Μουντιάλ 1994: «Τα λέμε σύντομα, η ζωή δεν τελειώνει εδώ», του Αντρές Εσκομπάρ
Ο Αντρές Εσκομπάρ υποσχέθηκε στους αναγνώστες του τελευταίου του άρθρου στην εφημερίδα «El Tiempo» ότι «θα τα ξαναπούν σύντομα». Ωστόσο, έμελλε να μην είναι συνεπής στο «ραντεβού» του μαζί τους καθώς προηγήθηκε αυτό με το θάνατο, τρεις ημέρες αργότερα…
29 Ιουνίου 1994. Mία από τις μεγαλύτερες και ιστορικότερες εφημερίδες της Κολομβίας, η «El Tiempo» δημοσιεύει το τελευταίο άρθρο με την υπογραφή του Αντρές Εσκομπάρ, όπου κάνει τον απολογισμό του για όσα έζησε με την εθνική ομάδα της χώρας του στο Παγκόσμιο Κύπελλο των ΗΠΑ, αναλύοντας παράλληλα τους λόγους του πρόωρου αποκλεισμού.
Τραγική ειρωνεία; Το κείμενό του «έκλεινε» με τη φράση: «Τα λέμε σύντομα γιατί η ζωή δεν τελειώνει εδώ»…
2 Ιουλίου 1994. Ο Αντρές Εσκομπάρ δολοφονείται στη γενέτειρά του, το Μεδεγίν της Κολομβίας, με ολόκληρο τον πλανήτη να παρακολουθεί σοκαρισμένος τα θλιβερά μαντάτα από τη Λατινική Αμερική. Ήταν 27 ετών. Έξι σφαίρες και η ιαχή «Γκοοολ» να συνοδεύει ανατριχιαστικά κάθε μία από αυτές. Ο θάνατος αναπόφευκτος.
Εκτελεστής ο Ουμπέρτο Μουνιόζ Κάστρο, που φέρεται να είχε λάβει την εντολή από τους αδερφούς Δαβίδ και Σαντιάγο Γκαγιόν, αρχηγούς ισχυρού καρτέλ της Κολομβίας, για τους οποίους δούλευε ως οδηγός και συνάμα ήταν το πρωτοπαλίκαρο στις «δουλειές» τους.
Αιτία της αποτρόπαιας πράξης, το αυτογκόλ του στον αγώνα της Κολομβίας κόντρα στις ΗΠΑ στις 22 Ιουνίου για τη φάση των ομίλων του Μουντιάλ, που οδήγησε στην ήττα με 2-1 στο δεύτερο παιχνίδι της στα γήπεδα της Αμερικής.
Ακολούθησε η νίκη με 2-0, με αντίπαλο την Ελβετία στις 26 Ιουνίου, αλλά ολοκληρώθηκε η παρουσία των Λατινοαμερικανών στο τουρνουά, αφού τερμάτισαν στην ακροτελεύτια θέση και αποκλείστηκαν, έχοντας ηττηθεί και από την Ρουμανία του Χάτζι με 3-1 στην πρεμιέρα (18/6).
Ας θυμηθούμε τι έγραφε τότε ο ανυποψίαστος «caballero del fútbol», όπως αποκαλούσαν τον ταλαντούχο κεντρικό αμυντικό, λίγα εικοσιτετράωρα πριν από την δολοφονία του και αναμένοντας με τον δικό του ενθουσιασμό, την ολοκλήρωση της «κλεισμένης» μεταγραφής του στη μεγάλη Μίλαν του Φάμπιο Καπέλο, των αστέρων και της λαμπερής τότε Serie A.
«Μας έλειψε η πυγμή», του Αντρές Εσκομπάρ
«Μετά από τόσες περιστροφές, σταδιακά φαίνονται οι λόγοι αυτής της αποτυχίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Χάθηκε η πυγμή. Είναι θέμα τιμής να αναγνωρίσουμε ότι δεν είχαμε την απαραίτητη ώθηση στις δύσκολες στιγμές που μας παρουσιάστηκαν στην διοργάνωση.
Θέλαμε να είμαστε ανώτεροι γιατί στα προηγούμενα ματς γινόταν πολύς λόγος για το ποια είναι η Κολομβία. Είναι άλλο να το λες και άλλο να το επιδεικνύεις και να το πετύχεις. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι η Κολομβία είναι πιο σοφή στο ποδόσφαιρο από τους αντιπάλους της, αλλά αυτά τα επιχειρήματα μπερδεύτηκαν στον αγωνιστικό χώρο και χάσαμε εντελώς τη συγκέντρωση. Μας κέρδισαν για ένα εξαιρετικά πολύτιμο στοιχείο, όπως η πίστη.
Έτσι, έτρεξαν πιο γρήγορα από εμάς, έγιναν πιο δυνατοί με τα γκολ τους και ποτέ, σε αυτά τα δύο παιχνίδια, δεν καταφέραμε να επαναφέρουμε ένα αποδεκτό επίπεδο παιχνιδιού.
