Ο Γιάννης Αντωνόπουλος άφησε το στίγμα του στον Εθνικό, στον οποίο αγωνίστηκε για μια δεκαετία. Από τα Εξάρχεια βρέθηκε στον Πειραιά και στα 27 του ήρθε η ώρα της μεταγραφής. Αν και δεν είχε περάσει απαρατήρητος από τους μεγάλους της Αθήνας, ανηφόρισε στη Θεσσαλονίκη για τον ΠΑΟΚ, με τον οποίο δέχθηκε αν και έμεινε μόνο για δυο χρόνια.
Μιλώντας στο Sportday.gr, ο Γιάννης Αντωνόπουλος μιλά για το λόγο που τον ανάγκασε να φύγει από τον ΠΑΟΚ σε μια νύχτα και ουσιαστικά να σταματήσει το ποδόσφαιρο, για το μάθημα ζωής που πήρε από το μεγάλο οικογενειακό πρόβλημα που αντιμετώπισε, και αποκαλύπτει την τιμητική πρόταση που του είχε κάνει ο Φένερς Πούσκας.
Ο Γιάννης Αντωνόπουλος κολλάει το δικό «χαρτάκι» στο άλμπουμ των αναμνήσεων των παιδικών μας χρόνων και απλά συγκλονίζει!
Το ποδόσφαιρο πως «προέκυψε»; Το κυνήγησες;
Ήμουν στο 5ο γυμνάσιο αρρένων Εξαρχείων. Εκεί, ο γυμναστής μου ήταν φίλος με τον Χρήστο Χατζιωαννίδη, ο οποίος ήταν στο Εθνικό, στα εφηβικά τμήματα. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Εγώ δεν έπαιζα κάπου, δεν είχα κάπου δελτίο. Με είδαν και μου πρότειναν να πάω στην ομάδα. Θυμάμαι μάλιστα την ατάκα του, τότε. «Μικρέ, μπορείς να έρχεσαι από τα Εξάρχεια στον Πειραιά για προπόνηση;».
Ο Εθνικός προπονούταν στο βοηθητικό του παλιού Καραϊσκάκη και η πρόταση ήταν για την ένταξή μου στους μικρούς του Εθνικού. Εκεί έβγαλα το πρώτο μου δελτίο, στον Εθνικό. Από εκεί ξεκίνησαν όλα, εκεί μεγάλωσα ποδοσφαιρικά.
«Ο Καρέλλας και ο Εθνικός θα είχαν αλλάξει την ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, αλλά το ΠΟΚ τους φρέναρε!»
Ποια είναι η πρώτη σκέψη σου στο άκουσμα της λέξης «Εθνικός»;
Ο Εθνικός θα είχε αλλάξει το ρου της ιστορία του, της ιστορίας του Ελληνικού ποδοσφαίρου, αλλά το ΠΟΚ τον φρέναρε. Ο αείμνηστος Δημήτρης Καρέλλας ήταν έτοιμος να φέρει στον Εθνικό τον Φέρεντς Πούσκας.
Ο Δημήτρης Καρέλλας είχε μεγάλη αγάπη για τον Εθνικός, είχε τρομερές ιδέες και απόψεις. Θα μπορούσε να είχε κάνει τον Εθνικό τη μεγαλύτερη ομάδα στην Ελλάδα, και όσους ξέρουν την ιστορία, θα καταλάβουν πως δεν υπερβάλλω. Ο Καρέλλας ήθελε να φέρει τον Πούσκας και άλλους Ούγγρους, στο λιμάνι. Και όταν λέω «στο λιμάνι» εννοώ τον Εθνικό.
Το ΠΟΚ ήταν εκείνο που ακύρωνε όλες τις σκέψεις, όλες τις κινήσεις του Καρέλλα, διότι όλοι εκείνοι έλεγαν «για κάτσε, που το πάει, που θα φτάσει ο Εθνικός;». Μιλάμε για ποδοσφαιριστές που θα άλλαζαν το ρου της ιστορία του Εθνικού και του Ελληνικού ποδοσφαίρου, καθώς τώρα θα μιλούσαμε για άλλα δεδομένα…
Ποιο ήταν το στοιχείο που έκανε τον Εθνικό της εποχής σου να στέκεται δυνατά στα πόδια του;
Ο Εθνικός ήταν μια ομάδα νοικοκυρεμένη. Οικονομικά στεκότανε στα πόδια της. Είχε παίκτες από την ακαδημία του, δικά του παιδιά, και είχε καταφέρει να συγκαταλέγεται στις παραδοσιακές ομάδες της Α εθνικής. Ήταν οι τρεις μεγάλοι της Αθήνας, οι τρεις της Θεσσαλονίκης, ο Εθνικός, ο Πανιώνιος, ο ΟΦΗ. Ο Εθνικός ήταν ομάδα που είχε κερδίσει τον σεβασμό όλων με την παρουσία του εντός και εκτός γηπέδων.
