Συνέντευξη Αντώνης Κασδοβασίλης: «Μάνα σε ευχαριστώ που με έστειλες σε ορφανοτροφείο και έτσι έπαιξα στον Ολυμπιακό»

O Aντώνης Κασδοβασίλης, ο «μαυραετός» της Δόξας Δράμας και του Ολυμπιακού, αφηγείται με συγκλονιστικό τρόπο το λόγο για τον οποίο βρέθηκε να πρωταγωνιστεί στην Α’ Εθνική τη δεκαετία του ’80!

Η ποδοσφαιρομάνα Δράμα! Οι θρυλικοί «Μαυραετοί» του Βορρά. Η γενέτειρα του μοναδικού Τάκη Λουκανίδη που μια φορά κι έναν καιρό έστελνε με το… τσουβάλι ποδοσφαιρικά της παιδιά στους μεγάλους του ελληνικού ποδοσφαίρου. Δαύκος, Χαραλαμπίδης, Μουστακίδης, Παχατουρίδης, ΓΧ Γεωργιάδης, ΓΣ Γεωργιάδης. Ανάμεσά τους και ένας κεντρικός αμυντικός που έμελλε να αποτελέσει μέλος του τελευταίου πρωταθλητή Ολυμπιακού πριν τα «πέτρινα χρόνια» (τη σεζόν 1986-87) και αργότερα να ζήσει μεγάλες ερυθρόλευκες στιγμές και ως μέλος του τεχνικού επιτελείου της ομάδας, στο πλευρό του Τάκη Λεμονή.

Ο Σταύρος Νταϊφάς υποδέχεται τον Αντώνη Κασδοβασίλη στην ομάδα του Ολυμπιακού το καλοκαίρι του 1985

Βέβαια, η συνέντευξη που ακολουθεί δεν είναι αμιγώς αθλητική. Συνήθως στις βιογραφικές συνεντεύξεις με παλαίμαχους ποδοσφαιριστές, γράφουμε ότι προχωρούν σε “κατάθεση ψυχής”. Στην σημερινή με τον Αντώνη Κασδοβασίλη, ο όρος αυτός αποκτάει κυριολεκτική σημασία. Πώς αλλιώς να την χαρακτηρίσεις, όταν για πρώτη φορά στην ζωή του, ένας άνθρωπος που έπαιξε για πάνω από μια δεκαετία ποδόσφαιρο στο υψηλό επίπεδο της χώρας μας, αποκαλύπτει πως μεγάλωσε σε ορφανοτροφείο, κάτι που ελάχιστοι γνωρίζουν. Μάλιστα τονίζει πως αν δεν είχε γίνει αυτό, τότε δεν θα είχε γίνει και ο ίδιος ποδοσφαιριστής, καθώς στο χωριό του στην Χρυσούπολη δεν είχε ιδέα από μπάλα.

Ο Αντώνης Κασδοβασίλης λοιπόν, που πανηγύρισε ως παίκτης, αλλά αργότερα και ως μέλος του προπονητικού επιτελείου, δύο πρωταθλήματα με τον Ολυμπιακό, “ανοίγει” την καρδιά του στο sportday.gr και μιλάει τόσο για τα πρώτα δύσκολα χρόνια στη Δράμα, όσο και για την περιπετειώδη μεταγραφή του, αλλά και για τα όσα συνάντησε στον Ολυμπιακό.

Bonus οι ιστορίες με τα μεγάλα αστέρια της δεκαετίας του 2000, το 6-2 με τη Λεβερκούζεν, αλλά και το που βρήκε πριν από προπόνηση τον Κριστιάν Καρεμπέ!

Photo Credits: Αργυρώ Αναστασίου

«Οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν 10 ετών και η μητέρα μου, επειδή δεν μπορούσε να μας συντηρήσει, με έστειλε σε ορφανοτροφείο. Αν δεν το είχε κάνει, δεν θα έπαιζα ποτέ ποδόσφαιρο»

Να ξεκινήσουμε από την αρχή και το πώς αποφάσισες να παίξεις ποδόσφαιρο.

