Τις ιστορίες των θρύλων περιβάλλει μια αχλή, οπότε η αλήθεια με το ψέμα ανακατεύονται παντί τρόπω, με αποτελέσματα, πάντως, που έχουν ως στόχο την ψυχαγωγία και την τέρψη του κοινού. Από το «δεν πολεμούν οι Έλληνες σαν ήρωες, αλλά οι ήρωες σαν Έλληνες» του Γουίνστον Τσόρτσιλ, έως τις ατάκες που είπε ή δεν είπε ο Σωκράτης, πάρα πολλές κουβέντες και γεγονότα είναι αμφιλεγόμενα.
Στα σπορ βρίθουν τέτοιες ιστορίες. Οι ανακρίβειες μπορεί να είναι συγκλονιστικές, όπως εκείνη η ιστορία με την εφημερίδα που βγήκε με πρωτοσέλιδο Αγγλία-ΗΠΑ 10-1 στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950, αφού οι δημοσιογράφοι της πήραν ένα φαξ που ανέφερε Αγγλία-ΗΠΑ 0-1 και απλώς δεν το θεώρησαν πιθανό.
Από το κλειστό γυμναστήριο στο Μόναχο που έγινε ο τελικός των Ολυμπιακών Αγώνων το 1972 στο μπάσκετ -ενώ οι περισσότεροι νομίζουν ότι το επικό Σοβιετική Ένωση-ΗΠΑ 51-50 έγινε στο «Olympia Halle», είχε γίνει στο «Rudi-Sedimayer-Halle»- μέχρι το αν ο Αδόλφος Χίτλερ έφυγε από το Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου όταν νίκησε ο Τζέσε Όουενς και από το αν ο Μπομπ Μπίμον είχε κάνει σεξ πριν τον τελικό του μήκους στους Ολυμπιακούς του Μεξικού το 1968 έως το τι έγινε με την κλοπή του κοσμήματος από τον Μπόμπι Μουρ το 1970, ουδείς μπορεί να είναι σίγουρος.
Δεν είναι παράδοξο ή παράλογο. Καθημερινά συμπεριφορές παρεξηγιούνται και άνθρωποι μεταφέρουν ακριβώς τα γεγονότα γίνεται να μπερδευτούν ακόμα και στις βάσεις τους. Μπορεί κάποιος να είναι σίγουρος ότι μια κατάσταση που έζησε έγινε σε συγκεκριμένο μέρος και απλώς να έχουν ανακατευτεί στη μνήμη δύο διαφορετικές περιστάσεις.
Ούτως ή άλλως, όμως, σε περιπτώσεις καθημερινής τρέλας, η αλήθεια είναι δύο αντίθετα: αυταπόδεικτη και αναπόδεικτη. Η καταγραφή δεν θα ήταν εφικτή. Οπότε, η ιστορία που θα αναφερθεί κάτωθι, ουδείς ξέρει αν όντως συνέβη. Ό,τι, όμως, είναι σίγουρο από εκείνα που ζεις, είναι τα διδάγματα. Η αβεβαιότητα έγκειται στην ουσία τους και όχι πως υπάρχουν εκεί και σε περιμένουν.
Οι απαντήσεις
Να, παραδείγματος χάρη, είπε όντως ένας τεράστιος μαθηματικός ότι «είναι πιο δύσκολο να μάθεις ποδόσφαιρο από μαθηματικά»;
Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν πέθανε στις 18 Απριλίου του 1995 στο Πρίνστον του Νιου Τζέρσεϊ. Είναι πολύ περίεργο ότι ακόμα και τη δεκαετία του ’80 ή εκείνη του ’90 οι άνθρωποι μιλούσαν για το σπουδαίο επιστήμονα που γεννήθηκε στο Βασίλειο του Βούρτερμπεργκ στη Γερμανία στις 14 Μαρτίου του 1979 λες και ήταν ένα φαινόμενο δύο αιώνων.
Η αύρα που τον περιέβαλε δεν ταίριαζε σε κάποιον που είχε αποδημήσει εις Κύριον (ή εν πάση περιπτώσει όπου θεωρούσε πως υπήρχε μετά ή… πουθενά) μόλις 30 χρόνια. Παρόμοια περίπτωση είναι και ο Πανταγκρουέλ των επιστημών, ο απέραντος Στίβεν Χόκινγκ. Αν ένας φυσικός είναι πολύ δύσκολο να δημιουργεί σέξι ατμόσφαιρα, αυτά τα θηρία της διανόησης το είχαν καταφέρει.
Ο χερ Άλμπερτ ήταν εξέχον μέλος των Ζαβολιάρικων Μαθηματικών, εκείνα που έπρεπε να κρύβουν λίγο πονηριά και αταξία, ώστε το μυαλό να γίνεται να πηγαίνει παρακάτω.
Ο ίδιος, ταξιδιώτης όλου του κόσμου, δίδασκε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Το πρόβλημα με αυτήν την ιστορία, είναι πως ακόμα και ετούτη η πληροφορία μοιάζει λάθος. Ο Αϊνστάιν έδωσε τρεις διαλέξεις στις μεγάλες τάξεις του πανεπιστημίου από το 1931 έως το 1933, ενώ το χρονικό πλαίσιο της αφήγησης τον θέλει να διδάσκει το 1942.