Στον Εθνικό είχαμε συνήθως Άγγλους προπονητές. Αυτή ήταν μια πολιτική, μια στρατηγική του Καρέλλα, που προτιμούσε τους Εγγλέζους προπονητές. Ήθελε να έχουνε το Αγγλικό στυλ, σε όλα μας. Θυμάμαι, φορούσαμε μπλούζες από Εγγλέζικες εταιρίες, είχαμε Εγγλέζικες μπάλες, είχαμε συνολικά μια τάση να ακολουθούμε τα πρότυπα του ποδοσφαίρου του νησιού.
Στα οικονομικά, ο Εθνικός ήταν μια ομάδα που τιμούσε τα συμβόλαια. Έδινε καλά συμβόλαια, πλήρωνε πάντα, ήταν ένα πρότυπο. Για να καταλάβετε τι εννοώ, όταν πήγαινα δευτέρα λυκείου, τα λεφτά που έπαιρνα ως νεαρός ποδοσφαιριστής του εθνικού ήταν περισσότερα από αυτά που έπαιρναν αρκετοί από τους καθηγητές μου…
Στο Εθνικό, προσπάθησα να συνδυάσω το ποδόσφαιρο και το σχολείο, που δεν ήθελα να το αφήσω. Έβγαλα, όπως λέω και την έβδομη τάξη, διότι πήγα και μια χρονιά στο νυχτερινό. Αυτό με βοήθησε πολύ διότι αργότερα, τα έφερε έτσι η ζωή που με τη σύζυγό μου πήγα στο ανοικτό πανεπιστήμιο και έγινα παιδαγωγός. Στα 35 μου πήρα το πτυχίο και εδώ και 23 χρόνια έχω βρεφονηπιακό σταθμό με τη γυναίκα μου, στο Ναύπλιο.
Στα οικονομικά, ο Εθνικός ήταν μια ομάδα που τιμούσε τα συμβόλαια. Όταν πήγαινα δευτέρα λυκείου, τα λεφτά που έπαιρνα ως νεαρός ποδοσφαιριστής του εθνικού ήταν περισσότερα από αυτά που έπαιρναν αρκετοί από τους καθηγητές μου…
Θυμάσαι το πρώτο σου παιχνίδι;
Ξεχνιούνται αυτά; Το πρώτο μου παιχνίδι στον Εθνικό ήταν απέναντι στον Παναθηναϊκό. Και δουλειά μου, ως αμυντικός, ήταν να φυλάω τον Χρήστο Υφαντίδη, έναν μεγάλο, σπουδαίο επιθετικό…
Πόσο εύκολο ήταν τα σταθείς, ως νεαρός, σε μια ομάδα;
Ποτέ δεν είναι εύκολο το να μπεις σε μια ομάδα, και αγωνιστικά αλλά και στα αποδυτήρια. Οι μεγαλύτεροι περίμεναν από εσένα να δείξεις πράγματα αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι σε βοηθούσαν. Ίσως εμένα να με βοήθησε και το χιούμορ μου, και κατάφερα να δέσω και με αρκετούς από τους μεγαλύτερους. Πάντα τα πήγαινα καλά με τους μεγαλύτερους.
Όταν όλοι μιλούν για τον Εθνικό της δεκαετίας του ’80, δεν μπορούν να μην κάνουν αναφορά στο περίφημο 3-6 με τον Παναθηναϊκό…
Τι ματς κι’ εκείνο; Τι να σου πω… Σε εκείνο το ματς, ο,τι κάναμε έμπαινε γκολ! Είναι από αυτά τα ματς που μένουν στην ιστορία και δεν έχεις εξήγηση για το τι έγινε.. Μάλλον έγιναν όλα μαζί για μας. Και το όλο θέμα είναι πως ο Παναθηναϊκός ήταν εξαιρετική ομάδα τότε. Ήταν γεμάτος αγωνιστικά. Και όλα τα παιδιά του Παναθηναϊκού ήταν φίλοι μας.
