Ποια είναι η σχέση του Ολυμπιακού, της Σάντος και μιας από τις πλέον… χιλιοτραγουδισμένες θρυλικές βραδιές της «ερυθρόλευκης» ιστορίας; Μην βιαστείτε να απαντήσετε! Δεν αναφερόμαστε στην περίφημη αναμέτρηση του Ιουλίου του 1961 με τη Σάντος του Πελέ στην κατάμεστη Λεωφόρο Αλεξάνδρας (!) που έμελλε να γίνει… στίχος στον ύμνο του «Θρύλου του Πειραιά».
Άντε, για να σας βοηθήσουμε, να πούμε απλά ότι η δική μας ιστορία έχει και πάλι… τερματισμό στο γήπεδο του «αιώνιου αντιπάλου», Παναθηναϊκού!
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά: Καλοκαίρι του 1989 η Θράκη γιορτάζει την άνοδο της Ξάνθης στα σαλόνια της Α’ Εθνικής. Υπό την ηγεσία του Θεόδωρου Κοκκάλα, η ακριτική ομάδα όχι μόνο αποδεικνύεται αντάξια της ιστορικής περίστασης, αλλά δημιουργεί μια ομάδα που ομόρφυνε επί σειρά ετών τις Κυριακές όλων των Ελλήνων φιλάθλων με το φαντεζί ποδόσφαιρο που προσέφερε.
Και ένας από τους λόγους που το πέτυχε ήταν ότι απέκτησε πρόσβαση στην πολύ ιδιαίτερη αγορά της Βραζιλίας: Ποιος μπορεί να ξεχάσει τη «μαγική» τριπλέτα Μαρτσέλο – Σάντρο – Καρλάο που ξεσήκωνε τους φίλους του ΑΟΞ και χόρευε σάμπα τις αντιπάλους του;
Με τα χρόνια τα περνούν, την Ξάνθη να γράφει ιστορία όντας η πρώτη ομάδα στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου που προσέθεσε χορηγό (Skoda) στην επωνυμία της και τον Χρήστο Πανόπουλο να αναλαμβάνει σταδιακά τα ηνία, η αγορά της Βραζιλίας συνέχισε πάντα να εμπλουτίζει το ρόστερ της ομάδας με παίκτες που προσέθεταν τη δική τους… ποδοσφαιρική αστερόσκονη σ’ αυτό.
Και το 1995 έμελλε να φτάσει στη Θράκη ένας «μάγος» του ποδοσφαίρου που για μια τριετία τοποθέτησε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στις αξέχαστες στιγμές που έζησαν οι φίλοι της Ξάνθης. Με τις ντρίμπλες του, τα γκολ του, τις… αλά Πλατινί εκτελέσεις φάουλ του.
Το όνομά του; Λουτσιάνο ντε Σόουζα! Από ποια ομάδα αποκτήθηκε; Σωστά! Από τη… Σάντος του Πελέ που λέει και ο ύμνος του Ολυμπιακού. Της ομάδας που έμελλε να αποτελέσει το δεύτερο σταθμό του οδοιπορικού του στο ελληνικό ποδόσφαιρο, με την οποία ένα βράδυ της 21ης Μαρτίου 2001 έμελλε να γίνει ο απόλυτος πρωταγωνιστής του πλέον… θρυλικού «ερυθρόλευκου» διπλού στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας σε ντέρμπι των «αιωνίων» αντιπάλων του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Στο ίδιο γήπεδο που 40 χρόνια νωρίτερα γραφόταν η ιστορία στο περίφημο φιλικό του Ολυμπιακού με τη Σάντος!
Όπως αντιλαμβάνεστε, η διαδρομή του Λουτσιάνο στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι γεμάτη από… στιγμές αυθεντικής ποδοσφαιρικής βραζιλιάνικης μαγείας. Και ο αγαπημένος «Λούτσι» των φίλων του Ολυμπιακού και της Ξάνθης έρχεται να τις θυμηθεί μία προς μία κολλώντας το δικό του χαρτάκι στο άλμπουμ των αναμνήσεων του sportday.gr.
Photo Credits: Δημήτρης Μητσάκος | Eurokinissi
Λουτσιάνο από που ξεκίνησες τη ζωή σου;
Γεννήθηκα στην Βόλτα Ρετόντα. Υπάρχει ένα ποτάμι που ξεκινάει από το Σάο Πάολο και τελειώνει στο Ρίο, στο Μίνας Ζεράις. Είναι ο ποταμός Παραΐμπα Ντο Σουλ, ο οποίος όταν φτάνει στην πόλη μου, κάνει έναν κύκλο και μετά φεύγει από αυτή. Εκεί έμεινα μέχρι τα 15 μου χρόνια και στη συνέχεια έφυγα και πήγα στο Σάο Πάολο που ήταν ο αδελφός μου και δούλευε σε μια μεγάλη πολυεθνική εταιρεία.
