Συνέντευξη Βαγγέλης Καλογερόπουλος: «Ας είχε ο Ολυμπιακός Μαρινάκη στα πέτρινα χρόνια και θα βλέπαμε...»

EUROKINISSI

Ο «Ριτζ Φόρεστερ» του ελληνικού ποδοσφαίρου, ο Βαγγέλης Καλογερόπουλος, θυμάται τα «πέτρινα χρόνια» του Ολυμπιακού, εξηγεί γιατί δεν έπαιξε ποτέ στην ΑΕΚ του Μπάγεβιτς και εκφράζει το μεγάλο του παράπονο για μια καριέρα που δεν έφτασε όσο ψηλά άξιζε!

Ήταν Νοέμβριος του 1988, όταν η ΕΡΤ1 μετέδωσε στην Ελλάδα το πρώτο επεισόδιο μιας σαπουνόπερας που επί σειρά ετών θα αποτελούσε την απόλυτη… ψύχωση της ελληνικής τηλεόρασης.

Η «Τόλμη και Γοητεία» (που μέτρησε συνολικά… 8.900 επεισόδια μέχρι τα τέλη του 2021) έμελλε να γράψει ιστορία σε ολόκληρο τον κόσμο μπαίνοντας ακόμη και στο Ρεκόρ Γκίνες, ως η σειρά που παρακολουθούσαν οι περισσότεροι τηλεθεατές… όπερ και σημαίνει 400 εκατομμύρια άνθρωποι περίμεναν να ζήσουν τις περιπέτειες και τους έρωτες της Μπρουκ, της Στέφανι, της Καρολάιν, του Έρικ, του Θορν και φυσικά του… γόη της εποχής Ριτζ Φόρεστερ!

Τότε, στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και τις αρχές της δεκαετίας του ’90 δεν υπήρχε κοριτσίστικο δωμάτιο που να μην είχε αφίσα του Ριτζ στο δωμάτιό του. Όταν μάλιστα ο Ρον Μος, ο ηθοποιός που υποδυόταν τον «ερωτύλο» γιο της οικογένειας Φόρεστερ ήρθε για πρώτη φορά επίσκεψη στη χώρα μας (τον Ιούνιο του 1989), έγινε δεκτός με εκδηλώσεις… απόλυτης υστερίας!

Θα μας πείτε τι δουλειά έχει η «Τόλμη και Γοητεία» με το… ποδόσφαιρο. Μα ο Ρον Μος δεν ήταν ο μοναδικός Ριτζ που γοήτευε τα κορίτσια με τη χαίτη του! Τα γήπεδα της Α΄Εθνικής είχαν να επιδείξουν το δικό τους… αντίπαλο δέος, τη δική τους χαίτη στο πρόσωπο του Βαγγέλη Καλογερόπουλου, ενός χαρισματικού επιθετικού που κουβαλούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του το προσωνύμιο «Ριτζ»!

Όταν, μάλιστα, έφτασε στον Πειραιά για να φορέσει τη φανέλα του Ολυμπιακού ως ένας ικανότατος γκολτζής, αρκετοί ειδικοί προέβλεπαν ότι θα έκανε θραύση με τα ερυθρόλευκα.

Ωστόσο, όπως λέει και ο ίδιος, είχε την ατυχία να βρεθεί στον Ολυμπιακό σε λάθος εποχή! Σε μια εποχή διοικητικής ανυπαρξίας που στέρησε όχι μόνο από εκείνον, αλλά από αρκετούς ποδοσφαιριστές που πέρασαν από τους «ερυθρόλευκους» στα «πέτρινα χρόνια» τη δυνατότητα να κερδίσουν στην καριέρα τους όσα αναλογούσαν στο ταλέντο τους!

Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που στις συνεντεύξεις τους συγκρίνουν το «τότε» με το «τώρα» του Ολυμπιακού και αναρωτιούνται πόσο διαφορετικά θα γραφόταν η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, αν στη θέση του Γιώργου Κοσκωτά ή του Αργύρη Σαλιαρέλη, βρισκόταν ένας πανίσχυρος παράγοντας όπως ο Βαγγέλης Μαρινάκης.

Με αρκετή δόση νοσταλγίας, ο Βαγγέλης Καλογερόπουλος έρχεται να κολλήσει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr, καταγράφοντας έναν προς έναν τους λόγους για τους οποίους πλήρωσε ακριβά το διοικητικό χάος της εποχής στον Ολυμπιακό που τον εμπόδισε όχι μόνο να μεγαλουργήσει στον Πειραιά, αλλά να αγωνιστεί και σε κάποια άλλη μεγάλη ελληνική ομάδα!

