Αντεμάρ Φερέιρα Ντα Σίλβα: Ο διανοούμενος ολυμπιονίκης που καθιέρωσε τον γύρο του θριάμβου
Το δεύτερο διαδοχικό χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στο τριπλούν κέρδισε στις 27 Νοεμβρίου 1956 στη Μελβούρνη ο Βραζιλιάνος Αντεμάρ Φερέιρα Ντα Σίλβα, μια σπάνια περίπτωση πολυσχιδούς προσωπικότητας μέσα και έξω απ’ τα στάδια.
Πριν ακόμα οι Βραζιλιάνοι δουν την εθνική τους ομάδα ποδοσφαίρου να στέφεται πρωταθλήτρια κόσμου, φούσκωναν τα στήθη τους από υπερηφάνεια για έναν μεγάλο αθλητή του τριπλούν που είχε πετύχει αυτόν τον στόχο. Τον Αντεμάρ Φερέιρα Ντα Σίλβα.
Σχεδόν αμέσως μετά το Maracanazo (1950) και μέχρι και λίγο πριν το ξεπέταγμα του Πελέ, ο οποίος οδήγησε τη «Σελεσάο» στην κατάκτηση του πρώτου της Μουντιάλ (1958), ο πολυτάλαντος αυτός άλτης δεν άφησε διάκριση για διάκριση στο ιδιαίτερο αγώνισμά του. Το 1952 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι, που ήταν το πρώτο για την πατρίδα του στον στίβο και το 1955 έγινε ο πρώτος αθλητής που έσπασε το φράγμα των 16.50 μ. (με 16.56 μ.).
Στην κορύφωση της καριέρας του, ωστόσο, έφτασε στις 27 Νοεμβρίου 1956 όταν κατέκτησε το δεύτερο διαδοχικό ολυμπιακό χρυσό μετάλλιο στους αγώνες της Μελβούρνης – επίτευγμα που δεν έχει επαναλάβει κανένας άλλος Βραζιλιάνος αθλητής ατομικού αγωνίσματος έως και σήμερα!
Σπάνια πάστα ανθρώπου, με πλούσια μόρφωση και ανησυχίες που υπερέβαιναν τα όρια του αθλητισμού, ο Ντα Σίλβα μπορούσε να υπερηφανεύεται και για το γεγονός ότι ήταν ο πρώτος αθλητής που έκανε τον γύρο του σταδίου για να χαιρετίσει τους φιλάθλους, ύστερα από την πρώτη ολυμπιακή νίκη του στο Ελσίνκι. Το παράδειγμά του μιμήθηκαν έκτοτε κι άλλοι νικητές και πλέον ο λεγόμενος «γύρος του θριάμβου» αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των αγώνων στίβου κι έχει περάσει και σε άλλα σπορ (όπως το ποδόσφαιρο)!
Προτού ακόμα ολοκληρώσει την τεράστια αθλητική του καριέρα (η οποία είχε αρχίσει με την αποτυχημένη του απόπειρα να παίξει ποδόσφαιρο στη Σάο Πάουλο) συμμετείχε σε μία βραβευμένη κινηματογραφική παραγωγή, ενώ ασχολήθηκε με επιτυχία με τη μουσική και τη γλυπτική. Παράλληλα, είχε πάθος με την εκμάθηση ξένων γλωσσών – ικανότητα που τον βοήθησε να ακολουθήσει δημοσιογραφική και διπλωματική καριέρα.
Πέρα από τα ισπανικά (που ως πορτογαλόφωνος τα είχε εύκολα) και τα αγγλικά (που ήταν από τότε must), μιλούσε αψεγάδιαστα γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ακόμα και ιαπωνικά και φινλανδικά, ενώ μπορούσε να συνεννοηθεί επαρκώς και στα τσέχικα και τα ισλανδικά!
Ενδεικτικό της εξυπνάδας του ήταν ότι είχε φροντίσει να διδαχθεί μόνος του τη φινλανδική γλώσσα κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952, με τη βοήθεια μιας οικογένειας μεταναστών από τη χώρα που κατοικούσε στο Σάο Πάουλο. Όταν έφτασε, λοιπόν, στο Ελσίνκι, άφησε άναυδους τους Φινλανδούς δημοσιογράφους που του απηύθυναν ερωτήσεις στα αγγλικά και τον άκουσαν να απαντάει στη γλώσσα τους!
