Συνέντευξη Τάκης Λεμονής: «Αυτός ήταν ο καλύτερος Ολυμπιακός της Ευρώπης που σχεδιάστηκε ποτέ»
Ο Τάκης Λεμονής σε μια συνέντευξη-σταθμό αποκαλύπτει ανέκδοτες ιστορίες της θρυλικής του παρουσίας στον πάγκο του Ολυμπιακού και εξηγεί ποιος είναι ο… μονόδρομος της επιτυχίας στα αποδυτήρια του Ρέντη!
Τον έχουν αποκαλέσει «πιστό στρατιώτη» του Ολυμπιακού. Του έχουν αποδώσει το προσωνύμιο “Sir Takis” που τον ακολουθεί και… τον διασκεδάζει. Κάθε φορά που οι «ερυθρόλευκοι» αλλάζουν προπονητή, η φωτογραφία του… σαρώνει το διαδίκτυο!
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι τι λέει η ίδια η ιστορία: Και στην περίπτωση του Τάκη Λεμονή η ίδια η ιστορία, οι ίδιοι οι αριθμοί, μα πάνω απ’ όλα οι αξέχαστες στιγμές που συνοδεύουν εδώ και πολλά χρόνια τις αναμνήσεις των φίλων του Ολυμπιακού δίνουν την απάντηση: Ο Τάκης Λεμονής είναι απλά ένας από τους κορυφαίους προπονητές που κάθισαν ποτέ στον «ηλεκτροφόρο» πάγκο των Πειραιωτών.
Άλλωστε όσο κι αν ξεφυλλίσεις τις σελίδες της βίβλου του «Θρύλου» του ελληνικού ποδοσφαίρου, δεν θα βρεις άλλη περίπτωση σαν του αγαπημένου Τάκη των φίλων του Ολυμπιακού. Άνθρωπος που να έχει αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του έχοντας συμμετοχή σε 10 κατακτήσεις πρωταθλημάτων (με τη διπλή ιδιότητα του παίκτη και του προπονητή) δεν υπάρχει άλλος!
Νωρίτερα ανακαλύψαμε άγνωστες ιστορίες του ποδοσφαιριστή Τάκη Λεμονή. Ήρθε η ώρα να στραφούμε αποκλειστικά στον προπονητή…
Η συνέντευξη που ακολουθεί, λοιπόν, δεν είναι μια απλή αναδρομή στο παρελθόν. Αποτελεί ένα εγχειρίδιο επιτυχίας για τον πιο δύσκολο και απαιτητικό πάγκο του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αποτελεί οδηγό για όποιον προπονητή θέλει να διαχειριστεί με επιτυχία τα πιο «καυτά» αποδυτήρια που υπάρχουν στον ελληνικό αθλητισμό.
Και σε μια περίοδο που ο Ολυμπιακός ψάχνει με τον Μίτσελ το δρόμο της επιστροφής στην ποδοσφαιρική του κανονικότητα η συνέντευξη του Τάκη Λεμονή μοιάζει πιο χρήσιμη και πιο πολύτιμη από ποτέ!
«Ο Κυράστας με είχε πάντα υπό την προστασία του από μικρό. Αν έτρωγα καμιά κλωτσιά από κανέναν μεγάλο… τον έβαζε στη θέση του»
Κλείσαμε το κεφάλαιο ποδοσφαιριστής με την αναφορά σας στον Γιάννη Κυράστα, θα ήθελα να ανοίξουμε από εκεί το κεφάλαιο προπονητής…
Ο Γιάννης σαν παίκτης, πιστεύω ότι ήταν ένας από τους ανθρώπους που με επηρέασαν και μετέπειτα ως προπονητή. Είχαμε ξεκινήσει μαζί ως συμπαίκτες και ο Γιάννης ουσιαστικά με είχε υπό την προστασία του, όταν ήμουν μικρός. Αν γινόταν δηλαδή κάτι και έτρωγα καμιά κλωτσιά από κανέναν μεγάλο, έμπαινε μπροστά και τον έβαζε στη θέση του. Με πρόσεχε πάρα πολύ.
Πως ήταν μετά που βρεθήκατε αντίπαλοι ως προπονητές;
Ήταν ωραίο. Αλλά όταν είσαι αντίπαλος, σε 90 λεπτά είσαι αντίπαλος και τίποτε άλλο. Και σαν παίκτες όμως βρεθήκαμε αντίπαλοι όταν πήγε στον Παναθηναϊκό. Υπήρχε αντιπαλότητα, αλλά μέσα στο γήπεδο. Εκτός γηπέδου όμως όχι. Άλλωστε είχαμε κάνει και παρέα.
Ο Γιάννης ήταν από τους ανθρώπους που τους αδίκησε η ζωή, γιατί έφυγε νωρίς. Έδειξε ότι σαν προπονητής ήταν πολύ καλός, δεν το συζητάμε και αν ζούσε θα είχε κάνει κι άλλα πράγματα.
Καταλαβαίνω από τον τόνο της φωνής σας πως σας άρεσε ο ανταγωνισμός με τον Κυράστα.
Βέβαια. Ήταν πολύ καλός προπονητής. Απέναντί του είχαμε καλά αποτελέσματα. Εκείνη την ώρα του αγώνα είμαστε “ορκισμένοι εχθροί”, αλλά μετά…
Είναι πάντοτε διαφορετικό να πετυχαίνεις νίκες επί δυνατών αντιπάλων.
Εμείς εκείνη την εποχή κατορθώσαμε να πετύχουμε νίκες και μεγάλες νίκες, επί ισχυρών αντιπάλων. Άλλωστε εκείνη την εποχή τα ρόστερ της ΑΕΚ, του ΠΑΟΚ, του Παναθηναϊκού σε “τρόμαζαν”. Οπότε και οι δικές μας νίκες είχαν μεγάλη αξία.
«Στην Αγγλία έμαθα πόσο σημαντικό είναι να είσαι προπονητής. Κάθε μέρα να ξέρεις ότι πρέπει να προετοιμάζεις την επόμενη!»
Να γυρίσουμε λίγο πίσω και να ρωτήσω, πότε καταλάβατε ότι θέλετε να γίνετε προπονητής.
Όταν έπαιζα, έλεγα στην σύζυγό μου Κική, πως όταν σταματήσω το ποδόσφαιρο, κάθε Σαββατοκύριακο θα είμαστε εκδρομή. Δεν πήγαμε τελικά ούτε μια φορά.
