Παγκόσμιο Κύπελλο 2022: Η ρατσιστική αίσθηση των Ολλανδών για την υπόλοιπη ποδοσφαιρική ανθρωπότητα
Ο προημιτελικός Ολλανδία-Αργεντινή στο «Lusail» την Παρασκευή, 9 Δεκεμβρίου, είχε 17 κίτρινες κάρτες. Οι «οράνιε» έσπασαν το δικό τους ρεκόρ.
Η περιπέτεια του Λουίς φαν Χάαλ με τον καρκίνο του προστάτη άρχισε το 2020. Δεν είχε αναλάβει ακόμη την εθνική Ολλανδίας. Ως σκαπανέας του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος, ο 71χρονος Ολλανδός συμφώνησε για τον προπονητικό θώκο στις 4 Αυγούστου 2021. Αυτή θα ήταν η τρίτη θητεία του στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα.
Ο Φαν Χάαλ δεν είπε κάτι στους παίκτες του για την περιπέτεια της υγείας του, περίπου για οκτώ μήνες. Το μόνο που έμοιαζε να τον ενδιαφέρει, στα 70 του πια, ήταν «πώς θα γίνουμε παγκόσμιοι πρωταθλητές». Μπόρεσε και κράτησε μυστικό το γεγονός για σχεδόν δύο χρόνια. Στις 3 Απριλίου 2022, τα δελτία ειδήσεων στην Ολλανδία έκαναν γνωστό ότι ο ομοσπονδιακός προπονητής πάσχει από καρκίνο του προστάτη.
Πρόκειται για κάποιον που σου δίνει την εντύπωση, αρκετές φορές, ότι περιφέρει τον εαυτό του πάνω από τη ζωή. Από τότε που παρουσίασε το σπουδαίο Άγιαξ, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και μέχρι το 1996 και τον τελικό του Champions League στη Ρώμη, όταν η ομάδα του έχασε στα πέναλτι από τη Γιουβέντους, έμοιαζε να βρίσκεται στην άλλη πλευρά της ζυγαριάς και να ανταγωνίζεται τον Γιόχαν Κρόιφ.
Οι Ολλανδοί, με την παραδοξότητα ενός ακραίου ελιτισμού να τους συνοδεύει, επέκριναν το παιχνίδι του «Αίαντα» ως πολύ επιστημονικό. Οι παίκτες του έκαναν όλα τα πράγματα σωστά, απλώς σε αυτά δεν υπήρχε οποιοσδήποτε λυρισμός. Τα αυτιά του Φαν Χάαλ παρέμεναν στεγνά και αυτό συνέβαινε καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του.
Είτε επρόκειτο για τους τσακωμούς με τον Τζιοβάνι και τους Καταλανούς στην Μπαρτσελόνα, επειδή προσπάθησε να ενσωματώσει, δίχως αιδώ και διακριτικότητα, το ολλανδικό στοιχείο, είτε για τη θητεία του στην Μπάγερν και την υπεράσπιση του Άριεν Ρόμπεν είτε για τις απαντήσεις του στους δημοσιογράφους του Μάντσεστερ, στα χρόνια του στη Γιουνάιτεντ, ο Φαν Χάαλ υπήρξε πάντα αυτόφωτος και αυτόνομος.
Ο Μέσι, πάντως, φαίνεται ότι δεν ξέχασε τον τρόπο που αδίκησε στους «μπλαουγκράνα» τον Ρομάν Ρικέλμε. Ο πανηγυρισμός του μετά το πέναλτι, που έκανε το σκορ 2-0, παραπέμπει στο θρύλο της Μπόκα Τζούνιορς και φαίνεται ότι σημάδεψε τον Φαν Χάαλ.
Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2022, ο Ολλανδός τεχνικός παρουσίασε μια ομάδα που πανθομολογουμένως έπασχε από έλλειψη ταλέντου -και αυτό ήταν το πιο εκφοβιστικό στοιχείο της.
Οι Ολλανδοί έμοιαζαν να έχουν μπει στο Παγκόσμιο Κύπελλο με τη χειρότερη ομάδα από το 1930. Με τη λατρεία τους για τις ίδιες αποστάσεις, ήταν μάλλον προτιμότερο για αρκετούς στη χώρα να μην πάνε καν στη διοργάνωση.
