Συνέντευξη Στέλιος Αποσπόρης: «Φαινόμενο ο Σαραβάκος, ποιον παίκτη βγάζαμε με φορείο απ' την προπόνηση»
Ο Στέλιος Αποσπόρης αφηγείται απίθανες ιστορίες από τον σπουδαίο Πανιώνιο της δεκαετίας του ’80, απαντά στο ερώτημα αν Μαύρος, Αναστόπουλος και Σαραβάκος είχαν θέση στο σύγχρονο ποδόσφαιρο και θυμάται το ιστορικό ντεμπούτο του στη Λεωφόρο.
Ο όρος «ποδοσφαιρομάνα» χρησιμοποιείται στο λεξικό του ελληνικού ποδοσφαίρου για να καταγράψει κυρίως πόλεις της Περιφέρειας που ανέδειξαν ορισμένα από τα μεγαλύτερα αστέρια της «στρογγυλής θεάς» στη χώρα μας.
Υπάρχει όμως και μια γειτονιά της Αθήνας που κανονικά θα έπρεπε να κοσμεί με τη φωτογραφία της την επεξήγηση του συγκεκριμένου όρου: η Νέα Σμύρνη!
Αν υπάρχει μία ομάδα στην ιστορία του ποδοσφαίρου μας που χάρισε στους Έλληνες φιλάθλους ορισμένα από τα μεγαλύτερα αστέρια που απόλαυσαν ποτέ στα γήπεδα της χώρας, αυτή αναμφισβήτητα είναι ο Πανιώνιος: Δέδες, Μαύρος, Αναστόπουλος, Σαραβάκος… μια ατελείωτη λίστα ζωντανών θρύλων που έλαμψαν φορώντας τις φανέλες των μεγαλύτερων ελληνικών συλλόγων και φυσικά της εθνικής μας ομάδας.
Υπήρχαν, βέβαια και οι ποδοσφαιριστές που ανδρώθηκαν στον Πανιώνιο, αλλά έμειναν για πάρα πολλά χρόνια πιστοί στο σύλλογο, παρά το γεγονός ότι άκουγαν τις «Σειρήνες των μεγάλων» να ηχούν μελωδικά στα αφτιά τους! Ο Στέλιος Αποσπόρης ήταν ένας απ’ αυτούς!
Ένας παίκτης που συνδέθηκε όσο λίγοι με το «μεγαλείο της Πανιώνιας ιδέας» που έζησε μεγάλες αλλά και δύσκολες στιγμές με την κυανέρυθρη φανέλα και που είχε το προνόμιο να υπάρξει συμπαίκτες με ορισμένα από τα… ιερά τέρατα του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Ο Στέλιος Αποσπόρης κολλάει το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr και οι αναμνήσεις για τα ιστορικά χρόνια του «Ιστορικού» επιστρέφουν…
Κύριε Αποσπόρη ήρθε η ώρα να κολλήσουμε και το δικό σας “χαρτάκι” στην στήλη μας.
Μιας και ξεκινάτε με αυτή την τοποθέτηση, να σας αποκαλύψω μια ιστορία που έχω με… χαρτάκι. Κάποια στιγμή βρεθήκαμε στις σουίτες του σταδίου του Πανιωνίου με τον τότε υπουργό κ. Νίκο Παππά. Μου είπε λοιπόν ότι μικρός μάζευε χαρτάκια και πλέον με έβλεπε να είμαι δίπλα του και να παρακολουθούμε αγώνα. Την επόμενη φορά έφερε μαζί του το χαρτάκι και βγάλαμε φωτογραφία.
Νομίζω ότι κάναμε το καλύτερο ξεκίνημα στη συνέντευξή μας. Το δικό σας ως ποδοσφαιριστής ποιο ήταν;
Εγώ γεννήθηκα στην Ηλιούπολη και μετά η οικογένειά μου έμενε στη Γλυφάδα. Είχα ξεκινήσει και έπαιζα ποδόσφαιρο στις αλάνες και ήταν οικογενειακός μας φίλος ο Αλέκος Παπασίκας. Με δική του παρότρυνση πήγα στον Πανιώνιο και εκεί ουσιαστικά ξεκίνησα την καριέρα μου. Με πήγε στον Κώστα Σωτηριάδη. Με είχε προσεγγίσει πάντως και ένας γυμναστής, ο Μητσιώνης που ήταν στον Ολυμπιακό επί Τόζα Βεσελίνοβιτς, όμως εγώ προτίμησα τον Πανιώνιο. Όλα αυτά το 1975 σε ηλικία 11 χρονών.
