Ιάκωβος Τσακαλίδης: Το πιο... δύσκαμπτο μυστήριο του ελληνικού μπάσκετ

Ιάκωβος Τσακαλίδης: Το πιο… δύσκαμπτο μυστήριο του ελληνικού μπάσκετ | Αφιέρωμα | NBA | Μπάσκετ

Λένε ότι ο Ιάκωβος Τσακαλίδης γεννήθηκε στις 10 Ιουνίου του 1979, αλλά πιθανότατα δεν έχει γενέθλια αυτήν την ημερομηνία. Μια ιστορία από της ΕΟΚ τα παράδοξα.

Δεν φτάνει που ήταν Ρώσος έως μυελού οστέων, ο Ιάκωβος Τσακαλίδης δεν έστριβε ούτε με τις 42. Αυτό ήταν το επιμύθιο για έναν παίκτη που απείχε 220 εκατοστά του εδάφους, είχε ένα κορμί που έσφυζε από δύναμη και φρεσκάδα, ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια και άνετα θα μπορούσε να έχει κάνει οντισιόν για το «Jurassic Park» του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Όπως έγραψε και ο Γουίλιαμ Σαίξπηρ, όμως, πολύ κακό για το τίποτα. Για χάρη του σέντερ από τη Ρωσία, η ΕΟΚ έχασε ένα κομμάτι από την ηθική υπόστασή της και η Εθνική «κέρδισε» έναν παίκτη που την βοήθησε ελάχιστα ώστε να ανέλθει στα υψηλότερα επίπεδα του παγκόσμιου μπάσκετ.

Είναι, κιόλας, θέμα οπτικής, μια και οι ελληνοποιήσεις, που είχαν γίνει σκοινί κορδόνι τη δεκαετία του ’70 με τους Αμερικανούς με τις Ελληνίδες προγιαγιάδες και τους Έλληνες κουμπάρους μιας φίλης του πρώην της συννυφάδας της πρώην μου, απευθύνονταν, είκοσι χρόνια αργότερα, στο πρώην ανατολικό μπλοκ. Ειδικά οι Σέρβοι και οι Ρώσοι είχαν την τιμητική τους και ο Τσακαλίδης, που κατέφτασε πιο αργά από όλους στο πάρτι, έγινε ένα προϊόν προς εκμετάλλευση. Προϊόν, κιόλας, του ελληνικού μπάσκετ, όπως τον αποκάλεσε η ΕΟΚ, που του έβγαλε την ελληνική υπηκοότητα το 1998, προκειμένου να τον έχει ο Παναγιώτης Γιαννάκης στη διάθεσή του στην πρώτη διοργάνωσή του ως προπονητής της Εθνικής, που ήταν και η τελευταία του Παναγιώτη Φασούλα.

Ο Γιώργος Βασιλακόπουλος δεν σκέφτηκε διαφορετικά από τον προπονητή της ΑΕΚ το 1997, Γιάννη Ιωαννίδη, όταν στο πρόσωπο του γίγαντα από το Ρούσταβι της Γεωργίας, ο οποίος είχε όμως δελτίο σε ομάδα του Νοβοσιμπίρσκ, σε ελεύθερη μετάφραση της Νέας Σιβηρίας, είδε το σέντερ του ελληνικού μπάσκετ για τα επόμενα δέκα χρόνια. Επιχειρήματα όπως ότι δεν μπορούσε να την μπιστήξει θάφτηκαν στο χιόνι, άλλωστε και η περίπτωση του Φασούλα, που ξεκίνησε αργά στη ζωή του να υπερασπίζεται ρακέτες, κρίθηκαν ως έωλα και ενδεχομένως αποδόθηκαν, όπως συνήθως συμβαίνει με τις φωνές της λογικής, σε εχθρούς του ελληνικού μπάσκετ.