Στη διάρκεια των αγώνων έπιανε κουβέντα στο στάδιο με τους ντόπιους φιλάθλους, οι οποίοι εκτίμησαν το γεγονός ότι είχε μάθει τόσο καλά τη γλώσσα τους και εξέφρασαν έμπρακτα την υποστήριξή τους προς το πρόσωπό του. Αυτός ο δεσμός που ανέπτυξε ο Ντα Σίλβα με τον κόσμο έπαιξε ρόλο ώστε να «γεννηθεί» ο γύρος του θριάμβου, μια και ο Βραζιλιάνος τριπλουνίστας ένιωσε την ανάγκη να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στους φιλάθλους ύστερα από τη νίκη του.
Από το ποδόσφαιρο στο τριπλούν
Ο Αντεμάρ Φερέιρα Ντα Σίλβα γεννήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 1927 και ήταν παιδί μιας φτωχής οικογένειας του Σάο Πάουλο. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στη σιδηροδρομική εταιρία και η μητέρα του εργαζόταν περιστασιακά ως μαγείρισσα.
Όπως τα περισσότερα φτωχόπαιδα από τη Βραζιλία, έτσι κι εκείνος είχε όνειρο να κάνει καριέρα στο ποδόσφαιρο. Από τα πρώτα χρόνια μέχρι το τέλος της εφηβείας του έπαιζε μπάλα στις φαβέλες και κάποια στιγμή δοκίμασε την τύχη του και στον μεγάλο σύλλογο της γενέτειράς του. Ωστόσο, ύστερα από μερικές προπονήσεις κρίθηκε ανεπαρκής για να παίξει σε υψηλό επίπεδο.
Η απόρριψη δεν τον απογοήτευσε μια και λίγο καιρό αργότερα ο Γερμανός προπονητής στίβου, Ντίτριχ Γκέρνερ, εντυπωσιάστηκε από τα σωματικά του προσόντα και την πλαστικότητα των κινήσεών του. Έστρεψε, λοιπόν, τον Ντα Σίλβα προς τον κλασικό αθλητισμό, αλλά χρειάστηκε δύο χρόνια και δοκιμές σε πολλά αγωνίσματα (από τα 100 μέτρα και το άλμα εις ύψος μέχρι τις μεσαίες αποστάσεις) για να καταλάβει ότι αυτό που του ταίριαζε ήταν το τριπλούν.
«Είχα αρχίσει να χάνω τις ελπίδες μου», είχε εκμυστηρευθεί ο Γκέρνερ, ο οποίος θυμόταν ότι το πρώτο δοκιμαστικό άλμα του νεαρού αθλητή στο τριπλούν ήταν στα 11.40 μ. Κάτι παραπάνω από καλό για αρχάριο, έστω και αρκετά μεγάλο σε ηλικία (ήταν ήδη 19 ετών, μια και αυτά συνέβησαν στις αρχές του 1947). Ο Γερμανός προπονητής είχε μείνει έκπληκτος.
Τους μήνες που ακολούθησαν, ο Ντα Σίλβα δούλεψε εντατικά με τον μέντορά του (τον οποίο έφτασε να αποκαλεί «ο Γερμανός μπαμπάς μου») ώστε να βελτιώσει την τεχνική του. Δεν ήταν πολύ δύσκολο, επειδή διέθετε έμφυτη φινέτσα στις κινήσεις του, που έκανε πολλούς να τον παρομοιάζουν με χορευτή μπαλέτου. Η εξέλιξη τού ήταν αλματώδης και το 1948 κέρδισε το δικαίωμα συμμετοχής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου. Παρά την απειρία του πήδησε στα 14.69 μ. στον προκριματικό και πέρασε στον τελικό, όπου με καλύτερο άλμα στα 14.49 μ. κατετάγη όγδοος. Ήταν μόνο η αρχή.
Οι δύο ολυμπιακοί θρίαμβοι
Τα πράγματα είχαν πάρει πια τον δρόμο τους. Το 1949 ο ταλαντούχος Βραζιλιάνος αθλητής ανέβηκε στο τρίτο σκαλί του βάθρου στο Πρωτάθλημα Στίβου Νοτίου Αμερικής που διεξήχθη στη Λίμα, πίσω απ’ τους συμπατριώτες του, Έλιο Ντα Σίλβα και Ζεράλντο Ντε Ολιβέιρα.