«Αρχίζει να λέει ο Μάρκοβιτς την ενδεκάδα στη Λεωφόρο, λέει τους δέκα και περιμένουμε όλοι να ακούσουμε ενδέκατο το Σαραβάκο. Και λέει… Αποσπόρης. Νόμιζα ότι δεν άκουσα καλά!»
Από τη δική σας τη γενιά πόσοι παίκτες προχώρησαν στον Πανιώνιο;
Από τη δική μου ουσιαστικά μόνο εγώ. Στη συνέχεια ήρθαν κι άλλα παιδιά. Υπήρχαν όμως και παίκτες πριν από μένα, όπως ο Χρήστος Κουτρόπουλος, ο Μανίκας, ο Χαλκίδης, ο Σαραβάκος, ο Σοφιανός, ο Χατζηράπτης. Όλοι αυτοί ήμασταν γέννημα -θρέμμα “Πανιώνιοι”. Το καλοκαίρι του 1982 πήραμε το Πανελλήνιο πρωτάθλημα στο εφηβικό με προπονητή τον Δημήτρη Μαρνά. Τότε προπονητής στην πρώτη ομάδα ήταν ο Πάνος Μάρκοβιτς με συνεργάτη τον Στάθη Χάιτα.
Αυτός ήταν που σε ανέβασε στην πρώτη ομάδα;
Ναι. Το καλοκαίρι του 1982 κάναμε προετοιμασία στην Πάρνηθα και ακολούθησα το πρόγραμμα. Δεν έγινα επαγγελματίας και ξεκίνησε το πρωτάθλημα. Η ομάδα όμως δεν πήγε καλά και κάποια στιγμή πριν τα Χριστούγεννα με φώναξαν να υπογράψω το ημιεπαγγελματικό συμβόλαιο.
Το πρώτο παιχνίδι σας πάντως, έμελλε να είναι και ιστορικό.
Πραγματικά. Παίζαμε με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο και με έχει πάρει στην 16άδα. Δεν μου είχε μιλήσει όλη την εβδομάδα ο Μάρκοβιτς και την Κυριακή ανακοίνωσε την ενδεκάδα. Λέει τους 10 παίκτες και έχει αφήσει τον Σαραβάκο και όλοι περιμένουμε να ακούσουμε το όνομά του. Ξαφνικά λέει: “Ενδέκατος ο Αποσπόρης”. Όλοι αρχίσαμε να κοιταζόμαστε, ενώ εγώ νόμιζα ότι δεν άκουσα καλά. Μου εξήγησε τότε ότι με επέλεξε γιατί οι πλευρές του Παναθηναϊκού ήταν δυνατές και ήθελε να μαρκάρω από ψηλά για να μην μπορεί ο Παναθηναϊκός να κάνει παιχνίδι από τα πλάγια και να ψάχνει με σέντρες τον Λα Λινγκ ή τον Ντόκεν. Η μοίρα το έφερε έτσι, να κερδίσουμε 1-3 μέσα στη Λεωφόρο και εγώ να σημειώσω το τρίτο γκολ.
Αμέσως γίνατε γνωστός στο Πανελλήνιο.
Ξαφνικά μέσα σε δέκα μέρες. Ακόμα πήγαινα στο σχολείο και ούτε οι συμμαθητές μου δεν ήξεραν ότι είχα γίνει επαγγελματίας. Μάλιστα τη Δευτέρα που πήγα με περίμεναν όλοι. Αυτό ήταν ένα ματς που άλλαξε αμέσως τη ζωή μου. Και λόγω του αποτελέσματος, αλλά και λόγω του γκολ που σημείωσα έγινα γνωστός. Έβαλαν και οι εφημερίδες το όνομά μου με μεγάλα γράμματα και έτσι ξεκίνησα.
Τα χρόνια στον Πανιώνιο πως ήταν;
Πέρασα και ωραίες χρονιές, αλλά και δύσκολες. Τα δύο πρώτα μου χρόνια σε ηλικία 18-19 χρονών έπαιξα τα δύο μπαράζ. Ο Πανιώνιος μέχρι τότε ήταν μια από τις ομάδες που δεν είχαν υποβιβαστεί ποτέ. Υπήρχε πίεση και άγχος, αλλά ως βασικός ποδοσφαιριστής τότε, ένιωθα και το “βάρος” και την ιστορία της φανέλας. Βέβαια αυτό με έκανε να ωριμάσω γρήγορα και ως παίκτης, αλλά και ως άνθρωπος, καθώς οι ευθύνες ήταν μεγάλες.
