Μάικ Τάισον: Το αλητάκι που έγινε ο κορυφαίος πυγμάχος στον κόσμο

Όσοι τυχόν δεν γνωρίζουν τι πυγμάχος ήταν ο Μάικ Τάισον προτού μπλέξει σε φαντασμαγορικά σόου του Netflix, καλό θα είναι να διαβάσουν πώς κατέκτησε για πρώτη φορά τη ζώνη του παγκόσμιου πρωταθλητή στα βαρέα βάρη, στις 22 Νοεμβρίου 1986.

Οι οπαδοί του Μάικ Τάισον χαρακτήρισαν «παρωδία» τον αγώνα του με τον Τζέικ Πολ, το περασμένο Σάββατο. Άλλοι μίλησαν για καλοστημένο σόου από το Netflix, στο οποίο ο 58χρονος άλλοτε παγκόσμιος πρωταθλητής πήρε μέρος μόνο για τα χρήματα.

Το ερώτημα, βέβαια, είναι τι περισσότερο θα μπορούσε να περιμένει κανείς από έναν άνθρωπο 58 ετών, ακόμα κι αν κάποτε υπήρξε ο κορυφαίος πυγμάχος στον κόσμο. Μια άποψη που θεμελιώθηκε μια μέρα σαν σήμερα, στις 22 Νοεμβρίου 1986, όταν ο Τάισον κατέκτησε για πρώτη φορά τη ζώνη του παγκόσμιου πρωταθλητή των βαρέων βαρών.

Η επιβλητική νίκη του επί του Τρέβορ Μπέρμπικ με νοκ άουτ στον δεύτερο γύρο, δεν ήταν μόνο η στιγμή της καταξίωσης ενός ραγδαία ανερχόμενου πυγμάχου. Ήταν η δικαίωση του αγώνα ζωής ενός 20χρονου, που είχε περάσει δύσκολα παιδικά χρόνια στις φτωχογειτονιές του Μπρούκλιν. Για τον Τάισον το μποξ δεν ήταν επιλογή, αλλά ανάγκη. Η μόνη διέξοδος για την επιβίωση.

Γι’ αυτό η ιστορία του θα συγκινεί ακόμα κι όσους δεν μπορούν να τον συμπαθήσουν, για τα κατά καιρούς παραστρατήματά του μέσα και έξω από το ρινγκ.

Γεννήθηκε στις 30 Ιουνίου 1966 στη Νέα Υόρκη, αλλά ο βιολογικός του πατέρας ήταν άγνωστος. Η μητέρα του, Λόρνα Μέι Τάισον σύναψε στη συνέχεια δεσμό με τον Τζίμι Κερκπάτρικ, έναν νταβατζή της περιοχής. Κι αυτός παράτησε την οικογένεια λίγο καιρό μετά τη γέννηση του Μάικ, ο οποίος όμως δεν παύει να τον αναφέρει ως «πατέρα» του.

Δεν ήταν παράξενο, λοιπόν, για ένα παιδί που μεγάλωσε σε κακόφημες συνοικίες και χωρίς στήριξη από την οικογένειά του, να έχει μπλεξίματα με τον νόμο. Έως τα 13 του χρόνια, ο Τάισον μετρούσε ήδη 38 συλλήψεις, κυρίως για κλοπές και επιθέσεις σε άλλα παιδιά, ακόμα και σε γονείς συμμαθητών του! Στο αναμορφωτήριο του Τζονστάουν, όμως, έμελλε να γνωρίσει και τη φωτεινή πλευρά της ζωής. Ο πρώην πυγμάχος, Μπόμπι Στιούαρτ, που εργαζόταν εκεί ως σύμβουλος, ανακάλυψε το ταλέντο του στο μποξ.

Με ύψος 1,76 και βάρος 85 κιλά, ο 13χρονος Τάισον προκαλούσε δέος στους υπόλοιπους τροφίμους του ιδρύματος. Ο Στιούαρτ, ωστόσο, διέκρινε την προοπτική εξέλιξής του σε κορυφαίο πυγμάχο. Το ένιωσε για τα καλά σε έναν αγώνα σπάρινγκ (το φιλικό ματς στην πυγμαχική ορολογία) όπου έφαγε… το ξύλο της χρονιάς του. «Μου έσπασε τη μύτη και μου μελάνιασε και τα δύο μάτια. Ευτυχώς που είχα άδεια την επόμενη εβδομάδα…», είχε αποκαλύψει κάποτε ο Στιούαρτ.