Με το ποδόσφαιρο πως ασχολήθηκες;
Ο αδελφός μου είχε παίξει στην ομάδα Σαν Ζοσέ και ζήτησε να με δοκιμάσουν και τους άρεσα και μετά από ένα χρόνο έκανα το ντεμπούτο μου με την πρώτη ομάδα. Όταν ήμουν 17 χρονών έγιναν κάποια δοκιμαστικά και είχαν έρθει 3.000 παιδιά από όλη τη Βραζιλία. Τα δοκιμαστικά γίνονταν Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή και κάθε μέρα οι προπονητές μείωναν τον αριθμό. Εγώ κατάφερα και έμεινα μέχρι την Κυριακή και έτσι με διάλεξαν και ξεκίνησα την καριέρα μου. Το πιο σημαντικό ήταν ότι όλη η οικογένειά μου πέρασε από αυτή την ομάδα. Ο θείος μου, ο αδελφός μου. Πάντα την παρακολουθούσα την ομάδα, γιατί από το Σάο Πάολο ήταν η μητέρα μου και πηγαίναμε να δούμε τη γιαγιά, οπότε βλέπαμε και τους αγώνες της.
«Τι γίνεται ρε π….η; Εδώ είναι παίκτες που έχουν παίξει Εθνική Βραζιλίας. Εγώ είμαι 17 χρονών και θα παίξω;»
Πως ήταν εκείνα τα χρόνια;
Έμενα σε ένα σπίτι μαζί με άλλα 40 παιδιά απ’ όλη τη Βραζιλία. Τρώγαμε σε ένα εστιατόριο και κάναμε προπόνηση στο βοηθητικό γήπεδο. Για μένα ήταν όλα πολύ ξαφνικά. Βρέθηκα σε μια ομάδα όπου προπονητής ήταν ο Έμερσον Λεάο που είχε παίξει σε 4 μουντιάλ με την Εθνική Βραζιλίας και το όνειρό μου ήταν να τον γνωρίσω από κοντά. Ήταν τερματοφύλακας της Βάσκο Ντα Γκάμα και πηγαίναμε με τον πατέρα μου και βλέπαμε τους αγώνες όταν ερχόνταν στην Βόλτα Ρετόντα να παίξει.
Αυτός σε ανέβασε στην πρώτη ομάδα;
Ναι και θα σου πω την ιστορία. Ήρθε ο βοηθός του μια μέρα και είπε: “Θέλουμε 5 παιδιά να έρθουν στην προπόνηση της πρώτης ομάδας το απόγευμα”. Εγώ ήμουν ένας από τους πέντε και το απόγευμα όταν μπήκα στο λεωφορείο τον είδα μπροστά μου. Είχε το στυλ του Μπάγεβιτς. Ήθελε όλα να λειτουργούν στην εντέλεια. Όταν ήρθε να μας ρωτήσει τα ονόματά μας, εγώ ήμουν ο τρίτος και θυμάμαι ότι το χέρι μου έτρεμε όταν του το έδωσα. Στην προπόνηση μετά έκανα μια ενέργεια και είπε του βοηθού του: “Αυτός ποιος είναι”; Του είπε τότε ότι παίζω δεκάρι και εξτρέμ στη β’ ομάδα και του είπε να πάω και στην προπόνηση την άλλη μέρα το πρωί.
Τι έγινε μετά;
Ήμουν τρελαμένος και πήγα στην προπόνηση από νωρίς. Όταν ήρθε η ώρα για το διπλό, ήρθε ο βοηθός και μου έδωσε γιλέκο βασικού. Εγώ νόμιζα ότι μου έκανε πλάκα και δεν άπλωσα το χέρι μου για να το πάρω. “Το θες ή όχι;”, μου λέει. Φυσικά του είπα “ναι”. Εγώ τότε σκέφτηκα: “Τι γίνεται ρε π….η; Εδώ είναι παίκτες που έχουν παίξει Εθνική Βραζιλίας. Εγώ είμαι 17 χρονών και θα παίξω”; Γύρισα σπίτι και ήταν ο αδελφός μου και μου λέει: “όλος ο κόσμος ασχολείται μαζί σου. Θα παίξεις την Κυριακή”; “Τι να παίξω ρε” του λέω. την επόμενη μέρα βγαίνω στο δρόμο και είδα τη φάτσα μου στις εφημερίδες. “Ο Λεάο ετοιμάζει Λουτσιάνο” ήταν ο τίτλος. Τρελάθηκα. “Δεκάρι” στην ομάδα ήταν ο Βάντε Λουίς που ήταν τιμωρημένος. Μετά στις τηλεοράσεις έλεγαν για μένα, ότι θα έπαιζα σε ένα δύσκολο παιχνίδι. Σε κάποιους δεν άρεσε η ιδέα να παίξει σε κρίσιμο ματς ένας μικρός.
Έπαιξες τελικά;
Όλη την εβδομάδα δεν μου μίλησε καθόλου και την Κυριακή είπε το όνομά μου στην ενδεκάδα. Παίζαμε με την Ζουβέντους του Σάο Πάολο. Κερδίσαμε 3-2 με ένα γκολ και δύο ασίστ δικές μου. Δεν μπορείς να φανταστείς πως ένιωσα.
