ΤΣΑΒΙ: Ο φανατικός του μοντέλου

Οι απόψεις του για την φιλοσοφία της Μπαρτσελόνα, τις ευθύνες των παικτών και την εξέλιξή του (vids)

Όλοι ξέρουμε ποιος ήταν ο Τσάβι ως ποδοσφαιριστής. Ωστόσο, ποιος είναι ως προπονητής; Οπότε ας το πάρουμε από την αρχή. Είναι φανατικός του μοντέλου της Μπαρτσελόνα. Για εκείνον υπάρχουν κι άλλα, μα σε κανένα δεν πιστεύει όπως σ’ αυτό. Με τα χρόνια υπάρχουν πολλές συνεντεύξεις, πολλές συμμετοχές σε ντοκιμαντέρ όπου εξηγεί τα πιστεύω του – ίσως, όμως, πιο ξεκάθαρος να ήταν στο «Take the Ball, Pass the Ball», το φιλμ του 2018 που παρουσιάζει την ιστορία της καλύτερης Μπαρτσελόνα όλων των εποχών.

«Εμείς πιστεύουμε σ’ αυτή τη φιλοσοφία. Ελπίζω πως όταν τα πράγματα θα μας πάνε άσχημα – κι ελπίζω να μη συμβεί γι’ άλλα 200 χρόνια – δεν πρέπει να πέσουμε στην παγίδα και σε παραλογισμούς πως πρέπει ν’ αλλάξουμε τη φιλοσοφία του παιχνιδιού. Ποτέ δεν πρέπει ν’ αλλάξει αυτή η τόσο αναγνωρίσιμη φιλοσοφία. Ποτέ!».

Ο τρόπος παιχνιδιού και το μήνυμα

Οπότε η φιλοσοφία του Τσάβι είναι αυτή που έμαθε στη Λα Μασία. Τα «τρία p»: posesión (ποσεσιόν, κατοχή), posición (ποσιθιόν, θέση), precisión (πρεθισιόν, ακρίβεια) κι άλλες ιδέες. Όπως αυτή του «el tercer hombre», κυριολεκτικά ο τρίτος άνδρας, αλλά στην πραγματικότητα η διαδικασία να «χτίζονται» υπεραριθμίες σ’ όλο το μήκος και πλάτος του γηπέδου, το «rondo», η πίεση των λίγων δευτερολέπτων. Κυρίως, όμως, είναι η αναζήτηση της ευθύνης και το αίσθημα της περιπέτειας. «Άλλωστε γιατί είσαι ποδοσφαιριστής αν δεν θέλεις να πάρεις το ρίσκο του να παίξεις;», αναρωτήθηκε σε συνέντευξή του στην ισπανική εφημερίδα «La Vanguardia».

Στο «The Coaches Voice» παρουσίασε πως παίζει η Αλ-Σαντ σε διάφορες φάσεις του παιχνιδιού. Η μέθοδος δεν διαφέρει από εκείνη που ακολουθούσε ως ποδοσφαιριστής, ανεξαρτήτως διάταξης, αν και είναι δεδομένο πως την ιδέα του υπηρετούν καλύτερα τα σχήματα που έχουν εξτρέμ και καλούς χειριστές της μπάλας. Οπότε η αρχική ιδέα δεν είναι μυστικό. Από εκεί κι έπειτα οι υπόλοιπες λεπτομέρειες έχουν να κάνουν με τα χαρακτηριστικά των παικτών που έχει στη διάθεσή του.

Το σημαντικότερο, όμως, για τον ίδιο είναι «να μπορέσεις να περάσεις το μήνυμα στον ποδοσφαιριστή», υποστηρίζει. Η αλήθεια είναι πως εκεί βρίσκεται το κλειδί. Ο Τσάβι παραδέχεται πως άνοιξε την πόρτα αυτού του νέου κόσμου με δισταγμό γιατί ήταν πολλοί οι τομείς τους οποίους έπρεπε να ελέγχει. Δουλειά του δεν ήταν μόνο η κατάρτιση της 11άδας. «Κάποιες φορές είναι απαραίτητο να χτυπάς το χέρι σου στο τραπέζι. Κι αυτό μου βγήκε με φυσικό τρόπο», δήλωσε.

Η πορεία του στο Κατάρ

Ο Τσάβι έχει το δικό του τρόπο να φτάνει στους παίκτες και να τους κερδίζει. Στην Αλ-Σαντ, βέβαια, αυτό ήταν και κάπως εύκολο. Η σχέση του με τη διοίκηση είναι τέτοια που δεν μπορούσε παρά να συμμορφωθούν όλοι με το μήνυμά του κι όσοι δεν μπορούσαν θα έφευγαν. Ο Τσάβι είναι σημαντικός για όλο το ποδοσφαιρικό πρότζεκτ του Κατάρ, λόγω της συμμετοχής του στην ανάπτυξη του αθλήματος στη χώρα και ως συμβούλου στη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022.