Κατέληγα κάθε Κυριακή να είμαι σε γήπεδο. Αποκορύφωμα ήταν μια Κυριακή, όπου ανεβαίναμε την Κηφισίας με τη σύζυγό μου για να πάμε για φαγητό στον πεθερό μου. Στο ύψος του Ολυμπιακού σταδίου, είδαμε τον κόσμο. Έπαιζε ο Ολυμπιακός. Με κοιτάει, την κοιτάω και μου λέει: “Κατάλαβα”. Έστριψα κατευθείαν και πήγα στο γήπεδο.
Πως ήταν το πρώτο διάστημα μετά το τέλος της καριέρας σας ως ποδοσφαιριστής;
Τους πρώτους 5 μήνες δεν έβαζα καν φόρμα. Δεν ξέρω, ίσως και από αντίδραση. Έβλεπα τον εαυτό μου ότι “τρωγόμουν” τα Σαββατοκύριακα. Το πρωί της Κυριακής στο σπίτι ήταν πολύ περίεργο.
Δεν είχα ένταση, δεν είχα αδρεναλίνη, δεν υπήρχε τίποτα. Έτσι πήρα την απόφαση να ξεκινήσω να πάω στη σχολή προπονητών. Έκανα το πρώτο βήμα και πήγα στην Αγγλία.
Αυτό δεν το ξέρει πολύς κόσμος.
Πήγα να πάρω το δίπλωμά μου εκεί. Πήγα για ένα λόγο. Μου άρεσε πολύ, όχι τόσο η προσέγγιση τους σε τακτικά θέματα , αλλά η νοοτροπία τους. Το πως σκέφτονται το παιχνίδι…
Πήγα στη σχολή προπονητών της αγγλικής ομοσπονδίας, περίπου 25 ημέρες, μαζί με τον Ηλία Αρμόδωρο. Αυτό μου καθόρισε τα επόμενα βήματα που έκανα. Η παραμικρή λεπτομέρεια έπαιζε ρόλο.
Αν πήγαινες κάθε μέρα στην προπόνηση ξυρισμένος, τα ρούχα σου έπρεπε να είναι προσεγμένα, τον τρόπο που μιλάς, τον τόνο της φωνής σου. Κάθε μέρα μας “τεστάρανε” και μας “τσεκάρανε” σε λεπτομέρειες που ούτε καν φανταζόμασταν.
Αυτό με έκανε να σκεφτώ διαφορετικά. Οτιδήποτε γινόταν, είχαμε 2 ώρες θεωρία και 10 ώρες στο γήπεδο. Πρακτική. Ενώ εδώ στην Ελλάδα οι -τότε- σχολές ήταν εντελώς διαφορετικές. 10 ώρες θεωρία και 2 ώρες πρακτική. Βέβαια μετά έχουν βελτιωθεί κι εδώ τα πράγματα, κατά πολύ.
Εκεί καταλάβατε δηλαδή ότι σας αρέσει.
Ναι εκεί. Κάθε μέρα έπρεπε να ετοιμάσεις την επόμενη μέρα. Τι προπόνηση θα δείξεις και τι προπόνηση θα κάνεις. Τα στοιχεία που πρέπει να βάλεις στις ασκήσεις που θα κάνεις. Όλη αυτή η διαδικασία μου άρεσε πάρα πολύ.
Όταν γύρισα ήθελα να δοκιμάσω και πήγα στον Αστέρα Ζωγράφου, όπου μου έγινε μια πολύ καλή πρόταση. Ήταν στην Α’ Αθηνών και ήταν πολύ καλή ομάδα. Εκεί κατάλαβα ότι αυτό ήθελα να κάνω. Προετοίμαζα μια προπόνηση 3-4 ώρες σε ένα ερασιτεχνικό σωματείο.
Να τους μιλήσω, να τους δείξω, να τους εξηγήσω τι κάνουμε και για ποιο λόγο το κάνουμε. Όλη αυτή η διαδικασία, κατάλαβα ότι μου άρεσε.
«Η φράση που ίσως καθόρισε την καριέρα μου και έπεισε τον κ.Κόκκαλη να αναλάβω πρώτος προπονητής στον Ολυμπιακό»
Πως λοιπόν εξελίχθηκε στη συνέχεια η καριέρα σας;
Ερχόμενος ο Γιάννης ο Μαντζουράκης στον Ολυμπιακό οκτώ περίπου αγωνιστικές πριν το τέλος του πρωταθλήματος με παίρνει βοηθό του κι έτσι ξεκινά η πορεία μου στον Ολυμπιακό.
Μετά τα ματς των ομίλων στο Champions League την επόμενη σεζόν και με την ομάδα να μην πηγαίνει καλά στον όμιλο και να τερματίζει τρίτη, ο Σωκράτης Κόκκαλης αποφασίζει μετά το 2-2 του πρώτου αγώνα με τη Λίβερπουλ για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ, να αντικαταστήσει τον Γιάννη Μαντζουράκη.
Σωστά…
Πως σας έγινε η πρόταση να αναλάβετε πρώτος προπονητής και μάλιστα πριν από ένα κρίσιμο ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα;
Ήταν Σάββατο πρωί και τη Δευτέρα παίζαμε στην Τούμπα. Μας είχε φωνάξει ο κ. Κόκκαλης στο σπίτι του, όπου μας ανακοίνωσε ότι φεύγει ο προπονητής. Μου είπε λοιπόν ότι θα είμαι εγώ προπονητής στην Τούμπα και με ρώτησε: «Πως το βλέπεις;» με ρωτάει…
Εκεί γυρίζω εγώ και του λέω τη φράση που ίσως καθόρισε πιστεύω την καριέρα μου: «Πως να το δω; Θα πάμε στη Θεσσαλονίκη, θα κερδίσουμε και θα γυρίσουμε»…
Αυτό ήταν ένα σημείο καθοριστικό. Μπορούσα να πω στον πρόεδρο «εντάξει θα δούμε, να κάτσω στον πάγκο, να έρθει κάποιος προπονητής μετά…»
Εγώ από εκείνη τη στιγμή να σου πω την αλήθεια, ήξερα μέσα μου ότι θα το έκανα. Ρίσκαρα, γιατί αν δεν πήγαιναν καλά τα πράγματα ίσως να μην ξαναδούλευα ή να αργούσα να δουλέψω ξανά σε αυτό το επίπεδο, αλλά το πίστευα.
Θυμάμαι όταν γύρισα από την πρώτη μου προπόνηση ως βοηθός στο σπίτι, με ρώτησε η γυναίκα μου πως πήγε. Τότε της είπα κάτι, που της ζήτησα να το κρατήσει για εκείνη: «Θα γίνω καλός προπονητής». Είχα αυτή την αυτοπεποίθηση.
Έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι είχατε μπει μικρός σε αυτά τα αποδυτήρια;
Δεν το συζητάμε. Έπαιξε μεγάλο ρόλο, αλλά και για το στυλ παιχνιδιού που ήθελα για την ομάδα με βοήθησε. Μεγάλο ρόλο έπαιξε ότι ήμουν οπαδός του Ολυμπιακού και καταλάβαινα τι ήθελε ο κόσμος. Τι αρέσει στον κόσμο. Πρέπει να το νιώθεις.
Άλλες ομάδες έχουν άλλο στυλ. Ο Παναθηναϊκός έχει διαφορετική κουλτούρα στον τρόπο παιχνιδιού. Στον Ολυμπιακό πρέπει να ξέρει ο παίκτης, πως όταν ο φίλαθλος σε βλέπει να τα δίνεις όλα, να ματώνεις, να ιδρώνεις, να τα δίνεις όλα, σε αγάπησε. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος.
Αυτό θέλει ο κόσμος του Ολυμπιακού. Όλα τα άλλα τα έχεις. Για να είσαι στον Ολυμπιακό, σημαίνει ότι είσαι καλός παίκτης. Αυτά είναι τα στοιχεία που πρέπει να δείξεις όμως. Στον Ολυμπιακό ένας ή δύο στους εκατό θα έρθουν και δεν θα είναι του επιπέδου που πρέπει.
«Στον Ολυμπιακό πρέπει να ξέρει ο παίκτης, πως όταν ο φίλαθλος σε βλέπει να τα δίνεις όλα, να ματώνεις, να ιδρώνεις, να τα δίνεις όλα, σε αγάπησε. Ανεξαρτήτως αποτελέσματος!»
Σας έχει συμβεί να περιμένετε πράγματα από έναν παίκτη και να σας απογοητεύσει και το αντίστροφο;
Πάρα πολλές φορές. Υπάρχουν παίκτες “της προπόνησης” και παίκτες “του αγώνα”. Είναι κάποιοι παίκτες που ενώ είναι τεχνίτες και έχουν καλά στοιχεία, δεν έχουν το “ειδικό βάρος” να σηκώσουν τέτοιες φανέλες.
Θα μου πείτε ένα παράδειγμα;
Όχι.
Το σέβομαι και το καταλαβαίνω. Για το αντίθετο όμως;
Είναι παίκτες που δεν είναι τα σούπερ ταλέντα, αλλά μέσα στο γήπεδο να είναι αληθινοί ηγέτες. Θα αδικήσω πολλούς, αλλά θα ξεκινήσω από την δική μου γενιά. Σταύρος Παπαδόπουλος. Τον κοίταζες και έλεγες, θα πάει κανένας δίπλα του; Πως να του βάλεις γκολ; Σε “έτρωγε”. Έβλεπες τον Κελεσίδη στο τέρμα, ή τον Σαργκάνη ή τον Αρβανίτη και έλεγες: “Πώς θα τους βάλω γκολ; Αυτοί δεν τρώνε με τίποτα”.
«Ο Άκης Στολτίδης ήταν ένας παίκτης που δεν τρελαινόσουν να βλέπεις. Ήταν όμως τόσο ολοκληρωμένος ποδοσφαιριστής που έκανε τα πάντα στο γήπεδο!»
Μετά όταν ήσασταν προπονητής;
Είχα αρκετούς παίκτες… Ο Άκης Στολτίδης. Δεν τρελαινόσουν. Ότι θα ντριμπλάρει, ή θα πασάρει. Αλλά ήταν τόσο ολοκληρωμένος παίκτης που έκανε τα πάντα.
Συζητήσατε ποτέ μαζί για το θέμα της Εθνικής ομάδας;
Ήταν αυτός και ήταν και ο Ζήκος τότε. Πιστεύω ότι αδικήθηκαν, αλλά από την άλλη υπήρξε ένας προπονητής ο οποίος είχε άλλες προτεραιότητες. Βέβαια του πήγαν και τα αποτελέσματα όχι απλά καλά, αλλά σούπερ. Ίσως κάποιες δηλώσεις που έγιναν τότε, να έπαιξαν το ρόλο τους και γι’ αυτό λέω ότι ήταν αδικία.
Από την άλλη πλευρά όμως τότε, αν δούμε και τα χαφ της Εθνικής, ήταν όλοι ένας κι ένας. Ήταν τρομερή συγκυρία και τότε είχαμε πολλούς σπουδαίους χαφ.
«Ο παίκτης του Ολυμπιακού έχει ανάγκη να νιώθει δίπλα του τον προπονητή του, όχι μόνο στο γήπεδο, αλλά και έξω από αυτό»
Να γυρίσουμε όμως σε εσάς. Ως προπονητής του Ολυμπιακού, διαχειριστήκατε παίκτες και παίκτες και με ισχυρές προσωπικότητες. Πώς τα καταφέρνατε να τους κάνετε να παίζουν με πάθος;
Δεν είναι δύσκολο να διαχειριστείς τέτοιους παίκτες. Γι’ αυτό είναι και τόσο μεγάλοι παίκτες. Σου κάνει εντύπωση αυτό;
Ναι.
Σέβονται τον προπονητή τους και δουλεύουν ούτως ή άλλως καλά. Η μόνη εξαίρεση ίσως να ήταν ο Τζιοβάνι, αλλά όταν έβρισκες τα κουμπιά του…
Για να φτάσεις σε τέτοιο επίπεδο και να παίρνεις χρυσές μπάλες, όπως ο Ριβάλντο, δεν φτάνεις τυχαία. Δουλεύανε. Δεν φτάνεις εκεί εάν δεν έχεις σωστή νοοτροπία.
Για μένα ήταν χαρά να δουλεύω με τέτοιους παίκτες. Έπαιζε ρόλο και ο τρόπος που τους προσέγγιζα, γιατί εμένα μου άρεσε πολύ να μιλάω μαζί τους και όχι μόνο για θέματα ποδοσφαίρου. Να αισθανθούν ότι στα δύσκολα θα με έχουν πλάι τους και στα εύκολα θα με έχουν απέναντί τους.
Ωραίο αυτό.
Είναι κάτι που το έχω ακολουθήσει από την πρώτη μέρα. Σου είπα και πριν ότι ο Αλκέτας Παναγούλιας με επηρέασε πολύ, σε κάποια πράγματα.
Θυμάμαι ότι μετά από μια ήττα με τον Άρη, που μας κυνηγούσαν στην Πειραιώς να μας σπάσουν τα αυτοκίνητα και ήμασταν όλοι χάλια, πήγαμε την άλλη μέρα στην προπόνηση με δέκα κούτες γλυκά και μας λέει: “Ρε σεις τι προπόνηση να κάνουμε; Να πούμε κανένα ανέκδοτο, να γελάσουμε και ερχόμαστε αύριο για προπόνηση. Έχει κανείς όρεξη για προπόνηση;”…
Σε πληροφορώ ότι την επόμενη μέρα ήμασταν 25 καμικάζι στην προπόνηση, περιμένοντας από την Τρίτη, την Κυριακή.
