ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΟΜΟΓΛΟΥ: Γιατί δεν υπολογίζετε τον Ραντζέλοβιτς στην εξίσωση των εξτρέμ;
Ο Αλέξανδρος Σόμογλου γράφει για τον Λάζαρ Ραντζέλοβιτς, απορεί που δεν γεμίζει το μάτι σε πολλούς φίλους του Ολυμπιακού και περιμένει την… απάντησή του
Ξεκαθαρίζω ότι δεν ανήκω στην κατηγορία των δημοσιογράφων που δίνουν και πολύ μεγάλη σημασία στα καλοκαιρινά φιλικά. Θεωρώ ότι διεξάγονται περισσότερο για τους προπονητές και πολύ λιγότερο για όλους εμάς, δημοσιογράφους ή οπαδούς…
Υπό αυτή την έννοια μην περιμένετε κάποια βαθυστόχαστη ανάλυση για όσα είδαμε στην ευρωπαϊκή «πρόβα» Ολυμπιακού και Άρη στο Φάληρο. Ναι δεν σας κρύβω ότι βλέποντας τον Πιερ Κούντε (έστω και για μισή ώρα), μπήκα στον πειρασμό να αναρωτηθώ τι θα συμβεί στη μεσαία γραμμή των πρωταθλητών Ελλάδος, σε περίπτωση παραμονής του Μαντί Καμαρά και συνύπαρξής του με τον Καμερουνέζο. Μεταθέτω όμως τη συζήτηση για τα… τέλη Αυγούστου, που θα έχει μεγαλύτερη σημασία.
Πάμε, λοιπόν, να συζητήσουμε για τους παίκτες που γνωρίζουμε. Από πέρσι το καλοκαίρι που είχε φουντώσει για τα καλά η συζήτηση για την αναγκαιότητα ενίσχυσης του Ολυμπιακού στις θέσεις των εξτρέμ, πάντα αναρωτιόμουν γιατί οι περισσότεροι δεν υπολόγιζαν – και εξακολουθούν να μην υπολογίζουν – τον Λάζαρ Ραντζέλοβιτς ως δυνατή υποψηφιότητα στην εξίσωση των άκρων της επίθεσης.
Είμαι ο μόνος που βλέπω ένα εξαιρετικά χαρισματικό παιδί, που αν δουλέψει σκληρά και (κυρίως) αν αποκτήσει σταθερότητα στην απόδοσή του, μπορεί να αποτελέσει μια λύση πρώτης γραμμής στο οπλοστάσιο του Πέδρο Μαρτίνς;
Το ζητούμενο για τον Ραντζέλοβιτς είναι να ανακαλύψει με τη βοήθεια των προπονητών του, γιατί ξεκινά πάντα φορτσάροντας τη σεζόν τα καλοκαίρια, και αντί σταδιακά να ανεβάζει ρυθμούς, τους ρίχνει όσο φτάνουμε τον χειμώνα.
Ακούω και διαβάζω κατά καιρούς ενστάσεις στη λογική «δεν έχει το ένας εναντίον ενός». Ενδεχομένως να είναι μια ένσταση σεβαστή. Δεδομένα δεν είναι… Ποντένσε! Διαθέτει όμως δυσεύρετα στοιχεία όπως είναι η ταχύτητα, η έκρηξη και σίγουρα διαθέτει καλύτερα τελειώματα από τα περισσότερα εξτρέμ που έχουν φορέσει τα τελευταία χρόνια την ερυθρόλευκη φανέλα.
Το ζητούμενο είναι να ανακαλύψει με τη βοήθεια των προπονητών του, γιατί ξεκινά πάντα φορτσάροντας τη σεζόν τα καλοκαίρια, και αντί σταδιακά να ανεβάζει ρυθμούς, τους ρίχνει όσο φτάνουμε τον χειμώνα. Ναι, αυτό είναι πράγματι ένα σημαντικό μειονέκτημά του. Αλλά η σταθερότητα και η ποδοσφαιρική ωριμότητα που οδηγεί σε αυτή είναι στοιχεία που συνήθως τα αποκτά ένας αθλητής και μετά τα 23 χρόνια.
Σε κάθε περίπτωση μην τον ξεγράφετε τον Σέρβο. Ο Μαρτίνς πάντως μόνο ξεγραμμένο δεν μοιάζει να τον έχει από τις σκέψεις του…
ΥΓ: Αν ήμουν Μάντζιος δεν θα ανησυχούσα για την ήττα ή την έκταση του σκορ, αλλά για την συνεχιζόμενη έλλειψη του εύκολου γκολ, όταν η ομάδα μου κυριαρχεί στο χορτάρι. Γιατί αυτό δεν αποτελεί φαινόμενο ενός ή δύο φιλικών, αλλά χαρακτήριζε τον Άρη καθ’ όλη τη διάρκεια της εξαιρετικής περσινής του χρονιάς. Και η έλλειψη εύκολου γκολ, στην Ευρώπη στοιχίζει ακριβά…