΟΦΗ.

Πως ήταν η συνύπαρξή σας;

Θα σου πω ότι ήμουν απόλυτα τυχερός που είχα συμπαίκτη τον Βασίλη. Ποιος δεν θα ήθελε να τον έχει; Ήμουν ευτυχισμένος που έπαιζα δίπλα του, όπως φυσικά και με τους άλλους μεγάλους παίκτες που είχε ο Ηρακλής τότε. Ο Παπαϊωάννου, ο Καραΐσκος, ο Αναστασιάδης, ο Δανιή Παπαδόπουλος, ο Ζούντμπι και τόσοι άλλοι. Ήταν μια εκπληκτική δεκαετία για τον Ηρακλή που πραγματικά απολαύσαμε το ποδόσφαιρο.

«Αν ο δικός μας Ηρακλής έπαιζε τη σημερινή εποχή, ίσως είχε περισσότερες πιθανότητες να κατακτήσει τίτλους»

Νιώθεις ότι εκείνη η ομάδα του Ηρακλή δεν πήρε ότι δικαιούνταν από το ποδόσφαιρο;

Δύσκολο να το πω αυτό, γιατί τότε οι συνθήκες ήταν δύσκολες. Υπήρχαν πολλές και καλές ομάδες. Ίσως αν η τότε ομάδα έπαιζε τώρα, να είχε περισσότερες πιθανότητες να πάρει τίτλους. Όμως ουσιαστικά δεν με ένοιαζε αυτό. Με ένοιαζε ότι μείναμε στην ιστορία, ως η καλύτερη ομάδα που είχε ο σύλλογος. Αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμα για εμένα.

Ήσουν δεμένος με τον Ηρακλή και θέλω να μου πεις τώρα πως έγινε η μεταγραφή σου στον Ολυμπιακό.

Πρέπει να σου πω ότι ήμουν τόσο δεμένος με τον Ηρακλή και ήταν τέτοια η αγάπη μου για τον Ηρακλή, που δεν είχα φανταστεί ότι θα φύγω ποτέ. Εγώ ουσιαστικά είχα συμφωνήσει με τον Πέτρο Θεοδωρίδη ότι θα φύγω από τον Ηρακλή, μόνο για να πάω σε ομάδα του εξωτερικού. Μάλιστα είχε βρεθεί και κάποιος μάνατζερ, που ότι μου είπαν, γιατί εγώ δεν τον γνώρισα ποτέ, έφερε πρόταση για ομάδα από το εξωτερικό που με ήθελε. Όμως ο Θεοδωρίδης συμφώνησε με τον Ολυμπιακό, που έδινε πολλά περισσότερα χρήματα. Εγώ δεν το ήξερα και όταν το έμαθα, ουσιαστικά δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Όταν το έμαθα κατάλαβα ότι ήθελε να με δώσει κι εγώ δεν μπόρεσα να το διαχειριστή αυτό, εκείνη τη στιγμή. Έτσι θεώρησα ότι από τη στιγμή που αποφασίστηκε κάτι τέτοιο, έπρεπε να φύγω. Ίσως αν αυτό συνέβαινε στη σημερινή εποχή να το είχα διαχειριστεί διαφορετικά.

Ο Σάββας Κωφίδης με τον επί σειρά ετών συμπαίκτη του στον Ηρακλή, Γιάννη Γκιτσιούδη, πριν από την έναρξη αγώνα Ολυμπιακού – ΠΑΟΚ, τον Φεβρουάριο του 1990.

Το μετάνιωσες;

Όχι φυσικά γιατί η διαδικασία αυτή και η παραμονή μου για 4 χρόνια στον Ολυμπιακό με ωρίμασε. Ήταν σημαντικά ποδοσφαιρικά χρόνια αυτά που έζησα στον Ολυμπιακό και κέρδισα την εκτίμηση και την αγάπη του κόσμου της ομάδας. Μάλιστα, όπως σου είπα και πριν, νιώθω ευλογημένος γιατί τόσο ο κόσμος του Ηρακλή, όσο και του Ολυμπιακού, αλλά και του Άρη, που πήγα μετά, ακόμα και σήμερα όταν με συναντάει μου δείχνει αγάπη και σεβασμό.

