Παγκόσμιο Κύπελλο 1990: Οι τέσσερις εποχές του Ντράγκαν Στοΐκοβιτς και της Γιουγκοσλαβίας
Ο Ντράγκαν Στόικοβιτς έχει πάει με τη Γιουγκοσλαβία (Σερβία-Μαυροβούνιο και Σερβία) σε τέσσερα Παγκόσμια Κύπελλα από ισάριθμα διαφορετικά πόστα.
Η εσωτερική κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία, όπως αυτή ποδοσφαιρικά είχε αυτή αποτυπωθεί στον τελικό Κυπέλλου του Ερυθρού Αστέρα με την Ντινάμο Ζάγκρεμπ, φυσικά και ασκούσε μια κάποια επιρροή στον ψυχισμό του ρόστερα, αλλά το κίνητρο για την ομάδα του Ίβιτσα Όσιμ ήταν πολύ μεγάλο.
Είχε ποδοσφαιριστές όπως ο Φαρούκ Χατζιμπέγκιτς, ο Ντράγκολιουβ Μπρνοβιτς, ο Σάφετ Σούσιτς, ο Σρέτσκο Κάτανετς, που θα γινόταν για ένα μικρό χρονικό διάστημα προπονητής του Ολυμπιακού και θα απολυόταν όταν προσπάθησε να αποδομήσει την ψύχωση για το πρωτάθλημα, ο Άλεν Μπόκσιτς και ο Ρόμπερτ Γιάρνι από τη Χάιντουκ Σπλιτ, ο νεαρός Νταβόρ Σούκερ από την Ντινάμο Ζάγκρεμπ και κυρίως τα πέντε παιδιά του Ερυθρού Αστέρα.
Ο Ρέφικ Σαμπανάτζοβιτς, που έπαιξε αργότερα στην ΑΕΚ και τον Ολυμπιακό, ο Ρόμπερτ Προσινέτσκι, ο υπέροχος Ντέγιαν Σαβίτσεβιτς, που τρομοκρατούσε τους αμυντικούς στην Ευρώπη, ο επιθετικός Ντάρκο Πάντσεφ και, βέβαια, ο ποδοσφαιριστής που λογιζόταν ο εγκέφαλος της ομάδας του και της εθνικής ομάδας: ο Ντράγκαν Στόικοβιτς.
Ήταν τέτοιο το βάθος στο έμψυχο δυναμικό, που ο «προφήτης» είχε αφήσει εκτός τον 20χρονο Σίνισα Μιχάιλοβιτς.
Ο Όσιμ είχε το καλύτερο ρόστερ στην Ιστορία της εθνικής Γιουγκοσλαβίας και με τον Στόικοβιτς στη σύνθεσή του έγειρε αξιώσεις για να φτάσει μακριά στο τουρνουά. Τα ένδον δρώμενα καθιστούσαν επιτακτική τη διάκριση. Η ομάδα έσφυζε από ταλέντο. Μόλις δύο χρόνια πριν, ο Αστέρας είχε στείλει στα σκοινιά τη Μίλαν και θα την απέκλειε.
Στο δεύτερο γύρο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών τη σεζόν 1988-89, οι δύο ομάδες είχαν έρθει ισόπαλες με σκορ 1-1, ο Αστέρας προηγούνταν 1-0 στο Βελιγράδι, οι «ροσονέρι» έπαιζαν με 10 λόγω της αποβολής του Πιέρ Πάολο Βίρντις και στο «Μαρακάνα» έφτασε… ομίχλη.
Ο διαιτητής Ντίτερ Πάουλι πρόκειται στον προπονητή της «Ζβέζντα», Λιούμπιομιρ Πέτροβιτς, να επαναληφθεί το ματς την επόμενη μέρα. Ο τελευταίος δέχθηκε, παρ’ ότι η άδεια του Σαβίτσεβιτς από το στρατό δεν θα του επέτρεπε να δώσει το «παρών». Οι δύο ομάδες, πάντως, ήρθαν ισόπαλες με σκορ 1-1, πριν η Μίλαν προκριθεί στα πέναλτι. Είναι ο μείζων λόγος, αυτή η σειρά, που υπάρχει ως θρύλος η ομάδα των τριών Ολλανδών.
