Κρις Μπρέισερ: Από... λαγός, ολυμπιονίκης και εμπνευστής του Μαραθωνίου του Λονδίνου
Το όνομα του Κρις Μπρέισερ είναι παντελώς άγνωστο στην Ελλάδα. Κι όμως, ο Βρετανός δρομέας που αναδείχθηκε χρυσός ολυμπιονίκης στα 3.000 μ. στιπλ στις 29 Νοεμβρίου 1956, εκτός από σπουδαίος αθλητής ήταν και… larger than life προσωπικότητα.
Η επέτειος του χρυσού μεταλλίου που κατέκτησε ο Κρις Μπρέισερ στη Μελβούρνη, είναι μόνο η αφορμή για να διηγηθούμε την ιστορία μιας απίστευτης προσωπικότητας, που άφησε τεράστιο αποτύπωμα στον βρετανικό αθλητισμό.
Και στην πατρίδα του, άλλωστε, τον θυμούνται λιγότερο για την ολυμπιακή νίκη του στα 3.000 μ. στιπλ, στις 29 Νοεμβρίου 1956, και περισσότερα για άλλα πράγματα. Τη βοήθεια που πρόσφερε σε έναν συναθλητή του για να σημειώσει ένα οριακό επίτευγμα ή τη σπουδαία καριέρα που ακολούθησε ως δημοσιογράφος στον γραπτό Τύπο και την τηλεόραση. Και, κυρίως, για τη σύλληψη της ιδέας για την τέλεση διεθνή Μαραθωνίου στο Λονδίνο, ο οποίος έχει εξελιχθεί σε έναν από τους σημαντικότερους αγώνες δρόμου στον κόσμο.
Το παρουσιαστικό του Μπρέισερ δεν παρέπεμπε έτσι κι αλλιώς σε αθλητή με διεθνείς διακρίσεις. Έδειχνε μεγαλύτερος από την πραγματική του ηλικία, ίσως και λόγω των γυαλιών που δεν τα αποχωριζόταν ακόμα κι όταν έτρεχε σε αγώνες, ενώ δεν έλεγε όχι στο ποτό και το τσιγάρο. Ένας larger than life τύπος, όπως απέδειξε και τη στιγμή της κορύφωσης της αθλητικής του καριέρας, τον οποίο οι Βρετανοί θυμούνται με αγάπη, είκοσι και πλέον χρόνια μετά τον θάνατό του.
Ο Κρις Μπρέισερ γεννήθηκε στις 21 Αυγούστου 1928 στη Βρετανική Γουιάνα, υπερπόντια κτήση του Ηνωμένου Βασιλείου στη Νότιο Αμερική που κέρδισε την ανεξαρτησία της το 1966. Ο πατέρας του εργαζόταν εκεί ως ηλεκτρολόγος στο βρετανικό προξενείο και πέρασε κι από αντίστοιχες θέσεις στη Βαγδάτη και την Ιερουσαλήμ, πριν επιστρέψει οικογενειακώς στα πάτρια εδάφη το 1935.
Ο μικρός Κρις ασχολήθηκε από πολύ μικρός με τον αθλητισμό. Χρειαζόταν μια τόνωση της αυτοπεποίθησής του, μια και το πρόβλημα τραυλισμού που αντιμετώπιζε στα πρώτα σχολικά χρόνια στο Κέιμπριτζ, τον έκανε να νιώθει μειονεκτικά απέναντι στους συμμαθητές του, Έτσι, ασχολήθηκε με αρκετή επιτυχία με το ράγκμπι, το κρίκετ και το ποδόσφαιρο.
Πάντοτε του άρεσαν οι περιηγήσεις στη φύση και η αναρρίχηση, δεν άργησε όμως να ανακαλύψει ότι η μεγαλύτερη κλίση του ήταν το τρέξιμο. Τον Μάρτιο του 1940, κέρδισε έναν αγώνα ανώμαλου δρόμου τριών μιλίων απέναντι σε μαθητές μεγαλύτερων τάξεων, το 1942 όμως, όταν γράφτηκε στο λύκειο της πόλης Ράγκμπι, ακολούθησε και μαθήματα πυγμαχίας. Αφοσιώθηκε στο τρέξιμο σε ηλικία 16 ετών και σημείωσε πολλές διακρίσεις σε σχολικούς αγώνες ανώμαλου δρόμου, χωρίς ωστόσο να θεωρείται το κορυφαίο ταλέντο της περιοχής του.