Αυτά είναι πράγματα που προκύπτουν μετά την ήττα και όταν φτάσαμε δείξαμε μια άλλη συμπεριφορά: δεν ήταν το θέμα να θέλαμε να κερδίσουμε από το αρχικό σφύριγμα, ξεχνώντας ότι πάντα φτάναμε στην αντίπαλη εστία με δέκα ή δεκαπέντε πάσες στη σειρά, όπως ακριβώς έγινε εναντίον της Ελβετίας. Με τη Ρουμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες θέλαμε να πλησιάσουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα, χωρίς να ακουμπάμε τη μπάλα, χωρίς συστήματα.
Εν ολίγοις, μια πολύ οδυνηρή εμπειρία που είναι απλώς ένα κάλεσμα στη λογική, στον συλλογισμό και όχι στην εκτόξευση χαρούμενων κρίσεων προσπαθώντας να αναλύσω μια ολόκληρη διαδικασία επτά ετών, για μόνο αυτό το λεπτό μίας ήττας.
Παραμένει ένα πικρό συναίσθημα γιατί πιστεύουμε ότι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε την πρόοδο του ποδοσφαίρου της Κολομβίας, με αποκορύφωμα μια λαμπρή περίοδο με τον δάσκαλο Φρανσίσκο Ματουράνα. Ήταν μία χαρούμενη ομάδα, πολύ ενωμένη, με κάποια εσωτερικά προβλήματα που είθισται να χαρακτηρίζουν τις ομάδες, αλλά χωρίς να υπερβαίνουν όλα τα υπόλοιπα.
Θέλω να ευχαριστήσω τον κολομβιανό λαό γιατί πάντα βρίσκουμε υποστήριξη, ακόμα και σε αυτές τις δύσκολες στιγμές για κάθε αθλητή. Πολλοί το κατάλαβαν, άλλοι όχι, αλλά πρέπει να κοιτάς μπροστά γιατί όλα επουλώνονται.
Αυτό δεν μπορεί να τελειώσει γιατί έχουμε καταφέρει να ανέβουμε ένα ψηλό σκαλοπάτι επιτυχίας. Πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για αυτή την θέση. Μια λαμπρή περίοδος 7 ετών δεν μπορεί να αμαυρωθεί με δύο παιχνίδια, με ένα ποδόσφαιρο ιδανικό, καθαρό, εγκωμιαστικό, με δικό του στυλ και ταυτότητα. Αντίθετα, είναι απαραίτητο να στηρίξουμε αυτό το έργο αποφασιστικά για όλους τους ανθρώπους που βρίσκονται από πίσω. Αυτό είναι ένα κάλεσμα για όσους αισθάνονται το ποδόσφαιρο: πρέπει να συνεχίσουμε να χτίζουμε μαζί.
Υπάρχει ένα φαινόμενο που δεν είναι μόνο κολομβιανό: όταν χάνεις και η παραμικρή λεπτομέρεια συσσωρεύεται σε αυτή τη «χύτρα ταχύτητας» που βράζει, για να προσπαθήσει να την κάνει να «σκάσει».
Όχι. Εννοώ ότι αυτή ήταν μια πολύ ενωμένη ομάδα, που αγωνίστηκε σκληρά που άντεξε πολλά για να ολοκληρώσει το έργο της. Θέλω να το διευκρινίσω για όλες αυτές τις εκδοχές που ακούω τώρα, καθώς ετοιμάζουμε τις βαλίτσες για να επιστρέψουμε σπίτι. Πρέπει να είσαι γενναίος στη νίκη, αλλά πολύ περισσότερο στην ήττα. Αυτά τα συνεχόμενα ερωτήματα και η εσωστρέφεια στις τάξεις της εθνικής δεν οδηγούν σε καμία ευεργετική κατάσταση. Επιπλέον, μου φαίνεται ότι δεν είναι μια πολύ κομψή έξοδος μπροστά στον κόσμο που έχει αναγνωρίσει την ποδοσφαιρική και προσωπική μας εξέλιξη σε αυτό το διάστημα.
Θα προτιμούσα ένα χρονικό διάστημα αναμονής για να διαφυλάξω αυτή την όμορφη εικόνα που έχει μεταδοθεί στον κόσμο. Δεν μπορούν να μας συμπεριφέρονται σαν να είμαστε οποιασδήποτε κατηγορίας πρόσωπα, γιατί πάνω απ’ όλα έχουμε αγωνιστεί για να ανυψώσουμε το κολομβιανό ποδόσφαιρο. Είμαι μέρος αυτού και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν συνέβη τίποτα περίεργο σε αυτήν την ομάδα. Απλώς, βρεθήκαμε σε αγωνιστική πτώση, αδυνατούσαμε να αντιδράσουμε στις δύσκολες στιγμές, παραδεχτήκαμε ότι ήμασταν υπεύθυνοι εμείς για αυτό και επιστρέψαμε με πολύ μεγαλύτερη πικρία όταν καταλάβαμε στο τρίτο παιχνίδι ότι είχαμε το υλικό για να πάμε στο δεύτερο γύρο. Κρίμα.