Αυτά όλα σας έμειναν.
Βέβαια. Εγώ ως παίκτης τι ήθελα από τον προπονητή μου, μετά από μια αποτυχία; Να έρθει να μάς πει: «Δεν παίξαμε καλά, χάσαμε, να δούμε τι δεν πήγε καλά και πάμε για το επόμενο».
Αμέσως αν το κάνεις αυτό, αλλάζεις όλη την ψυχολογία του παίκτη. Τι θέλει ο παίκτης; Αν έχει βάλει τρία γκολ να πας να τον φιλήσεις; Όχι, τότε μόνο από μακριά. Ξέρει ότι έχει κάνει καλή δουλειά και εκεί ίσα ίσα, θέλει να τον κρατήσεις να μην “τρελαθεί”.
Ξέρετε τι μου έχει κάνει εντύπωση; Ότι ακόμη και ο Κοβάσεβιτς – με τον οποίο είχατε έρθει σε μια κόντρα όταν ήταν τεχνικός διευθυντής – είπε σε μια συνέντευξή του ότι ο Λεμονής ήταν «προπονητής επιπέδου Λίπι». Ο Ζούλιο Σέζαρ επίσης είχε μιλήσει με τα καλύτερα λόγια. Ο Γκαλέτι το ίδιο. Μιλάμε για παικταράδες με τεράστιες παραστάσεις στην καριέρα τους…
Όταν ποδοσφαιριστές με τους οποίους έχεις συνεργαστεί μιλάνε με αυτόν τον τρόπο για σένα, δεν νομίζω ότι υπάρχουν καλύτερα λόγια που μπορεί να ακούσει οποιοσδήποτε προπονητής.
«Το μεγαλύτερο λάθος στου Ρέντη είναι να πεις στους παίκτες… σας βλέπω όλους το ίδιο. Όχι, κανένας προπονητής δεν τους βλέπει όλους το ίδιο. Αυτή είναι η αλήθεια!»
Πιάνομαι από τη φράση: “ανταποκρινόμουν στις απαιτήσεις του Ολυμπιακού” και σας ρωτάω ευθέως. Τι προπονητή χρειάζεται ο Ολυμπιακός;
Μιλάμε για παίκτες που έχουν πολλές παραστάσεις. Από την πρώτη στιγμή λοιπόν που ξεκινάει η συνεργασία με έναν καινούργιο προπονητή, οι παίκτες άμεσα αντιλαμβάνονται, όχι απλά αν είναι καλός ο προπονητής, αλλά αν γίνεται καλή δουλειά. Άμεσα…
Η πρώτη δουλειά που πρέπει να κάνει ο προπονητής, μπαίνοντας στα αποδυτήρια του Ολυμπιακού είναι να κερδίσει την εμπιστοσύνη των παικτών. Και προπονητικά, αλλά και σαν άνθρωπος. Εγώ δεν έχω πει ποτέ στην καριέρα μου το “σας βλέπω όλους το ίδιο”. Το ξεκαθαρίζω από την αρχή. “Παιδιά δεν σας βλέπω όλους το ίδιο”. Αυτή είναι η αλήθεια.
Επιτέλους το λέει ένας προπονητής.
Στο μυαλό μου έχω ήδη τους 11 με τους οποίους θα ξεκινήσω τον πρώτο αγώνα. Οπότε πρέπει οι παίκτες στην πορεία να μου δείξουν αν κάνω σωστή επιλογή ή όχι. Αυτοί πρέπει να μου το δείξουν. Σ
αν ανθρώπους όμως, τους αντιμετωπίζω όλους το ίδιο. Υπάρχουν παιδιά που τα ανέβασα στην πρώτη ομάδα, μόνο για προπονήσεις, αλλά όταν είχαν άτυχες στιγμές με τραυματισμούς, τα επισκέφτηκα στο νοσοκομείο. Τα ανθρώπινα θέματα τα αντιμετωπίζω το ίδιο, είτε είσαι ο Τζιοβάνι, είτε ο μικρότερος επαγγελματίας.
«Ο Τάσος Πάντος με έκανε να πιστεύω ότι τον αδικώ, δικαιώθηκε με τη σκυλίσια δουλειά του στις προπονήσεις και έφτασε στο σημείο να αντιμετωπίζει τον Ρομπίνιο»
Θέλω ένα παράδειγμα με παίκτη που να σας “κέρδισε”, ενώ στην αρχή δεν τον “βλέπατε”.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από τον Τάσο Πάντο δεν υπάρχει. Του το έχω πει και του ίδιου, αλλά το έχω πει και σε συνεντεύξεις μου. Για μένα ήταν ότι καλύτερο, όλη αυτή η φάση που μου έτυχε ως προπονητής, για να καταλάβουν όλοι οι παίκτες τη φιλοσοφία μου.
Είχαμε 23 παίκτες και ήταν 23ος συν τους τρεις τερματοφύλακες. Ξεκινάμε και τον έχω εκτός αποστολής. Την άλλη μέρα στην προπόνηση… όργωσε το γήπεδο. Το κάνει 1-2 φορές και λέω στους συνεργάτες μου: “Ρε παιδιά τον αδικώ. Αυτό το παιδί αντί να κατεβάσει μούτρα που τον αφήνω έξω, στην προπόνηση είναι πρώτος”.
Τον βάζω αποστολή, τα ίδια. Στην προπόνηση “δάγκωνε”. Τον βάζω αλλαγή, τα ίδια… Έτσι λοιπόν έφτασε ο Τάσος να παίξει βασικός κόντρα στη Ρεάλ Μαδρίτης με αντίπαλο τον Ρομπίνιο και να αναγκάζει εμένα να πηγαίνω στη συνέντευξη Τύπου και να με ρωτάνε για άλλο παίκτη εάν ήταν ο mvp και να λέω: “Παιδιά συγνώμη, αλλά για μένα mvp είναι ο Πάντος”. Έχει μείνει αυτό.
Εγώ αυτά θέλω να βλέπω και το είπα και στην ομάδα. Να βλέπω έναν παίκτη “που να μου τα δείχνει”. Οπότε… Ακολουθήστε. Αυτός είναι μόνος δρόμος.
Ούτε να έρθεις στο γραφείο μου, που αν θες να μιλήσουμε, θα μιλήσουμε, αλλά όταν είναι να κάνω μια επιλογή, θα γίνεται βάσει αυτών που πιστεύω.