Για 90 λεπτά στο γήπεδο αντίπαλοι με μεγάλες μάχες, αλλά πριν και μετά, φίλοι. Έτσι ήταν τότε. Τα λέμε για να βλέπουν τα παιδιά τώρα. Τελείωνε το παιχνίδι και με τους παίκτες που παίξαμε αντίπαλοι, την επόμενη μέρα, πηγαίναμε για καφέ. Για παράδειγμα, αυτό συνέβαινε με τον Λύσσανδρο τον Γεωργαμλή, τον Βαγγέλη τον Βλάχο. Εκείνη την εποχή ήταν αστέρες, αντίπαλοι αλλά και εξαιρετικά παιδιά ως χαρακτήρες, και κάναμε παρέα, βγαίναμε για καφέ.
Σκέφτεσαι σήμερα να πάνε για καφέ δυο παίκτες του Ολυμπιακού και δυο τον Παναθηναϊκού, ή δυο του Άρη με δυο του ΠΑΟΚ;
Δυστυχώς, αυτά έχουν εκλείψει. Τότε ήταν η καθημερινότητα και τώρα θα ήταν πρώτη είδηση. Σίγουρα παίζει ρόλο το γεγονός πως οι ομάδες πλέον έχουν λίγους Έλληνες.
Αλλά αυτό που έχει αλλάξει είναι η παιδεία. Κάποιοι δεν μπορούν να καταλάβουν πως για τον ποδοσφαιριστή, είναι άλλο το γήπεδο, το 90λεπτο που παίζεις, δίνεις τα πάντα, και άλλο το πριν και το μετά. Είμαστε ποδοσφαιριστές, μας συνδέουν πολλά.
Για να ζήσουμε στιγμές όπως αυτές, θα πρέπει να αλλάξει το περιβάλλον μεταξύ φιλάθλων, παραγόντων και δημοσιογράφων, να το πάρουμε αλλιώς…
Και για να γυρίσω και στο θέμα των Ελλήνων παικτών. Έχουμε γίνει μειονότητα στις ομάδες και δεν ξέρω το πού θα καταλήξει αυτό. Και κάθε φορά, αυτό που λέμε είναι το να εμπιστευτούν οι ομάδες τα δικά τους παιδιά. Υπάρχει ταλέντο αλλά με την υπάρχουσα κατάσταση, βλέπεις ότι τα παιδιά έχουν ως πρώτο μέλημα να φύγουν στο εξωτερικό την ώρα που εμείς φέρνουμε παίκτες απ’ έξω…
Για να αλλάξουν πράγματα πρέπει να έχουμε δυο πράγματα. Υπομονή και θέληση. Αρχικά να έχουμε υπομονή.
Για 90 λεπτά στο γήπεδο αντίπαλοι με μεγάλες μάχες, αλλά πριν και μετά, φίλοι. Έτσι ήταν τότε. Τα λέμε για να βλέπουν τα παιδιά τώρα. Τελείωνε το παιχνίδι και με τους παίκτες που παίξαμε αντίπαλοι, την επόμενη μέρα, πηγαίναμε για καφέ.
Πως έγινε η μεταγραφή στον ΠΑΟΚ; Τι προηγήθηκε;
Πέρασα πολλά στον Εθνικό. Κάθε φορά θα λέω πως οι ρίζες μου είναι ο Εθνικός και τα φτερά μου είναι ο ΠΑΟΚ. Μέχρι τότε, οι δημοσιογράφοι με πηγαίνανε μια στον Παναθηναϊκό, μια στον Ολυμπιακό και μια στην ΑΕΚ.
Ο Μπάγεβιτς με ήθελε στην ΑΕΚ όχι ένα αλλά τρία καλοκαίρια. Υπήρξε φορά που πήγα στα γραφεία της ΑΕΚ για να υπογράψω αλλά για πολλούς και διάφορους λόγους, αυτή η μεταγραφή δεν έγινε ποτέ. Κάποια στιγμή, εγώ και ο Ντανιέλ Μπατίστα είχαμε υπογράψει για να πάμε στον Ολυμπιακό, αλλά με τα όσα έγιναν με τον Κοσκωτά, δεν παίξαμε εκεί. Είχα κάνει συνάντηση και με τον Βαρδινογιάννη για να πάω στον Παναθηναϊκό. Τότε, δεν υπήρχαν μάνατζερ, όλα γινότανε με τετ-α-τετ. Έγιναν πολλά εκείνη την εποχή, όσο έπαιζα στον Εθνικό.