Νιώθοντας, ίσως, ότι δεν είχε προοπτική να γίνει κορυφαίος δρομέας, εγκατέλειψε το τρέξιμο ως πρωτοετής στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, όπου σπούδασε γεωλογία. Η ορειβασία, η περιήγηση στη φύση και το ποδήλατο τον βοήθησαν να κρατηθεί σε καλή φυσική κατάσταση κι όταν δοκίμασε την τύχη του στον ετήσιο αγώνα ανώμαλου δρόμου με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, κατέλαβε την τιμητική πέμπτη θέση. Μια διάκριση που του έδωσε να καταλάβει ότι μάλλον είχε κάνει λάθος κι ότι το μέλλον του ήταν συνυφασμένο με το τρέξιμο.
Οι πρώτες διακρίσεις στον στίβο
Ως φοιτητής, ο Μπρέισερ λογιζόταν από τον βρετανικό αθλητικό Τύπο ως ένας πολύ καλός αθλητής ανώμαλου δρόμου. Οι επιδόσεις του στις μεσαίες αποστάσεις του στίβου δεν ήταν εξίσου καλές και δεν του είχε περάσει απ’ το μυαλό να ασχοληθεί με τα 3.000 μ. στιπλ.
Σημείο καμπής αποδείχθηκε η γνωριμία του με τον πρωταθλητή του αγωνίσματος, Τζον Ντίσλι, που εξελίχθηκε σε ειλικρινή φιλία που θα κρατούσε μέχρι το τέλος της ζωής του. Το 1950 τον είδε να κερδίζει έναν αγώνα 3.000 μ. στιπλ στο White City Stadium του Λονδίνου βελτιώνοντας το εθνικό ρεκόρ και οι ομοιότητες του αγωνίσματος με τον ανώμαλο δρόμο, του κέντρισαν το ενδιαφέρον.
Η πρώτη του διάκριση στο αγώνισμα ήρθε στους Βρετανικούς Αγώνες του 1950, όπου κατέλαβε την τρίτη θέση με έναν πολύ καλό χρόνο (9:27.2). Η μεγάλη στιγμή, όμως, ήρθε στην Πανεπιστημιάδα του 1951 στο Λουξεμβούργο, όπου κατετάγη πρώτος στα 5.000 μ. και δεύτερος στα 1.500 μ., πίσω από τον «γηπεδούχο» Ζοσί Μπαρτέλ, ο οποίος ένα χρόνο αργότερα θα κέρδιζε το χρυσό μετάλλιο του αγωνίσματος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι.
Στο Ελσίνκι βρέθηκε και ο Μπρέισερ, η εξέλιξη του οποίου ως κορυφαίου δρομέα στίβου ήρθε πολύ γρήγορα. Η συνεργασία του με τον Αυστριακό προπονητή, Φραντς Σταμφλ, τον βοήθησε να ρίξει το ατομικό του ρεκόρ στα στιπλ στα 9:13.4, τη δεύτερη καλύτερη επίδοση όλων των εποχών στη Βρετανία και να κερδίσει τη συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες, μόλις δύο χρόνια αφότου άρχισε να ασχολείται συστηματικά με το αγώνισμα.
Στην πρωτεύουσα της Φινλανδίας είχε εντυπωσιακή παρουσία στον προκριματικό, μια και βελτίωσε κι άλλο το ατομικό του ρεκόρ (9:03.2) και κέρδισε το εισιτήριο για τον τελικό. Εκεί, όμως, είχε μια πτώση στον δεύτερο γύρο κι έμεινε μακριά από το βάθρο, στο οποίο ανέβηκε ο Ντίσλι. Ο στενός φίλος και συναθλητής του Μπρέισερ κατέλαβε την τρίτη θέση, οριακά πίσω απ’ τον δεύτερο Βλαντίμιρ Καζάντσεφ, αλλά χωρίς να απειλήσει τον νικητή, Χόρας Ασενφέλτερ.