Προσπαθώ να είμαι δίκαιος, κανείς δεν είναι τέλειος και λάθος επιλογές θα κάνω, αλλά ποτέ δεν θα τις κάνω για λόγους άσχετους με το ποδόσφαιρο.
«Τα λάθη μου, ο Ριβάλντο, ο Ίβιτς και ο Ολυμπιακός που σχεδιάστηκε για να πετύχει στην Ευρώπη»
Αρπάζομαι από το τελευταίο πάλι. Έχετε κάνει λάθος επιλογές;
Ναι. Είχα δύο περιόδους στον Ολυμπιακό. Την πρώτη μου περίοδο θεωρούσα ότι δεν κάναμε διπλό στο Champions League και αυτό ήταν μόνο θέμα ψυχολογίας. Προσπαθούσα να το καταλάβω αυτό.
Είχαμε φτάσει περισσότερα από 20 ματς εκτός έδρας στο Πρωταθλητριών και στο Champions League χωρίς νίκη εκτός έδρας. Ήταν απίστευτο νούμερο. Οπότε όταν χάσαμε για δευτερόλεπτα το διπλό στη Λα Κορούνια, στο αμέσως επόμενο ματς με τη Λιλ λέω τέρμα:
“Οι παίκτες στην Κορούνια ένιωσαν ότι μπορούνε” και πήγα και έπαιξα φουλ επιθετικά. Αυτό ήταν λάθος μου, αλλά ήμουν βέβαια και 41 ετών. Ήταν λάθος προσέγγιση και δεν “έχτισα” στο “Χ” της Κορούνια και να πάμε πιο συντηρητικά και συγκρατημένα.
Η δεύτερη περίοδος;
Έχω πάει Γενάρη του 2007 στον Ολυμπιακό, είμαστε κοντά στον τίτλο και έχουμε ξεκινήσει συζητήσεις για την επόμενη χρονιά με τον πρόεδρο, τον κ. Κόκκαλη. Εκεί εγώ του έθεσα το ερώτημα: “Τι θες να κάνουμε στην Ευρώπη; Να έχουμε μια ομάδα που θα πάρει άλλο ένα πρωτάθλημα στην Ελλάδα ή επιτέλους να κάνουμε κάτι καλό στην Ευρώπη”;
Επειδή ο κ. Κόκκαλης ήταν άνθρωπος που ήθελε να του τεκμηριώνεις την άποψή σου, είχα ετοιμάσει μια σύγκριση και από το “prozone” και από τα παιχνίδια του πρωταθλήματος και από του Champions League, πόσα χιλιόμετρα έτρεχαν οι παίκτες στη μια και πόσα στην άλλη διοργάνωση. Ακόμη και τη διαφορά στις εντάσεις των τρεξιμάτων στις δύο διοργανώσεις είχα αναφερθεί. Ήταν δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα.
«Γιατί πήραμε την απόφαση να μην ανανεώσει ο Ριβάλντο το καλοκαίρι του 2007»
Τι έγινε λοιπόν;
Του είπα ότι πρέπει να φτιάξουμε μια ομάδα με τέτοια χαρακτηριστικά. Να μπορούμε στην Ευρώπη να είμαστε ανταγωνιστικοί.
Δεν ήταν μόνο θέμα ψυχολογίας ότι δεχτήκαμε γκολ σε αρκετά παιχνίδια στα τελευταία λεπτά. Ήταν και ότι από την κούραση δεν είχαμε “καθαρό μυαλό”. Σύμπτωση το λες μια, άντε δύο φορές το πολύ.
Οπότε του έδωσα να καταλάβει ότι δεν έπρεπε να “κυνηγήσουμε” παίκτες-ονόματα, αλλά παίκτες με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Να βρούμε παίκτες δηλαδή, όπως είχαμε τον Στολτίδη, τον Πατσατζόγλου και τον Τοροσίδη, φέραμε τον Γκαλέτι, τον Λεντέσμα, φέραμε τον Κοβάσεβιτς, τον Ραούλ Μπράβο, τον Λούα Λούα. Να έχουν, εμπειρία, τρεξίματα και ισορροπία ανάμεσα στο αμυντικό και το επιθετικό παιχνίδι.
Να φτιάξουμε μια ομάδα στο 4-3-3 χωρίς “δεκάρι”. Εκεί πήραμε και την απόφαση να μην ανανεώσει ο Ριβάλντο. Ήταν η πρώτη φορά που έγινε ουσιαστικός σχεδιασμός και ο Ολυμπιακός για πρώτη φορά στόχευσε παίκτες για να φτιάξει ένα συγκεκριμένο στυλ παιχνιδιού. Να είσαι ισορροπημένη η ομάδα και επιθετικά και αμυντικά.
«Την πρώτη μέρα της προετοιμασίας το καλοκαίρι του 2007 ανέβηκα στο δωμάτιο μετά την προπόνηση, έβαλα ουίσκι, άναψα τσιγάρο και είπα… εδώ είμαστε. Έβλεπα τον Κοβάσεβιτς και… τρόμαζα!»
Έγινε αυτό;
Δεν σου κρύβω ότι την πρώτη μέρα της προετοιμασίας και μετά την προπόνηση, ανέβηκα στο δωμάτιο, έβαλα ένα ουίσκι, άναψα ένα τσιγάρο και είπα: “Εδώ είμαστε”. Δεν ήμουν απλά ικανοποιημένος.
Από την πρώτη προπόνηση είδα πως δούλευαν αυτοί οι παίκτες. Τρόμαζες. Έβλεπα 33 ετών τον Κοβάσεβιτς και “τρόμαζα”. Ο Κοβάσεβιτς για να μην κάνει προπόνηση έπρεπε να είχε… κάταγμα. Δεν σου κάνω πλάκα. Δεν δεχόταν να μην κάνει προπόνηση.
Φαντάσου παίζαμε ένα σούπερ καπ με τη Λάρισα και βάζω βασικούς τους πιτσιρικάδες και τη β’ ομάδα. Ήταν τότε Μήτρογλου, Κυριάκος Παπαδόπουλος 16 ετών, ο Σοϊλέδης το ίδιο, ο Κατσικογιάννης, επειδή είχαμε δύσκολο ματς την Κυριακή και μου έρχεται ο Κοβάσεβιτς και επειδή είχε ένα πρόβλημα με το πόδι του, είχε κάνει το πρωί ατομικό.