Δύο χρόνια πριν, ο Αϊνστάιν είχε πάρει την αμερικανική υπηκοότητα και λίγο νωρίτερα εργαζόταν μαζί με τον Λέο Ζίλαρντ σε κάτι που στην Ιστορία πέρασε ως «The Manhattan Project»: ήταν μία προσπάθεια να ειδοποιηθούν οι Αμερικανοί για τον κίνδυνο να φτιάξουν οι Γερμανοί πρώτοι πυρηνικά όπλα. Το γράμμα τους στον Φραγκλίνο Ρούζβελτ, Πρόεδρο των ΗΠΑ, ήταν αποδεικτικό στοιχείο.
Η Οξφόρδη σχεδόν αποκλείεται, ακόμα και έτσι, όμως, η Ιστορία είναι ωραία. Λέγεται, λοιπόν, ότι ο Αϊνστάιν, καθηγητής πανεπιστημίου των τελειόφοιτων, έβαλε τα ακριβώς ίδια διαγωνίσματα δύο διαφορετικές χρονιές. Ο συνεργάτης του δεν πίστευε στα αυτιά του. Πλησίασε και τον ρώτησε, «κύριε Αϊνστάιν, άκουσα ότι βάλατε στους τελειόφοιτους τις ίδιες ερωτήσεις που είχατε βάλει πέρυσι. Ισχύει;»
Ο Αϊνστάιν, υιοθετώντας ένα αφελές ύφος, απάντησε «ναι». Ο συνεργάτης εξερράγη: «Μα αυτό είναι πρωτάκουστο! Γιατί βάλατε τις ίδιες ερωτήσεις;» «Διότι, αγαπητέ μου, άλλαξαν οι απαντήσεις».
Το σπουδαίο ποδοσφαιρικό μυαλό
Για κάποιον λόγο, όχι εντελώς παραδόξως, αυτό θα μπορούσε να φέρνει στο μυαλό τον Πεπ Γκουαρδιόλα. Ένα πεφωτισμένο ποδοσφαιρικό μυαλό που θα μπορούσε να ισχυριστεί το ίδιο, βλέποντάς τον να προσπαθεί να βρίσκει διαφορετικές απαντήσεις για τις ίδιες ερωτήσεις.
Θα μπορούσαμε να φανταστούμε τον τρελό επιστήμονα να παίρνει ένα σκωπτικό ύφος για να απαντήσει σε ένα συνάδελφο που, ακόμα κι αν δεν βλέπει το δέντρο και χάνει το δάσος, δεν συντονίζεται ακριβώς στο ίδιο μήκος κύματος. Υπέροχος επιστήμονας και του λόγου του, με δεκάδες χιλιάδες ώρες πάνω από τα βιβλία, δυσκολεύεται να πιστέψει σε ό,τι είναι μια διαφορετική απάντηση.
Ο προπονητής της Μάντσεστερ Σίτι, όμως, σχεδόν από τότε που ξεμύτισε, το 2008, μοιάζει να βρίσκει τρόπο για να απαντά διαφορετικά στην ίδια ερώτηση. Τι θα γινόταν αν έβαζε τον Λιονέλ Μέσι ψευτοεννιάρι, τον Ιλκάι Γκουντογκάν κρυφό κυνηγό, τον Ντμίτρο Τσιγκρίνσκι αμυντικό χαφ και τον Τιερί Ανρί μόνο στα αριστερά;
Από την άλλη, αυτά είναι τα εύκολα ερωτήματα. Πρόκειται για το χώρο σε αντιδιαστολή ή σε συνάρτηση με το χρόνο, ως το μείζον ερώτημα που καλείται κάθε χρόνο να απαντά με πειστικό τρόπο.
Ο Γκουαρδιόλα δεν έχει παρατήσει τον αγώνα του να καταλάβει το ποδόσφαιρο στη σύνδεσή του με τις διαστάσεις του σύμπαντος και σε αυτήν την πορεία προφανώς έχει κάνει τα τρόπαια σύμμαχό του. Με τον ίδιο τρόπο που ο Αϊνστάιν έγινε ποπ σταρ, προκειμένου να χρηματοδοτείται, ο Καταλανός χρειάζεται να δείχνει από καιρού εις καιρόν πειστήρια, με τα οποία θα γλιτώνει χρόνο για τη μεγάλη αναμέτρηση.
Οι νίκες προφανώς είναι εκπληκτικό διεγερτικό και ουδείς χαλάστηκε με την ανατροπή του 0-2 σε 3-2 τελευταία αγωνιστική της Premier League. Αλλά ο Πεπ δείχνει ότι, ενώ τα γήινα τον απασχολούν με τρόπο που παραπέμπει σε επείγον, τον ενδιαφέρει περισσότερο γιατί αλλάζουν οι απαντήσεις στις ερωτήσεις. Και ποια θα ήταν, άραγε, μια απάντηση που θα πάντα σταθερή, όσα χρόνια κι αν περνούσαν.