Ο Μπρέισερ νίκησε τον χρυσό ολυμπιονίκη στους Βρετανικούς Αγώνες που διεξήχθησαν αργότερα την ίδια χρονιά, αποδεικνύοντας ότι είχε δυνατότητες για να πετύχει μεγάλα πράγματα στο μέλλον.
«Λαγός» στο κορυφαίο αθλητικό κατόρθωμα
Το 1953 εντάχθηκε στο προπονητικό γκρουπ του Σταμφλ ο Ρότζερ Μπάνιστερ, πρωταθλητής στα 1.500 μ. και το μίλι. Είχε τερματίσει τέταρτος στον τελικό των 1.500 μ. στο Ελσίνκι, παρότι είχε βελτιώσει το ρεκόρ Βρετανίας και στόχευσε σε ένα μεγάλο επίτευγμα, που θα αποδείκνυε ότι ήταν ο κορυφαίος δρομέας της απόστασης στον κόσμο.
Θα προσπαθούσε να γίνει ο πρώτος άνθρωπος που θα κάλυπτε ένα μίλι (1.609 μ.) σε χρόνο μικρότερο των τεσσάρων λεπτών. To παγκόσμιο ρεκόρ στην απόσταση κατείχε από το 1945 ο Σουηδός, Γκούντερ Χεγκ, με 4:01.4 και ο Μπάνιστερ έθεσε ως σκοπό ζωής να το καταρρίψει. Είχε, όμως, και βοήθεια. Ο Μπρέισερ ήταν ένας από τους δύο αθλητές (ο άλλος ήταν ο πρωταθλητής των 5.000 μ., Κρις Τσαταγουέι) που προσφέρθηκαν να αναλάβουν τον ρόλο του «λαγού», ώστε να τον βοηθήσουν να πετύχει την ιστορική επίδοση.
Ύστερα από αρκετές αποτυχημένες προσπάθειες σε αγώνες εντός και εκτός Ηνωμένου Βασιλείου, ο στόχος οριοθετήθηκε για τους ετήσιους αγώνες Κέιμπριτζ-Οξφόρδης, στις 6 Μαΐου 1954. Σύμφωνα με το πλάνο του Σταμφλ, ο Μπρέισερ θα έδινε γρήγορο ρυθμό στην κούρσα στους πρώτους δυόμισι γύρους και στη συνέχεια θα αποχωρούσε, αφήνοντας τον Τσαταγούει να «τραβήξει» τον Μπάνιστερ μέχρι το τελευταίο διακοσάρι.
Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του στίβου που χρησιμοποιήθηκαν «λαγοί» (όπως έχει καθιερωθεί στην ελληνική καθομιλουμένη) για την επίτευξη κάποιου ρεκόρ. Η αμφιλεγόμενη έως και σήμερα τακτική απέδωσε: Ο Μπρέισερ και ο Τσαταγούει βοήθησαν τον Μπάνιστερ να τρέξει σε πιο γρήγορο ρυθμό και να υλοποιήσει τον μεγάλο στόχο του. Ο επίσημος χρόνος του ήταν 3:59.4 και το κατόρθωμα προκάλεσε ενθουσιασμό στους Βρετανούς φιλάθλους.
Ο Τύπος της χώρας δεν δίστασε το χαρακτήρισε ως το κορυφαίο αθλητικό επίτευγμα όλων των εποχών, το οποίο καταγράφηκε άμεσα και στο Βιβλίο Γκίνες (αν και έμελλε να καταρριφθεί μόλις 46 ημέρες αργότερα από τον Αυστραλό, Τζον Λάντι). Ο Μπρέισερ κέρδισε τα εύσημα σαν να είχε σημειώσει εκείνος το ρεκόρ, αφού η συμβολή του στην επίτευξή του θεωρήθηκε καθοριστική.
«Αυτόφωτος» με δικό του χρυσό
Το γεγονός ότι είχε βοηθητικό ρόλο στο κατόρθωμα κάποιου άλλου, έδωσε νέο κίνητρο στον Μπρέισερ. Ήθελε να αποδείξει ότι μπορούσε κι ο ίδιος να σημειώσει κάποια μεγάλη διάκριση κι άρχισε να προπονείται συστηματικά για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1956.