Την προηγούμενη μέρα ήμουν με κάποιους συμπαίκτες μου που είναι Ευαγγελιστές. Μου είπαν αν ήθελα να πάω στην δική του εκκλησία και εγώ δεν είχα πρόβλημα, παρά το γεγονός ότι είμαι καθολικός. Εκεί ήταν ο πάστορας, ο οποίος μου είπε να βγω μπροστά και να κάνω την προσευχή μου δυνατά για να με ακούσει ο Θεός. Εγώ τότε είπα: “Θεέ μου άμα με ακούς και είσαι εδώ πραγματικά, θέλω να μου δείξεις ότι με έχεις επιλέξει γι αυτό το πράγμα. Βοήθησέ με γι αυτή την Κυριακή”. Έτσι έγιναν τα πράγματα. Ξέρω ότι πολλοί θα πουν:
“Τι λέει τώρα ο Λουτσιάνο”. Αλλά όλα έγιναν πολύ ξαφνικά στη ζωή μου. Από κει που έπαιζα για ένα πιάτο φαΐ, ξαφνικά είχα ένα μισθό που δεν ήξερα τι να κάνω τα λεφτά. Πήγα να πληρωθώ στα γραφεία και μου έδωσαν τα λεφτά και δεν είχα που να τα βάλω. Σήκωσα τη μπλούζα μου και τα έβαζα από κάτω. Οι φίλοι μου νόμιζαν ότι έκλεψα καμιά τράπεζα (γέλια).
Η συνέχεια ποια ήταν;
Μετά πήγα στην Κορίνθιανς γιατί από τη δεύτερη χρονιά όλες οι ομάδες συζητούσαν το όνομά μου και μάλιστα ήταν να πάω και στην Εθνική Νέων. Ο Λεάο είχε φύγει από την ομάδα, αλλά έλεγε συνεχώς για μένα. Οπότε πήγα ως δανεικός από την Σάν Ζοσέ. Έπαιξα εκεί, έβαλα κάποια γκολ, αλλά όταν ήρθε η ώρα να με αγοράσουν, δεν έδωσαν τα λεφτά έγκαιρα και έτσι βρήκε την ευκαιρία η Ιντερνασιονάλ και τα κατέθεσε και με πήρε εκείνη. Εκεί πήρα το πρωτάθλημα Βραζιλίας και το κύπελλο. Μετά πήγα στην Πορτουγκέζε και τελικά στη Σάντος, όπου γνώρισα και τον Ζιοβάνι και μείναμε έξι μήνες μαζί.
Η Ελλάδα πως προέκυψε στην καριέρα σου και ειδικά η Ξάνθη;
Εγώ δεν ήξερα τίποτα για την Ελλάδα, πόσο μάλλον για την Ξάνθη. Ήξερα ότι ο Βασίλης Μπέρτος είχε φέρει στην Ελλάδα τον Βεριντιάνο Μαρτσέλο, μαζί με τον Καρλάο και τον Σάντρο. Ο Σάντρο ήταν πολύ μεγάλο όνομα στην Βραζιλία και για παράδειγμα έπρεπε να έρθει σε άλλη ομάδα, μεγαλύτερη από την Ξάνθη. Ήταν από τους κορυφαίους στη Μπαΐα που είναι μια μικρομεσαία ομάδα στη Βραζιλία, αλλά πήρε το πρωτάθλημα. Ο μάνατζέρ μου στη Βραζιλία προσπαθούσε να με πάει στη Βαλένθια, αλλά τελικά δεν έκατσε και μου είπε: “Έχουμε μια πρόταση να πας στην Ελλάδα”. Εγώ την Ελλάδα την ήξερα μόνο για τα νησιά και για την ιστορία. Το σκεφτόμουν και τελικά ήρθε μια πρόταση από την Μπριζ. Μου την έφερε ένας Ελβετός μάνατζερ.
«Έχουμε μια πρόταση να πας στην Ελλάδα”. Εγώ την Ελλάδα την ήξερα μόνο για τα νησιά και για την ιστορία. Όταν έφτασα στην Ξάνθη, μου φαίνονταν όλα περίεργα και έλεγα… Χριστέ μου, που ήρθα!»
Πήγες εκεί;
Πήγα ναι και θυμάμαι ότι έκανε τρομερό κρύο. Μίλησα με τον πρόεδρο και μου είπε τα λεφτά και μου ζήτησε να περάσω από ιατρικά και να παίξεις ένα παιχνίδι για δοκιμή. Τότε στο Βέλγιο όταν ερχόταν ένας ξένος, μπορούσε να δοκιμαστεί απευθείας χωρίς δελτίο στο πρωτάθλημα των Β’ ομάδων για δοκιμή. Εμένα δεν μου άρεσε αυτό και το σκεφτόμουν. Μέχρι τα 21 μου είχα παίξει στις καλύτερες ομάδες της Βραζιλίας, αλλά τελικά είπα: “Δεν χάνω κάτι”.