Και τα τρία γκολ του Αστέρα πέτυχε ο Ντράγκαν Στόικοβιτς. Ο «Πίκσι» βασάνισε τους Ιταλούς και το ίδιο έκαναν οι υπόλοιποι μέσοι της ομάδας του. Δύο χρόνια αργότερα, ο 25χρονος μέσος θα γινόταν εκείνος που θα οδηγούσε τη Γιουγκοσλαβία στους προημιτελικούς του Παγκόσμιου Κυπέλλου.
Κυριολεκτικά θα οδηγούσε. Το παιχνίδι με την Ισπανία για τη φάση των «16» του Παγκόσμιου Κυπέλλου ήταν μια ανυπέρβλητη παράσταση, ένα από τα πιο εντυπωσιακά ατομικά κατορθώματα στην Ιστορία της διοργάνωσης.
Παρά την ήττα στην πρεμιέρα από τη Δυτική Γερμανία με σκορ 4-1 στην πρεμιέρα, η Γιουγκοσλαβία ανένηψε: νίκησε 1-0 την Κολομβία με το γκολ του Νταβόρ Γιόζιτς και 4-1 τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα -δύο ο Πάντσεφ, ένα ο Σούσιτς, ένα ο Προσινέτσκι- για να πάρει την πρόκριση για τη φάση των «16».
Εκεί άρχισε το σόου του Στόικοβιτς. Η Ισπανία, που είχε φτάσει στα προημιτελικά του προηγούμενου Παγκόσμιου Κυπέλλου, είχε όλους τους σπουδαίους παίκτες της στην καλύτερη ηλικία τους. Ο Μίτσελ ήταν 27, ο Εμίλιο Μπουτραγκένιο δεν τα είχε κλείσει ακόμη, ο Χούλιο Σαλίνας διάβαινε το 28ο έτος, ο Μανουέλ Σαντσίς βρισκόταν μόλις στα 25, ενώ ο τερματοφύλακας Αντόνι Θουμπιθαρέτα ήταν 29.
Ο Στόικοβιτς τους αναποδογύρισε. Οι ενέργειές του στο παιχνίδι, οι προωθημένες πάσες, η κατοχή με την μπάλα, υπήρξαν ο ακρογωνιαίος λίθος για να κρατήσει το μηδέν στην άμυνα η Γιουγκοσλαβία. Θα έπαιρνε την μπάλα από πίσω, θα την μετέφερε μπροστά, θα σταματούσε, να έψαχνε την κάθετη πάσα, θα γύριζε πίσω και συνεχώς θα επέστρεφε.
Στο 78’, ο Γιουγκοσλάβος μέσος έβαλε ένα εκπληκτικό γκολ, όταν βρέθηκε στο ύψος της μικρής περιοχής και δέχθηκε την μπάλα ύστερα από τη σέντρα του Ζλάτκο Βούγιοβιτς και την κεφαλιά πάσα του Σαβίτσεβιτς. Υποκρίθηκε ότι θα σούταρε ενώ εκείνη βρισκόταν στον αέρα, με αποτέλεσμα ο Ράφαελ Βάθκεθ να σωριαστεί για το τάκλιν.
Ο Στόικοβιτς την κοντρόλαρε αριστοτεχνικά και με δεξί πλασέ νίκησε τον Θουμπιθαρέτα. Οι Ισπανοί ισοφάρισαν με τον Σαλίνας και στο τρίτο λεπτό της παράτασης ο 25χρονος, που θα έπαιρνε εκείνο το καλοκαίρι μεταγραφή για τη Μαρσέιγ αντί 6 εκατομμυρίων δολαρίων, σκόραρε με μαγευτική εκτέλεση φάουλ. Πρώτα παραπονέθηκε για τη μικρή απόσταση που βρισκόταν το τείχος και έπειτα την περιφρόνησε, περνώντας την μπάλα δίπλα από αυτό και στέλνοντάς την εκεί που ο Θουμπιθαρέτα δεν μπορούσε να αντιδράσει.