Ατυχώς για εκείνον, είχε μείνει χωρίς προπονητή, αφού ο Σταμφλ είχε πιάσει δουλειά στην Αυστραλία. Δεν αναζήτησε αντικαταστάτη και συνέχισε να γυμνάζεται μόνος του, αφού θεωρούσε ότι είχε φτάσει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο για να μη χρειάζεται βοήθεια. Ο Μπρέισερ κατάφερε να κατεβάσει το ατομικό του ρεκόρ στα 3.000 μ. στιπλ κάτω από τα εννέα λεπτά το 1955, τού έλειπε, όμως, η εμψύχωση που του πρόσφερε ο πολύπειρος Αυστριακός προπονητής.
Λίγους μήνες πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν δίστασε να επικοινωνήσει με τον Σταμφλ και να πάρει συμβουλές, οι οποίες αποδείχθηκαν πολύτιμες. Εξασφάλισε μάλιστα ειδική άδεια για να μεταβεί αρκετό καιρό νωρίτερα στην Αυστραλία, ώστε να έχει κοντά του τον προπονητή του στο τελικό στάδιο της προετοιμασίας του. Συμφώνησαν από κοινού ότι η τακτική που θα ακολουθούσε ήταν να τρέξει συντηρητικά μέχρι και τον πέμπτο γύρο, να ανεβάσει ρυθμό στον έκτο και να κάνει την τελική επίθεση λίγο πριν το τελευταίο εμπόδιο με τη λίμνη.
Ο Μπρέισερ προκρίθηκε άνετα στον τελικό, χωρίς όμως να σημειώσει κάποια επίδοση που θα τον κατέτασσε ανάμεσα στα φαβορί για το βάθρο, πόσο μάλλον για τη νίκη. Ο Σοβιετικός Σεμιόν Ρζίστσιν και ο Ούγγρος Σάντορ Ροζνόι είχαν χρόνους κάτω από τα 8:40, ενώ και ο Ντίσλι είχε τρέξει στον προκριματικό επτά δευτερόλεπτα πιο γρήγορα από εκείνον.
Στον τελικό, ωστόσο, η συντηρητική τακτική του Μπρέισερ απέδωσε καρπούς. Έμεινε στο γκρουπ των αθλητών που ακολουθούσαν από απόσταση τον Νορβηγό, Ερνστ Λάρσεν, ο οποίος επέλεξε να πάρει κεφάλι από νωρίς. Κι άρχισε να ανεβαίνει μετά την τέταρτη από τις επτά στροφές, μειώνοντας τη διαφορά του από το γκρουπ των πρωτοπόρων.
Κατά τη διάρκεια του έκτου γύρου πέρασε πρώτος ο Ρζίστσιν, ακολουθούμενος από τους Ροζνόι, Μπρέισερ και Λάρσεν, αλλά δεν είχε δυνάμεις για να αποκτήσει διαφορά μετά το καμπανάκι. Ο Βρετανός αθλητής έκανε την επίθεσή του αφότου πέρασε το πρώτο εμπόδιο στο τελευταίο τετρακοσάρι. Όταν έφτασε στη λίμνη είχε αποκτήσει ήδη σημαντική διαφορά από τον Ροζνόι και τον Λάρσεν και την κράτησε μέχρι το τέλος. Ήταν ο χρυσός ολυμπιονίκης και είχε βελτιώσει το ατομικό του ρεκόρ κατά έξι δευτερόλεπτα (8:41.2)!
Μεθυσμένος στο βάθρο!
Η αγωνία, ωστόσο, δεν είχε τελειώσει. Λίγα λεπτά με τον τερματισμό, οι κριτές αποφάσισαν να ακυρώσουν τον Μπρέισερ, με την αιτιολογία ότι είχε σπρώξει τον Λάρσεν στον προτελευταίο γύρο. Η βρετανική αποστολή υπέβαλε ένσταση και ο Βρετανός αθλητής διαμαρτυρήθηκε έξαλλα, υποστηρίζοντας ότι ήταν αθώος. Ζήτησε μάλιστα μέχρι κι απ’ τον ίδιο τον Νορβηγό αντίπαλό του να πει στους κριτές ότι δεν είχε πέσει θύμα κάποιας αντικανονικής ενέργειας!