Από το 1974, υπήρχε ένας προκαθορισμός τόσο σε ότι αφορά τα ταλέντα όσο και την ελπίδα. Το 1974 ήταν η παρέα του Κρόιφ, που κατάφερε να πάει σε έναν τελικό δίχως εκείνον τέσσερα χρόνια αργότερα.
Το 1990, ο Μάρκο φαν Μπάστεν, ο Ρουντ Γκούλιτ και ο Φρανκ Ράικαρντ πήγαν στην Ιταλία ως πρωταθλητές Ευρώπης και δεν κατόρθωσαν να περάσουν τους «16». Σε εκείνο το συγκρότημα είχε περιληφθεί και ο νεαρός Ντένις Μπέργκαμπ, ο οποίος έκανε μπαζ στους παίκτες του Άγιαξ που κατέκτησαν το Κύπελλο UEFA το 1992 απέναντι στην Τορίνο και θα νικούσαν ή νίκησαν στο Champions League στη Βιέννη, το 1995, με το 1-0 επί της Μίλαν, ηγούμενος των συγκροτημάτων που πήγαν στα προημιτελικά το 1994 στις ΗΠΑ και στα ημιτελικά το 1998 στη Γαλλία.
Μετά την οκταετή παύση, η Ολλανδία λάνσαρε δύο νέα φυντάνια, τον Άριεν Ρόμπεν και τον Ρόμπιν φαν Πέρσι το 2006 και οι δυο τους πήγαν μαζί σε τρία Παγκόσμια Κύπελλα. Έπαιξαν στον τελικό του 2010 και στον ημιτελικό του 2014. Η φυγή τους έφερε μια νέα παύση. Οι «οράνιε» δεν πήγαν για τέταρτη φορά από το ’74 σε Παγκόσμιο Κύπελλο το 2018.
Την επόμενη χρονιά, κάτι έμοιαζε να αλλάζει. Ο Άγιαξ του Έρικ τεν Χαγκ πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για να συνοδέψει το ολλανδικό ποδόσφαιρο στην επόμενη μέρα του.
Έφτασε κυριολεκτικά δευτερόλεπτα από τον τελικό του Champions League, μέχρι εκείνο το γκολ του Λούκας Μόουρα στον αυτοκτονικό δεύτερο ημιτελικό με την Τότεναμ στο Άμστερνταμ και την επόμενη χρονιά, παρ’ ότι αποκλείστηκε με τρόπο σχεδόν κωμικό στους ομίλους, προσέφερε απίθανες στιγμές. Το 3-0 στο «Μεστάγια» και το 4-4 στο Λονδίνο με την Τσέλσι είναι ποδοσφαιρικά κειμήλια.
Ο Ματέις ντε Λιχτ, ο Ντόνι φαν ντε Μπέεκ, ο Φρένκι ντε Γιονγκ δεν ήταν παρείσακτοι στο ολλανδικό πάρτι της συμμετρίας. Επιπροσθέτως, ένας σπουδαίος στόπερ ανέτειλε στο «Άνφιλντ» μετά τη θητεία του στη Σαουθάμπτον: ο Βίρτζιλ φαν Ντάικ ήταν αρκετά ντελικάτος ώστε να ηγηθεί της εθνικής Ολλανδίας.
Ουδείς έμοιαζε να προσέχει, όμως, ότι οι παίκτες-κλειδί του Άγιαξ ήταν ξένοι: ο Σέρχιο Ντεστ, ο Νταβίντ Νέρες και κυρίως ο υπέροχος αλήτης Χακίμ Ζίγες και ο Ντούσαν Τάντιτς, ο… Σέρβος μαφιόζος που λάδωνε τη μηχανή και που η φιλοσοφία του σε ό,τι αφορά το καλλιτεχνικό ποδόσφαιρο ταίριαξε με εκείνη του Τεν Χαγκ και της Ολλανδίας γενικώς.