Η συνεργασία με τον Ντ’ Αμάτο

Ο Στιούαρτ είχε πειστεί από νωρίς ότι ο Τάισον ήταν σπάνια περίπτωση και μίλησε γι’ αυτόν στον Κας Ντ’ Αμάτο, έναν καταξιωμένο προπονητή πυγμαχίας, ο οποίος είχε αναδείξει μεταξύ άλλων και τον πρώην παγκόσμιο πρωταθλητή, Φλόιντ Πάτερσον.

Ο Ντ’ Αμάτο δεν άργησε κι αυτός να διακρίνει το ακατέργαστο ταλέντο του μικρού Μάικ και επικεντρώθηκε στο να βελτιώσει την τεχνική του και να του διδάξει τακτικές άμυνας και επίθεσης. Ο νεαρός πυγμάχος έβλεπε στο πρόσωπό του όχι μόνο έναν εξαιρετική δάσκαλο, αλλά και την πατρική φιγούρα που τόσο είχε λείψει από τη ζωή του. Η επιρροή του μεγάλωσε από το 1982, όταν ο Τάισον έχασε τη μητέρα του.

Τον Νοέμβριο του 1985 ο Ντ’ Αμάτο πέθανε σε ηλικία 77 ετών. Ο 19χρονος Τάισον είχε μείνει οριστικά πια «ορφανός», αλλά μπορούσε να πατήσει γερά στα πόδια του.  Από τον Μάρτιο εκείνου του έτους, όταν έβγαλε με συνοπτικές διαδικασίες νοκ άουτ τον Έκτορ Μερσέντες στον πρώτο του επαγγελματικό αγώνα, είχε δείξει τις διαθέσεις του. Δεν ήταν άλλος ένας φιλόφοξος πυγμάχος. Ήταν ένας πυγμάχος που έμελλε να μείνει στην Ιστορία.

Το σφυροκόπημα του Μπέρμπικ

Μέχρι τις 22 Νοεμβρίου 1986, όταν ορίστηκε ο αγώνας για τον παγκόσμιο τίτλο της WBC με τον κάτοχο της ζώνης, Τρέβορ Μπέρμπικ, ο Τάισον μετρούσε δώδεκα νίκες σε ισάριθμους αγώνες ως επαγγελματίας.

Δεν ήταν τυχαίος αντίπαλος ο Τζαμαϊκανός, ο οποίος έχει το προνόμιο να μνημονεύεται εσαεί ως ο τελευταίος πυγμάχος που αντιμετώπισε (και νίκησε) τον Μοχάμεντ Αλί, το 1981. Στα 32 του χρόνια παρέμενε ακμαίος και λόγω ύψους (1,88 μ.) θεωρούταν ικανός να φρενάρει τον αφηνιασμένο Τάισον. Όχι όμως και φαβορί. Τα στοιχηματικά γραφεία έδιναν απόδοση 3.00 στη νίκη του, περίπου τη διπλάσια από εκείνη για τον αντίπαλό του.

Σύντομα αποδείχθηκε ότι είχαν δίκιο. Από τα πρώτα δευτερόλεπτα ο Τάισον εξουδετέρωσε τις επιθέσεις του Μπέρμπικ καλύπτοντας το πρόσωπό του με τα χέρια του (τακτική που του είχε μάθει ο Ντ’ Αμάτο, για να αντισταθμίσει το μειονέκτημα του σχετικά μικρού ύψους του) και συχνά-πυκνά του πετύχαινε δυνατά χτυπήματα στο κεφάλι και το σώμα. Πριν τελειώσει ο πρώτος γύρος, ο Τζαμαϊκανός παγκόσμιος πρωταθλητής φαινόταν ζαλισμένος.

Ο Τάισον ξάπλωσε για πρώτη φορά τον αντίπαλό του στο ξεκίνημα του δεύτερου γύρου. Ο Μπέρμπικ σηκώθηκε αμέσως, αλλά ήταν πλέον ολοφάνερο ότι δεν θα αργούσε να παραδώσει τη ζώνη. Προς το τέλος του γύρου, βρέθηκε ξανά στο καναβάτσο έπειτα από ένα δυνατό χτύπημα. Προσπάθησε δύο φορές να σηκωθεί, αλλά δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του απ’ τη ζαλάδα. Ο διαιτητής, Μιλς Λέιν, έπεσε πάνω του δίνοντας τέλος στον αγώνα.