Ο Γερμανός Χάιντς Λάουφερ, που είχε τερματίσει τέταρτος, δήλωσε ότι η απόφαση ήταν άδικη και ο ίδιος δεν θα αποδεχόταν το χάλκινο μετάλλιο. Ο Λάρσεν παραδέχθηκε λίγο αργότερα ότι το σπρώξιμο δεν ήταν τέτοιο ώστε να σηκώνει ακύρωση του αντιπάλου του. Έτσι, η ένσταση των Βρετανών έγινε αποδεκτή, ο Μπρέισερ ανακηρύχθηκε αμετάκλητα νικητής και το γιόρτασε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες με ένα… γεύμα ποτών (liquid lunch) με τους υπόλοιπους Βρετανούς αθλητές και τους δημοσιογράφους. Το δικαιούταν πια, ύστερα από τις θυσίες τόσων πολλών ετών.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, βέβαια, να έχει hangover το επόμενο πρωί, οπότε πραγματοποιήθηκε η απονομή στο αγώνισμά του. Ο Μπρέισερ χρειάστηκε βοήθεια απ’ τις κοπέλες που έφερναν τα μετάλλια για να ανέβει στο πρώτο σκαλί του βάθρου και, όπως παραδέχθηκε αργότερα, δεν θυμόταν λίγες ώρες αργότερα τίποτα από την παραλαβή του χρυσού του μεταλλίου!
Λίγο πριν εκπνεύσει το 1956, ο Μπρέισερ ανακοίνωσε την αποχώρησή του απ’ τους στίβους. Ήταν μόλις 28 ετών, αλλά είχε εκπληρώσει το μεγαλύτερο όνειρό του. Στράφηκε στη δημοσιογραφία, πιάνοντας αρχικά δουλειά στον Observer και αργότερα στο BBC, ενώ ήταν ένας από τους σκαπανείς του αθλήματος του αγωνιστικού προσανατολισμού (orienteering) στη Βρετανία.
Ο Μαραθώνιος του Λονδίνου
Το 1959 ο Μπρέισερ παντρεύτηκε την καταξιωμένη τενίστρια, Σίρλεϊ Μπλούμερ, ενώ πολύ αργότερα λάνσαρε ένα δικής του επινόησης παπούτσι πεζοπορίας, το οποίο σημείωσε τρελές πωλήσεις. Ήταν τέτοια η επιτυχία που η εταιρία που είχε συστήσει με τον Ντίσλι, εξαγοράστηκε από τη Reebok και τον έκανε πλούσιο.
Ο βασικότερος λόγος, όμως, για τον οποίο τον γνώρισαν οι νεότερες γενιές Βρετανών ήταν η ιδέα που είχε για καθιέρωση διεθνούς Μαραθωνίου στο Λονδίνο. Το 1978 αποφάσισαν μαζί με τον Ντίσλι να μετάσχουν στον Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης. Ο Μπρέισερ ενθουσιάστηκε από τη γιορτινή ατμόσφαιρα που είχαν δημιουργήσει οι κάτοικοι της μεγαλούπολης, πριν τον αγώνα και κατά τη διάρκειά του. «Θα μπορούσε το Λονδίνο να φιλοξενήσει μια παρόμοια γιορτή; Έχουμε την καρδιά και το πνεύμα φιλοξενίας για να υποδεχθούμε κόσμο απ’ όλες τις μεριές του πλανήτη;», είχε γράψει στο ημερολόγιό του.
Ο ολυμπιονίκης της Μελβούρνης αποφάσισε ότι τα ερωτήματα ήταν ρητορικά κι άρχισε να δουλεύει μαζί με τον Ντίσλι για την οργάνωση ενός τέτοιου αγώνα στη βρετανική πρωτεύουσα. Σημαντική ήταν και η συμβολή του Observer, της εφημερίδας στην οποία εργαζόταν.
Το εγχείρημα έγινε πραγματικότητα στις 29 Μαρτίου 1981, όταν 7.055 δρομείς από όλον τον κόσμο πήραν θέση στην εκκίνηση του 1ου Διεθνούς Μαραθωνίου του Λονδίνου. Ο 52χρονος Μπρέισερ ήταν ένας από αυτούς και κατάφερε μάλιστα να τερματίσει στον τιμητικό χρόνο των 2 ωρών και 57 λεπτών. Ο αγώνας γνώρισε μεγάλη επιτυχία και πολύ σύντομα έφτασε να ανταγωνίζεται τους φημισμένους Μαραθωνίους της Βοστώνης και της Νέας Υόρκης.
