Γιώργος Χελάκης: Με τον επίδεσμο στο κεφάλι του, κοκκινισμένο απ’ τα αίματα...

Περήφανος, αξιοπρεπής, με ένα μόνιμο χαμόγελο και μία συγκατάβαση ήταν σ’ όλη τη ζωή του ο Νίκος Σαργκάνης. Γράφει ο Γιώργος Χελάκης.

Εφυγε και πήρε μαζί του ένα κομμάτι της πρώιμης νεότητάς μας.

Πήρε μαζί του δυνατές αναμνήσεις που δημιούργησε ο ίδιος με τις απίθανες εκτινάξεις του, τα φοβερά ρεφλέξ, τα χτυπήματα πέναλτι. Πήρε την αρχοντιά και τη φινέτσα, με την οποία εμφανιζόταν και κυριαρχούσε στα γήπεδα. Αυτός ήταν που αποκατέστησε τον ρόλο του τερματοφύλακα ως ισότιμου με τους υπόλοιπους δέκα, που έπαιζαν «μέσα».

Aυτός πρώτα με την Καστοριά και στη συνέχεια με τον Ολυμπιακό και την Εθνική ομάδα έγινε αφίσα στα εφηβικά δωμάτια. Μπροστά του αποκαθηλωνόταν ο σέντερ φορ, ο γκολτζής και τη θέση του έπαιρνε ο Νίκος Σαργκάνης.

Τα παιδιά που μεγάλωσαν με τα θαυμαστά έργα του κάτω απ’ τα δοκάρια ήθελαν να τον μιμηθούν, να γίνουν σαν κι αυτόν. Η φράση «μα ποιος είσαι, ο Σαργκανης;», συνόδευε κάθε καλή ενέργεια εκκολαπτόμενου τερματοφύλακα.

Περήφανος, αξιοπρεπής, με ένα μόνιμο χαμόγελο και μία συγκατάβαση ήταν σ’ όλη τη ζωή του ο Νίκος Σαργκάνης. Χωρίς έπαρση και φανφάρες, προσιτός και γενναιόδωρος άφησε το στίγμα του ως ο κορυφαίος τερματοφύλακας που είδαν τα δικά μας μάτια απ’ τα τέλη της δεκαετίας τού ’70 μέχρι σήμερα. OΝίκος Σαργκάνης σφράγισε την εποχή του με τις θαυμαστές επεμβάσεις του, τιμώντας όλα τα χρώματα που φόρεσε.

Είναι άδικο να του φορτώνεται η μετακόμιση απ’ τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό σαν προδοσία. Δεν ήταν ο πρώτος που έκανε αυτό το ταξίδι, ούτε ήταν αδικαιολόγητος που το έκανε. Αδικαιολόγητοι ήταν όσοι σκέφτηκαν ότι θα μπορούσε να διαπράξει την ατιμία της μειωμένης απόδοσης. Ο Νίκος Σαργκάνης που δεν φοβήθηκε ποτέ και κανέναν, έπαιξε κάτω απ’ τα δοκάρια μέχρι τα τριάντα οκτώ του, πάντα σε υψηλό επίπεδο.

Δούλευε πολύ για να είναι ο καλύτερος και δεν πούλησε ποτέ οπαδιλίκι. Το ξέραμε πως ήταν οπαδός του Ολυμπιακού κι αυτό δεν άλλαξε ποτέ. Ούτε όταν έπαιζε, ούτε στη συνέχεια της ζωής του. Μόνο που όταν κρέμασε τα γάντια του προτιμούσε, αντί για τερματοφύλακας, να παίζει σέντερ φορ. Να παίζει «μέσα», όπως όταν έκανε τα πρώτα του βήματα στον Ηλυσιακό. Ενα παιχνίδι της τύχης τον έφερε κάτω απ’ τα δοκάρια κι απ’ τη στιγμή που βρέθηκε εκεί εξελίχτηκε στον κορυφαίο τερματο- φύλακα που όλοι θαυμάσαμε.

Ολοι όσοι είμαστε τυχεροί και τον ζήσαμε μέσα στα γήπεδα. Τον προσιτό Νίκο Σαργκάνη, που δεν είχε έπαρση, ίχνος βεντετισμού και σνομπισμού. Τον καλό φίλο, τον ταπεινό άνθρωπο, τον δοτικό Σαργκάνη, που οι βαθιές χαρακιές στο χαμογελαστό πρόσωπό του αποτύπωναν καλοσύνη κι εγκαρτέρηση. Tο «φάντομ» πέταξε αυτή τη φορά προς τους ουρανούς.

Τον βλέπω τώρα να περνάει από μπροστά μας, στο φορείο με ανοιγμένο το κεφάλι και τον επίδεσμο μέσα στο αίμα. Ανοιξη του 1981 στο ξερό (τότε) γήπεδο του Αιγίου. Κι ο κόσμος να τον χειροκροτεί. Από τότε ο Νίκος Σαργκάνης πήρε στα μάτια μου διαστάσεις μυθικές.

Κι, έτσι σαν μύθος, θα παραμείνει…

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στην SPORTDAY που κυκλοφορεί
Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News