Αντώνης Καρπετόπουλος: Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός μοιάζουν κακοφτιαγμένοι
Oι ήττες του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού δεν είναι εκτός προγράμματος, ο προβληματισμός για τις εμφανίσεις δεν μπορεί παρά να είναι μεγάλος. Σχολιάζει ο Αντώνης Καρπετόπουλος.
Μετά τα πρώτα τους εφετινά ταξίδια στο εξωτερικό ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟ επέστρεψαν με ήττες που κάνουν κατανοητό πως αν κάτι δεν αλλάξει θεαματικά στη σεζόν τους, αυτή θα είναι πολύ δύσκολη. Τα παιγνίδια τους με την Αρμάνι Μιλάνο και την Φενέρ αντίστοιχα, είναι παιγνίδια για τα οποία μπορούν να βγουν συμπεράσματα, αλλά για τους αντιπάλους τους.
Η Αρμάνι, αν είναι πλήρης, είναι ομάδα φτιαγμένη από τον Ετορε Μεσίνα να παίξει άμυνα της δεκαετίας του ’90: το ό,τι έχει προσθέσει στο ρόστερ της ένα σκόρερ όπως ο Μιροτιτς μπορεί να την κάνει αρκετά φιλόδοξη φέτος αν το είδος του μπάσκετ που ο Ιταλός προπονητής διδάσκει της δίνει σιγουριά στα μετόπισθεν. Το υλικό της συνολικά είναι καλό, έχει στα πιτς και δυο παίκτες που θα την κάνουν και παραγωγικότερη, όπως ο Μαντάο Λο και ο Μπίλι Μπάρον, και είναι αδύνατο να έχει τους τραυματισμούς που πέρυσι κατέστρεψαν την χρονιά της.
Η Φενέρ από την άλλη, παρά την απουσία του Ντόρσεϊ, παραμένει μια επιθετική μηχανή – ειδικά στην πανίσχυρη έδρα της. Χθες θα μπορούσε να διαλύσει τον ΠΑΟ, τον οποίο κατά τα άλλα κέρδισε πανεύκολα, μολονότι ο Γουιλμπέκιν έμεινε στους 7 πόντους και δεν πήρε προσπάθειες. Και οι δυο αντίπαλες ομάδες έδειξαν γιατί έχουν φιλοδοξίες: θα γίνουν κι ακόμα καλύτερες. Για τις δυο δικές μας, με δεδομένες κάποιες κομβικές απουσίες, τα συμπεράσματα απαγορεύονται. Μολονότι ωστόσο οι ήττες αυτές δεν είναι εκτός προγράμματος, ο προβληματισμός για τις εμφανίσεις δεν μπορεί παρά να είναι μεγάλος. Διότι και ο ΠΑΟ και ο Ολυμπιακός εξακολουθούν να δείχνουν αδυναμίες δομικές: για την ώρα μοιάζουν κακοφτιαγμένοι.
Ο ΠΑΟ δεν κατέβηκε στο γήπεδο
Στην Κωνσταντινούπολη δεν υπήρξε ματς. Το παιγνίδι δεν αντέχει σε κριτική και είναι ανησυχητικό ότι η εμφάνιση του ΠΑΟ θύμισε στο πρώτο δεκάλεπτο όσα είχαμε δει στη Ρόδο, στον τελικό του Σουπερκάπ, που έγινε μια μεγάλη προσπάθεια να ξεχαστεί γρήγορα και να θεωρηθεί κάτι σαν απρόοπτο που δεν μπορεί να ξανασυμβεί κτλ κτλ. Συνέβη ξανά σε χρόνο ρεκόρ.