Πάσες ανάμεσα σε τρία ζευγάρια πόδια, διεμβολισμοί από σημεία που δεν επιτίθεται άνθρωπος στο ποδόσφαιρο, υπερβολική αυτοπεποίθηση.
Το πρόβλημα ήταν ότι, όπως συνέβαινε και στην περίπτωση του Γιάρι Λιτμάνεν, του Φινλανδού που κόσμησε με την παρουσία του τον «Αίαντα» για σχεδόν μία δεκαετία, ότι δεν γινόταν να στελεχώσουν την εθνική Ολλανδίας. Κι ενώ προσαρμόζονταν σχεδόν αυτομάτως, δημιουργούσαν ένα κενό, εν τη φύσει της απουσίας τους, από την Εθνική.
Ποια θα ήταν η τύχη της Ολλανδίας το 1994 κυρίως, όταν αποκλείστηκε στον προημιτελικό με τη Βραζιλία, με το χτύπημα φάουλ του Μπράνκο και αφού είχε επιστρέψει από το 2-0 εις βάρος της, αν έπαιζε ο Λιτμάνεν; Ποια θα ήταν τώρα η κατάστασή της αν ο Ζίγες ή ο Τάντιτς έκαναν κυκλοφορία στην τωρινή ομάδα;
Το ψευδεπίγραφο της ανωτερότητας
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, όμως, ακόμα κι αν η συγκεκριμένη ομάδα ένιωθε πως, σε ό,τι αφορά τα ένδον, υπήρξε σχεδόν προδοτική σε ό,τι αφορά την ποιότητα που προσδοκά το έθνος, αν υπάρχει, από την εθνική ομάδα του, η υποκρισία είναι διττή: τόσο οι οπαδοί όσο και εκείνοι που αποτελούν το σύνολο κινούνται με έναν τρομακτικό αρτηριοσκληρωτισμό, ο οποίος είναι σχεδόν δυστοπικός.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι Ολλανδοί είναι το ένα δεύτερο στα πιο βίαια παιχνίδια που έχουν παιχτεί στο Παγκόσμιο Κύπελλο τον 21ο αιώνα ούτε και πως και οι τρεις αντίπαλοι ήταν λατινογενείς: η Πορτογαλία το 2006, η Ισπανία το 2010 και η Αργεντινή το 2022. Σε αυτά τα τρία παιχνίδια δόθηκαν 47 κίτρινες κάρτες, 16, 14 και 17 αντιστοίχως.
Όσο κι αν οι λατινογενείς προτάσσουν και την πονηριά ως στοιχεία των παιχνιδιών τους και φυσικά δημιουργούν εστίες προβοκάτσιας, δεν γίνεται παρά να μην παρατηρηθεί ότι κοινός παρονομαστής είναι η Ολλανδία.
Επίσης, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι όσοι τους υποστηρίζουν με βάση τη φιλοσοφία τους -όχι δηλαδή επειδή ερωτεύτηκαν τον Κρόιφ, τον Φαν Μπάστεν και τον Μπέργκαμπ, αλλά γι’ αυτό που πρεσβεύουν- νιώθουν περίπου ότι οι υπόλοιποι, ειδικά χώρες όπως η Αργεντινή ή η Ουρουγουάη, είναι περίπου ανθρωποειδή.
Οι ιδιοφυΐες τους, ο Βίνσεντ βαν Γκογκ, ο Ρέμπραντ, ο ίδιος ο Κρόιφ, δεν χρησιμεύουν τόσο ώστε να παραδώσουν το κάλλος στο κοινό, αλλά να επιτεθούν με αυτό ως ίδιον σε εκείνους που δεν το έχουν και αυτομάτως να τους προσδιορίσουν ως κατώτερους.
Δεν έχει οποιαδήποτε σημασία, σε ό,τι αφορά την ίδια τη συζήτηση, που ζωγραφική υπήρχε πριν και που το Ολοκληρωτικό Ποδόσφαιρο ήταν μια ιδέα που αναπτύχθηκε πολύ πριν προσπαθήσει να το υλοποιήσει ο Ρίνους Μίχελς.