Στα τέλη του 1950, με την ολοένα βελτιωμένη τεχνική του και στα τρία σκέλη του άλματος, έκανε την υπέρβαση. Πήδησε στα 16.00 μ. σε αγώνα στο Σάο Πάουλο και ισοφάρισε το παγκόσμιο ρεκόρ που είχε σημειώσει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 ο Ιάπωνας Ναότο Τατζίμα! Τον επόμενο χρόνο κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Παναμερικανικούς Αγώνες του Μπουένος Άιρες με 15.24 μ. και μπορούσε να ελπίζει βάσιμα στην υλοποίηση του ονείρου του. Να στεφθεί χρυσός ολυμπιονίκης.
Έχοντας βελτιώσει από το 1951 το παγκόσμιο ρεκόρ (16.01 μ.) ο Ντα Σίλβα πήγε στο Ελσίνκι ως φαβορί για το χρυσό μετάλλιο και δικαίωσε τα προγνωστικά. Από την πρώτη κιόλας προσπάθεια «πέταξε» στα 15.95 μ., κόβοντας την όρεξη των αντιπάλων του και στη δεύτερη συνέτριψε το παγκόσμιο (και το ολυμπιακό) ρεκόρ με 16.12 μ. Στην πέμπτη προσπάθεια το βελτίωσε κι άλλο (16.22 μ.), ενώ και η τέταρτη και η έκτη ήταν καλύτερες από το παλιό ρεκόρ (16.09 μ. και 16.05 μ.)! Ο Σοβιετικός Λεονίντ Στσέρμπακοφ έκανε καλή προσπάθεια (15.98 μ.) αλλά έμεινε δεύτερος.
Ήταν το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο για τη Βραζιλία στον στίβο και το πρώτο γενικώς στην κορυφαία διοργάνωση ύστερα από εκείνο του σκοπευτή Γκιλιέρμε Παραένσε το 1920 στην Αμβέρσα. Ο Ντα Σίλβα, όμως, δεν σκόπευε να αρκεστεί σ’ αυτό. Έβαλε στόχο τη νίκη και στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης, όπου πήγε πάλι ως φαβορί, μια και το 1955 είχε ανεβάσει το παγκόσμιο ρεκόρ στα 16.56 μ. Έστω κι αν τον βοήθησε για την εξωπραγματική επίδοση (που διέλυσε το 16.23 μ. που είχε σημειώσει το 1953 ο Στσέρμπακοφ) το υψόμετρο της Πόλης του Μεξικού, όπου είχε διεξαχθεί τότε ο τελικός των Παναμερικανικών Αγώνων.
Στην Αυστραλία ο Ντα Σίλβα ήταν ο σημαιοφόρος της πατρίδας του κατά την Τελετή Έναρξης, αλλά τα βρήκε σκούρα με τον Ισλανδό Βιλχιάλμουρ Έιναρσον, ο οποίος στη δεύτερη προσπάθειά του στον τελικό πήδησε στα 16.26 μ. και του πήρε το ολυμπιακό ρεκόρ. Ο Βραζιλιάνος, όμως, δεν πτοήθηκε κι έκανε τα καλύτερα άλματά του στο δεύτερο σκέλος του αγώνα.
Με 16.35 μ. στην τέταρτη προσπάθεια πήρε πίσω το ολυμπιακό ρεκόρ και ανέβηκε στην πρώτη θέση και κατόπιν έκανε άλλα δύο μεγάλα άλματα (16.26 μ. και 16.21 μ.). Την ίδια στιγμή, ο Έιναρσον έκανε μόνο ένα έγκυρο που ήταν πολύ χαμηλό (15.61 μ.), ενώ ο Στσέρμπακοφ έμεινε έκτος με 15.80. Το χάλκινο μετάλλιο κατέκτησε ένας άλλος Σοβιετικός, ο Βίτολντ Κρέγερ (16.02 μ.).