«Ήμουν δωμάτιο με τον Δημήτρη Σαραβάκο, αλλά ούτε σε μένα δεν είχε πει ότι πήγε στον Παναθηναϊκό!»
Ο Πανιώνιος τότε είχε προπονητές υψηλού επιπέδου.
Ναι σε αυτόν τον τομέα ήμουν ιδιαίτερα τυχερός, γιατί είχα προπονητές όπως τον Πάνο Μάρκοβιτς, τον Στάθη Χάιτα, τον Νίκο Αλέφαντο, μετά ήρθε ο Μπράμς, ο Σενέκοβιτς, ο Μπο Γιόχανσον που μετά πήγε στην Εθνική Δανίας και όλοι αυτοί και με βελτίωσαν και πήρα πολλά πράγματα.
Είχατε και μεγάλους συμπαίκτες.
Φυσικά ήμουν τυχερός και σε αυτόν τον τομέα. Έπαιξα με παιδιά που είχαν τιμήσει τη φανέλα, όπως ο Μαυρίκης, ο Γραβάνης, ο Λίμα, αλλά και με παιδιά που ήρθαν μετά. Ήμουν δωμάτιο με τον Δημήτρη Σαραβάκο, αλλά ούτε σε μένα δεν είχε πει ότι πήγε στον Παναθηναϊκό. Ποιους άλλους να αναφέρω; Καναράς, Μαραγκός, Γκάρι Όουεν, Αναστόπουλο όταν γύρισε από την Αβελίνο, Θωμά Μαύρο.
Θέλω να σταθούμε λίγο στους τρεις, Αναστόπουλο, Σαραβάκο, Μαύρο.
Ο καθένας είχε την δική του προσωπικότητα, την δική του στάμπα ποδοσφαιρική. Ο καθένας είχε τα δικά του ποδοσφαιρικά χαρακτηριστικά. Ο Θωμάς ήθελε την μπάλα στην περιοχή και όπως και να την έστελνες, θα έβρισκε τρόπο να σκοράρει. Με οποιονδήποτε τρόπο και ανά πάσα στιγμή έβρισκε εστία. Ο Αναστόπουλος ήταν παίκτης που μπορούσε να παίξει και μέσα και έξω από την περιοχή. Ο Σαραβάκος ήταν φαινόμενο για την εποχή μας, ήταν ταχυδυναμικός με ένα τρομερό δεξί πόδι. Ποδοσφαιρική ευφυΐα και φαντασία. Οι τρεις τους πάντως, θα έπαιζαν και σήμερα και ο καθένας θα είχε τον δικό του ρόλο και στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.
Έζησες όμως και άσχημες στιγμές.
Μια ιστορία είναι αυτή με τα δελτία, όπου ξαφνικά η ομάδα, εκεί που πήγαινε καλά στο πρωτάθλημα, έμεινε χωρίς 6 βασικά της στελέχη. Όπως ήταν φυσικό χάθηκε η ισορροπία και η αυτοσυγκέντρωση και χάσαμε το ρυθμό μας, με αποτέλεσμα να βρεθούμε να παλεύουμε για να σώσουμε την ομάδα. Όλα αυτά δημιούργησαν και μια αντιπαλότητα του κόσμου με τη διοίκηση και είχαμε και επεισόδια. Τότε ο κόσμος ήταν ακόμα πιο κοντά στην ομάδα και παρακολουθούσε και τις προπονήσεις.
Καλές στιγμές όμως υπήρχαν.
Βέβαια. Εγώ κατάφερα και έπαιξα στην Ευρώπη, στο παιχνίδι με την Τουλούζ και σημείωσα ένα από τα πιο όμορφα γκολ της καριέρας μου. Τότε εμείς δεν γνωρίζαμε ότι στην Ευρώπη έπρεπε να φορέσουμε συγκεκριμένες τάπες. Τελικά μετά από παρατήρηση των διαιτητών αλλάξαμε, αλλά έγινε μια αναμπουμπούλα. Όσο για το γκολ δεν το είχα καταλάβει τότε, αλλά το είδα το βράδυ στην τηλεόραση. Έγινε μια σέντρα στο δεύτερο δοκάρι και ήρθα με φόρα και έκανα το σουτ. Είδα λοιπόν ότι πέρασε από πολλά πόδια και έφτασε στο απέναντι δοκάρι. Τότε είχα μειώσει σε 3-1 και πήραμε κάπως τα πάνω μας, αλλά το τελικό 5-1 δεν μας άφησε ελπίδες.