«Όταν ο Θεοδωρίδης συμφώνησε με τον Ολυμπιακό η μεταγραφή μου ήταν πλέον μονόδρομος για μένα. Δεν μετανιώνω καθόλου όμως. Η παραμονή μου για τέσσερα χρόνια στον Ολυμπιακό με ωρίμασε!»

Στον Ολυμπιακό πήγες όταν πρόεδρος ήταν ο Κοσκωτάς και ήθελε όλους τους καλούς παίκτες. Αλήθεια, είχες μάθει ποτέ εάν ήθελε και τον Χατζηπαναγή και γιατί δεν έγινε τελικά η μεταγραφή;

Αλήθεια είναι. Την ίδια περίοδο που πήρε εμένα ο Κοσκωτάς ήθελε να πάρει και τον Βασίλη. Όμως δεν ξέρω και δεν έμαθα ποτέ τις λεπτομέρειες και κυρίως γιατί δεν έγινε η μεταγραφή του.

Λάγιος Ντέταρι και Σάββας Κωφίδης πριν από την έναρξη φιλικού ανάμεσα στην Μπολόνια και τον Ολυμπιακό τον Σεπτέμβριο του 1990.

Στον Ολυμπιακό όταν πήγες, βρήκες και πάλι μεγάλους παίκτες.

Φυσικά. Προτάσοφ, Λιτόφσενκο, Ντέταρι, Φούνες. Ο Λάγιος θεωρώ ότι ήταν ο μεγαλύτερος απ’ όλους. Πάλι τυχερός ήμουν, γιατί θα έπαιζα με τέτοιους παίκτες μαζί, όπως είχα κάνει και στον Ηρακλή.

«Στην αρχή των πέτρινων χρόνων, ο Ολυμπιακός λειτουργούσε στην τύχη, χωρίς διοικητική οργάνωση και χωρίς καμιά προστασία»

Τι έφταιξε και τότε ο Ολυμπιακός, παρά την πλειάδα αστέρων που είχε δεν μπορούσε να πάρει πρωτάθλημα;

Όλα αυτά που έγιναν με τον Κοσκωτά, ενώ και στη συνέχεια με τον Σαλιαρέλη δεν υπήρχε η διοικητική ηρεμία. Όταν βλέπεις ότι ο πρόεδρός σου μπαίνει φυλακή καταλαβαίνεις ότι κάτι δεν πάει καλά στην ομάδα. Ήταν το ξεκίνημα για τα πέτρινα χρόνια του Ολυμπιακού, όπου η ομάδα ουσιαστικά λειτουργούσε στην τύχη, χωρίς καμία διοικητική οργάνωση και φυσικά χωρίς καμία προστασία. Περίεργες καταστάσεις, με τρομερή πίεση όπου έπρεπε να τις διαχειριστούμε. Πιστεύω ότι και αυτές οι καταστάσεις με ωρίμασαν ως άνθρωπο και ως ποδοσφαιριστή.

Λες τόση ώρα πόσο τυχερός ήσουν σε διάφορες στιγμές και λόγω των μεγάλων συμπαικτών που είχες. Να φανταστώ ότι κάτι ανάλογο θα μου πεις και για το Μουντιάλ του 1994.

Φυσικά δεν μπορώ να πω κάτι διαφορετικό. Ήμουν τυχερός που έζησα και αυτό, το οποίο είναι -πως να το πω- η πεμπτουσία του ποδοσφαίρου, όταν είσαι επαγγελματίας. Έζησα αυτή την καταπληκτική ατμόσφαιρα, αυτή τη γιορτή που δεν θα την ξεχάσω ποτέ, καθώς είναι μοναδικά τα συναισθήματα που σε κατακλύζουν εκείνη την ώρα.

Ο Σάββας Κωφίδης εν δράσει στο παιχνίδι της εθνικής μας με την Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα, στο ιστορικό πρώτο παιχνίδι του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου, τον Ιούνιο του 1994.

Αγωνίστηκες και ως αντίπαλος με τον Μαραντόνα.