Ξεπεσμένο είδωλο

Σε ηλικία μόλις 20 ετών και 143 ημερών ο Iron Mike ήταν ο νεότερος πυγμάχος που είχε κερδίσει τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή των βαρέων βαρών. Το μέλλον ήταν όλο δικό του, αλλά η αυτοκαταστροφική φύση του δεν του επέτρεψε να μείνει στη συνείδηση των φίλων του μποξ ως ένα λαμπερό πρότυπο, όπως ο Μοχάμεντ Αλί ή ο Τζορτζ Φόρμαν.

Η συνεργασία με τον αμφιλεγόμενο μάνατζερ, Ντον Κινγκ, θεωρείται από πολλούς η αρχή του τέλους. Η απώλεια του παγκόσμιου τίτλου από τον Μπάστερ Ντάγκλας τον Φεβρουάριο του 1990 ήταν το πρώτο μεγάλο σοκ. Δεν συγκρίνεται, όμως, με τον αποτροπιασμό που προκάλεσε η είδηση ότι ο Τάισον είχε βιάσει τη 18χρονη Ντεζιρέ Ουάσινγκτον, τον Ιούλιο του 1991.

Αν και ποτέ δεν είχε πλασάρει τον εαυτό του ως καλό παιδί (κάθε άλλο, αφού του άρεσε να συστήνεται ως “the baddest man of the planet”), κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι ένας άνθρωπος που είχε όλο τον κόσμο στα πόδια του, θα διέπραττε τέτοιο έγκλημα. Η καταδίκη του και η φυλάκισή του ξύπνησαν τους εφιάλτες των παιδικών του χρόνων και η επιστροφή του στα ρινγκ δεν έφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Η ρετσινιά τον ακολουθούσε.

Όταν δάγκωσε και ακρωτηρίασε το αυτί του Εβάντερ Χόλιφιλντ στον δεύτερο αγώνα τους για τον παγκόσμιο τίτλο, το 1997, ήξερε κι ο ίδιος ότι η καριέρα του είχε τελειώσει.

Ήθελε να τον σκοτώσει για χάρη του Αλί!

Ο Τάισον δεν έχει σταματήσει να προκαλεί συζητήσεις με τις δηλώσεις του. Έτσι και το 2020, βρέθηκε ξανά στο προσκήνιο όταν δήλωσε ότι ήθελε να σκοτώσει (!) τον Μπέρμπικ στον αγώνα της 22ας Νοεμβρίου 1986, ώστε να εκδικηθεί… για τον Αλί.

Ο Αλί ήταν το πυγμαχικό πρότυπο του Iron Mike και η νίκη του Μπέρμπικ εναντίον του, το 1981, του είχε προκαλέσει θυμό. Όχι για το αποτέλεσμα αυτό καθαυτό, αλλά για τον τρόπο με τον οποίο είχε αγωνιστεί ο Τζαμαϊκανός. «Έβλεπα με τι τρόπο τον γρονθοκοπούσε – έβαζε όλο του το είναι για να χτυπήσει τον Αλί. Ο Αλί είχε ξεμείνει από δυνάμεις αλλά εκείνος προσπαθούσε να τον σκοτώσει… Τότε είπα μέσα μου ότι ανυπομονώ να τον κανονίσω. Αυτόν και τον Λάρι Χολμς».

Ο Χολμς ήταν ένας άλλος σπουδαίος Αμερικανός πυγμάχος που είχε νικήσει τον Αλί στα τελευταία του, το 1980. Η επιθυμία του Τάισον να τον αντιμετωπίσει ικανοποιήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1988, ευτυχώς χωρίς μοιραία αποτελέσματα για τον Χολμς, ο οποίος βγήκε νοκ άουτ στον τέταρτο γύρο, αλλά… επέζησε.

Ήταν μία από τις δέκα φορές που ο Τάισον υπερασπίστηκε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή, τότε που ήταν ένας από τους πιο ακριβοπληρωμένους και δημοφιλείς αθλητές στον πλανήτη. Το γεγονός ότι ακόμα έχει πιστούς θαυμαστές, πολλοί απ’ τους οποίους δεν είχαν καν γεννηθεί την εποχή της δόξας του, πιστοποιεί το πόσο μεγάλος ήταν. Άσχετα αν ο ίδιος δεν αποδείχθηκε τόσο δυνατός όσο μέσα στο ρινγκ και δεν άντεξε το βάρος αυτού του μεγαλείου.