Θα το πω για πρώτη φορά γιατί δεν το έχω ξαναπεί. Όλοι με ρωτάνε πώς βρέθηκα στον Πανδραμαϊκό και ήμουν σε ηλικία 16 ετών βασικό του στέλεχος. Λοιπόν οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν σε ηλικία 10 ετών και σήμερα θέλω να πω πως πήγα στη Δράμα, στο ορφανοτροφείο της Δράμας, εκεί που μεγάλωσε και ο Τάκης Λουκανίδης. Μπορεί να μην έγινε σαν τον Λουκανίδη, αλλά έκανα κι εγώ καλά βήματα και σταθερά.

Αυτό όντως το λες πρώτη φορά, γιατί στην αναζήτηση που έκανα, δεν το είδα πουθενά γραμμένο.

Είναι η ιστορία της ζωής μου και θέλω τώρα να την πω. Η μητέρα μου, μετά το διαζύγιο, δεν μπορούσε να συντηρήσει εμένα και την αδελφή μου. Τώρα που έχει φύγει από τη ζωή, θέλω δημόσια να την ευχαριστήσω γι αυτό, γιατί εάν έμενα στο χωριό μου στην Χρυσούπολη, δεν θα είχα κάνει τίποτα. Μπορεί να ήμουν καλός σε κάτι άλλο, όμως δεν θα είχα παίξει ποδόσφαιρο. Θέλω να της ζητήσω και συγγνώμη, γιατί τα καλοκαίρια την τρομάζαμε και φοβόταν μήπως πάμε σε κανένα κανάλι για μπάνιο και πνιγούμε. Από την άλλη πλευρά αισθανόταν άσχημα που με πήγε στο ίδρυμα, όμως εγώ έτσι έγινα, αυτό που έγινα, γιατί αλλιώς ίσως να είχα και διαφορετική πορεία στην ζωή μου.

Στον Πανδραμαϊκό πώς ξεκίνησες;

Μια ημέρα εκεί στο ορφανοτροφείο είχαμε κανονικό γήπεδο και ήρθαν να παίξουν οι υπάλληλοι από δύο ξενοδοχεία. Το “Απόλλων” και το “Ξενία”. Μου είπε λοιπόν ο συγχωρεμένος Θωΐδης που ήταν και παράγοντας στον Πανδραμαϊκό εάν θέλω να παίξω. Εγώ όμως δεν έπαιζα μπάλα, αλλά μπήκα για να συμπληρώσουν και τελικά όχι μόνο έπαιξα, αλλά τους άρεσα κι όλας.

Μέχρι τότε δηλαδή δεν είχες παίξει ποτέ μπάλα;

Όχι πραγματικά δεν είχα παίξει πουθενά. Με ρώτησαν μάλιστα εάν είχα δελτίο και τους είπα όχι. Μου ζήτησαν να βγάλω δελτίο στον Πανδραμαϊκό, αλλά τους είπα να ρωτήσουν τον διευθυντή από το ίδρυμα εάν με αφήνει και εάν θα μου δίνει άδεια για τις προπονήσεις και έτσι ξεκίνησα.

Ξεκίνησες να παίζεις λοιπόν ως επιθετικός εάν δεν κάνω λάθος.

Ήμουν 14 χρονών, οπότε άρχισα από τα τσικό όπως τα έλεγαν τότε. Μέσα στα δύο πρώτα χρόνια, προσπάθησαν να βελτιώσω τον εαυτό μου. Θέλω φυσικά να πω και ένα μεγάλο ευχαριστώ στους φίλους μου, που ήταν πάντα κοντά μου και επειδή ήμουν παιδί του ορφανοτροφείου με στήριξαν πάρα πολύ. Έβαλα κι εγώ το κεφάλι κάτω και δούλεψα όμως. Άκουγα τι μου έλεγαν. Σήμερα τα παιδιά δεν ακούνε. Για παράδειγμα εγώ λέω σε παιδιά που προπονώ πώς να βάλουν το πόδι τους στην μπάλα και μου απαντάνε: “Εσείς κύριε ήσασταν επαγγελματίας”. Μα γι αυτό στο λέω κι εγώ, για να γίνεις κι εσύ επαγγελματίας.