Ο Αλεξέι Λέντκοφ και το ακυρωμένο συμβόλαιο

Στην ΕΟΚ μπορεί να σκέφτονταν ότι ο κατ’ επίφασην γεννημένος στις 10 Ιουνίου του 1979 αθλητής θα μπορούσε να γίνει ο φύλακας του ελληνικού λόου ποστ, πάντως στην ΑΕΚ δεν ήταν διαφορετικά τα πράγματα. Ο Δημήτρης Φιλίππου έκανε στον Τσακαλίδη εφταετές συμβόλαιο και η συμφωνία είχε τον ήχο του διθύραμβου και τη μυρωδιά του καμπανίτη. Ο Τσακαλίδης υπήρξε τόσο όσο και ήταν φανερό ότι, ακόμα κι αν ήθελε να μάθει, που μάλλον ήθελε, δεν μπορείς να διδάξεις στη γριά αλεπού νέα κόλπα. Διότι άλλο είναι να προσπαθήσεις να διδάξεις μπάσκετ σε ένα 17χρονο και άλλο να είναι… 21 χρόνων, καθώς σύμφωνα με όλα τα στοιχεία τόσο ήταν ο Τσακαλίδης το 2000. Δεν σημαίνει ότι δεν απέδωσε στην ΑΕΚ: ήταν μέλος της ομάδας που κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδος και το Κύπελλο Σαπόρτα το 2000, έπαιξε στους τελικούς πρωταθλήματος του 1997, ενώ την τελευταία χρονιά του είχε ανά μέσο όρο 10,1 πόντους και 6,1 ριμπάουντ, νούμερα συμπαθή για ένα ρολίστα σέντερ, ό,τι δηλαδή ήταν ο Τσακαλίδης.

Τα ρεπορτάζ της εποχής, βέβαια, δεν περίμεναν να πει ο ίδιος το όνομά του, όπως και αναγκάστηκε να κάνει στο δικαστήριο, αφού είχε ήδη γραφτεί ότι το πραγματικό όνομά του είναι Αλεξέι Λέντκοφ. Η διαφορά στην ηλικία του δεν αποδείχθηκε και, λες και ήταν ο Ρασίντ Γεκινί, τη 10η Ιουνίου του 2022 χαιρετίζεται ως 43χρονος, αν και είναι πιο κοντά στα 50 από ό,τι στα 40. Η ζημιά έγινε όταν η ΑΕΚ στήλωσε τα ποδάρια και δεν τον άφησε να φύγει για το NBA, παρ’ ότι οι Φοίνιξ Σανς, που τον είχαν επιλέξει στον πρώτο γύρο του ντραφτ του 2000, προσέφεραν στους «κιτρινόμαυρους» ένα εκατομμύριο δολάρια για να τον αφήσουν να φύγει. Όταν ο Τσακαλίδης προσέφυγε στην ουδέτερη διαιτησία για την εγκυρότητα του συμβολαίου του και έγινε η δίκη στο Λονδίνο, ήρθε η ώρα μιας αποκάλυψης μέσω της οποίας κομίστηκαν γλαύκες στην Αθήνα. Είπε το όνομά του και το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν ήταν δυνατόν να ισχύει το συμβόλαιό του, το οποίο έκρινε άκυρο. Στην ΑΕΚ έμαθαν την απόφαση του Άγγλου δικαστή Ίαν Τράβερς στις 2 Οκτωβρίου 2000 και είχαν ήδη επιλέξει την τακτική που θα ακολουθούσαν, αφού προέβησαν σε επίσημο διάβημα έναντι της FIBA, η οποία δεν έδωσε το «παρών» μέσω εκπροσώπων στο Λονδίνο. Μάλιστα, έλεγαν ότι αυτή η κατακριτέα στάση ήταν το απότοκο της επίλογης της ΑΕΚ να επιλέξει την ULEB.

Ο Γιάννης Γρανίτσας, αντιπρόεδρος της ΚΑΕ τότε, δεν κρατήθηκε και φώναξε «Είναι αχάριστος, είναι γάιδαρος». Οι Φοίνιξ Σανς, που είχαν ήδη ρίξει την προσφορά τους στα 350.000 δολάρια, κατέβαλαν τελικά το ποσό των 300.000 στην «Ένωση» καλή τη πίστει.

 

Χαμένες προσδοκίες ή ταβάνι για τον Τσακαλίδη;