 

 

Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 22 Νοεμβρίου

2022: Η Σαουδική Αραβία νικά με 2-1 την Αργεντινή για την 1η αγωνιστική της φάσης των ομίλων του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ο Λιονέλ Μέσι αγωνίζεται σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου για πέμπτη φορά, όπως και ο Μεξικανός Αντρές Γουαρδάδο (Μεξικό-Πολωνία 0-0), ισοφαρίζοντας την επίδοση των Κάρλος Καρβαχάλ, Λόταρ Ματέους και Ράφα Μάρκες.

2020: Η Λίβερπουλ του Γιούργκεν Κλοπ νικά την Λέστερ με 3-0 και φτάνει τα 64 σερί ματς πρωταθλήματος χωρίς ήττα στο Άνφιλντ (από τον Μάιο του 2017) βάζοντας τέλος στο ιστορικό ρεκόρ της ομάδας του Μπομπ Πέισλι, που άντεχε από τον Δεκέμβριο του 1980.

2013: Ο Νορβηγός Μάγκνους Κάρλσεν κερδίζει τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή στο σκάκι, νικώντας τον Ινδό Βισβανάθαν Ανάντ με 6,5-3,5.

2000: Πεθαίνει σε ηλικία 78 ετών ο Εμίλ Ζάτοπεκ, ένας από τους κορυφαίους δρομείς όλων των εποχών. Ο Τσέχος αθλητής είχε γράψει Ιστορία στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952 κατακτώντας τρία χρυσά μετάλλια (στα 5.000 μ., τα 10.000 μ. και τον Μαραθώνιο), ενώ σημείωσε αμέτρητες διακρίσεις σε άλλες διοργανώσεις.

1995: Ο Παναθηναϊκός νικά με 2-0 την Άαλμποργκ στο ΟΑΚΑ και εξασφαλίζει την πρόκριση στους «8» του Champions League. Το πρώτο γκολ από τον Αλέξη Αλεξούδη, 28.46 δευτερόλεπτα μετά τη σέντρα, θα αποτελέσει ρεκόρ ταχύτερου τέρματος στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση για αρκετά χρόνια.

1986: Ο Γουέιν Γκρέτσκι σημειώνει το 500ό γκολ του στο NHL, στη νίκη των Έντμοντον Όιλερς επί των Βανκούβερ Κάνακς με 5-2.

1981: Ο Χουάν Ραμόν Βερόν αποχαιρετά τα γήπεδα σε ηλικία 37 ετών, παίζοντας στον αγώνα Εστουντιάντες-Ατλέτικο 2-1, έχοντας διαγράψει μία καριέρα είκοσι ετών. Ο Βερόν που είχε το προσωνύμιο «μπρούχα (bruja)», δηλαδή «μάγισσα» αγωνίστηκε με τον Παναθηναϊκό τις περιόδους 1972-73 και 1973-74 σημειώνοντας 22 γκολ, ενώ την επόμενη χρονιά, το 1975, απέκτησε στο Μπουένος Άιρες τον γιο του Χουάν Σεμπάστιαν Βερόν, μετέπειτα σταρ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

1975: Καταφτάνει στον σιδηροδρομικό σταθμό της Ειδομένης ο ομογενής ποδοσφαιριστής της Παχτακόρ Τασκένδης, Βασίλης Χατζηπαναγής, ο οποίος έχει συμφωνήσει να συνεχίσει την καριέρα του στον Ηρακλή.

1967: Ο Παναθηναϊκός νικά με 1-0 τον Ολυμπιακό στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, με γκολ του Τάκη Λουκανίδη. Αίσθηση προκαλεί η διακοπή του αγώνα γύρω στο 80ό λεπτό, ύστερα από απαίτηση του Υπουργού Εσωτερικών της χουντικής κυβέρνησης, Στυλιανού Παττακού, ο οποίος φωνάζει κοντά του τον «ερυθρόλευκο» επιθετικό, Γιώργο Σιδέρη, και του κάνει συστάσεις για να παίξει πιο ήρεμα!

1950: Το χαμηλότερο σκορ σε σύνολο πόντων (37) στην ιστορία του ΝΒΑ σημειώνεται στον αγώνα Φορτ Γουέιν Πίστονς-Μινεάπολις Λέικερς 19-18.

1917: Ιδρύεται στο Μόντρεαλ το NHL (National Hockey League) ύστερα από πρωτοβουλία ανθρώπων των Μόντρεαλ Καναντιέν, Μόντρεαλ Μαρούνς, Τορόντο Αρίνας, Οτάβα Σένατορς και Κεμπέκ Μπουλντόγκς.

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News