Πριν μερικούς μήνες μια παλιά «αλεπού» των πάγκων, ο Μπόρα Μιλουτίνοβιτς, που εργάζεται εδώ και χρόνια στο Κατάρ ανέφερε πως ο Τσάβι είναι ευφυέστατος. «Εδώ κάθε μέρα βελτιώνεται. Η ομάδα του παίζει το καλύτερο ποδόσφαιρο στο Κατάρ», δήλωσε. «Ζει εμπειρίες στο μοναδικό τομέα που του έλειπε: να είναι αυτός που έχει τον έλεγχο, γιατί την ποδοσφαιρική ιδέα την είχε πριν εργαστεί στο Κατάρ», υποστήριξε ο Χέιμιρ Χάλγκριμσον, πρώην κόουτς της Εθνικής Ισλανδίας και τα τελευταία χρόνια αντίπαλος του Τσάβι, με την Αλ-Αράμπι. «Η ομάδα του έχει 60 με 70% κατοχή της μπάλας και θα μπορούσαν να νικούν εύκολα με έξι και επτά γκολ. Παρόλο που έχουν την πιο ποιοτική ομάδα, παίρνει σχεδόν το μάξιμουμ από τους παίκτες του κι αυτό δεν είναι εύκολο», τόνισε.

Η αναγνώριση και η πίεση

Σε αντίθεση με άλλους προπονητές που πρώτα κλήθηκαν να το αποδείξουν ο Τσάβι έχει ήδη την αναγνώριση και μάλιστα από όλα τα τοτέμ της σύγχρονης ιστορίας της Μπαρτσελόνα. Από τον αείμνηστο Γιόχαν Κρόιφ, τον Πεπ Γκουαρδιόλα, τον Λιονέλ Μέσι, τον Ανδρές Ινιέστα, τον Τζεράρ Πικέ, τον Σέρχιο Μπουσκέτς, τον Κάρλες Πουγιόλ, τον Βίκτορ Βαλδές και τον Ντάνι Άλβες.

Οπότε γιατί είπε όχι στο παρελθόν – και μάλιστα δύο φορές – στην Μπαρτσελόνα; Γιατί αρνήθηκε την πρόταση της Εθνικής Βραζιλίας που τον ήθελε στο προπονητικό τιμ του Τιτέ στη διάρκεια του Κόπα Αμέρικα και του Μουντιάλ με την προοπτική να τον διαδεχθεί έπειτα από μερικά χρόνια, σύμφωνα με την ισπανική εφημερίδα «As»; Γιατί έκλεισε την πόρτα και στην Ντόρτμουντ που τον προσέγγισε προτού δώσει πέντε εκατομμύρια ευρώ για να «σπάσει» το συμβόλαιο του Μάρκο Ρόζε; Η απάντηση έχει δύο σκέλη.

Ένα δεν ένιωθε την πίεση. Στο Κατάρ, η οικογένειά του ζει καταπληκτικά. Ο ίδιος μάθαινε να είναι προπονητής. Η σύζυγός του ένιωθε άνετα με το να μεγαλώνουν εκεί τα δύο παιδιά τους. Τα αδέρφια του σπούδασαν και ανέπτυξαν επιχειρηματική δραστηριότητα.

Το δεύτερο είναι πως ήθελε τον πάγκο της Μπαρτσελόνα, αλλά σε συνθήκες που να μπορεί να προσφέρει. Ο Τσάβι στα χρόνια του ως ποδοσφαιριστής κατάλαβε πως για να νικήσουν οι ομάδες εντός αγωνιστικού χώρου χρειάζεται να νικούν και άλλες ομάδες – του ίδιου συλλόγου – εκτός αυτού. Στην Μπαρτσελόνα δεν ήταν μόνο ο Φρανκ Ράικαρντ, ο Πεπ Γκουαρδιόλα ή ο Λουΐς Ενρίκε που έδειχναν το δρόμο. Ήταν κι ο Τζουάν Λαπόρτα, αλλά κυρίως άνθρωποι που να πιστεύουν στο μοντέλο: οι αθλητικοί διευθυντές Τσίκι Μπεγκιριστάιν κι Αντόνι Θουμπιθαρέτα, οι υπεύθυνοι της ακαδημίας κι άλλων τμημάτων. Οπότε όταν αναλάβει θα είναι πεπεισμένος πως είτε υπάρχει το κατάλληλο οικοσύστημα με τον Ματέου Αλεμάνι και τον Τζόρντι Κρόιφ ή είναι πρόσφορο το έδαφος για να δημιουργηθεί.

 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News