Ο Τσακαλίδης έκανε μια καριέρα εφτά ετών στο NBA, πριν επιστρέψει το 2007 στον Ολυμπιακό για ένα τελευταίο ανκόρ. Ο «Free Jake», όπως έγραφε το μπλουζάκι του, που φόρεσε για να διατυμπανίσει την απόφασή του να παίξει στους Σανς και να φύγει από την Ελλάδα, έπαιξε στους Σανς έως το 2003 και, μάλιστα, πέτυχε 23 πόντους απέναντι στους Κλίβελαντ Καβαλίερς στις, κατά σατανική σημειολογία, 25 Μαρτίου 2002, που ήταν και ατομικό ρεκόρ. Γενικώς, εκείνη η σεζόν του ήταν η καλύτερη από τις εφτά σε μέσους όρους, με 7,3 πόντους, με 47,5% ποσοστό ευστοχίας και 5,5 ριμπάουντ, ενώ έπαιξε 67 παιχνίδια. Αυτό, όπως φάνηκε, ήταν το ταβάνι του. Οι Σανς δεν μπήκαν στα Playoffs εκείνης της χρονιάς, όπως είχαν κάνει την προηγούμενη, όταν αποκλείστηκαν 3-1 από τους Σακραμέντο Κινγκς στον πρώτο γύρο για τη Δύση. Το 2003, λίγο πριν αρχίσει η σεζόν, ο Τσακαλίδης μετακόμισε στο Μέμφις στο πλαίσιο ανταλλαγής και έμεινε εκεί ως και το πρώτο μισό της σεζόν 2006-07, όταν τον απέκτησαν οι Χιούστον Ρόκετς. Εκεί αντάμωσε με τον Βασίλη Σπανούλη και στο τέλος έφυγαν και οι δύο, ο δεύτερος για τον Παναθηναϊκό.

Ο Τσακαλίδης έπαιξε 315 παιχνίδια στο NBA, με 4,8 πόντους και 3,9 ριμπάουντ ανά μέσο όρο. Στον Ολυμπιακό υπέγραψε μονοετές συμβόλαιο, το οποίο… τίμησε, αφού έμεινε ως το τέλος. Στην Εθνική έπαιξε στα Ευρωμπάσκετ του 1999, δηλαδή το στραπάτσο με τις τρεις ήττες της Ντιζόν, και του 2003, που τελείωσε με τον αδόκητο αποκλεισμό στο παιχνίδι με την Ιταλία στη Στοκχόλμη. O Τσακαλίδης είχε πάρει 8 ριμπάουντ εκείνη τη χρονιά. Όταν το 2014 άφησε το Φοίνιξ, που διαμένει μονίμως, και έφτασε στην Ελλάδα, διαπίστωσε πως η Εφορία τού είχε κατασχέσει 15.000 δολάρια από τον τραπεζικό λογαριασμό, ενώ του έκανε και δεύτερη ανάληψη.

Συνολικά, κάποιος μπορεί να πει ότι ο Τσακαλίδης έκανε ό,τι μπορούσε στο μπάσκετ. Είτε γεννήθηκε στο Ρούσταβι είτε στο Νοβοσιμπίρσκ, το ύψος και η δύναμή του τον οδήγησε στο κορυφαίο πρωτάθλημα λόγω, κιόλας, έλλειψης ψηλών Αμερικανών. Η σωματοδομή του υπήρξε αρκετή ώστε να μείνει στο NBA εφτά χρόνια και, ακόμα κι αν η πιο γνώριμη φάση του είναι όταν ο Κρις Γουέμπερ, σε ένα ματς με τους Κινγκς, κρύβει την μπάλα πίσω από την πλάτη του μέχρι να την επαναφέρει, ο Τσακαλίδης φάνηκε χρήσιμος σε ομάδες που δεν ήταν εντελώς του πεταματού για να τον χρησιμοποιούν κάποια αγωνιστικά λεπτά, ακόμα κι αν το έκαναν για να δώσουν φάουλ. Ο ίδιος ουδέποτε είπε ότι θα τραντάξει τα αντίπαλα καλάθια με τα καρφώματά του και τις λοιπές δεξιότητές του -όσοι το έκαναν, μαζί με το να αφήσουν να υπονοηθεί ότι θα ήταν προδότης αν άφηνε την ΑΕΚ, είναι υπόλογοι για ό,τι αποκαλείται χαμένες προσδοκίες. Τις οποίες, στην τελική, κάποιος μπορεί να αναγνώσει στην περίπτωση του Ευθύμη Ρεντζιά, του Γιώργου Διαμαντόπουλου, του Νίκου Παππά, του Φάνη Χριστοδούλου ακόμα, αλλά όχι, βεβαίως, του Ρώσου δεινοσαύρου, που έπιασε για πρώτη φορά μπάλα μπάσκετ στα χέρια του όταν ήταν ποιος ξέρει πόσο χρόνων, πάντως όχι 16, όπως για πρώτη φορά παρουσιάστηκε στην Ελλάδα.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News