Στον προημιτελικό με την Αργεντινή έπαιξε, αν ήταν αυτό δυνατόν, ακόμα καλύτερα. Μπορεί οι Γιουγκοσλάβοι να μην ήταν ακόμη τα παιδιά του πολέμου, αλλά ήταν σίγουρα εκείνα της φτώχειας και της σκληρής πέτσας.
Η Αργεντινή δεν ήταν το φόβητρο, αλλά έγινε όταν ο Ντιέγκο Μαραντόνα εκμαίευσε την αποβολή του Σαμπανάτζοβιτς μόλις στο 31’. Γενικώς ποδοσφαιριστής ήπιων τόνων, ο «Σάμπα» έκανε ένα σκληρό τάκλιν στον Μαραντόνα και έπειτα διαμαρτυρήθηκε στο διαιτητή, ο οποίος του έδειξε τη δεύτερη κίτρινη.
Η αντίσταση των Γιουγκοσλάβων είχε για πρωτοστάτη τον Στόικοβιτς, ο οποίος έκανε ένα μυθικό ματς, θέτοντας τις ικανότητές του στις υπηρεσίες της ανάγκης. Μια τεράστια χαμένη ευκαιρία του Ντέγιαν Σαβίτσεβιτς -η οποία έριξε κάτω τον Όσιμ- και ένα γκολ του Χόρχε Μπουρουσάγκα που ακυρώθηκε μάλλον άδικα που οδήγησε το παιχνίδι στα πέναλτι. Εκεί άρχισε ο μύθος του Σέρχιο Γκοϊκοετσέα.
Ο αναπληρωματικός, όταν άρχισε η διοργάνωση, τερματοφύλακας της Αργεντινής έπιασε τα πέναλτι των Μπρνόβιτς και Χατζιμπέγκιτς και παρ’ ότι, σε ένα σπανιότατο στιγμιότυπο, ο Τόμισλαβ Ίβκοβιτς έπιασε το χτύπημα του Μαραντόνα και του Πέδρο Τρόλιο, η Αργεντινή προκρίθηκε στα προημιτελικά.
Δεν ήταν μόνο η τελευταία ευκαιρία της Γιουγκοσλαβίας να φτάσει στα ημιτελικά του Παγκόσμιου Κυπέλλου και να κάνει ό,τι η ομάδα του 1962, με τους εμβληματικούς Γιόσιπ Σκόμπλαρ, Ντράγκλοσλαβ Σεκουλάρατς, Ντράζαν Γέρκοβιτς και Μίλαν Γκάλιτς, που είχε νικήσει 1-0 τη Δυτική Γερμανία με το γκολ του Πέταρ Ραντάκοβιτς στο 85’, αλλά το τελευταίο παιχνίδι του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος εκείνης της χώρας σε μεγάλη διοργάνωση.
Το καλοκαίρι του 1990, ο «Πίξι» θα γινόταν μοιραίο πρόσωπο, όχι για τη μεταγραφή του στη Μαρσέιγ, έναντι έξι εκατομμυρίων δολαρίων, αλλά διότι θα έχανε τη μεγάλη στιγμή. Το πεπρωμένο τού έπαιξε παιχνίδι υψηλής συναισθηματικής έντασης.
Ο Ερυθρός Αστέρας έφτασε στον τελικό του ουσιαστικά τελευταίου (με αυτό το όνομα) Κυπέλλου Πρωταθλητριών ομάδων Ευρώπης και βρέθηκε απέναντί του, με τον Ρέιμον Γκέταλς να μην τον χρησιμοποιεί παρά στο 112’ στο ματς της 29ης Μαΐου του 1991 στο «Σαν Νικόλα» του Μπάρι.