Έπαιξε τον Άδη στο «Ορφέο Νέγκρο»
Παράλληλα με την αθλητική του καριέρα, ο Ντα Σίλβα ξεδίπλωνε τα ταλέντα του και στις τέχνες. «Είναι ένας ωραίος, ευχάριστος τύπος, που πάντοτε κουβαλάει την κιθάρα του στα στάδια. Τραγουδάει σε δέκα διαφορετικές γλώσσες – από σάμπα μέχρι λίντερ του Σούμπερτ – και δίνει πνοή στα πάρτι των αθλητών ύστερα από τους αγώνες, με ολονύχτια σόου», είχε γράψει γι’ αυτόν ο δημοσιογράφος Ζορζ Ντε Καρβάλιο σ’ ένα τεύχος του «Sports Illustrated» του 1959.
Το ίδιο έτος έκανε την εμφάνισή του στον κινηματογράφο, μια και υποδύθηκε τον Άδη στο περίφημο «Ορφέο Νέγκρο» («Μαύρος Ορφέας») του Γάλλου σκηνοθέτη Μαρσέλ Καμύ – ο οποίος προσάρμοσε τον αρχαιοελληνικό μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης σε μία φαβέλα του Ρίο ντε Τζανέιρο κατά τη διάρκεια του Καρναβαλιού. Η ταινία απέσπασε εξαιρετικές κριτικές και κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών του 1959, αλλά και το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1960. Όπως έχει γράψει και ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, το φιλμ αυτό ήταν το αγαπημένο της μητέρας του.
Η συμμετοχή του στο «Ορφέο Νέγκρο» έκανε τον Ντα Σίλβα γνωστό σε ακόμα πιο ευρύ κοινό, αλλά αποδείχθηκε και η μοναδική του στη μεγάλη οθόνη. Αν και ήταν άνθρωπος των τεχνών, δεν ενδιαφέρθηκε να ακολουθήσει καριέρα ηθοποιού, ενώ δεν είχε εγκαταλείψει τον στίβο παρότι είχε περάσει τα 30 και είχε πλέον απωλέσει τον τίτλο του παγκόσμιου ρέκορντμαν.
Το 1959 κέρδισε το τρίτο διαδοχικό χρυσό μετάλλιο στο τριπλούν στους Παναμερικανικούς Αγώνες και ο μεγάλος του στόχος ήταν να επαναλάβει το τρεμπλ και στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ωστόσο, αν και προκρίθηκε στον τελικό του τριπλούν το 1960 στη Ρώμη (όπου ήταν πάλι ο σημαιοφόρος της Βραζιλίας), περιορίστηκε στη 14η θέση. Λίγο καιρό αργότερα παρηγορήθηκε με το χρυσό στους Ιβηροαμερικανικούς Αγώνες που διεξήχθησαν τότε για πρώτη φορά στη Χιλή. Συμμετείχε μάλιστα και στο μήκος, όπου κατέλαβε την τρίτη θέση.
Στο πάνθεον του βραζιλιάνικου αθλητισμού
Με αυτές τις συμμετοχές ολοκλήρωσε και την καριέρα του ο Ντα Σίλβα, ο οποίος ως ανήσυχο πνεύμα δεν έπαψε ποτέ να επιζητά τη γνώση. Σπούδασε φυσική αγωγή και νομική και πήρε και τα δύο πτυχία το 1968, αφού στο μεταξύ είχε θητεύσει στο διπλωματικό σώμα της Βραζιλίας (ως πολιτιστικός ακόλουθος στο Λάγκος, την τότε πρωτεύουσα της Νιγηρίας). Πολύ αργότερα σπούδασε και δημόσιες σχέσεις και πήρε το πτυχίο του το 1990, σε ηλικία 62 ετών!
Αυτό που προξενεί εντύπωση είναι ότι πέτυχε τόσα σπουδαία πράγματα στον αθλητισμό ενώ ήταν συστηματικός καπνιστής! Δεν έκοψε το τσιγάρο παρά μόνο δύο χρόνια πριν τον θάνατό του, στις 12 Ιανουαρίου 2001. Είχε περάσει πολλές περιπέτειες με την υγεία του, αλλά παρέμενε ενεργός κοινωνικά και μάλιστα διατηρούσε τακτική επικοινωνία με τον Εμίλ Ζάτοπεκ, με τον οποίο είχαν γνωριστεί το 1952 στο Ελσίνκι και – κατά τραγική ειρωνεία – έφυγε απ’ τη ζωή λίγες ημέρες πριν από εκείνον (στις 21 Νοεμβρίου 2000).