Μου λέει λοιπόν: “Κόουτς δεν πιστεύω να μην με έχεις αποστολή, αν δεν πάνε καλά τα πράγματα θα μπω”. Τρελάθηκα. Ο τύπος ήταν τραυματίας, το διανοείσαι για τι νοοτροπία μιλάμε; Πως να μην κάνουν οι μεγάλες ομάδες τέτοια πράγματα, όταν οι παίκτες έχουν αυτή τη νοοτροπία;
Η Βρέμη λοιπόν άλλαξε και όλη την νοοτροπία;
Ναι η Βρέμη ήταν σταθμός για να αλλάξει όλη η Ευρωπαϊκή πορεία του Ολυμπιακού. Αν έμπαινες στα αποδυτήρια μετά τον αγώνα, θα το έβλεπες.
Θα έβλεπες τον Τζόρτζεβιτς που είχε πάρει τα πάντα και είχε κάνει τα πάντα, πως το δέχτηκε. Μετά ακολούθησε η Λάτσιο. Αυτή ήταν η ομάδα που μπορούσε την επόμενη χρονιά να κάνει μεγάλα πράγματα.
«Ήταν λάθος που έφυγα το 2008 με το φόβο ότι θα χάναμε το πρωτάθλημα. Εκείνη η ομάδα είχε σχεδιαστεί για να πετύχει σπουδαία πράγματα στην Ευρώπη. Αν είχα μείνει, πιστεύω θα τα είχαμε καταφέρει!»
Εκεί ήταν και το λάθος που έφυγα, μήπως χάναμε το πρωτάθλημα. Εκείνη την ομάδα την σχεδιάσαμε για να κάνει πράγματα στην Ευρώπη και είχαμε φέρει και τον Μπελούτσι για να βάλουμε την “πινελιά” που χρειαζόμασταν για να κάνουμε ακόμα μεγαλύτερα πράγματα. Αν έμενα στην ομάδα θα κάναμε 1-2 προσθήκες και θα ήταν ομάδα για Ευρώπη.
Το συζητήσατε ποτέ με τον Κόκκαλη αυτό;
Ναι. Βρεθήκαμε στο ασανσέρ μετά από έξι μήνες, που είχα πάει να δω έναν αγώνα και του το είπα. Ο Κόκκαλης για μένα ήταν ότι πιο σημαντικό έχει συμβεί στη ζωή μου. Τον εκτιμούσα, παρά το γεγονός ότι έφυγα από τον Ολυμπιακό. Του το είπα και γέλασε. Ήταν η καλύτερη ομάδα, γιατί σχεδιάστηκε για ένα συγκεκριμένο πράγμα.
Ήταν η μοναδική φορά στην καριέρα σας που μπορέσατε να σχεδιάσετε από την αρχή μια ομάδα;
Ναι. Αλλά κακά τα ψέματα υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες, όπως η διάρκεια των συμβολαίων. Σε εκείνη την ομάδα όμως είχαμε κατορθώσει να έχουμε πολύ καλό μέσο όρο ηλικία των παικτών και με έναν ορίζοντα διετίας-τριετίας στα συμβόλαια. Αυτό ήταν το σημαντικό.
Τι δεν πήγε καλά εκεί στην συνεργασία με τον Ιβιτς;
Εγώ αυτό που ήθελα από τον τεχνικό διευθυντή ήταν να του λέω ότι εγώ σε αυτές τις θέσεις, θέλω παίκτες με αυτά τα χαρακτηριστικά. Θεωρούσα ότι αυτή ήταν και η δουλειά του τεχνικού διευθυντή. Υπήρξαν κάποιες διαφωνίες σε ορισμένα θέματα και κάπως ράγισε το γυαλί…
«Τι είπα στους παίκτες του Ολυμπιακού στην τελευταία προπόνηση πριν το 1-4 της Λεωφόρου»
Πάμε τώρα στις μεγάλες νίκες στην Ελλάδα.
Γενικά με βοήθησε πολύ αυτό που είπα και πριν. Ότι έχω υπάρξει στον Ολυμπιακό και ως οπαδός και ως παίκτης. Όλοι αυτοί που έρχονται στο γήπεδο που μπορεί να είναι 40.000 μέχρι και 80.000, δίνουν κάποια λεφτά και ίσως από το υστέρημά τους για να δουν την ομάδα. Θέλουν να την δουν να παίζει καλά, αλλά και να κερδίζει.
Πρέπει λοιπόν να τους κάνουμε να μην κάθονται. Αυτό αρέσει στον κόσμο του Ολυμπιακού. Να είμαστε στο 85 να κερδίζουμε 5-0 και να σας βλέπουν σαν τρελούς να ψάχνεται το έκτο γκολ. Δεν μπορεί να γίνει σε κάθε παιχνίδια, αλλά αυτή πρέπει να είναι η νοοτροπία μας.
Αυτό ήταν κάτι το οποίο εγώ το “μπόλιαζα” στους παίκτες. Πηγαίναμε στην Τούμπα, στη Φιλαδέλφεια, στο Λεωφόρο ή στο Champions League και είχα σχεδιάσει μια κομπίνα. Η πρώτη πάσα να πάει πίσω και ο στόπερ ή ο χαφ να κάνει αμέσως γέμισμα στην περιοχή τους.
«Δεν υπήρχε περίπτωση να βάλουμε ένα γκολ και να σταματήσουμε. Εκεί γινόμουν “τρελός”!»
Αμέσως τρεις με τέσσερις παίκτες ανέβαιναν για να πιέσουν. Αυτό το έκανα και τους έλεγα: “Εμείς πρέπει να δείξουμε από το πρώτο λεπτό ότι ήρθαμε εδώ για να κερδίσουμε. Μπορεί να μην γίνει γκολ αυτή η φάση, αλλά έχει σημασία. Αυτόματα τον αντίπαλο αυτό τον προϊδεάζει”. Μπαίνεις αμέσως στο μυαλό του άλλου.
Τους έλεγα στη φυσούνα να κοιτάνε τους αντιπάλους στα μάτια με ένα στυλ: “Φίλε σήμερα θα σε κερδίσω”. Δεν υπήρχε περίπτωση να βάλουμε ένα γκολ και να σταματήσουμε. Εκεί γινόμουν “τρελός”. Ανάλογα και το ματς βέβαια, αλλά είχαμε αυτή την τάση.
Στην Τούμπα μας ισοφαρίζει ο ΠΑΟΚ 2-2 και αμέσως έβαλα αλλαγή τον Χούτο. Φουλ επίθεση και 2-4. Δείχνεις και του παίκτη τις προθέσεις σου. Γιατί άλλο είναι το τι λες και άλλο το τι κάνεις.
Παιχνίδια ψυχολογίας.