Όλη η ζωή του Μπρέισερ είναι ένα παράδειγμα για το πώς μπορείς να φτάσεις στην επιτυχία, ακόμα κι αν δεν είσαι καλύτερος απ’ τους άλλους. Τρανή απόδειξη το γεγονός ότι ενώ θεωρούνταν λιγότερο χαρισματικός δρομέας από τους φίλους του, Ντίσλι, Μπάνιστερ και Τσαταγουέι, ήταν ο μοναδικός της παρέας που κέρδισε χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο.
Ακόμα και στα 60 του δεν έπαψε να ασχολείται με δραστηριότητες όπως η ιστιοπλοΐα, το σκι, η αναρρίχηση και η πεζοπορία, αλλά και να μένει σταθερός στα πιστεύω του. Το 1980 αρνήθηκε να χριστεί ιππότης από τη Βασίλισσα Ελισάβετ, διαμαρτυρόμενος για την αποτυχία του μποϊκοτάζ της Βρετανίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας. Αποδέχθηκε εν τέλει τον τίτλο του CBE (Διοικητής του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας) επί πρωθυπουργίας του Τζον Μέιτζορ.
Το 2002 διαγνώστηκε με καρκίνο στο πάγκρεας και πέθανε στις 28 Φεβρουαρίου 2003, στο σπίτι του στο Τσάντλγουορθ. Ήταν 74 ετών, αλλά είχε ζήσει μια γεμάτη ζωή και επηρέασε όσο λίγοι τον αθλητισμό της Βρετανίας, παρότι παραμένει σχεδόν άγνωστος έξω από το Νησί.
Πηγές: racingpast.ca, worldathletics.org, olympics.com, Wikipedia.
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 29 Νοεμβρίου
2020: Πεθαίνει σε ηλικία μόλις 42 ετών ο παλαίμαχος Σενεγαλέζος ποδοσφαιριστής, Πάπα Μπούμπα Ντιόπ, ύστερα από σύντομη μάχη με ανίατη ασθένεια. Πρωταγωνιστής στην πορεία της Εθνικής Σενεγάλης μέχρι τους «8» του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002 (με δικό του γκολ νίκησε τη Γαλλία στην πρεμιέρα), ο Ντιόπ έπαιξε και στην ΑΕΚ τη σεζόν 2010-11.
2009: Με δύο εξαιρετικά σε εκτέλεση γκολ του 21χρονου Κώστα Μήτρογλου (45′, 54′), ο ελλιπής Ολυμπιακός νικά 2-0 τον Παναθηναϊκό κι ανεβαίνει στην κορυφή της βαθμολογίας της Super League (30 έναντι 29 βαθμοί).
1991: Ο Παναθηναϊκός αποκτά από τη Ρίβερ Πλέιτ τον 21χρονο μεσοεπιθετικό, Χουάν Χοσέ Μπορέλι, δαπανώντας συνολικά 900 εκατομμύρια δραχμές.
1987: Με γκολ των Κώστα Ηλιάδη και Βασίλη Χατζηπαναγή, ο Ηρακλής νικά με 2-1 τον Ολυμπιακό στο ΟΑΚΑ. Πρόκειται για την πρώτη εκτός έδρας νίκη του Γηραιού επί των «ερυθρόλευκων» στην ιστορία της Α’ Εθνικής.
1980: Ο Ρόνι Καρ του Γουέστ Καρολάινα σημειώνει το πρώτο τρίποντο στην ιστορία του ΝCAA, στον αγώνα εναντίον του Μιντλ Τενεσί Στέιτ, ένα χρόνο μετά από τον Κρις Φορντ ο οποίος στις 12 Οκτωβρίου 1979 είχε πετύχει το πρώτο τρίποντο στην ιστορία του ΝΒΑ.
1978: Ο αμυντικός της Νότιγχαμ Φόρεστ, Βιβ Άντερσον, γίνεται ο πρώτος μαύρος ποδοσφαιριστής που αγωνίζεται με την Εθνική Αγγλίας, στο φιλικό παιχνίδι με την Τσεχοσλοβακία στο Γουέμπλεϊ (1-0).