Είχα κάνει και χειρουργείο πριν από έξι μήνες στη μέση, αλλά τελικά το αποφάσισα. Πήγα στο παιχνίδι και έκανε ένα κρύο απίστευτο. Κερδίσαμε 3-1 κι εγώ είχα κάνει μια γκολάρα. Μπήκαν όλοι στο γήπεδο και με αγκάλιαζαν. Μετά το ματς πήγαμε για φαγητό με τον πρόεδρο, αλλά επειδή ήταν πολλά τα λεφτά μου είπε: “Εγώ δεν θέλω να δω κάτι άλλο από τον Λουτσιάνο, αλλά δεν βάζει υπογραφή ο γιατρός”. Αλλά επειδή ήταν 26 Μαΐου εγώ τους είπα πρέπει να φύγω γιατί γεννούσε η γυναίκα μου. Στις 29 Μαΐου γέννησε και με πήραν από την Μπριζ και μου είπαν ότι δεν θα γίνει η μεταγραφή και έτσι ήρθα στην Ξάνθη.
«Ο Δανιήλ είναι της γερμανικής σχολής και δεν σε θέλει γιατί είσαι… αδύνατος»
Πως σου φάνηκε;
Είχα παίξει στις μεγαλύτερες ομάδες της Βραζιλίας. Με παιχνίδια που είχαν 70.000 κόσμο και με προπονήσεις που μαζεύονταν 3 και 4 χιλιάδες. Όταν έφτασα στην Ξάνθη, μου φαίνονταν όλα περίεργα και έλεγα: “Χριστέ μου, που ήρθα”; Αλλά εντάξει, η ψυχολογία μου ήταν καλή και ξεκίνησα καλά την προετοιμασία και σκόραρα σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια. Όταν ξεκίνησε το πρωτάθλημα όμως, δεν μπορούσα να αποδώσω αυτά που περιμένανε.
Αποφάσισαν το Δεκέμβριο να με δώσουν δανεικό στην Καστοριά. Μίλησα τότε με τον Χάβο που ήταν βοηθός και του είπα: “Εσείς λέγατε ότι σε έξι μήνες θα με πουλήσετε σε μεγάλη ομάδα και τώρα μου λέτε να πάω δανεικός”; Μου είπε τότε ότι: “Ο προπονητής, ο Βασίλης Δανιήλ δεν με ήθελε γιατί ήμουν αδύνατος”. Τους είπα τότε να δουν τα παιχνίδια μου στη Βραζιλία όπου έπαιξα τελικό με τη Σάντος. Όμως μου απάντησε: “Είναι της γερμανικής σχολής ο Δανιήλ”.
Πήγες όμως στην Καστοριά.
Έπρεπε ή να μείνω χωρίς να παίζω στην Ξάνθη, ή να πάω να τους αποδείξω το λάθος που έκαναν. Παράλληλα τα λεφτά που μου έδωσε η Καστοριά για 4 μήνες, ήταν τα λεφτά που μου έδινε η Ξάνθη για ένα χρόνο. Εκεί βρήκα τον Βέλιτς που είναι τώρα προπονητής στον Λεβαδειακό και τον Μύρτσο τερματοφύλακα. Στην Καστοριά πέρασα δύσκολα. Δεν ήθελα να πάω, δεν μιλούσα ελληνικά, είχα ένα μωρό τριών μηνών.
Έκανε κρύο, χιόνι, πηγαίναμε στα χωριά για προπόνηση. Καθόμουν μετά την προπόνηση και εκτελούσα φάουλ και έκανα σουτ. Οι άλλοι μου φώναζαν από το πούλμαν: “Έλα Βραζιλιάνε, κάνει κρύο”, αλλά εγώ δεν άκουγα κανέναν. Πλέναμε τα ρούχα σπίτι μας. Έπλενα τις μπάλες στα αποδυτήρια. Τελικά εκείνη τη χρονιά έβαλα το νικητήριο γκολ στον Κολινδό στο 95 και έτσι ανέβηκε η Καστοριά κατηγορία.
Γύρισες στην Ξάνθη και έμεινες άλλα δύο χρόνια και μετά πήρες τη μεταγραφή στον Ολυμπιακό.
Είχα κάνει δύο πολύ καλά χρόνια. Αν δεν πήγαινα στον Ολυμπιακό, σίγουρα θα πήγαινα σε άλλη ομάδα. Είχα πει του μάνατζερ ότι δεν θα συνεχίσω στην Ξάνθη ότι και να γίνει, όταν τελειώσει το συμβόλαιό μου. Το 1997 η ΑΕΚ με ήθελε, αλλά τελικά πήρε τον Σέμπουε. Ο Πανόπουλος δεν συμφώνησε μαζί τους για τα λεφτά. Το καλοκαίρι του 1998 ήρθε η πρόταση από τον Ολυμπιακό. Περίμενα ότι θα είχα πρόταση είτε από Ελλάδα, είτε από Ευρώπη. Ήθελα να τους αποδείξω ότι έκαναν λάθος που με έδωσαν δανεικό στην Καστοριά.