Ανάμεσα στις πολλές τιμές προς το πρόσωπό του, ξεχωρίζουν τα δύο χρυσά αστέρια που κοσμούν τη φανέλα της ποδοσφαιρικής ομάδας της Σάο Πάουλο. Συμβολίζουν τα δύο παγκόσμια ρεκόρ που σημείωσε το 1952 και το 1955 στο τριπλούν ο Ντα Σίλβα, ο οποίος μπορεί να μην κατάφερε να φορέσει τη φανέλα της ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, αλλά παρέμεινε ένθερμος οπαδός της και ενεργό μέλος του συλλόγου μέχρι το τέλος της ζωής του.
Πηγές: worldathletics.org («70 years since Brazil’s two-time Olympic champion Da Silva flew beyond 16.50m», «Brazil’s two-time Olympic champion Adhemar Ferreira da Silva passes away), en.wikipedia.org («Adhemar Ferreira Da Silva», «Athletics at the 1956 Summer Olympics», «List of Olympic medalists for Brazil), silverage.gr («Ορφέο Νέγκρο στο βραζιλιάνικο καρναβάλι»).
Άλλα γεγονότα στην Ελλάδα και τον κόσμο στις 27 Νοεμβρίου
2020: Ο ομοσπονδιακός προπονητής στίβου, Πέτρος Ακριβάκης, πεθαίνει σε ηλικία μόλις 41 ετών έπειτα από μάχη με την επάρατο νόσο.
2016: Ο Νίκο Ρόσμπεργκ κερδίζει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Formula 1 για πρώτη φορά στην καριέρα του, αφού με τη νίκη του στο τελευταίο γκραν πρι της χρονιάς στο Αμπού Ντάμπι αφήνει δεύτερο με πέντε βαθμούς διαφορά τον Λιούις Χάμιλτον.
2013: Πεθαίνει σε ηλικία 88 ετών ο Νίλτον Σάντος, αριστερός μπακ της παγκόσμιας πρωταθλήτριας Βραζιλίας του 1958 και του 1962.
2011: Ο Ρότζερ Φέντερερ κερδίζει το ATP Finals για έκτη φορά στην καριέρα του (ρεκόρ) νικώντας στον τελικό τον Τζο-Βιλφρίντ Τσονγκά με 2-1 σετ (6-3, 6-7, 6-3).
2006: Η «Χρυσή Μπάλα» απονέμεται στον Φάμπιο Καναβάρο, ο οποίος γίνεται ο πρώτος αμυντικός που κερδίζει τη μέγιστη τιμή μετά τον Ματίας Ζάμερ το 1996. Ο Καναβάρο είχε πρωταγωνιστήσει στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου από την Ιταλία.
1999: Ο Κάχι Καχιασβίλι κερδίζει τρία χρυσά μετάλλια στην κατηγορία των 94 κιλών στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Άρσης Βαρών στο ΣΕΦ. Ένα ασημένιο κι ένα χάλκινο κατακτά ο Λεωνίδας Κόκκας.
1996: Πεθαίνει σε ηλικία 33 ετών από ανακοπή καρδιάς ο αθλητικός συντάκτης (και υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου της ΕΠΟ), Γιάννης Μαυροειδάκος.
1991: Ο νέος κανονισμός μεταγραφών στην Ελλάδα προβλέπει τη συμμετοχή δύο ξένων παικτών στη Β’ Εθνική.
1987: Ο Γιώργος Κοσκωτάς συμφωνεί με τη διοίκηση της Βέροιας για τη μεταγραφή του ταλαντούχου μέσου, Γιώτη Τσαλουχίδη, αντί του ποσού των 60 εκατομμυρίων δραχμών.
1977: Πεθαίνει σε ηλικία 70 ετών ο Επαμεινώνδας Πετραλιάς, διακεκριμμένο μέλος της ΕΟΑ για σχεδόν 40 έτη, πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας, Γ.Γ. Αθλητισμού (1961-1963) και Γ.Γ. της Διεθνούς Επιτροπής Μεσογειακών Αγώνων.