Photo Credits: Κλόντιαν Λάτο | Eurokinissi

Βαγγέλη δεν γεννήθηκες στην Ελλάδα.

Όχι γεννήθηκα στην Αυστραλία, στη Μελβούρνη, αλλά από ενός έτους ήρθαμε πίσω στην Ελλάδα. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Κυπαρισσία σε ένα χωριό που λέγεται Σπηλιά. Ήταν το χωριό από το οποίο καταγόταν ο πατέρας μου.

Εκεί έζησες τα παιδικά σου χρόνια και φαντάζομαι ότι εκεί ξεκίνησες να παίζεις και ποδόσφαιρο.

Ναι εκεί και στην ομάδα του ΑΟ Κυπαρισσίας έπαιξα ουσιαστικά πρώτη φορά ποδόσφαιρο οργανωμένα σε ομάδα. Μετά το σχολείο βέβαια παίζαμε με τα άλλα παιδιά, αλλά ουσιαστικά πρώτη φορά σε ομάδα έπαιξα στον ΑΟ Κυπαρισσίας.

«Ο Βαρδινογιάννης μου φέρθηκε σαν πατέρας. Είχα πάθει σοκ όταν τον συνάντησα, ήθελα να γίνει η μεταγραφή στον Παναθηναϊκό, αλλά…»

Πως έκανες μετά το βήμα και άρχισες να παίζεις επαγγελματικά;

Έπαιξα στην Α’ ερασιτεχνική κατηγορία και στα 2,5 χρόνια που ήμουν εκεί σημείωσα 47 γκολ. Οπότε άρχισε να έρχεται κόσμος για να με βλέπει και να με παρακολουθεί.

Ποια ήταν η πρώτη ομάδα που ενδιαφέρθηκε για σένα;

Ο Παναθηναϊκός και μάλιστα είχε στείλει αρκετές φορές τον Μηγιάκη για να με παρακολουθήσει. Προφανώς και ο ίδιος τους είχε πει για μένα και έγινε και η πρώτη επαφή με την ομάδα. Μάλιστα είχα ανέβει και στην Αθήνα και συναντήθηκα με τον κ. Βαρδινογιάννη.

Αφού έγινε και αυτό, πως και δεν προχώρησε η μεταγραφή;

Ο Βαρδινογιάννης μου φέρθηκε πραγματικά σαν πατέρας. Εγώ είχα πάθει σοκ όταν τον συνάντησα και ήθελα να γίνει η μεταγραφή, αλλά δεν μπόρεσε να με πάρει. Δεν τα βρήκαν με τη διοίκηση της ομάδας και δεν προχώρησε η μεταγραφή μου.

Έτσι έμεινες εκεί και στη συνέχεια ήταν φυσιολογικό να πας στην Καλαμάτα;

Ναι ήταν άλλωστε και η μεγάλη ομάδα του νομού. Στην Καλαμάτα πήγα όταν ήταν στην Γ’ Εθνική και σε τρία χρόνια σημείωσα 48 γκολ.

Η μεταγραφή σου τελικά έγινε αργότερα, αλλά στον Ολυμπιακό.

Πρώτα όμως είχε ενδιαφερθεί για μένα ο ΠΑΟΚ. Ο ΠΑΟΚ παρακολουθούσε τον Μαυρέα και παράλληλα είχαν δει κι εμένα. Όμως τότε πρόλαβε ο Κοσκωτάς με τον Ολυμπιακό και με πήρε. Μια μέρα χτύπησε το τηλέφωνό μου και ήταν ο πρόεδρος ο Παπαμικρούλης, ο οποίος μου είπε ότι θα περάσει να με πάρει για να πάμε στην Αθήνα να υπογράψω στον Ολυμπιακό. Εγώ τότε ζήτησα να με αφήσουν για έξι μήνες ακόμα στην Καλαμάτα για να βοηθήσω την ομάδα και να ανέβω το καλοκαίρι όπως και έγινε.

Μηνάς Χαντζίδης και Βαγγέλης Καλογερόπουλος δύο από τις… θρυλικές ερυθρόλευκες χαίτες στα τέλη της δεκαετίας του ’80!

Πήγες λοιπόν στον Ολυμπιακό και μπήκες σε μια ομάδα με συμπαίκτες όπως ο Ντέταρι.

Πραγματικά ήταν ένας άλλο κόσμος. Μόνο και μόνο που είχα συμπαίκτη τον Λάγιος, ήταν κάτι το φανταστικό. Τι να πω γι αυτόν τον παίκτη; Στις προπονήσεις που ήμασταν τον έβλεπα να κάνει “παπάδες”. Δεν θα ξεχάσω την εμφάνισή του στον τελικό με τον ΟΦΗ. Εγώ μπορεί να μην έπαιξα, αλλά αυτά που έκανε ο Λάγιος ήταν τρομερά. Κατακτήσαμε το κύπελλο με 4-2 και είχε κάνει τρομερά πράγματα.