Οποιαδήποτε εμπάθεια για τους υπόλοιπους, πλην Άγγλων και Γερμανών, καταστρατηγείται αφ’ ης στιγμής (οι υπόλοιποι) γίνονται διεκδικητικοί. Εκεί θέλουν ένα γερό μάθημα και να τους αποδοθεί υποτιμητική συμπεριφορά.
Δεν μπορούν να προσελκύσουν, με τίποτα, τα στοιχεία των λαών τους οποίους αποίκησαν και στους οποίους προκάλεσαν αιμορραγία. Ακόμα και των χαρούμενων Σουριναμέζων, τους οποίους εγκόλπωσαν στη λογική τους και τους άφησαν να γίνουν εκείνοι Ολλανδοί, αντί να διδαχθούν από τη χαρά και την ανεμελιά.
Στο Μαρόκο-Πορτογαλία 1-0, επί παραδείγματι, ένα παιχνίδι σκληρό που σηματοδότησε και την πρώτη πρόκριση αφρικανικής ομάδας στους ημιτελικούς του Παγκόσμιου Κυπέλλου, ο σεβασμός μεταξύ των ποδοσφαιριστών άγγιξε τα όρια του μεγαλείου. Και ήταν αμοιβαίος, δηλαδή οι Πορτογάλοι τούς τον επέστρεφαν.
Είναι η ρίζα που δημιούργησε τους καβγάδες με την Αργεντινή και το θυμό του Λιονέλ Μέσι. Την ώρα που όλος ο πλανήτης θέλει να φτάσει ως το τέλος του δρόμου ο εμβληματικός 35χρονος, οι Ολλανδοί δεν ήταν απλώς ανταγωνιστικοί απέναντί του: το στοιχείο της υποτίμησης ήταν έκδηλο. Κι αν οι δηλώσεις του Φαν Χάαλ θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως παιχνίδια μυαλού, εκείνη του Βάουτ Βέχορστ, ότι «απογοητεύτηκα με τον Μέσι», είναι δηλωτική της δικής τους διαδικασίας σκέψης.
Αυτό που εννοούσε ο επιθετικός της Μπέρνλι, που έχει δοθεί δανεικός στην Μπεσίκτας, είναι ότι ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών έπρεπε να κάτσει και να… φάει την περιφρόνηση που οι Ολλανδοί τού έδειχναν πριν το παιχνίδι, όλες τις δηλώσεις που έκαναν και να μην αντιδράσει σε αυτές. Οτιδήποτε άλλο θα ήταν αχαριστία από μέρος του.
Ο Μέσι, μια διάνοια του ποδοσφαίρου σε όλες τις διαστάσεις του, απέδειξε για ποιο λόγο είναι ο παντόπτης πλην των ποδοσφαιρικών ικανοτήτων του.
Ανέβλυζε το «τι μιλάει αυτός, παιδί του Κρόιφ είναι».
Γι’ αυτό, κιόλας, η εικόνα των Αργεντινών να κοροϊδεύουν τους Ολλανδούς πριν πανηγυρίσουν την πρόκριση σε συνάρτηση με την ευγένεια του Λούκα Μόντριτς απέναντι στους Βραζιλιάνους, ουδεμία σχέση με την αλήθεια έχει.
Οι μποξέρ το ξέρουν ότι ένας τίμιος αγώνας τελειώνει στο ρινγκ και ο σεβασμός αποδίδεται με τις αγκαλιές. Ο ένας πυγμάχος στέκεται στη μία πλευρά, ο άλλος στην άλλη, ανταλλάσσουν χτυπήματα και έπειτα αποδίδουν έπαινο στον αντίπαλο. Οι Ολλανδοί δεν έχουν οποιαδήποτε τέτοια διάθεση.
Κι αν είναι εκείνοι που μπορούν να κάνουν κάτι τόσο σπουδαίο όσο η φάση του 90+10’, ένα αριστούργημα που έβαλε τον προημιτελικό του «Lusail» στα κορυφαία ματς που έχουν γίνει ποτέ σε Παγκόσμιο Κύπελλο, είναι και αυτοί που θα χρησιμοποιήσουν ως επιχείρημα τη συγκεκριμένη φάση για να αναδείξουν την ανωτερότητά τους, χωρίς να τους νοιάζει που για 82 λεπτά δεν βλέπονταν και που οι Αργεντινοί τούς πάτησαν στην παράταση.