Αλλά σας παρακαλώ, ας διατηρηθεί ο σεβασμός… Μια μεγάλη αγκαλιά σε όλους σας και να σας πω ότι ήταν μια ευκαιρία και μια εκπληκτική, σπάνια εμπειρία που δεν είχα νιώσει ποτέ στη ζωή μου. Τα λέμε σύντομα γιατί η ζωή δεν τελειώνει εδώ».
Ναι. Για αυτή την λανθασμένη προβολή στο 34ο λεπτό στο «Rose Bowl Stadium» στην πόλη Πασαντίνα της Καλιφόρνια, κάποιοι αποφάσισαν ότι έπρεπε να πληρώσει με την ίδια του τη ζωή, γράφοντας μία από τις πιο μελανές σελίδες στην ιστορία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου, αλλά και της ήδη στιγματισμένης Κολομβίας.
Βλέπετε οι δράστες είχαν στοιχηματίσει ένα τεράστιο ποσό στη νίκη της ομάδας της χώρας τους και η έννοια «μοιραίος» που χρησιμοποιείται κατά κόρον για τους αθλητές, στην περίπτωση του Αντρές Εσκομπάρ… βγήκε από τα εισαγωγικά. Τίποτα από όλα αυτά δεν αποδείχτηκε στο δικαστήριο. Μάλιστα, οι πληροφορίες από τη χώρα του καφέ, ανέφεραν ότι είχε μπει στο στόχαστρο και άλλων μελών της μαφίας, που επίσης είχαν ποντάρει πακτωλούς χρημάτων στο συγκεκριμένο παιχνίδι. Οι συμπαίκτες του στην εθνική ομάδα, ζούσαν για μήνες με το φόβο ότι θα μπορούσαν να είναι οι επόμενοι που θα είχαν την ίδια μοίρα.
Ο Κάστρο καταδικάστηκε αρχικά σε 43 χρόνια φυλάκισης, στην πορεία η ποινή μειώθηκε σε 23, για να αφεθεί τελικά ελεύθερος υπό όρους το 2005, εκμεταλλευόμενος στο ποινικό σύστημα της Κολομβίας, λόγω καλής διαγωγής. Είχε παραδεχτεί την ενοχή του. Οι αδερφοί Γκαγιόν δεν συμπλήρωσαν ούτε τους 15 μήνες κρατούμενοι, ως ένοχοι για συγκάλυψη του εγκλήματος. Έμειναν στη φυλακή μόλις 3 μήνες, αφού κάλυψαν το χρηματικό ποσό του ενός εκατομμυρίου κολομβιανών pesos.
«Η Δικαιοσύνη στην Κολομβία για μένα είναι μία φάρσα, γιατί ο κόσμος και η οικογένεια εξαπατώνται λέγοντάς τους ότι καταδικάστηκε σε 43 χρόνια φυλάκιση και τώρα ο δολοφόνος αφέθηκε ελεύθερος», δήλωσε τότε στο άκουσμα της είδησης ο πατέρας του θύματος, Ντάριο Εσκομπάρ.
Ο διεθνής Κολομβιανός ποδοσφαιριστής δεν επέστρεψε ποτέ στο σπίτι του εκείνο το βράδυ μετά τα ποτά που ήπιε με τους φίλους του, ούτε παντρεύτηκε την σύντροφό του, Πάμελα, τον ερχόμενο Νοέμβριο όπως είχαν ορίσει και δίχως να το γνωρίζουν είχαν αποχαιρετιστεί για πάντα λίγες ώρες πριν, αφότου δείπνησαν στο αγαπημένο τους εστιατόριο. Δεν διαδέχτηκε τον Φράνκο Μπαρέζι στο κέντρο της άμυνας των «ροσονέρι», ούτε φόρεσε ξανά το εθνόσημο σε Μουντιάλ. Δεν τον ξεχνούν ποτέ οι φίλοι της αγαπημένης του Νασιονάλ και δεν φεύγει ποτέ από τη μνήμη μας, ειδικά τις περιόδους που διεξάγεται Παγκόσμιο Κύπελλο.
Οι προσδοκίες που δημιούργησε ο θρίαμβος της ιστορικής αυτής ομάδας του Βαλντεράμα, του Ασπρίγια, του Περέα με 5-0 επί της Αργεντινής των Μπατιστούτα, Ρεδόνδο, Σιμεόνε στα προκριματικά της διοργάνωσης, μέσα στο «Μονουμεντάλ», έδωσαν τη θέση τους σε έναν πρόωρο αποκλεισμό. Αλλά κυρίως στην άδικη απώλεια ενός εκ των καλύτερων αμυντικών που είχε γεννήσει αυτή η χώρα. Ή πιο απλά ενός ανθρώπου, τον οποίο δεν υπήρχε κανένας αποδεκτός λόγος για να στερηθεί η οικογένειά του…