Πως έγινε η μεταγραφή σου;
Ήμασταν εδώ στην Αθήνα για ματς με τον Ιωνικό και ήμασταν στο ξενοδοχείο στη Βουλιαγμένη. Ήρθε ο Πιαλόγλου και μου είπε ότι με θέλει ο Πανόπουλος στο σπίτι του στη Βούλα. Πήγε εκεί και με ρώτησε τι θέλω να κάνω, να συνεχίσω στην Ξάνθη. Του είπε ότι θέλω να μείνω, αλλά θέλω και καλά λεφτά. Με ρώτησε αν ήθελα να πάω σε άλλη ομάδα και του απάντησα ότι δεν έχω πρόβλημα. Μου λέει: “Θα παίξεις όπου πας”; “Εσύ τι λες” του απάντησα και συνέχισα: “Δεν ξέρεις από που με πήρες; Έχω παίξει Σάο Πάολο, Κορίνθιανς, Ιντερνασιονάλ, Σάντος”. “Ναι αλλά άλλο Ελλάδα και άλλο Βραζιλία” μου λέει.
«Όταν μου μετέφερε ο Πανόπουλος την πρόταση του Ολυμπιακού, κλειδώθηκα στην τουαλέτα, γονάτισα, προσευχήθηκα και ζήτησα τη βοήθεια του Θεού για να πάρω τη σωστή απόφαση!»
Τότε σου είπε για τον Ολυμπιακό;
Νόμιζα ότι μου έκανε πλάκα στην αρχή, αλλά του είπα ότι θέλω να πάω. Μου έλεγε ότι έχει πολλούς παίκτες ο Ολυμπιακός και θα είναι δύσκολα. “Που θα πας” μου λέει: “κάτσε εδώ”. Του λέω: “Πες μου την πρόταση”. Μου την λέει και μου τονίζει: “Πες μου αν δέχεσαι να πάρω τον Λούβαρη να του το πω”. Εγώ τότε ζήτησα να πάω στην τουαλέτα και κλειδώθηκα εκεί, γονάτισα και έκανα την προσευχή μου. “Θεέ μου φώτισε με να πάρω την σωστή απόφαση”.
Βγήκα έξω και του είπα: “Εγώ θέλω αυτά, αυτά, αυτά”. ¨Άμα στα δώσω εγώ αυτά τα λεφτά που σου δίνει ο Ολυμπιακός, μένεις στην Ξάνθη;”. “Μένω με αυτά τα χρήματα που θέλω εγώ” του είπα, γιατί κατάλαβα ότι ήθελε να πει μετά ότι έκανε τα πάντα για να με κρατήσει. “Με αυτά που ζητάς από τον Ολυμπιακό, μπορεί να χαλάσει η μεταγραφή”, μου είπε. “Κανένα πρόβλημα, αλλά πες το”, του απάντησα. Πήρε το Λούβαρη τηλέφωνο και του τα είπε και τον άκουγα που έλεγε: “Ναι, κι αυτό, ναι”. Κλείνει το τηλέφωνο και μου λέει: “Πήγαινε να υπογράψεις, σε περιμένουν”. Έτσι έγινε η μεταγραφή μου.
«Εγώ ήμουν κύριος με τον Ολυμπιακό, αλλά ο Ολυμπιακός δεν με σεβάστηκε!»
Ξεκίνησε λοιπόν η καριέρα σου στον Ολυμπιακό.
Πέρασα τρία όμορφα χρόνια. Δεν τρόμαξα ποτέ, γιατί είχα παίξει σε μεγάλες ομάδες στη Βραζιλία με μεγάλη πίεση. Να παίξεις στην Κορίνθιανς ή στην Ιντερνασιονάλ στις κακές στιγμές, δεν είναι και ότι καλύτερο και πρέπει να έχεις προσωπικότητα για να αντέξεις. Γι’ αυτό πιστεύω ότι τα κατάφερα στον Ολυμπιακό.
Πιστεύω ότι μπορούσα να παίξω τρία τέσσερα χρόνια στον Ολυμπιακός. Εγώ ήμουν “κύριος” στον Ολυμπιακό και ποδοσφαιρικά, αλλά και σε άλλα θέματα. Έχω ξαναπεί πως εάν δεν ήμουν εγώ εδώ ίσως ο Ζιοβάνι να μην έμενε τόσα χρόνια. Λατρεύει την Ελλάδα και τον Ολυμπιακό, αλλά ήταν δύσκολα γι αυτόν. Στην αρχή, δεν μιλούσε και τη γλώσσα και είχε καταλάβει ότι ο Ζάχοβιτς ίσως και να τον ζήλευε λίγο. Ο Ζιοβάνι ήταν ο παίκτης που δεν μάρκαρε ποτέ και οι άλλοι νόμιζαν ότι το έπαιζε “βεντέτα που ήρθε από τη Μπαρτσελόνα”. Αλλά ο Ζιοβάνι δεν ήταν τέτοιο παιδί. Είχαμε μια σχέση διαφορετική γιατί γνωριζόμασταν από τη Σάντος και του τα εξηγούσα και τα άκουγε. Ο Ολυμπιακός όμως δεν με σεβάστηκε.