Το πρώτο δεκάλεπτο του ΠΑΟ, στο οποίο όσο κι αν ακούγεται παράξενο ουσιαστικά κρίθηκε και το ματς, είναι ολόιδιο με εκείνο το παιγνίδι που είναι ένα από τα χειρότερα της ιστορίας της ομάδας. Ο ΠΑΟ το κλείνει χάνοντας με 27-9, ενώ έχει προηγηθεί στο δίλεπτο με 4-6. Βάζει 3 πόντους σε οκτώ ολόκληρα λεπτά, δεν έχει καμία ασίστ και έχει για την στατιστική 7 λάθη: στην πραγματικότητα αυτά είναι πολύ περισσότερα διότι και οι επιλογές των σουτ και κυρίως οι άμυνες είναι απολύτως λανθασμένες. Ο,τι ακολουθεί έχει μικρή σημασία. Όπως και στη Ρόδο ο ΠΑΟ μαζεύει κάπως την διαφορά στο τελευταίο δεκάλεπτο, απέναντι όμως σε μια Φενέρ τελείως σβηστή που σκέφτεται και δικαίως πως αύριο έχει πάλι παιγνίδι. Ένα ξέσπασμα του Κάιλ Γκάι επιτρέπει στον ΠΑΟ να θυμίσει την παρουσία του, αλλά η Φενέρ ορίζει τον ρυθμό άκοπα: τρία λεπτά μετά την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου βρίσκεται στο +25 (72-47) με τον Παπαγιάννη να κάνει πάρτι και να δικαιώνεται όταν πέρυσι ζητούσε να έχει ο ΠΑΟ δυο κομπίνες για να σουτάρει τρίποντο.
Τρία μεγάλα προβλήματα
Το χειρότερο για τον ΠΑΟ δεν είναι η ήττα – στην Πόλη έχει υποστεί και μεγαλύτερες – αλλά ότι τρία προβλήματα δεν μπορούν να κρυφτούν. Το πρώτο αφορά την ευκολία με την οποία κάποιοι παίκτες του παρατούν την προσπάθεια όταν τα πράγματα δεν ξεκινήσουν όπως πρέπει: ο Βιλντόζα είναι σαν να μην υπάρχει, ο Χουάντσο χθες έμεινε άποντος γιατί δεν πήρε καν προσπάθειες κι ο Μπαλτσερόφσκι είναι σαν να μην υπάρχει. Το δεύτερο που φαίνεται είναι ότι ο κάθε αντίπαλος έχει μια ευκαιρία να ζορίσει τον ΠΑΟ επιθετικά, αρκεί να κυνηγήσει τον Σλούκα: αν με κάποιο τρόπο τον περιορίσει δεν υπάρχει άλλος να βάλει την ομάδα σε κίνηση. Το τρίτο είναι ότι οι εκτιμήσεις ότι δημιουργήθηκε μια ομάδα αμυντικά εύθραυστη δικαιώνονται. Ο ΠΑΟ δεν θα δέχεται 90 πόντους στο ματς. Μπορεί όμως άνετα να δεχτεί 30 σε ένα δεκάλεπτο και να καταρρεύσει. Η επιστροφή του Μιτογλου και του Παπαπέτρου θα τον σκληρύνουν. Αλλά κανείς από τους δυο δεν μπορεί να παίζει 40 λεπτά.
Μια απόλυτα προβληματική επίθεση
Και το πρόβλημα του Ολυμπιακού για την ώρα είναι ότι δικαιώνει την εκτίμηση ότι έτσι όπως κατασκευάστηκε θα πρέπει να ζήσει με μια προβληματική επίθεση. Ο Ολυμπιακός πέτυχε 53 πόντους με την Αρμάνι. Πέρα από το γελοίο του πράγματος (μια σοβαρή ομάδα δεν επιτρέπεται να έχει μια τέτοια επιθετική επίδοση με όποιον κι αν αγωνίζεται), το κακό είναι ότι αυτό ήταν απολύτως λογικό για όποιον έβλεπε το ματς. Και χωρίς προπονητή να παίζει η αντίπαλη ομάδα, οι παίκτες από μόνοι τους θα καταλάβουν πως αν βρεθεί κάποιος να κάνει δύσκολη τη ζωή του Μιλουτίνοφ η επίθεση του Ολυμπιακού θα κολλήσει κι ας γίνουν περιφερειακά διακόσιες πενήντα πάσες (που δεν γίνονται κιόλας γιατί ο Γουόκαπ έχει αναλάβει και την δουλειά του εκτελεστή).