«Τι να πω για τον Ντέταρι; Ακόμη και στις προπονήσεις έκανε… “παπάδες”! Αυτά που έκανε ο Λάγιος ήταν τρομερά!»

Εσύ δεν έμεινες στον Ολυμπιακό αλλά έφυγες δανεικός για τον Πανσερραϊκό.

Αρχικά ήταν να πάω στην Παναχαϊκή, αλλά τότε μου είπε ο πρόεδρος ότι θα ήταν καλύτερα να πήγαινα στις Σέρρες. Δεν το μετάνιωσα, γιατί και τα λεφτά μου πήρα, αλλά και κατακτήσαμε το πρωτάθλημα με τον Πανσερραϊκό και από τη Β’ Εθνική ανεβήκαμε στην Α’ Εθνική. Εγώ εκείνη τη χρονιά κατάφερα να σημειώσω αρκετά γκολ, νομίζω 17.

Στις Σέρρες σου βγήκε και το παρατσούκλι “Ριτζ”;

Ναι εκεί ουσιαστικά. Λόγω του παρουσιαστικού μου, με το μακρύ μαλλί, τότε με παρομοίαζαν με τον πρωταγωνιστή της σειράς “Τόλμη και Γοητεία”. Μάλιστα και σε εφημερίδα είχε μπει τίτλος για μένα: “Ο Ριτζ των ελληνικών γηπέδων”.

Θέλω να μιλήσουμε και για την Εθνική ομάδα, στην οποία βρέθηκες ως παίκτης ομάδας της Β’ Εθνικής.

Απίστευτη εμπειρία, η καλύτερη της ζωής μου. Με είχε καλέσει ο Στέφανος Πετρίτσης και κατάφερα να αγωνιστώ σε τρία παιχνίδια. Με την Αλβανία εκτός έδρας και με την Πορτογαλία και την Αγγλία εδώ. Ήταν κάτι το ανεπανάληπτο και πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι να κληθεί ξανά παίκτης από ομάδα της Β’ Εθνικής στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα. Νομίζω ότι έγινε με τον Μάνταλο, όταν η ΑΕΚ ήταν στην Β’ Εθνική.

«Όταν ήρθε ο Σαλιαρέλης στον Ολυμπιακό αναγκαστήκαμε με τον Μουστακίδη να φύγουμε από την ομάδα»

Στον Ολυμπιακό γιατί δεν μπόρεσες να μείνεις περισσότερο;

Δεν έμεινα γιατί είχε έρθει στο μεταξύ ο Σαλιαρέλης, ο οποίος είχε πει σε μένα και στον Μουστακίδη ότι δεν θα μείνουμε στην ομάδα γιατί θα φέρει τους Ρώσους. Τότε στον Ολυμπιακό ήταν Αναστόπουλος, Μητρόπουλος, Σοφιανόπουλος, αλλά εγώ είχα πετύχει σε όλες τις διοργανώσεις 11 γκολ, όσα είχαν πετύχει όλοι οι υπόλοιποι μαζί. Έφυγα τότε δανεικός στον Ιωνικό, όπου σημείωσα 17 γκολ. Τότε αναγκάστηκε να φύγει και ο Μουστακίδης για τον Απόλλωνα.

Γιατί αναγκάστηκε;

Γιατί έπρεπε να γίνει χώρος για να έρθει ο Καραπιάλης από τη Λάρισα. Εγώ τότε πήγα στη Λάρισα ουσιαστικά ως αντάλλαγμα για την μεταγραφή του Καραπιάλη, αλλά πλέον κάτι είχε “σπάσει” μέσα μου και δεν ήθελα να παίξω. Ουσιαστικά είχα ξενερώσει και έτσι είχα προβλήματα και με την διοίκηση της ομάδας και δεν μπόρεσα να αγωνιστώ όπως ήθελα.

Ο Βαγγέλης Καλογερόπουλος μονομαχεί με τον Ιάκωβο Χατζηαθανασίου σε ντέρμπι Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού το Σεπτέμβριο του 1989.

Δεν μπορούσες να ψάξεις για άλλη ομάδα ως ελεύθερος;

Μα υπήρξε άλλη ομάδα, αλλά ο Ολυμπιακός δεν με άφηνε ελεύθερο. Ο Ραβούσης μου είχε μεταφέρει το ενδιαφέρον του Μπάγεβιτς για να πάω στην ΑΕΚ. Όμως ο Ολυμπιακός με κάποιο τρόπο το έμαθε και παρά το γεγονός ότι δεν ήμουν στα πλάνα τους, δεν με άφηναν να πάω στην ΑΕΚ. Έτσι κατέληξα στη Λάρισα, όπου όπως σου είπα δεν πήγα καλά.