Έπαιξες και τελικό κυπέλλου.
Το 1989 που κάναμε μια εξαιρετική πορεία και είχαμε αποκλείσει Ολυμπιακό, ΠΑΟΚ, Λάρισα. Όταν προκριθήκαμε στον ημιτελικό με τη Λάρισα, το συναίσθημα ήταν εκπληκτικό. Πήγαμε στον τελικό και είχε 70.000 κόσμο γιατί δεν θα το έδειχνε η τηλεόραση. Είχαμε εξαιρετική ομάδα με Μαύρο, Μίχο, Τόγια, Μαραγκό, Ζιάκα.
Πες μου καμιά ιστορία από προπονήσεις.
Την εποχή που ήταν προπονητής ο Αλέφαντος, θυμάμαι ότι ο Βαγγέλης ο Φιλιππής κάθε Παρασκευή έφευγε λιπόθυμος από το γήπεδο.
Γιατί;
Ο Αλέφαντος κρατούσε στο τέλος της προπόνησης για φάουλ τον Μπαρζόφ και έμενε ο Φιλιππής για τέρμα. Ο Θοδωρής ο Μπαρζόφ όμως, έστελνε όλα τα φάουλ δίπλα στο δοκάρι. Ο Φιλιππής ήταν ένα παιδί που δεν είχε την αίσθηση του φόβου και προσπαθούσε να τα βγάλει. Με αποτέλεσμα αρκετές φορές να χτυπάει στο δοκάρι και να τον παίρνουμε με το φορείο. Τρεις τέσσερις φορές τον βγάλαμε με το φορείο.
«Ο Αλέφαντος κρατούσε πάντα στο τέλος της προπόνησης τον Φιλιππή για να του εκτελεί φάουλ ο Μπαρζόφ. Ο Θοδωρής όμως έστελνε την μπάλα δίπλα στο δοκάρι, ο Φιλιππής δεν είχε την αίσθηση του φόβου, χτυπούσε στο δοκάρι και εμείς τον… βγάζαμε με φορείο από το γήπεδο»
Μεγάλος παίκτης ο Μπαρζόφ.
Καλά δεν το συζητάμε. Θυμάμαι ένα ματς με τον Ολυμπιακό στο ΟΑΚΑ, που ήρθε 4-3. Έκανε μαγικά πράγματα και φυσικά πέτυχε και γκολ με φάουλ. Ήταν ένας παίκτης που όπως τώρα καθόμαστε και βλέπουμε για παράδειγμα τον Βαλμπουενά και λέμε πως να ήταν στα 25 του, τότε εμείς τα σκεφτόμασταν αυτά για τον Μπαρζόφ, ο οποίος είχε παίξει και στην Εθνική Βουλγαρίας.
Πέρασε η περίοδος του Πανιωνίου και ήρθε ο ΟΦΗ.
Αρχικά πρώτος με προσέγγισε ο Παναθηναϊκός και μετά το 1989 ήρθε ο Γιδόπουλος για να με πάρει στην ΑΕΚ του Μπάγεβιτς, που τότε ξεκινούσε. Όμως δεν με έδωσε η διοίκηση. Μετά όμως ήρθε ο ΟΦΗ του Γκέραρντ και εγώ ήθελα μια αλλαγή, γιατί ήδη ήμουν 14 χρόνια στον Πανιώνιο. Ήμουν 25 χρονών και τότε ο ΟΦΗ είχε πάρει το κύπελλο και ήταν μια εξαιρετικά οργανωμένη ομάδα. Αρκεί να σου πω ότι πήγα τότε και βρήκα το “Βαρδινογιάνειο”, τη στιγμή που στον Πανιώνιο δεν γνωρίζαμε που θα κάνουμε προπόνηση την επόμενη μέρα.
«Όταν γύρισα αντίπαλος του Πανιωνίου στη Νέα Σμύρνη μου έλεγαν τα φιλαράκια μου ότι θα περνούσα δύσκολα γιατί θα μάρκαρα τον Πάντιτς!»
‘Εμεινες τρία χρόνια στον ΟΦΗ.