Εκείνη την ώρα δεν το είχα καταλάβει, δεν το είχα συνειδητοποιήσει. Μετά το κατάλαβα. Ο Μαραντόνα ήταν μια τεράστια προσωπικότητα. Και ως παίκτης και ως άνθρωπος. Ήταν πάντοτε κοντά στον συνάνθρωπο. Πάντοτε αλληλέγγυος. Φυσικά είχε και τα πάθη του, τα οποία όμως έκαναν κακό μόνο στον εαυτό του και σε κανέναν άλλον.

Να σταθούμε όμως λίγο και στο Μουντιάλ και στο τι έγινε εκεί.

Θα σου πω ότι σε γενικές γραμμές, αυτό που μας επηρρέασε αρνητικά ήταν ότι πήγαμε πολύ νωρίς εκεί και αναλωθήκαμε σε φιέστες και γιορτές. Κάπου χάθηκε η αυτοσυγκέντρωση γιατί δεν ήμασταν και πολύ έμπειροι σε τέτοιες διοργανώσεις και δεν ήμασταν αυτοί που έπρεπε. Δεν θέλω να επεκταθώ περισσότερο, αλλά θέλω να κρατήσω μόνο τις καλές στιγμές και φυσικά το γεγονός ότι ήμασταν εκεί, παρόντες στη μεγάλη γιορτή.

Να γυρίσουμε στην καριέρα σου στην Ελλάδα. Όταν έφυγες από τον Ολυμπιακό γιατί πήγες στον Άρη και όχι στον Ηρακλή;

Μιλούσα με τον Θεοδωρίδη, όταν κατάλαβα ότι δεν είχα μέλλον στον Ολυμπιακό και είχαμε συμφωνήσει ότι θα γυρίσω πίσω στον Ηρακλή. Είχα ενημερώσει και τους ανθρώπους του Ολυμπιακού γι’ αυτό και είχαν συμφωνήσει. Όμως ο Θεοδωρίδης αθέτησε αυτή τη συμφωνίακαι έμεινα ουσιαστικά ξεκρέμαστος και μάλιστα έξι μήνες δεν έπαιζα, γιατί όπως ήταν φυσιολογικό οι άνθρωποι του Ολυμπιακό, διέκοψαν την ισχύ του συμβολαίου μου. Ήρθε μετά η πρόταση του Άρη και έτσι πήγα εκεί.

«Όταν σταμάτησα το ποδόσφαιρο ήταν σαν… θάνατος για μένα. Και ουσιαστικά αυτό που με κράτησε ήταν η μουσική! Μου δημιούργησε μια φιλοσοφία ζωής!»

Στον Άρη έπαιξες μέχρι τα 35 σου ποδόσφαιρο.

Ναι και επέστρεψα στον Ηρακλή και σταμάτησα το 1999 το καλοκαίρι. Σταμάτησα παρά το γεγονός ότι ακόμα ένιωθα δυνατός και μπορούσα να παίξω. Ήθελα να φύγω από το ποδόσφαιρο με ψηλά το κεφάλι και όρθιος. Βέβαια μετά ήταν σαν… θάνατος για εμένα. Άρχισα να αναρωτιέμαι: “Τώρα τι κάνω”; Έπρεπε να βρω κάτι να κάνω και ουσιαστικά αυτό που με κράτησε ήταν η μουσική. Ένιωθα ως “μουσικός που δεν έχει κοινό”. Δεν έβρισκα νόημα πουθενά και τότε ήταν που με κράτησε η μουσική. Ακόμα έχω αυτό το συναίσθημα, γιατί όταν δεν παίζεις εσύ ποδόσφαιρο, ότι και να κάνεις μετά, ακόμα κι αν είσαι στο χώρο του ποδοσφαίρου, ουσιαστικά είναι κάτι σαν υποκατάστατο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι το ίδιο με το να παίζεις εσύ ποδόσφαιρο.

Η μουσική πάντοτε έπαιζε μεγάλο ρόλο για να μην πω τον μεγαλύτερο στο ζωή σου.

“Η ζωή χωρίς τη μουσική είναι λάθος” έχει πει ο Νίτσε. Η μουσική με κράτησε. Μου δημιούργησε μια φιλοσοφία ζωής. Είναι τρόπος ζωής για εμένα. Με έσωσε από άλλα πράγματα και αν δεν υπήρχε η μουσική στη ζωή μου, ίσως να μην ήμουν και αυτός που είμαι τώρα. Και στο ξαναλέω πως μετά το ποδόσφαιρο, ήταν και ένας λόγος για να ζήσω.