Τι εννοείς;
Όταν τελείωσε το συμβόλαιό μου, με άφησαν στο “περίμενε” και τελικά με άφησαν ελεύθερο. Ο Μπάγεβιτς όμως, μπορεί κάποιοι να τον κατηγορούν, όμως εμένα με “κράτησε” από το χέρι και πάλι. Με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι με θέλει στον ΠΑΟΚ, χωρίς καν να με ρωτήσει τι λεφτά ήθελα.
Με πήρε ο πρόεδρος, αλλά στην αρχή ήταν δύσκολα γιατί ήξεραν τι λεφτά έπαιρνα από τον Ολυμπιακό και μου έλεγαν: “Ούτε ο Ολυμπιακός δεν στα έδωσε, θα μείνεις χωρίς ομάδα;”. Εγώ τους έλεγα τότε: “Θα μείνω χωρίς ομάδα”. Πάλι με φώτισε ο Θεός όμως. Βγήκα έξω από το γραφείο και καθόμουν σκεφτικός. Με πήρε τηλέφωνο ο Μπάγεβιτς και με ρώτησε τι έγινε. Του είπα ότι δεν τα βρήκαμε και του είπα ότι τον ευχαριστώ πολύ.
Φύγαμε από εκεί και στο δρόμο με ξαναπήρε ο Μπάγεβιτς και μου είπε να μην ανησυχώ θα το τακτοποιήσει. Με πήρε ο Καλαφάτης τηλέφωνο και πήγαμε να τον βρούμε. Εγώ αρχικά είχα μιλήσει με τον Μπατατούδη που ήταν μεγαλομέτοχος. Πήγα ξανά να τον βρω και τους είπα ότι πλέον θέλω και 50 εκατομμύρια πριμ μεταγραφής. Πήρε τότε τον Μπατατούδη και του το είπε και του λέει αυτός να μου τα δώσει.
«Ο Λεμονής εμπιστευόταν πολύ τον Ζε Ελίας. Πριν τη Λεωφόρο λοιπόν λέω στον Ζε… πες στον Λεμονή να με βάλει στη Λεωφόρο, αλλιώς θα γίνει χαμός!»
Θέλω να γυρίσουμε όμως στα χρόνια του Ολυμπιακού και να μου πεις ιστορίες από παιχνίδια και ειδικά για το φάουλ στη Λεωφόρο.
Ήταν μια περίεργη εβδομάδα για εμάς. Ήμουν στον πάγκο στο πρώτο παιχνίδι στο 1-1 στο ΟΑΚΑ και όλοι είχαν αγχωθεί για τη ρεβάνς, γιατί δεν θα έπαιζε ο Τζόλε που ήταν με την εθνική Σερβίας. Εγώ ήμουν κάπως στεναχωρημένος γιατί δεν με χρησιμοποιούσε πολύ ο Λεμονής. Είχα ακούσει όμως ότι ο πρόεδρος του είχε πει πως αν δεν πάρουμε την πρόκριση, δεν θα έμενε στην ομάδα.
Σκεφτόταν λοιπόν να παίξει αμυντικά και να βάλει τον Πουρσανίδη. Ο Λεμονής όμως εμπιστευόταν πολύ τον Ζε Ελίας. Ο Ζε έκανε σε όλους πλάκα, αλλά δεν ήθελε να του κάνει κανένας. Εγώ όμως τον πείραζα και του έλεγα: “Εσύ που είσαι βοηθός του Λεμονή, τι σκέφτεται να κάνει;”. Μου είπε: “Σε παρακαλώ Λούτσι, δεν είμαι βοηθός του”. Ο Ζιοβάνι μας άκουσε που μιλάγαμε πορτογαλικά και γέλασε πάρα πολύ. Μου είπε ότι σκεφτόταν τον Πουρσανίδη και του είπα: “Πες του πως αν δεν με βάλει, θα γίνει χαμός”. Δεν είχα κάτι να χάσω και τελείωνε και το συμβόλαιό μου και ήθελα να μείνω στον Ολυμπιακό.
Έπαιξες όμως.
Τότε ούτε σκέφτηκα τη σοβαρότητα του παιχνιδιού, ούτε αν θα παίξω καλά, ούτε ότι αντίπαλος ήταν ο Παναθηναϊκός. Έκανα το τακουνάκι στον Αλέκο (σημ. Αλεξανδρή) και πιστεύω ότι είναι από τις καλύτερες φάσεις που έχουν γίνει. Μέχρι και ο Ζιοβάνι μου είπε: “Λούτσι εγώ περίμενα να μου πασάρεις τη μπάλα”.