Κάτι ανάλογο έγινε και στο 1-4. Στην τελευταία προπόνηση περίμεναν οι παίκτες να χτυπήσουμε πέναλτι. Τους μάζεψα στη σέντρα και τους είπα: “Όποιος νομίζει ότι θα πάμε αύριο στα πέναλτι, να πάει καλύτερα σπιτάκι του. Πάμε στη Λεωφόρο να κερδίσουμε στα 90 λεπτά”. Πήγαμε λοιπόν και από το πρώτο δεκάλεπτο φάνηκε τι θα γίνει.
Θέμα νοοτροπίας δηλαδή.
Θα σου δώσω ένα ακόμα παράδειγμα. Ο Καρεμπέ πριν υπογράψει με πήρε τηλέφωνο να με ρωτήσει τι θέση θα τον βάλω. Του είπα αμυντικό χαφ, μαζί με τον Ζε Ελίας, αλλά μου φάνηκε παράξενο που με ρωτούσε και του το είπα.
Μου είπε τότε: “Κόουτς αν με ήθελες για δεξί μπακ δεν θα υπέγραφα, γατί στη Ρεάλ και στην Μίντλεσμπρο που με έβαλαν κάποιες φορές δεν μου άρεσε”. Μου έδειξε έτσι ότι αυτός ο άνθρωπος είχε έρθει στην Ελλάδα για να παίξει μπάλα και δεν κορόιδευε.
Να μιλήσουμε τώρα για τις “επιστροφές” σας στον Ολυμπιακό.
Τη δεύτερη φορά πήγα πιο έτοιμος στον Ολυμπιακό. Στο ξαναλέω για μένα ήταν μεγάλο πλεονέκτημα ότι ήξερα τις απαιτήσεις του συλλόγου. Ήξερα που πάω και τι πρέπει να κάνω.
Είπατε ότι τη δεύτερη φορά ήσασταν πιο έτοιμος. Την τρίτη και την τέταρτη;
(γέλιο). Εγώ πάντα έκανα ότι καλύτερο μπορούσα. Την πρώτη φορά πήραμε το πρωτάθλημα, τελειώσαμε και δεν συνέχισα. Την επόμενη φορά πήγα σε μια πολύ άσχημη περίοδο, όπου ήμασταν 5 βαθμούς πίσω στο πρωτάθλημα και στο Champions League μετά το πρώτο ματς με τη Σπόρτινγκ πήγα πολύ άσχημα τα πράγματα.
«Δεν με νοιάζει τι σχέσεις έχετε μεταξύ σας. Εδώ στο γήπεδο σας θέλω μια ομάδα. Δεν ξέρω πως θα το κάνετε, αλλά στο τέλος του πρώτου γύρου, τον Γενάρη, θα είμαστε πρώτοι!»
Ήταν η περίοδος όπου είπατε το περίφημο: “Τα Χριστούγεννα θα ήμαστε πρώτοι”.
Αυτό ήταν κάτι που μου βγήκε αυθόρμητα. Είχα ξυπνήσει κατά τις 6:30 για να πάω στο Ρέντη και έφτασα στις 7:30. Οι διεθνείς λείπανε και τους περιμέναμε. Ήθελα να δω κάποια στατιστικά και όταν είδα τη θέση μας στη βαθμολογία τσαντίστηκα αφάνταστα.
Είπα του Μιχάλη του Καβαλιέρη να βάλει στο video wall τη βαθμολογία. Ήρθαν λοιπόν οι παίκτες και επί πέντε λεπτά δεν μίλαγα. Οπότε με ρώτησαν γιατί το βλέπουμε αυτό;
Γυρίζω και τους λέω: “Δεν με νοιάζει τι σχέσεις έχετε μεταξύ σας. Εδώ στο γήπεδο σας θέλω μια ομάδα. Δεν ξέρω πως θα το κάνετε, αλλά στο τέλος του πρώτου γύρου, τον Γενάρη, θα είμαστε πρώτοι”.
«Αν ήμουν ξένος όλα θα ήταν διαφορετικά. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, έχουμε μια τάση να θεοποιούμε τους ξένους»
Πάμε να αλλάξουμε θέμα τώρα. Έχετε συνεργαστεί είτε ως παίκτης, είτε ως προπονητής με τους σημαντικότερους προέδρους στην ιστορία του Ολυμπιακού. Πως ήταν ο καθένας;
Θα σου πω πρώτα για τον Γουλανδρή που τον έζησα ως φίλαθλος. Ήταν κάτι “μαγικό”. Από κει και πέρα Νταϊφάς, Κόκκαλης και Μαρινάκης είναι πραγματικά οι σημαντικότεροι πρόεδροι στην ιστορία του Ολυμπιακού.
Ο Νταϊφάς κατάφερε να τερματίσει μια μακρά περίοδο χωρίς τίτλο. Μας έφερε πάλι στην κορυφή μετά από χρόνια.
Ο Κόκκαλης πήρε έναν Ολυμπιακό υπό διάλυση, έφτιαξε γήπεδο, προπονητικά κέντρα, πήρε τίτλους κι έφερε τόσους σπουδαίους παίκτες.
Τώρα ο Μαρινάκης συνεχίζει την επιτυχημένη πορεία και ίσως καταφέρει ακόμα πιο σπουδαία πράγματα. Είναι οι τρεις πιο σημαντικοί άνθρωποι που πέρασαν από αυτό το πόστο.
Σου αφήνει μια πίκρα το γεγονός ότι ενώ στα δύσκολα σε έχει καλέσει ξανά και ξανά η ομάδα, αλλά δεν μένεις για χρόνια;
Το πρώτο που μπορώ να σου πω σε αυτό, είναι πως ξέρεις πως αν δεν πάνε καλά τα πράγματα δεν θα μείνεις. Το δεύτερο είναι πως αν ήμουν ξένος, θα ήταν όλα διαφορετικά.
Όταν πήγα την πρώτη φορά στον Ολυμπιακό έλεγαν «έλα μωρέ έχει παικταράδες γι’ αυτό τα κατάφερε, στην Ευρώπη τι κάνει;»…
Τη δεύτερη φορά που πήγα κάναμε την υπέρβαση στην Ευρώπη. Αλλά και πάλι θα ακούσεις: “Είχε καλούς παίκτες και το έκανε”. Και βέβαια είχα καλούς παίκτες. Εάν δεν είχα, δεν θα γινόταν. Θέλω να σου πω όμως ότι έχουμε την τάση να θεοποιούμε τους ξένους.
Τυχαίο θα είναι μια φορά. Το να κάνεις έξι σκορ κόντρα στους μεγάλους σου αντιπάλους, όταν μάλιστα είναι τεράστιοι και δυνατοί και όχι πεσμένοι (αναφέρομαι στην Ελλάδα τώρα) είναι σύμπτωση;
Θέλω να μου πείτε τώρα, πως νιώσατε όταν κάνατε προπόνηση με την Ομόνοια και φορέσατε το τριφύλλι και τα πράσινα.