Στον ΠΑΟΚ βρέθηκα με την συμβολή του Σταύρου Σαράφη και κάθε φορά που αναφέρομαι σε αυτό, νιώθω την ανάγκη να το λέω και ένα μεγάλο ευχαριστώ. Βρέθηκα σε έναν ΠΑΟΚ, μια ομάδα δεμένη με τον κόσμο της, που της έδινε απίστευτη δύναμη.
Δεν μπόρεσαν να προσφέρω αυτά που θα ήθελα, αυτά που πιστεύω πως μπορούσα να προσφέρω, και υπήρχαν άλλοι λόγοι που έγινε αυτό. Είχα υπογράψει συμβόλαιο για τέσσερα χρόνια και στα δυο χρόνια, έφυγα για προσωπικούς και οικογενειακούς λόγους.
«Πέρασα πολλά, περάσαμε πολλά και είμαστε καλά. Έχω την οικογένειά μου και είμαι πολύ χαρούμενος και περήφανος γι’ αυτή»
Θέλει να μιλήσεις γι’ αυτό;
Ναι, χωρίς πολλές λεπτομέρειες. Προέκυψε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα στην οικογένειά μου και εγώ έπρεπε να αποφασίσω να σταματήσω ουσιαστικά το ποδόσφαιρο, στα 29 μου. Το πρόβλημά μου το ήξεραν ο Θωμάς Βουλινός, που ήταν τότε πρόεδρος, και ο Γιώργος Κούδας που ήταν γενικός αρχηγός. Έπρεπε να φύγω, να σταματήσω για να σώσω την οικογένειά μου…
Η υγεία είναι πάνω από όλα και έπρεπε να διαλέξω να σταματήσω το ποδόσφαιρο, 29 χρονών παιδί, για την οικογένειά μου. Έχουν περάσει χρόνια από τότε… (σ.σ. η συζήτηση σταματά για λίγο λόγω έντονης συγκίνησης…) Πλέον, είμαι καλά. Πέρασα πολλά, περάσαμε πολλά και είμαστε καλά. Έχω την οικογένειά μου και είμαι πολύ χαρούμενος και περήφανος γι’ αυτή.
Αισθάνομαι άσχημα που σε έβαλα σε αυτή τη θέση…
Όχι, είμαι καλά. Πέρασαν τα χρόνια και είμαι δυνατός και εγώ και η οικογένειά μου. Έμειναν δυο χρόνια στον ΠΑΟΚ αλλά δέχθηκα πολύ με τη Θεσσαλονίκη, με τους ανθρώπους. Κάθε φορά που έχει μια εκδήλωση ο σύλλογος βετεράνων, μετράω τις ημέρες να ανέβω Θεσσαλονίκη, να βρεθώ με τους υπόλοιπους, με φίλους με τους οποίους δέθηκα.
Έχω πτυχίο παιδαγωγού και πτυχίο προπονητή UEFA, έχω δεχθεί πολλές προτάσεις από ομάδες για να αποτελώ τον άνθρωπο που είτε θα ασχοληθεί είτε θα επιβλέπει τα ταλέντα της περιοχής που μένω, για να έχουν ομάδες αυτές τον πρώτο λόγο. Δε θα πω το ποιες ομάδες ήταν. Εγώ όμως νιώθω έχω πάντα στο πίσω μέρους τους μυαλού μου τον ΠΑΟΚ.
Μπορεί να μην μας έχουν προσέξει όσο το αξίζουμε, δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό. Έχω κάνει ένα κλαμπ με ΠΑΟΚτσήδες από την περιοχή. Δεν μας έχουν προσέξει αλλά η αγάπη μας για τον ΠΑΟΚ, δεν αλλάζει.