Είμαι ταπεινός, αλλά να λέμε και την αλήθεια. Πλέον είχα την ψυχολογία, τη στιγμή που κανείς δεν πίστευε ότι μπορούσαμε να γυρίσουμε το παιχνίδι. Γίνεται λοιπόν το φάουλ και παίρνω φόρα. Μου φωνάζει ο Ζε Ελίας: “ρε Λούτσι είναι πολύ μακριά”. Τότε εγώ του είπα: “Ζε σκύψε γιατί θα πάρει και το δικό σου κεφάλι η μπάλα”. Άμα δεις τη φάση, θα δεις ότι σκύβει ο Ζε Ελίας.
Κανείς δεν πίστευε ότι θα σουτάρω από κει. Αλλά όταν είσαι καθαρός και πιστεύεις στην αξία σου ο Θεός θα σε βοηθήσει. Υπάρχουν και τυχερά γκολ, αλλά υπάρχουν και αυτά που έρχονται από τη δουλειά. Πίστεψα ειλικρινά ότι θα το κάνω το γκολ από εκεί.
Ήταν ιστορικό παιχνίδι.
Πραγματικά ήταν. Έχουν περάσει τόσα χρόνια… Εγώ μένω στου Ζωγράφου που οι περισσότεροι φίλαθλοι είναι Παναθηναϊκού. Αν δεις πως μου συμπεριφέρονται. Δεν προκάλεσα ποτέ σε καμία ομάδα. Πάντα ήμουν επαγγελματίας. Συζητάω με Παναθηναϊκούς και με οπαδούς από άλλες ομάδες. Μου λένε: “Λουτσιάνο έκλαιγα όλο το βράδυ τότε και δεν πιστεύω ότι μένεις εδώ κοντά μας”. Εκείνο ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να μου συμβεί. Από την πλευρά του κόσμου του Ολυμπιακού ήταν επίσης ότι καλύτερο. Αλλά από την πλευρά της διοίκησης νιώθω ότι δεν το εκτίμησαν και δεν με κράτησε ο Ολυμπιακός.
«Το γκολ που πέτυχα στη Λεωφόρο κράτησε τον Λεμονή στον Ολυμπιακό για άλλα δύο χρόνια!»
Σε πείραξε αυτό;
Εκείνο το γκολ πιστεύω ότι πρώτα απ’ όλα, κράτησε τον Λεμονή στον Ολυμπιακό για άλλα δύο χρόνια. Το ματς ήταν Τετάρτη και την Παρασκευή έκανε ανανέωση στο συμβόλαιό του. Είμαι σίγουρος 100% αν προπονητής ήταν ο Μπάγεβις, ή ο Ματζουράκης που είχαν περισσότερη πείρα προπονητική, γιατί ο Λεμονής τότε μόλις είχε ξεκινήσει, εγώ δεν θα είχα φύγει από τον Ολυμπιακό. Τον ρώτησα μια φορά, αλλά θεωρώ ότι το πιο σημαντικό στη ζωή είναι η ειλικρίνεια. Έχουν περάσει τόσα χρόνια και δεν έχω μάθει ποτέ το λόγο. Εγώ ήμουν τόσα χρόνια στην ομάδα και δεν είχα δημιουργήσει ποτέ πρόβλημα.
Ξέρουμε όλοι ότι έχεις καλή σχέση με τον Ζιοβάνι, αλλά καταλαβαίνω ότι έχεις και με τον Μπάγεβιτς. Αυτοί οι δύο μεταξύ τους πως ήταν;
Γι’ αυτό σου είπα πριν ότι όσο ήμουν εγώ δεν υπήρχε πρόβλημα. Δεν μπορείς να αλλάξεις την άποψη σε κάποιον, από τη στιγμή που αυτός θεωρεί ότι έχεις πρόβλημα μαζί του. Όλοι λένε ότι ο Μπάγεβιτς έχει πρόβλημα με τα μεγάλα ονόματα. Μπορεί. Εγώ δεν τον έχω ρωτήσει ποτέ. Ξέρω όμως ότι κάποια πράγματα μπορεί να μην του άρεσαν. Αν έγραφε η εφημερίδα όλη την εβδομάδα περισσότερο το δικό σου όνομα από το δικό του μπορεί να τον ενοχλούσε. Ο Ζιοβάνι ήρθε με το σκεπτικό να κάνει τη δουλειά του, όσο καλύτερα γινόταν. Έτσι έγινε και γι’ αυτό τον θαυμάζει ο κόσμος. Ο Ζιοβάνι ποτέ, όσο ήμουν μαζί του στον Ολυμπιακό, δεν ήρθε να μου πει κάτι για τον Μπάγεβιτς ή να του μεταφέρω κάτι.