Θέλω πριν πάμε παρακάτω να μου πεις την δική σου γνώμη για το γιατί ο Ολυμπιακός παρά το γεγονός ότι είχε καλούς παίκτες δεν έπαιρνε τους τίτλους.

Γιατί δεν είχε σοβαρή διοίκηση. Αυτός θεωρώ ότι ήταν ο κυριότερος λόγος. Ο Σαλιαρέλης δεν ήταν για παράδειγμα Μαρινάκης για να έχει και ο Ολυμπιακός μια σοβαρή και στιβαρή διοίκηση. Νιώθαμε κάποιες φορές πως παίζαμε μόνοι μας και πως κανείς δεν μπορούσε να μας προστατέψει. Αν είχαμε κι εμείς τότε Μαρινάκη. Αν…

«Ο Ραβούσης μου είχε μεταφέρει το ενδιαφέρον του Μπάγεβιτς για να πάω στην ΑΕΚ. Όμως ο Ολυμπιακός το έμαθε και παρά το γεγονός ότι δεν ήμουν στα πλάνα τους, δεν με άφηναν να πάω!»

Μετά τη Λάρισα ακολούθησε ο ΠΑΟΚ.

Στον ΠΑΟΚ με πήγε ουσιαστικά ο Κούδας, που με ήξερε και με είχε δει σε αρκετά παιχνίδια. Εκεί πίστεψα ότι θα μπορούσα να κάνω καριέρα, όμως κι εκεί ήταν περίεργα τα πράγματα. Να σου δώσω ένα παράδειγμα.

Παίζουμε με την Ξάνθη και κερδίζουμε 4-1 κι εγώ είχα βάλει δύο γκολ. Επόμενο ματς ήταν στην Νίκαια και κερδίζουμε 1-0 με δικό μου γκολ. Στη συνέχεια χωρίς καμία δικαιολογία ήμουν εκτός αποστολής. Προπονητής ήταν ο Πέτροβιτς και είχε βοηθούς τον Φορτούλα και τον Κοκότοβιτς. Εγώ δεν άντεξα και σε μια προπόνηση έκανα “ντου” στον Κοκότοβιτς και με τιμώρησαν. Έκανα προσφυγή γιατί δεν έπαιρνα τα λεφτά μου και δεν με άφηναν ελεύθερο. Τότε πήγα στα γραφεία και ζήτησα και το χαρτί της ελευθέρας μου και τα λεφτά μου.

Η συνέχεια ήταν στον Λεβαδειακό.

Εκεί πραγματικά ήταν εντελώς διαφορετικά τα πράγματα. Υπήρχε ένας πρόεδρος, ο Μιχάλης Σκλαπάνης, ο οποίος ήταν πραγματικός κύριος και ότι μας υποσχέθηκε το έκανε. Τότε είχε πάρει παίκτες όπως ο Γκώνιας, ο Κασάπης, ο Μπλέτσας, ο Τσουκάλης που ήταν ένας εκπληκτικός παίκτης, αλλά και αυτός αδικήθηκε. Δεν μπόρεσα όμως να παίξω αρκετά, γιατί είχα έναν τραυματισμό στο γόνατο.

Έπαιξες σε μεγάλες ομάδες, αλλά νιώθω ότι είσαι πικραμένος.

Φυσικά και είμαι. Έπαιξα σε μεγάλες ομάδες, αλλά δεν τις πέτυχα στις καλύτερες στιγμές τους. Είμαι πικραμένος γιατί θα μπορούσα να κάνω πολλά περισσότερα πράγματα στο ποδόσφαιρο. Μου μένει όμως, το κύπελλο που πήρα με τον Ολυμπιακό και τα πρωταθλήματα με τον Λεβαδειακό και τον Πανσερραϊκό. Φυσικά και οι φίλοι που έκανα από το ποδόσφαιρο, όπως ο Χαντζίδης και ο Ντέταρι, αλλά και άλλοι πολλοί που αξίζουν και μιλάμε ακόμα και σήμερα. Ταλαιπωρηθήκαμε και με την ιστορία με τον Κοσκωτά και πήραμε τα λεφτά μας μετά από 15 χρόνια και με άλλη αξία, ενώ πήραν και χρήματα κάποιοι που δεν έπαιξαν ποτέ στον Ολυμπιακό. Κρατάω όμως τις δυνατές φιλίες που έκαναν, με όσους άξιζαν πραγματικά.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News