«Τώρα που θα γυρίσεις στη Δράμα θα τους πεις να σε βάζουν στόπερ και όχι σέντερ φορ. Θα κάνεις καλή καριέρα ως κεντρικός αμυντικός»

Η συνέχεια πώς ήταν;

Όταν έγινα 16 χρονών, προπονητής ήταν ο αείμνηστος Χρήστος Αρχοντίδης και με ήθελε στην πρώτη ομάδα. Εγώ πραγματικά ήμουν ένα λεπτό αγόρι και δεν είχα καμία σχέση με τους παίκτες που έπαιζαν, από πλευράς σωματοδομής. Με πλησίασε και με ρώτησε: “Θέλεις να παίξεις μπάλα;”. Του απάντησα θετικά και μου είπε: “Ωραία κάθε μεσημέρι θα πηγαίνεις να τρως σε ένα εστιατόριο. Τρως καλά εκεί στο ορφανοτροφείο; Θα πηγαίνεις να τρως κάθε μέρα”. Έφτασε μετά ο Δεκέμβριος και με έκανε η ομάδα επαγγελματία. Ο Πανδραμαϊκός τότε ήταν στην Β’ Εθνική και κληρώθηκε με τον Ολυμπιακό στο κύπελλο. Το ματς έγινε στην Πάτρα, γιατί ο Ολυμπιακός είχε τιμωρηθεί από κάποια επεισόδια που είχαν γίνει σε ματς με τον Παναθηναϊκό.

Έπαιξες;

Έπαιξα 13 λεπτά. Με σήκωσε στον πάγκο ο Αρχοντίδης και με ρώτησε εάν μπορώ να παίξω ή αν φοβάμαι. Εγώ του είπα ότι δεν φοβάμαι και με έβαλε. Έκανα κάποιες καλές φάσεις και έτσι με είδαν και από τις εθνικές ομάδες. Πήγα στη Νέων πρώτα και μετά στην Ελπίδων. Προπονητής ήταν ο Κώστας Καραπατής, ο οποίος ήταν μεγάλος δάσκαλος και θα τον ευγνωμονώ πάντα. Μου είπε λοιπόν: “Τώρα που θα πας στη Δράμα, θα τους πεις να σε βάζουν στόπερ και όχι σέντερ φορ. Εγώ βλέπω ότι έχεις προσόντα για να γίνει καλός κεντρικός αμυντικός”.

Έτσι γύρισες στην άμυνα;

Ναι προπονητής μετά στον Πανδραμαϊκό ήταν ο Γιώργος Κερμενίδης που ήταν καλός άνθρωπος και καλός προπονητής. Παραμονή Καθαράς Δευτέρας, παίζαμε το ντέρμπι της πόλης. Πανδραμαϊκός – Δόξα. Το γήπεδο κατάμεστο και όχι μόνο, αλλά και οι γύρω πολυκατοικίες. Εμείς δεν είχαμε στόπερ και με έβαλε πάνω στον Στράντζαλη. Θυμάμαι την άλλη μέρα οι εφημερίδες έγραφαν: “Ο Πανδραμαϊκός έχασε από τη Δόξα, αλλά κέρδισε έναν παίκτη”. Από τότε έπαιζα είτε στόπερ, είτε επιθετικός. Σε ένα ματς με τον Παναθηναϊκό περίμενα να παίξω στόπερ, αλλά με έβαλε σέντερ φορ. Προηγήθηκε ο Παναθηναϊκός, αλλά στο δεύτερο ημίχρονο, έκανε ο Λευκόπουλος σέντρα και πετάχτηκα εγώ, έκανα κοντρόλ και σούταρα. Έληξε το ματς 1-1. Σε κάποια παιχνίδια, όταν ήμασταν πίσω στο σκορ, με έβαζαν στα τελευταία λεπτά μπροστά. Αλλά το όνομά μου και την καριέρα μου την έκανα ως στόπερ.

Ο Αντώνης Κασδοβασίλης (διακρίνεται λίγο δεξιά στη φωτογραφία) παρακολουθεί τις οδηγίες του Αντώνη Γεωργιάδη σε καλοκαιρινή προπόνηση του Ολυμπιακού τον Αύγουστο του 1985

«Κατεβαίνω από το αεροπλάνο στην Αθήνα για να πάω στον Ολυμπιακό να υπογράψω, με σταματάει ένας κύριος που γνώριζα και μου λέει… πάμε στον Βαρδινογιάννη να υπογράψεις στον Παναθηναϊκό»

Σαν στόπερ άλλωστε έκανες και τη μεταγραφή στον Ολυμπιακό.