Μουσικός γιατί δεν προσπάθησες να γίνεις;

Δεν έχουν όλοι ταλέντο για να κάνουν πράγματα. Έτσι κι εγώ δεν είχα ταλέντο. Είχα πάρει βέβαια κάποια ντραμς και τα χτύπαγα, όμως όταν γεννήθηκε η πρώτη μου κόρη, δεν μπορούσα πλέον να παίζω (γέλια).

Με τις κόρες σου πως τα πάτε σε αυτόν τον τομέα;

Έχω  δύο μεγάλες από τον πρώτο μου γάμο και μια μικρή από τον δεύτερο. Με τη μεγάλη δεν ταιριάξαμε μουσικά. Με τη δεύτερη τα βρίσκουμε και ακούμε τα ίδια τραγούδια. Τώρα ευελπιστώ ότι θα μυήσουμε και την μικρή σε αυτά (γέλια).

«Ο Γιοβάνοβιτς παραμένει σταθερός στις αξίες του, έχει καθαρότητα λόγου και είναι ειλικρινής και συνεπής σε όσα έλεγε και λέει!»

Μετά το ποδόσφαιρο έκανες και την προσπάθειά σου στην προπονητική.

Όταν σταμάτησα το ποδόσφαιρο, σταμάτησε και ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Κάναμε μαζί μια ακαδημία. Δεν είχα σκοπό να μπω στην προπονητική επαγγελματικά. Ήθελα να ασχοληθώ με τις αναπτυξιακές ομάδες και με προέτρεψε ο Ιβάν να πάω να βγάλω δίπλωμα. Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς, που ήθελε πάντα να γίνει επαγγελματίας προπονητής, ανέλαβε τον Ηρακλή με πήρε ως βοηθό του, επειδή με εμπιστευόταν.  Με το χρόνο διαπίστωσα ότι μου ταιριάζουν περισσότερο τα αναπτυξιακά τμήματα και κάνω την προσπάθειά μου εκεί. Δυστυχώς δεν μπορούσα να συμβαδίσω με την φιλοσοφία και τη νοοτροπία που υπάρχει στο χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου και έτσι έριξα το ενδιαφέρον μου στα αναπτυξιακά τμήματα.

Έχοντας ζήσει δίπλα στον Γιοβάνοβιτς, φαντάζομαι ότι χαίρεσαι με την επιτυχία του.

Φυσικά. Παραμένει σταθερός στις αξίες του, έχει καθαρότητα λόγου και είναι ειλικρινής και συνεπής σε όλα έλεγε και λέει. Έχει καταφέρει να είναι στην κορυφή με τον δικό του τρόπο και του αξίζει πραγματικά να είναι εκεί. Από τότε που ήμασταν συμπαίκτες στον Ηρακλή, εκτός από το γεγονός ότι ήμουν τυχερός που τον είχα συμπαίκτη, είχα καταλάβει ότι είχε την τάση να καθοδηγεί τους συμπαίκτες του. Ήταν γραφτό του να γίνει προπονητής.

Κλείνοντας θέλω να μου πεις και για τη δουλειά που κάνετε στον ΟΦΗ, όπου είσαι ο υπεύθυνος για την ακαδημία.

Στον ΟΦΗ τέσσερα χρόνια τώρα έχουμε αναπτύξει ένα πρόγραμμα, το οποίο έχει ως στόχο, όχι μόνο να δημιουργήσει νέους αθλητές, αλλά να αναπτύξει και τις ανθρώπινες αξίες και τις κοινωνικές τους δεξιότητες. Χρειάζεται υπομονή, επιμονή και συνέπεια. Σε μια κοινωνία, όπως η ελληνική που έχει μια δεδομένη κουλτούρα, είναι δύκολο να την αλλάξεις. Γι αυτό χρειάζεται να επιμένουμε στην καθημερινότητα και δημιουργούμε μια δομή. Προσπαθούμε συνεχώς και χτίζουμε πάνω σε αυτό το πρόγραμμα. Πιστέυω ότι θα φτάσουμε στο επίπεδο που επιθυμούμε και θα δούμε να γίνεται πράξη, όλο αυτό που έχουμε οραματιστεί.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News