Μάλιστα, δεν πρόλαβε ούτε να εκτελέσει πέναλτι: το χαμένο του Μανουέλ Αμορός έφτανε ώστε η «Ζβέζντα» να γίνει η δεύτερη βαλκανική ομάδα που σηκώνει το τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά.
Το χαμένο πέναλτι του Μιγιάτοβιτς
Οκτώ χρόνια μετά, στα 33 του, θα είχε ακόμα μεγαλύτερη όρεξη, αφού πια η Γιουγκοσλαβία που παρατάχθηκε στα γήπεδα της Γαλλίας το 1998 ήταν ουσιαστικά η Σερβία και το Μαυροβούνιο. Ήταν ο εγκέφαλος και ο φύσει ηγέτης εκείνης της ομάδας, αλλά όχι ο παίκτης πάνω στον οποίο στηριζόταν: εκείνος ήταν ο Πρέντραγκ Μιγιάτοβιτς, που βρισκόταν νεανίας στην αποστολή της εθνικής Γιουγκοσλαβίας το ’90.
Δεν είχε κατακτήσει, απλώς, το Κύπελλο Πρωταθλητριών με τη Ρεάλ Μαδρίτης. Είχε βάλει το γκολ, στο Άμστερνταμ απέναντι στη Γιουβέντους, για να επιστρέψουν οι «μερένχες» στο θώκο έπειτα από 32 χρόνια. Αλλά για τον «Πέτζα» η μοίρα δεν είχε γραφτεί. Θα έκανε τον ήχο που κάνει η μπάλα όταν σκάει στο δοκάρι.
Οι Σέρβοι πέρασαν ως δεύτεροι, επειδή απεμπόλησαν ένα προβάδισμα δύο τερμάτων απέναντι στους Γερμανούς -πόσο τυπικό- μετά τη νίκη τους επί των Αμερικανών. Έμειναν δεύτεροι, για να πέσουν πάνω στους Ολλανδούς, στο ενεργητικό, είχαν 4-2 και οι Γερμανοί 6-2.
Στο ματς της 29ης Ιουνίου, που ήταν και η ημερομηνία λήξης των Πανελλαδικών εκείνη τη χρονιά, η Γιουγκοσλαβία αποκλείστηκε με ένα γκολ του Έντγκαρ Ντάβιντς στο 92’, αφού, όμως, είχε ισοφαρίσει το άνοιγμα του σκορ από τον Ντένις Μπέργκαμπ με μια κεφαλιά του Νέναντ Κομλιένοβιτς, από εκτέλεση φάουλ φυσικά του Στόικοβιτς.
Ο «Πίξι» βγήκε στο 56’, για να μπει αλλαγή ο παλιόφιλος Ντέγιαν Σαβίτσεβιτς, αλλά η μεγάλη ευκαιρία είχε χαθεί. Λίγο νωρίτερα, η Γιουγκοσλαβία είχε κερδίσει πέναλτι, χωρίς καν να το καταλάβει: ο Γιαπ Σταμ κρατούσε για ώρα τη φανέλα του Βλαντίμιρ Γιούγκοβιτς. Ο Μιγιάτοβιτς σημάδεψε το οριζόντιο δοκάρι.
Σε αυτό το ματς, ο Χοσέ Μαρία Γκαρσία Αράντα (που του άρεσε να σφυρίζει πέναλτι, αν θυμάται κάποιος εκείνο που έδωσε υπέρ του Ολυμπιακού στον πρώτο προημιτελικό του Champions League το 1999 με τη Γιουβέντους στο Τορίνο, ένα σφύριγμα κόντρα στις συνθήκες) δεν είδε το πάτημα του Μπέργκαμπ πάνω στον Μιχάιλοβιτς, που ήταν κόκκινη κάρτα.