Προέκυψε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα στην οικογένειά μου και εγώ έπρεπε να αποφασίσω να σταματήσω ουσιαστικά το ποδόσφαιρο, στα 29 μου. Το πρόβλημά μου το ήξεραν ο Θωμάς Βουλινός, που ήταν τότε πρόεδρος, και ο Γιώργος Κούδας που ήταν γενικός αρχηγός. Έπρεπε να φύγω, να σταματήσω για να σώσω την οικογένειά μου…
Πέρασες μια πολύ μεγάλη δοκιμασία. Ποιο είναι το μήνυμα που θα ήθελες να δώσεις σε ανθρώπους που έχουν περάσει τέτοιες φουρτούνες;
Θα πρέπει να είναι δυνατοί. Πολύ δυνατοί. Και να έχουν δίπλα και γύρω τους ανθρώπους που τους αγαπάνε. Εγώ πέρασα δυο μεγάλα «πανεπιστήμια ζωής». Το ένα είναι τα Εξάρχεια, και το άλλο το ποδόσφαιρο, ο αθλητισμός.
Θέλω να πω σε όλους τους γονείς να στρέψουν τα παιδιά τους στον αθλητισμό. Το μυαλό σου δουλεύει περισσότερο. Και δεν μιλάω αποκλειστικά για το ποδόσφαιρο. Γενικά, τον αθλητισμό, όποια κατεύθυνση θέλουν. Ο αθλητισμός σε βοηθάει να ξεφύγεις από καταστάσεις που υπάρχουν στην κοινωνία μας. Και στην εποχή μας είναι πολλές περισσότερες από αυτές που υπήρχαν σε εμάς, στη δική μας εποχή.
Εγώ πήγα στον αθλητισμό, μεγάλωσα, με μεγάλωσε, έκανα οικογένεια, πέρασα πολλά, έδωσα μεγάλες μάχες και είμαι χαρούμενος που αντέξαμε, που τα καταφέραμε, που είμαστε ενωμένοι και συνεχίζουμε. Και επανέρχομαι στο θέμα του αθλητισμού για τα παιδιά, είτε ποδόσφαιρο, είτε κλασικό αθλητισμό είτε πόλο που βλέπω πολλά παιδιά στο Ναύπλιο να στρέφονται εκεί. Χαμένα δεν πρόκειται να βγούνε, εφόσον θα έχουν και καλούς ανθρώπους γύρω τους.
Υπάρχει κάποιος άνθρωπος που θα ήθελες να ευχαριστήσεις ιδιαίτερα;
Δεν έχω παράπονο από κανέναν. Υπήρχαν άνθρωποι που με βοήθησαν, ειδικά όταν αντιμετώπισα το πρόβλημα που είχα. Άνθρωποι που μου στάθηκαν όταν το είχα ανάγκη και δε θα τους ξεχάσω ποτέ. Εδικά ανθρώπους από τη Θεσσαλονίκη και τον ΠΑΟΚ με τον οποίο δέχθηκα για μια ζωή. Θέλω να μιλήσω και για έναν άνθρωπο που τον ευχαρίστησα όταν ήταν εν ζωή και θα τον μνημονεύω όσο θα ζω, τον Φέρεντς Πούσκας.
Εγώ πέρασα δυο μεγάλα «πανεπιστήμια ζωής». Το ένα είναι τα Εξάρχεια, και το άλλο το ποδόσφαιρο, ο αθλητισμός. Θέλω να πω σε όλους τους γονείς να στρέψουν τα παιδιά τους στον αθλητισμό. Το μυαλό σου δουλεύει περισσότερο. Και δεν μιλάω αποκλειστικά για το ποδόσφαιρο. Γενικά, τον αθλητισμό, όποια κατεύθυνση θέλουν.
Τι είχε γίνει με τον Πούσκας;
Αυτός ο άνθρωπος με αγαπούσε και με εκτιμούσε πολύ. Δεν ξέρω πώς προέκυψε αυτό, πως με είχε προσέξει. Ήταν η εποχή που ο Πούσκας ήταν προπονητής στην Αυστραλία και με την ομάδα του ήρθε για φιλικό στην Τούμπα.
Έμεινε με την ομάδα για τρεις – τέσσερις μέρες στη Θεσσαλονίκη και με πολιορκούσε. «Γιάννη, έλα να σε πάρω μαζί μου, έλα στην ομάδα» μου έλεγε, αλλά τότε δεν μπορούσα να φύγω, υπήρχε το πρόβλημα που σας είπα. Του είχα πει τότε «μακάρι να μπορέσει να λυθεί το πρόβλημα και να έρθω». Το να μιλάει με τέτοιο τρόπο σε μένα ένας ποδοσφαιριστής παγκόσμιας κλάσης που μετέπειτα έγινε προπονητής μεγάλου βεληνεκούς ήταν κάτι σημαντικό αλλά αυτά έγιναν σε μια δύσκολη στιγμή για μένα.