1975: Σκοτώνεται σε ηλικία 46 ετών ο Γκρέιαμ Χιλ, ένας από τους μεγαλύτερους οδηγούς αγώνων αυτοκινήτου της Βρετανίας, όταν το αεροσκάφος που πιλοτάρει ο ίδιος συντρίβεται στο Βόρειο Λονδίνο. Ο Χιλ είναι ο μόνος οδηγός που έκανε το Triple Crown, δηλαδή να κερδίσει το Indianapolis 500 (1966), τις 24 Ώρες του Λε Μαν (1972) και το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα τη Formula 1 (1962, 1968). O γιος του, Ντέιμον Χιλ, αναδείχθηκε επίσης παγκόσμιος πρωταθλητής της Formula 1 (1996).
1970: Ο Εθνικός νικά τον Ολυμπιακό με 1-0 στο 89’ στο Στάδιο Καραϊσκάκη με γκολ του Νίκου Σιδέρη, ανιψιού του Γιώργου. Είναι η σεζόν κατά την οποία ο Ολυμπιακός θα σημειώσει 10 ήττες και θα τερματίσει έβδομος στη βαθμολογία, αλλά θα κερδίσει τον εφοπλιστή Νίκο Γουλανδρή, ο οποίος θα παραμείνει πρόεδρος μέχρι τα Χριστούγεννα του 1974.
1956: Ο Αμερικανός, Τσαρλς Τζένκινς, κερδίζει το χρυσό μετάλλιο στα 400 μ. των Ολυμπιακών Αγώνων της Μελβούρνης, μια και τερματίζει πρώτος με μόλις ένα δέκατο του δευτερολέπτου διαφορά από τον Γερμανό, Καρλ-Φρίντριχ Χάας (46.7 έναντι 46.8).
1931: Η Ελλάδα ηττάται με 2-4 από τη Ρουμανία στη Λεωφόρο για το 1ο Βαλκανικό Κύπελλο. Στον πρώτο αγώνα η Ελλάδα έχει ηττηθεί με 2-1 στο Βουκουρέστι
1908: Καταρτίζεται το πρώτο καταστατικό του Ηρακλή Θεσσαλονίκης. Ο σύλλογος χρονολογείται από το 1899 όταν ιδρύθηκε ο Όμιλος Φιλόμουσων, ως σωματείο γραμμάτων και μουσικής και το 1903 ενέταξε στις δραστηριότητές του τον αθλητισμό, ενώ καταγράφεται και η διεξαγωγή επίσημου ποδοσφαιρικού αγώνα στις 23 Απριλίου 1905. Τρία χρόνια αργότερα, τα μέλη του ομίλου θα ιδρύσουν τον σημερινό Ηρακλή, ο οποίος όμως, λόγω της τουρκικής κατοχής, έφερε τον υποχρεωτικό τίτλο «Οθωμανικός Ελληνικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης Ο Ηρακλής», που θα τροποποιηθεί μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912.
1899: Χάρη σε πρωτοβουλία του Ελβετού αθλητή και επιχειρηματία, Χανς Γκάμπερ, ιδρύεται η Μπαρτσελόνα, η οποία θα εξελιχθεί σύντομα σε έναν από τους μεγαλύτερους αθλητικούς συλλόγους του κόσμου.
1897: Διεξάγεται στο Σάρεϊ της Αγγλίας ο πρώτος αγώνας μοτοσυκλετών.
1855: Ο Βρετανός Τόμας Μπέρι, εκπρόσωπος του Emmanuel College Sports, γίνεται ο πρώτος αθλητής που τρέχει τις 100 γιάρδες σε 10.0 με χρονόμετρο χειρός
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Βασίλης Σπανούλης: Η επιστροφή του «ασώτου υιού» από διαφορετικό πόστο
- Ολυμπιακός: Βίντεο με τις επιθέσεις που δέχθηκε ο Μπαρτζώκας μετά το τέλος του ματς με την Παρτιζάν
- Καρυπίδης Παρασκήνιο: Σοβαρές οι επιπτώσεις του αθλητικού νόμου εάν κάποιος θεωρηθεί πως υποκινεί τη βία
- Ολυμπιακός: Επιστροφή όλο νόημα από τον Γουίλιαν
- Παναθηναϊκός Παρασκήνιο: Η κίνηση του Ρουί Βιτόρια με τον Πελίστρι