Εκείνη τη χρονιά, 1984-85 είχα κάνει πολύ καλό πρωτάθλημα και με ήθελαν όλες οι ομάδες. Είχε έρθει ο ΠΑΟΚ ένα χρόνο πριν και μάλιστα είχαν έρθει και ο Παντελάκης και ο Βεζυρτζής για να με πάρουν σηκωτό από τη Δράμα. Όμως δεν με έδωσε η ομάδα. Το 1984-85 όμως έκλεισα πενταετία και ήμουν ελεύθερος. Τότε είχα πάει και στην Εθνική ομάδα και οι εφημερίδες έγραφαν ότι με θέλει ο ΠΑΟΚ, ο Αρης, ο Παναθηναϊκός. Εγώ κατέβηκα στην Αθήνα για προπόνηση με την Εθνική και ήρθε ένας κύριος και μου είπε ότι με θέλει ο Ολυμπιακός και θέλουν να μιλήσουν. Εγώ τα είχα χαμένα. Δεν ήξερα πώς να διαχειριστώ την κατάσταση και δεν υπήρχαν και τότε μάνατζερ. Πήγα λοιπόν και μίλησα και συμφώνησα.

Με ποιόν μίλησες;

Πρόεδρος ήταν ο Σταύρος Νταϊφάς, αλλά μίλησα με τον Μιλτιάδη Μαρινάκη, που ήταν αντιπρόεδρος και μου είπε: “Εάν θέλεις να έρθεις, δεν θα μιλήσεις με κανέναν. Μόλις τελειώσει η πενταετία σου, θα πληρώσουμε εμείς τη Δόξα ότι πρέπει και θα έρθεις”. Αυτό έγινε το Μάρτιο. Τον Ιούνιο με πήραν τηλέφωνο από τον Ολυμπιακό και μου είπαν να πάρω το αεροπλάνο την επόμενη μέρα για να κατέβω στην Αθήνα.

Έτσι κατέβηκες;

Ναι αλλά και εκεί είχε περιπέτεια.

Δηλαδή;

Εγώ με τα λεφτά που είχα πάρει από τη Δόξα, όταν πήγα εκεί από τον Πανδραμαϊκό, είχα ανοίξει, μαζί με την αδελφή μου ένα κατάστημα με καλλυντικά. Έξω από το μαγαζί υπήρχε πιάτσα ταξί και πήρα έναν φίλο μου. Στο μεταξύ έπρεπε να βγάλω και φωτογραφίες για το δελτίο γιατί μου τις είχαν ζητήσει από τον Ολυμπιακό. Στη Δράμα όμως με ήξεραν όλοι. Πήγα στον φίλο μου τον Κωστή Μηλιάδη και του είπα ότι θέλω δύο φωτογραφίες για δελτίο. “Γιατί που πας;” με ρώτησε ταραγμένος μάλιστα και εγώ έκανα το λάθος και του είπα ότι πάω στον Ολυμπιακό. Εγώ έφευγα από την πόλη και δεν φοβόμουν ότι θα με σταματήσει κανείς. Μετά κατάλαβα τι έγινε.

Τι έγινε;

Μόλις έφτασα στην Αθήνα και βγαίνω από το αεροπλάνο, βλέπω έναν κύριο που γνώριζα, γιατί ως αρχηγός της Δόξας ασχολιόμουν και με τον ΠΣΑΠ και τον είχα γνωρίσει. Μου λέει λοιπόν: “Με έστειλε ο Βαρδινογιάννης να σε πάρω και να πάμε να υπογράψεις στον Παναθηναϊκό”. Εγώ είχα πάει πριν μερικούς μήνες στο γραφείο του Βαρδινογιάννη και επειδή είχα τελειώσει μηχανικός αυτοκινήτων μου έλεγε ότι θα μου ανοίξει ένα συνεργείο, αλλά φυσικά δεν με άγγιξε. Εγώ λοιπόν του είπα ότι είχα δώσει το λόγο μου στον Ολυμπιακό και δεν τον έπαιρνα πίσω. Τι είχε γίνει λοιπόν. Ο φωτογράφος στη Δράμα είχε πάρει τον Κώστα τον Τσιτσόπουλο και του είπε ότι έβγαλα φωτογραφίες για να πάω στον Ολυμπιακό. Ο Τσιτσόπουλος και ο Γιώργος Χαραλαμπίδης που ήταν τότε πρόεδρος στην Δόξα ενημέρωσαν τον Παναθηναϊκό. Όμως εγώ πήγα κατευθείαν στα γραφεία του Ολυμπιακού και υπέγραψα.