Η για την ώρα μη αντικατάσταση του Βεζένκοφ και του Σλούκα από παίκτες που να μπορεί να πάρουν αξιόπιστα μια τελική προσπάθεια έχει περιορίσει πολύ τους χώρους κίνησης όλων των υπόλοιπων. Η Αρμάνι (αλλά και η Μπαρτσελόνα) δεν έκαναν κάτι παράξενο, ούτε κάτι που χρίζει ειδικής μελέτης, ούτε κάτι ειδικά στοχευμένο: έπαιξαν απλά άμυνα στο σετ παιγνίδι χωρίς να χρειαστεί να δοθούν βοήθειες για την αντιμετώπιση κάποιου από τους περιφερειακούς του Ολυμπιακού. Κάπως έτσι πέτυχαν το ξήλωμα του πουλόβερ. Στον Παπανικολάου δεν μένει χώρος για να πλησιάσει και να κάνει τα αγαπημένα του «κοψίματα» χωρίς τη μπάλα. Ο βαρύς ακόμα Φαλ μοιράζει πιο πολλές πάσες από τις ασίστ που παίρνει. Ο Λαρεντζάκης δεν μπορεί πια να πάρει ανάσα – οι στοχευμένες άμυνες πάνω του υπήρξαν και πέρυσι μετά το μισό της σεζόν, αλλά όταν υπήρχαν παίκτες επιθετικά αξιόπιστοι κάποιος χώρος υπήρχε. Ο ΜακΚίσικ που μπορεί να πάει στο «ένας εναντίον ενός» κάνει αποθεραπεία και ο Κάναν δεν έχει σταθερότητα και το ξέρουμε: χθες κάνει επίδειξη κουταμάρας μάλλον γιατί ξαφνικά νοιώθει ηγέτης κι αυτός.
Προπονητές που ζορίζονται
Οι προπονητές έχουν ευθύνες για την αργή πρόοδο, μολονότι πρέπει να φτιάξουν δυο ομάδες από την αρχή: ήταν βέβαιο για τον Αταμάν φαίνεται ότι ισχύει και για τον Μπαρτζώκα. Ο Αταμάν, αν πιστεύει πως ο Σλούκας θα γίνει Μίσιτς και ο Βιλντόζα Λάρκιν κάνει λάθος. Οι καυγάδες του Σλούκα με τον Γουιλμπέκιν στο τέλος, για όποιον ξέρει το Σλούκα είναι κακό σημάδι. Τα διαρκές «μπες βγες», που είναι ο τρόπος του Αταμάν, απλά κουράζουν το μυαλό των παικτών του. Αν θέλει να αλλάξει παίκτες πρέπει να το κάνει γρήγορα, αλλιώς θα αρχίσει γκρίνια για αυτόν. Από την άλλη η δυσκολία στο να βρεθεί καλάθι, δυσκολεύει και τον Γιώργο Μπαρτζώκα στις αποφάσεις του: κάποιες από αυτές δείχνουν πως θολώνει κι αυτός όσο και οι παίκτες του. Αν πχ θες να χρησιμοποιήσεις τον Πάπας για να δώσεις ανάσες στον Γουόκαπ, (που όπως και με την Μπαρτσελόνα χθες όσο το ματς προχωρούσε προς το τέλος του έπεφτε σε απόδοση) δεν το κάνεις στο τέλος του ματς, όταν η μπάλα καίει, αλλά στο δεύτερο ή στο τρίτο δεκάλεπτο όταν χρόνος υπάρχει. Από την άλλη, άλλο είναι ο χρόνος κι άλλο η επιθετική λειτουργικότητα: αν δεν υπάρχουν παίκτες να τρομάξουν τον αντίπαλο επιθετικά, όσο χρόνο και να έχεις τίποτα δεν θα αλλάξει.
Διαβάστε εδώ ολόκληρο το άρθρο του Αντώνη Καρπετόπουλου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Γιουρτσεβέν: «Στην έδρα μας θα τους κάνουμε ένα κατάλληλο καλωσόρισμα»
- Τζίμας: Σκόραρε και πάλι με πανέμορφο τελείωμα (video)
- Ολυμπιακός: Κορυφαίος στον πλανήτη ο Χρήστος Μουζακίτης!
- Ολυμπιακός: Η απίθανη στιχομυθία του Ρόντινεϊ με τον Φορτούνη!
- Καλλιθέα-Πανσερραϊκός 1-2: Ο Μπετανκόρ ξέρανε τους γηπεδούχους στο 92'