Στην πρώτη προπόνηση δεν είχαν προλάβει να βάλουν στη φόρμα το σήμα. Έβαλα χωρίς σήμα και το βράδυ έγινε χαμός στην τηλεόραση και στα social media ότι “ο Λεμονής έβαλε όρο στο συμβόλαιό του να μη φοράει το τριφύλλι”. (γέλια).
Έβαλα τότε εγώ στο πέτο το τριφύλλι και είπα στην τηλεόραση το ωραίο: “Αν ζούσε ο πατέρας μου θα ήταν ευτυχισμένος και δυστυχισμένος ταυτόχρονα. Ευτυχισμένος γιατί ήταν αριστερός και πήγα στην ομάδα της αριστεράς και δυστυχισμένος γιατί φόρεσα το τριφύλλι”.
Θέλω να μιλήσουμε για την κούρσα στο Ολυμπιακό στάδιο και τον πανηγυρισμό με την ΑΕΚ.
Το έχουμε δει να το κάνουν κι άλλοι προπονητές. Τότε είχα δεχτεί την ερώτηση από δημοσιογράφο της ΑΕΚ και τον ρώτησα: “Έχεις παιδιά”; Μου απάντησε πως δεν έχει.
“Πως μπορώ να σου εξηγήσω το συναίσθημα να βγαίνει η νοσοκόμα και να σου λέει ότι γέννησε η γυναίκα σας ένα υγιέστατο αγοράκι. Δεν μπορώ να στο εξηγήσω με λόγια ρε φίλε. Εάν δεν το ζήσεις, δεν θα το καταλάβεις ποτέ”. Αυτή ήταν η απάντησή μου.
Βέβαια κι εγώ όταν το είδα στην τηλεόραση είπα: “Τι έκανα”; Αλλά γι’ αυτό είναι ωραίο το ποδόσφαιρο. Γι’ αυτές τις στιγμές.
Από κάτι τέτοια όμως βγήκε και το “Τάκη ψυχάρα, Ολυμπιακάρα”.
Έτσι πανηγύριζα και ως παίκτης. Μου άρεσε να ανεβαίνω στα κάγκελα. Δεν μπορείς να το ελέγξεις. Αυτό το σύνθημα πάντως το άκουσα στο Καραϊσκάκη και σε παιχνίδια ως αντίπαλος προπονητής.
Είναι το πιο σημαντικό πράγμα, η αναγνώριση από τον κόσμο και η αγάπη. Όπου και να πάω θα υπάρχουν Ολυμπιακοί που με χαιρετάνε και καταλαβαίνω πως με βλέπουν.
«Πες μου γιατί είμαι καλός ή κακός με επιχειρήματα και θα σε ακούσω»
Πάμε στην αντίθετη πλευρά τώρα. Το “sir Takis” του Πανόπουλου σε ενόχλησε;
Όχι δεν με ενόχλησε καθόλου. ‘Εχω μάθει, και αυτό έγινε με την πάροδο του χρόνου, να μη με απασχολεί τι λέει κάποιος, αλλά ποιος το λέει.
Είναι δύσκολη η διαχείριση των συναισθημάτων ενός ποδοσφαιριστή και ενός προπονητή, απέναντι στον Τύπο και στα social media. Όποιος λέει: “Εμένα δεν με νοιάζει η κριτική”, είναι ο μεγαλύτερος ψεύτης του κόσμου. Εγώ δεν θα το πω ποτέ.
Θα πω ότι με ενοχλεί, αλλά ο βαθμός που σε ενοχλεί κάτι, είναι αυτό που πρέπει να διαχειριστείς. Εγώ θυμάμαι ότι στην πρώτη μου θητεία στον Ολυμπιακό, μου ερχόντουσαν αποκόμματα για να διαβάζω τι γράφουν για μένα. Τη δεύτερη περίοδο δεν το έκανα. Το θεώρησα πολύ λάθος.
Έβαζα κάποιους ανθρώπους να μου δίνουν μόνο τα σημαντικά. Είχα απέναντί μου 20-30 δημοσιογράφους και προσπαθούσα να δω ποιοι πραγματικά έχουν κάποια άποψη και μπορούν να την υποστηρίξουν. Με επιχειρήματα. Οχι είμαι καλός ή κακός.
Πες μου γιατί είμαι καλός ή γιατί είμαι κακός. Έτσι έμαθα να διαλέγω. Υπήρξαν άνθρωποι που με την κριτική τους, μπορεί να ήταν σκληρή, αλλά την δεχόμουν.
Γελάτε με την κάρτα που βγαίνει κατά καιρούς και γράφει: “welcome back Takis Lemonis”; Πλέον την χρησιμοποιούν και για άλλα θέματα.
Δεν ξέρω αν είμαι καλός και αλλού και αν κάνω και για άλλα πράγματα (γέλια).
Κλείνοντας θέλω να μου πείτε αν νιώθετε “στρατιώτης” του Ολυμπιακού.
Θεωρώ τον εαυτό μου καλό επαγγελματία, γιατί όταν βρέθηκα και αντίπαλος του Ολυμπιακού, προσπάθησα για να κερδίσει η ομάδα που δούλευα.
Απλά είχα την ευλογία να είμαι και Ολυμπιακός. Το θεωρώ ευλογία και δεν θα το άλλαζα και με τίποτα. Το “στρατιώτης” όμως δεν είναι ακριβώς η έκφραση που μου ταιριάζει.
Μετανιώνετε για το γεγονός ότι συνδέσατε το όνομά σας με τον Ολυμπιακό;
Όχι φυσικά με τίποτα. Δεν το αλλάζω με τίποτα. Και δεν το λέω τώρα που ξέρω ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πάω σε άλλη ομάδα. Το είχα πει από τότε που ήμουνα στον Ολυμπιακό. Κι εμένα δεν θα μου άρεσε το αντίθετο. Παρότι μπορεί να υπήρξε μια τέτοια περίπτωση να πάω προπονητής στον Παναθηναϊκό.
Θα κλείσουμε με “βόμβα” δηλαδή τη συνέντευξη; Γίνεται τώρα να μην ρωτήσω γι αυτό; (γέλια)
Εντάξει ήταν μια κουβέντα εντελώς διερευνητική. Τίποτε άλλο.
Από ποιον έγινε η πρόταση;
Τίποτε άλλο.
Εντάξει να ρωτήσω διαφορετικά. Πότε έγινε; Ποια χρονιά;
Τίποτε άλλο. (γέλια).
Κείμενο: Γιώργος Μπιτσικώκος
Φωτογραφίες: Θανάσης Δημόπουλος | Eurokinissi