Πήγες λοιπόν στον Ολυμπιακό και βρέθηκες σε έναν άλλο κόσμο.

Εντάξει τι να λέμε τώρα. Μπήκα στο Ολυμπιακό στάδιο και είχε 80.000 κόσμο. Την πρώτη χρονιά ήμουν βασικός, αλλά στο τέλος της έσπασα το χέρι μου και έμεινα τρεις μήνες έξω. Τη δεύτερη χρονιά δεν είχα πολλές συμμετοχές, αλλά πήραμε το πρωτάθλημα. Μετά εγώ δεν ήθελα να μείνω και να μην παίζω και έτσι έφυγα για τον Λεβαδειακό.

«Πριν από μια προπόνηση στον Ολυμπιακό, πετυχαίνω τον Καρεμπέ να τρώει… βρώμικο. “Θα σε κυνηγάει ο Μητρόπουλος” του λέω…»

Με τον Ολυμπιακό όμως πήρες πρωτάθλημα και από άλλο πόστο.

Ναι ως βοηθός του Τάκη Λεμονή το 2001. Να σου πω και την ιστορία πώς έγινε.

Κι εκεί είχε “περιπέτεια”;

Φυσικά (γέλια). Είχα πάει να παίξω με την ομάδα του ΠΣΑΠ στην Κέρκυρα σε παιχνίδι φιλανθρωπικού χαρακτήρα. Μόλις τελείωσε το ματς και είδα το τηλέφωνό μου, βρήκα 100 αναπάντητες κλήσεις από τον Τάκη Λεμονή. Ήμασταν συμπαίκτες στον Λεβαδειακό και είχαμε περάσει 4 φανταστικά χρόνια. Αλλά και νωρίτερα σε όλες τις εθνικές ομάδες, αλλά και στον Ολυμπιακό. Τον πήρα πίσω και τον ρώτησα τι έπαθε. Μου απαντάει: “Που είσαι ρε και δεν μπορώ να σε βρω. Αύριο έχουμε ραντεβού με τον Κόκκαλη”. Έτσι ξεκίνησα μαζί του και ήμουν υπεύθυνος για την “κατασκοπεία” των αντιπάλων.

O Αντώνης Κασδοβασίλης δίπλα στον Όλεγκ Προτάσοφ, κατά τη διάρκεια της επίσημης παρουσίασης του τεχνικού επιτελείου του Τάκη Λεμονή στον Ολυμπιακό το καλοκαίρι του 2002

Εσύ είχες δει την Μπάγερ Λεβερκούζεν πριν το 6-2;

Ναι εγώ και μάλιστα την επόμενη ημέρα οι εφημερίδες έγραφαν ότι έκανα τρομερό σκάουτινγκ (γέλια). Μου έχει μείνει αυτό και πραγματικά καμαρώνω όταν το θυμάμαι.

Πες μου για εκείνη την εποχή και τους παίκτες που είχατε.

Τι να πω. Τζιοβάνι, Ζε Ελίας, Τζόλε, Καστίγιο, Ζέτεμπεργκ, Καρεμπέ.

Πες μου καμιά ιστορία.

Πέτυχα τον Καρεμπέ να τρώει βρώμικο σε καντίνα πριν την προπόνηση στο Ρέντη. Του λέω: “Τι κάνεις ρε πριν την προπόνηση; Άργησες κι όλας και θα σε κυνηγάει ο Τάσος ο Μητρόπουλος”. Αλλά τι να του πεις. Μπήκε μέσα και “όργωσε” το γήπεδο. Άρχοντας.

Εσύ έμεινες στη συνέχεια και με Προτάσοφ.

Ναι όταν έφυγε ο Τάκης, μας φώναξε ο Λούβαρης και μας είπε να αναλάβουμε την ομάδα. Εγώ πήρα τον Τάκη και τον ρώτησα και μου είπε να μείνουμε φυσικά, για να βοηθήσουμε την ομάδα.

Ουσιαστικά το χάρηκες περισσότερο ως προπονητής στον Ολυμπιακό παρά ως παίκτης.

Εννοείται. Και μόνο τα ταξίδια που έκανα σε όλη την Ευρώπη και οι παίκτες που γνώρισα ήταν εμπειρία ζωής.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News