«Ο Μπάγεβιτς είναι άνθρωπος που όταν θέλει να πει κάτι, θα το πει. Ποτέ δεν μου είπε κάτι για τον Ζιοβάνι. Ούτε ο Ζιοβάνι μου είπε ποτέ εναντίον του Μπάγεβιτς»
Ήταν η περίοδος που εσύ ήσουν αυτός που μιλούσες ελληνικά όταν ήθελε να μιλήσει ο Ζιοβάνι.
Για να δεις ένα παράδειγμα. Ο Ζιοβάνι είχε ενοχληθεί, γιατί ερχόντουσαν όλοι και μου έλεγαν να τους εξυπηρετήσω με τον Ζιοβάνι. Εγώ έλεγα ευχαρίστως. Κάποια πράγματα στην πορεία το μπερδέψανε αυτό το πράγμα. Είχαν αρχίσει να λένε ότι δεν υπάρχει ποδοσφαιριστής Λουτσιάνο, αλλά διερμηνέας του Ζιοβάνι. Εγώ τότε είπα “τέλος”.
Είχα ξεκινήσει την καριέρα μου πριν από τον Ζιοβάνι. Στην πορεία μιλούσαμε με τον Ζιοβάνι και μου είπε ότι δεν ήθελε πλέον να μιλάει για να μην κάνει κακό και σε μένα. Εγώ όμως πρώτα εξυπηρετούσα τον Ολυμπιακό και δεύτερον είχαμε γνωριστεί και από τη Βραζιλία και δεν εμπιστευόταν κανένα άλλο.
Όταν έφυγα εγώ μετά και έμεινε με τον Νέρι και ήρθε και ο Ριβάλντο, ίσως έγινε αυτό το πράγμα. Αλλά εγώ ποτέ δεν του είπα ότι ο Μπάγεβιτς είχε κάτι μαζί του, παρά το γεγονός ότι με ρώταγε. Γιατί όντως δεν είχα καταλάβει κάτι τέτοιο. Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να πω ότι ήρθε ποτέ ο Μπάγεβιτς να μου πει: “Λουτσιάνο πες του ότι μαθαίνω ότι τα λέει”. Ο Μπάγεβιτς είναι άνθρωπος που όταν θέλει να πει κάτι, θα το πει. Ποτέ δεν μου είπε κάτι για τον Ζιοβάνι. Ούτε ο Ζιοβάνι μου είπε ποτέ εναντίον του Μπάγεβιτς.
Πες μου και για τον Κόκκαλη για να κλείσουμε.
Ερχόταν στο Ρέντη και όλοι οι παίκτες σηκωνόμασταν από τις θέσεις μας. Και μόνο που τον έβλεπες με το χαμόγελο, ακόμα και στις δύσκολες στιγμές έφτανε. Θα σου πω μια ιστορία.
Μετά τον τελικό με τον ΠΑΟΚ στη Φιλαδέλφεια, είχαν γράψει ότι εγώ και ο Ζιοβάνι, όταν πήγαμε να πάρουμε τα μετάλλια δεν τον χαιρετίσαμε. Για μένα έλεγαν ότι ήμουν τσαντισμένος γιατί δεν με είχε βάλει βασικό ο Λεμονής. Όμως εγώ, μετά το ματς με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο, είχα κάνει εγχείρηση, γιατί είχε και διακοπή το πρωτάθλημα 15 μέρες. Όταν μπήκα στον τελικό δεν ήμουν έτοιμος, αλλά μπήκα γιατί οι γιατροί έλεγαν πως είμαι καλά. Όμως δεν είχα την απόδοση που ήθελα.
Συνήθως δεν έλεγα στον Ζιοβάνι τι γράφανε, για να μην του χαλάω την ψυχολογία, όμως αυτό ήταν “χοντρό”. Σε μια γιορτή που είχαμε στον Ολυμπιακό, του είπα να πάμε να μιλήσουμε στον Κόκκαλη. Πράγματι πήγαμε και του το είπαμε και εκείνος μας αγκάλιασε και τους δύο και μας είπε: “Μην ανησυχείτε. Δεν με αγγίζουν αυτά. Εγώ σας ξέρω”.
Μια άλλη φορά, μετά το ματς με τον Παναθηναϊκό με κάλεσε στο σπίτι του. Ήταν στη Βραζιλία όταν έγινε το ματς και ήθελε να μου δώσει ένα δώρο που μου είχε φέρει από εκεί, γιατί είχε χαρεί με το γκολ που σημείωσα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Ολυμπιακός - Μπασκόνια: Το τρένο και το αγκομαχητό
- Ολυμπιακός: Το μοναδικό ερωτηματικό του Μεντιλίμπαρ για το ντέρμπι με την ΑΕΚ
- Μπακς - Μπουλς 122-106: Ξύπνησαν για τα καλά τα Ελάφια με 40άρα του Γιάννη Αντετοκούνμπο
- Ολυμπιακός ONEX-Γκίζεν 3-1: Οι απουσίες δεν τον σταματούν! - Θρυλική νίκη στο «καυτό» Ρέντη
- Μανούσος Μανουσάκης: Εφυγε από τη ζωή ο εμβληματικός σκηνοθέτης