Τους είναι δεδομένο σε τέτοιο βαθμό πως είναι τόσο καλύτεροι από τον υπόλοιπο κόσμο, που δεν είναι καν επιχείρημα η πραγματική πραγματικότητα, δηλαδή ότι έχουν πάρει έναν τίτλο, το Euro του 1988, και ότι δεν έχουν κατακτήσει Παγκόσμιο Κύπελλο. Δεν είναι υποχρεωμένοι, από την άλλη δεν θα έπρεπε να συμπεριφέρονται σαν να το παίρνουν κάθε οκτώ χρόνια.
Οι Ολλανδοί έχουν πολλά θέματα να λύσουν, ζητήματα που ανάγονται στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η άρνησή τους για την πραγματικότητα είναι παροιμιώδης -αλλά γέμισαν τα μέρη που περνούσε η αντιαισθητική ομάδα του 2010, που έφτασε στον τελικό.
Το πρώτο ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί ψυχοθεραπευτικά, είναι ότι χρειάζεται να πάψουν να είναι οι «άλλο εγώ».
Οι Γερμανοί, με τους οποίους έχουν δυνητικά ένα σύνδρομο της Στοκχόλμης, δείχνουν εξαιρετικό σεβασμό προς τους άλλους, χωρίς καν να τον παίρνουν πίσω. Ο τρόπος τους είναι δικός τους και αυτόν επιδεικνύουν, αλλά ακόμα κι όταν συνθλίβουν τον αντίπαλο δεν είναι περιφρονητικοί και ρατσιστές απέναντί του.
Εκτός κι αν ενδιαφέρονται να αρέσουν μόνο στους ελιτιστές και να προσελκύουν την αριστοκρατία, ενώ υπάρχει ένας ολόκληρος πλανήτης γεμάτος με ικανότητες.
Είναι κρίμα, τέτοια αρμονία και παραγωγή ομορφιάς να μη γίνεται διαθέσιμη σε όλον τον κόσμο επειδή η στειρότητα των μυαλών τους το μόνο το οποίο κάνει είναι να τους οδηγεί στο να κατοχυρώσουν την πατέντα -η οποία τις περισσότερες φορές δεν είναι δική τους- για να μπορούν να επαίρονται ότι ο υπόλοιπος πλανήτης είναι λιμά, που τρώει την υπερβατικά αρμονική σκόνη τους.
Όσο όμορφες πόλεις κι αν είναι το Άμστερνταμ, το Ρότερνταμ, η Χάγη και το Λάιντεν, όσο κι αν το σύστημά τους μέσα στη χώρα τούς εξασφαλίζει ότι όσοι εργάζονται εκεί δεν είναι περιττοί, αντιθέτως είναι σημαντικοί, δεν είναι έτσι. Το ποδόσφαιρο, ευτυχώς, πάντα αποτελεί μια αξιοκρατική απόδειξη, ακόμα και αυτούς τους αλγεινούς καιρούς, που οι αποφάσεις λαμβάνονται με γνώμονα αποκλειστικά το χρήμα -και όχι με το παιχνίδι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Άρης: Τα... γνωστά «ντου» του Καρυπίδη - Την «έπεσε» στον Τσαγκαράκη και συνεχίζει να δυσφημεί το ελληνικό ποδόσφαιρο!
- Φουρνιέ: Ο Μπαρτζώκας βρήκε τον Ζιντάν του
- Ολυμπιακός-ΑΕΚ: Η αποστολή των «ερυθρόλευκων» - Εκτός ο Εσε
- Κώστας Παπανικολάου: «Το καλεντάρι που έχει στηθεί από Ευρωλίγκα και FIBA είναι προβληματικό»
- Γερεμέγεφ: «Οι ιδέες του Ρουί Βιτόρια είναι περισσότερο επιθετικογενείς» - Σένκεφελντ: «Θετική αύρα ο Ρουί Βιτόρια»