Τρία καταπληκτικά χρόνια. Τρομερή πόλη το Ηράκλειο, οργανωμένη η ομάδα και καταπληκτικός άνθρωπος ο Γκέραρντ. Άνθρωπος πρώτα και μετά προπονητής. Τρομερός στην ψυχολογία. Μπορούσε να πάρει από τον ποδοσφαιριστή, ακόμα και στις κακές του μέρες το 100%. Τον ένιωθες κοντά σου και ήταν δίκαιος. Προπονητικά ήταν της Ολλανδικής σχολής φυσικά.
Πως ήταν όταν γύρισες ως αντίπαλος στη Νέα Σμύρνη;
Ήταν μια εμπειρία που την σκεφτόμουν για μέρες πριν τη βιώσω. Ήμουν 14 χρόνια στον σύλλογο και ήξερα τους πάντες. Από την κυρία Άννα που άνοιγε την κατσαρόλα για να περάσουμε στα αποδυτήρια, τον Βασίλη Καπώνη, τον Βασιληά που μας έδενε τα πόδια με επιδέσμους, μέχρι τον Νίκο Τυροπιτά. Ήταν η χρονιά που είχε έρθει ο Πάντιτς στον Πανιώνιο και είχα κάποια φιλαράκια που μου έλεγαν ότι θα περάσω δύσκολα. Σαν θέση με είχε γυρίσει και ο Ολλανδός αμυντικό χαφ και θα τον έβρισκα αντίπαλο. Μου έκαναν καζούρα και θυμάμαι τελικά χάσαμε 1-0. Ο κόσμος όμως με αντιμετώπισε πολύ καλά και σίγουρα μου έμεινε όλο αυτό.
Μετά τον ΟΦΗ γύρισες στην Αθήνα.
Ναι είχα προτάσεις από πολλές ομάδες, αλλά ήθελα να έρθω στην Αθήνα, γιατί είχα και τη σχολή μου, στα ΤΕΦΑΑ. Ήρθε η πρόταση από τη Δόξα Βύρωνα, που ήταν στη Γ’ Εθνική, αλλά με πρόεδρο τον Στάικο. Μάλιστα εγώ δεν ήθελα αρχικά να πάω, όμως όταν συζητήσαμε στα γραφεία μου είπε: “Από δω δεν βγαίνει κανείς χωρίς να υπογράψει”. Μου έκανε τότε μια εξωπραγματική πρόταση και με έπεισε. Βέβαια στην ομάδα υπήρχαν παίκτες όπως ο Καβαλιέρης, ο Παντελίδης, ο Γιούρισιτς με τον οποίο ήμασταν και οικογενειακοί φίλοι. Προπονητής ήταν ο Δημήτρης Θεοφάνης, ο οποίος και αυτός ήταν πραγματικός δάσκαλος.
Παίξατε τότε στη Γ’ Εθνική.
Ναι αλλά το σημαντικό δεν ήταν αυτό. Το σημαντικό ήταν ότι παίξαμε σε όμιλο του κυπέλλου με τον ΟΦΗ. Τότε ισοβαθμήσαμε με τον ΟΦΗ και πήγαμε σε μπαράζ για την πρόκριση που έγινε στη Χαλκίδα. Το ματς τελείωσε ισόπαλο και τον αποκλείσαμε στα πέναλτι. Έπαιξα δηλαδή κόντρα στην πρώην ομάδα μου και την απέκλεισα.
Στη Δόξα Βύρωνα έπαιξες τρία χρόνια και μετά σταμάτησες.
Ναι αποφάσισα στα 31 μου και αφού είχα πάνω από 300 συμμετοχές σε επίσημα παιχνίδια και στις τρεις επαγγελματικές κατηγορίες, ότι το ποδόσφαιρο είχε τελειώσει για μένα. Μπορεί να μην είχα τραυματισμούς και να έκανα γεμάτες χρονιές, με ένα στυλ που στο σύγχρονο ποδόσφαιρο έμοιαζε με αυτό του Μασούρα, όμως δεν ήθελα να συνεχίσω και με κέρδισε η προπονητική.
Από που ξεκινήσατε;
Ξεκίνησα από την πόλη μου τη Γλυφάδα και έκανα εκεί το “αγροτικό” μου. Μετά πήγα στον Αγιο Δημήτριο που είχα παίκτη τον Μιχάλη Γρηγορίου και ανεβήκαμε κατηγορία. Είχα Καμίτση, Βαΐτση, Μπαϊράμογλου, Καραλάγα. Γενικά είχα καλή ομάδα. Ήρθε και πρόταση από την ΕΠΟ τότε για να αναλάβω ως περιφερειακός ομοσπονδιακός.