1971: Ο Σάμι Τσάπμαν γίνεται ο πρώτος παίκτης της Νότιγχαμ Φόρεστ που αποβάλλεται ύστερα από 32 χρόνια, στον εντός έδρας αγώνα Κυπέλλου με τη Λιντς (2-1). Ο προηγούμενος παίκτης των «κόκκινων» που είχε πάρει την άγουσα για τα αποδυτήρια ήταν ο Τζορτζ Πρίτι, τον Μάρτιο του 1939, σε έναν αγώνα για τη Β’ Κατηγορία κόντρα στη Μίλγουολ (3-0).
1968: Η ΑΕΚ γίνεται η πρώτη ελληνική ομάδα που φτάνει στα προημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, χάρη στη νίκη της με 2-0 επί της Ακαντέμισκ στην Κοπεγχάγη (ο πρώτος αγώνας στη Νέα Φιλαδέλφεια είχε λήξει 0-0). Τα γκολ της ιστορικής νίκης πετυχαίνουν ο Ανδρέας Σταματιάδης (26′) και ο Μίμης Παπαϊωάννου (81′).
1966: Δύο φίλαθλοι του Παναθηναϊκού χάνουν τις ζωές τους σε τροχαίο έξω από τα Τέμπη, καθ’ οδόν για τη Βέροια όπου οι «πράσινοι» θα αντιμετώπιζαν την τοπική ομάδα.
1963: Ο ΠΑΟΚ αποχωρεί στο 27ο λεπτό του αγώνα πρωταθλήματος με τον Ολυμπιακό στη Νέα Φιλαδέλφεια, με τους παίκτες του να διαμαρτύρονται για τον μη καταλογισμό πέναλτι σε χέρι του Γιάγκου Σημαντήρη, ενώ το σκορ είναι 1-0 υπέρ των Πειραιωτών. Η ομάδα της Θεσσαλονίκης θα μηδενιστεί.
1960: Ο Γκόρντι Χάου των Ντιτρόιτ Ρεντ Γουίνγκς σημειώνει τον 1.000ό του πόντο στο NHL, στον αγώνα εναντίον των Τορόντο Μέιπλ Λιφς.
1956: Ο 20χρονος Αμερικανός Αλ Έρτερ κατακτά το χρυσό μετάλλιο στη δισκοβολία στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης με βολή στα 56.36 μ. (ολυμπιακό ρεκόρ). Είναι το πρώτο από τα τέσσερα διαδοχικά χρυσά που θα κερδίσει στο αγώνισμα. Την ίδια μέρα ο συμπατριώτης του, Μπόμπι Μόροου, κερδίζει το χρυσό και στα 200 μ., τέσσερις μέρες μετά τα 100 μ.
1927: Η Αργεντινή συντρίβει με 5-1 το Περού και κατακτά το Κόπα Αμέρικα για τρίτη φορά στην ιστορία της, αφού τερματίζει δύο πόντους ψηλότερα απ’ την Ουρουγουάη. Πρώτοι σκόρερ των πρωταθλητών είναι οι Αλφρέδο Καρικάμπερι και Σεγούνδο Λούνα με τρία γκολ ο καθένας.
1903: Ο Βίλχελμ Χάουσιλντ στέλνει στην ηγεσία τη φαρμακοβιομηχανίας Friedrich Bayer and Co μια επιστολή υπογεγραμμένη από 107 εργαζόμενους, με την οποία ζητά την υποστήριξή της για τη δημιουργία αθλητικού συλλόγου. Η εταιρία θα δώσει τη συγκατάθεσή της και την 1η Ιουλίου 1904 θα ιδρυθεί η γνωστή μας Μπάγερ Λεβερκούζεν.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ
- Μεντιλίμπαρ: «Ο τίτλος του πρωταθλητή χειμώνα δεν σημαίνει τίποτα»
- Μήνυμα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ για τον τραυματισμό του Τζίμα: «Μείνε δυνατός Στέφανε, είμαστε όλοι δίπλα σου»
- Ολυμπιακή Φλόγα: Ξεκίνησε από το Παναθηναϊκό Στάδιο το ταξίδι της για την Ιταλία
- Μπαφές: «Πάνω από όλα η ασφάλεια φιλάθλων και εργαζομένων, τα κυβικά νερού στην οροφή του ΣΕΦ ήταν ασύλληπτα»
- Σπανούλης: Η Μονακό «έτρεξε» με 125 κι έσπασε το ρεκόρ του Παναθηναϊκού!