Ήταν ήδη το παιχνίδι που ο Ντάβιντς ζήτησε στο 89’, επειδή είχε κράμπες, να τον κάνει αλλαγή ο Γκούους Χίντινκ, ενώ αργότερα, όταν σημείωσε το γκολ της νίκες, ο Έντουιν φαν ντερ Σαρ θα έμπλεκε σε… καβγά με τον αμυντικό του, Γουίνστον Μπογκάρντε, και ο Πιέρ φαν Χόιντονκ θα τον έπιανε από το λαιμό.
Ο Στόικοβιτς, που έπαιζε στη Ναγκόγια της Ιαπωνίας, σταμάτησε το ποδόσφαιρο το 2001. Έγινε αμέσως πρόεδρος της Ομοσπονδίας και, από το 2005, ανέλαβε το ίδιο πόστο στον Ερυθρό Αστέρα. Τυπικά είχε και τα δύο πόστα μέχρι τον Ιούλιο του 2006, όταν το ποδόσφαιρο της Σερβίας πέρασε στα χέρια του Ζβέζνταν Τέρζιτς.
Άρα, η ομάδα που πήγε στη Γερμανία για το Παγκόσμιο Κύπελλο, είχε εκείνον πρόεδρο. Από τον Αστέρα, στον οποίο έφερε για προπονητή τον Βάλτερ Ζένγκα, τον πρώην τερματοφύλακα (βασικό της εθνικής Ιταλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990) που έγινε ο πρώτος ξένος κόουτς στην Ιστορία της «Ζβέζντα», έφυγε για να γίνει προπονητής στη Ναγκόγια.
Το 2009, η νέα διοίκηση του Αστέρα τον κατηγόρησε για κακοδιαχείριση και χρέη επί της προεδρίας του. Το 2009 είπατε; Κάποια στιγμή εκείνη τη χρονιά, έχει βάλει ένα από τα κορυφαία γκολ που έχουν μπει ποτέ σε γήπεδο ως… προπονητής. Με κοστούμι και σκαρπίνι. Όποιος δεν έχει δει αυτό το βίντεο, δεν θα το πιστεύει.
Ο Στόικοβιτς τα έσπασε με τους «Delije», τους φανατικούς του Αστέρα, τρεις από τους οποίους τον έπιασαν σε επίσκεψή του στο «Μαρακάνα» το 2012 και του είπαν ότι δεν τον θέλουν στο γήπεδό τους. Η διοίκηση αντέδρασε άμεσα, τονίζοντας ότι ο Στόικοβιτς ήταν πάντα ευπρόσδεκτος, αλλά στους φανατικούς δεν ξεχάστηκε.
Μόλις φέτος, ευρισκόμενος ως επισκέπτης στις κερκίδες του, αντίκρισε ένα πανό που τον παρότρυνε να φύγει, επειδή «δεν σε θέλουμε εδώ».
Ο Στόικοβιτς είναι τώρα ο προπονητής της εθνικής ομάδας. Ουσιαστικά, είναι ο μόνος άνθρωπος στην Ιστορία του ποδοσφαίρου που ήταν αρχηγός δύο χωρών σε Παγκόσμιο Κύπελλο, πρόεδρος της Ομοσπονδίας όταν η Εθνική της χώρας του πήγε στη διοργάνωση και προπονητής της. Στα 57 του, βιώνει την τέταρτη και τελευταία εποχή του με τον αντιπροσωπευτικό συγκρότημα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Ολυμπιακός: Κορυφαίος στον πλανήτη ο Χρήστος Μουζακίτης!
- Ολυμπιακός: Η απίθανη στιχομυθία του Ρόντινεϊ με τον Φορτούνη!
- AEK: Δίνει 1.5 εκατ. ευρώ στην ΕΠΟ για την ανάπτυξη του ερασιτεχνικού ποδοσφαίρου
- Εθνική Ελλάδος: Μαθαίνει αντίπαλο για τα playoffs του Nations League - Ποιοι είναι οι 4 υποψήφιοι αντίπαλοι
- Δώρο Χριστουγέννων 2024: Νωρίτερα η καταβολή του στους δικαιούχους - Πώς υπολογίζεται