Μου έχει πει ο Κόρμπος μια ιστορία για το πως τον είχες ανακαλύψει, μαζί με Μανούσο, Μανιάτη.
Δεν το ήξερε και το έμαθε πρόσφατα. Γενικά είχα βρει αρκετά παιδιά ως περιφερειακός τεχνικός και τα βοήθησα να έρθουν στις Εθνικές ομάδες και να κάνουν μετά καριέρα. Στα 6-7 χρόνια είδα πολλούς παίκτες, που πολλοί δεν ήξεραν ότι τους παρακολουθούσα. Το έμαθαν αργότερα. Για παράδειγμα να πω τον Τοροσίδη, τον Αβραάμ Παπαδόπουλο, τον Καρνέζη, τον Γιώργο Σαμαρά, τον Τζιώλη, τον Σπυρόπουλο. Το σύστημα επί Γκαγκάτση ήταν ότι οι περιφερειακοί προπονητές έβρισκαν παίκτες και πρότειναν και οι ομοσπονδιακοί έπαιρναν τις αποφάσεις. Αρχικά ήταν Κωστίκος και Καραταΐδης σε Ελπίδων και Νέων και μετά ο Μανωλάς. Όταν έφυγε ο Στέλιος, μου ανέθεσε η ομοσπονδία την Ελπίδων το 2003-04. Καταπληκτικές χρονιές και είχαμε συνεργασία με Τοπαλίδη και Ρεχάγκελ για τις Εθνικές. Τα παιδιά της Ελπίδων ήξεραν πλέον ότι μπορούσαν να πάνε στην πρωταθλήτρια Ευρώπης.
Μιας και συνεργάστηκες με τον Ρεχάγκελ, έμαθες ποτέ γιατί δεν έπαιρνε στην Εθνική Στολτίδη και Ζήκο;
Ήταν ένας κλειστός άνθρωπος και δεν τα συζητούσε αυτά. Με τον Τοπαλίδη που μιλούσαμε, έλεγε ότι είχε ποδοσφαιριστές με αυτά τα χαρακτηριστικά και ότι ουσιαστικά δεν είχαν κάτι παραπάνω να του δώσουν από τους παίκτες που ήδη καλούσε στην ομάδα. Όταν τον δικαίωναν και τα αποτελέσματα, κανείς δεν μπορούσε να του πει τίποτα. Όχι ότι δεν ήταν καλοί παίκτες, αλλά είχε ήδη ποδοσφαιριστές που του έκαναν τη δουλειά. Δεν το έκανε εκδικητικά.
Πλέον έχεις αφοσιωθεί στις σχολές σου.
Ήρθε η φθορά του χρόνου και αποφάσισα να φύγω. Για μένα ο κύκλος της Εθνικής ομάδας είχε κλείσει και μπήκα στο δίλημμα προπονητής επαγγελματίας ή ακαδημίες. Είχα προτάσεις και από την Κύπρο, αλλά δεν ήθελα πλέον να μετακινούμε συνέχεια και αποφάσισα να ασχοληθώ με την εκπαίδευση και τα σχολεία. Το 2014 ήρθε ο Μανίκας και ο Σκούρας και μου είπαν να αναλάβω το κομμάτι στα τμήματα υποδομής του Πανιωνίου. Δεν ήταν στη διοίκηση βέβαια, αλλά το μετέφεραν σε Δάρα και Ζαμάνη που ήταν οι διοίκηση. Έμεινα μέχρι την πτώση της ομάδας και πλέον έχω αναλάβει τις ακαδημίες στα Σούρμενα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Ολυμπιακός - Μπασκόνια: Το τρένο και το αγκομαχητό
- Ολυμπιακός: Το μοναδικό ερωτηματικό του Μεντιλίμπαρ για το ντέρμπι με την ΑΕΚ
- Μπακς - Μπουλς 122-106: Ξύπνησαν για τα καλά τα Ελάφια με 40άρα του Γιάννη Αντετοκούνμπο
- Ολυμπιακός ONEX-Γκίζεν 3-1: Οι απουσίες δεν τον σταματούν! - Θρυλική νίκη στο «καυτό» Ρέντη
- Μανούσος Μανουσάκης: Εφυγε από τη ζωή ο εμβληματικός σκηνοθέτης