Αντώνης Καρπετόπουλος: Τόμας Γουόκαπ, τιμή σου και τιμή μας!

Sportday.gr

Ο Αντώνης Καρπετόπουλος σχολιάζει την ελληνοποίηση του Τόμας Γουόκαπ και συνιστά ψυχραιμία διότι δεν υπάρχει τίποτα σκανδαλώδες στην υπόθεση, ενώ ταυτόχρονα δεν αντέχει την τόση υποκρισία.

Με την συνήθεια που έχουμε αποκτήσει να κάνουμε ενστάσεις ακόμα και για τα αυτονόητα, είναι λογικό ότι η ανακοίνωση της απόκτησης ελληνικού διαβατηρίου από τον Αμερικάνο μπασκετμπολίστα του Ολυμπιακού Τόμας Γουόκαπ θα γινόταν λόγος για διαδικτυακούς καυγάδες. Κάνω έκκληση για ψυχραιμία – κυρίως γιατί στην ιστορία δεν υπάρχει τίποτα το σκανδαλώδες.

Και φωτογραφίες με τον πρωθυπουργό

Δεν ξέρω πόσοι το γνωρίζεται, αλλά στην Ελλάδα αν είσαι ξένος, αρκεί να αγοράσεις ένα σπίτι συγκεκριμένης αξίας (ή μια επιχείρηση) για να αποκτήσεις αρχικά άδεια παραμονής και στην συνέχεια «ιθαγένεια», δηλαδή διαβατήριο. Το ποσό που χρειάζεται να καταβάλεις μεταβάλλεται από πόλη σε πόλη και μπορεί να είναι μεγάλο ή πιο μικρό.

Αυτό που θέλω να πω είναι ότι στην Ελλάδα μας δεν υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες για να βγάλεις άδεια παραμονής και να αποκτήσεις διαβατήριο αν είσαι ξένος, αρκεί να κάνεις μια επένδυση και να μην έχεις βρεθεί στη χώρα με μη νόμιμες διαδικασίες. Πριν καταδικάσετε την Ελλάδα, σκεφτείτε ότι υπάρχουν ευρωπαϊκές χώρες που αυτό γίνεται ακόμα πιο εύκολα. Στην Κύπρο πχ.

Στην Ελλάδα αν κάποιος, που ζητά ένα διαβατήριο είναι και διάσημος, όχι μόνο το παίρνει, αλλά μπορεί να το πάρουν και όλα τα μέλη της οικογένειας του και να βγάλει και φωτογραφίες με τον πρωθυπουργό της χώρας: συνέβη με την οικογένεια Τομ Χάνκς πριν μια διετία. Στην περίπτωση του Γουόκαπ δεν υπήρξε τίποτα παράξενο: απλά κινήθηκαν σωστά και γρήγορα οι προβλεπόμενες διαδικασίες, κι αυτός το διαβατήριο το ήθελε πολύ.

Επικαλέστηκε το νέο του συμβόλαιο με τον Ολυμπιακό, το γεγονός ότι έχει στην Ελλάδα τα χρήματα του και ότι θέλει εδώ να συνεχίσει να ζει και το πήρε διότι «δύναται να προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στη χώρα συνεισφέροντας στις διακρίσεις της εθνικής ομάδας καλαθοσφαίρισης» όπως αναφέρθηκε.

Τα σούπερ εγχώρια ταλέντα

Αυτή η αναφορά προκάλεσε φυσικά τα γνωστά σχόλια. Μόνο που ο Γουόκαπ «δύναται να προσφέρει» – το αν θα συμβεί θα εξαρτηθεί από πολλά. Σίγουρα πάντως δεν μοιάζει, αν κληθεί στην Εθνική, να στερεί τη θέση από κάποιο σούπερ εγχώριο ταλέντο.  Φταίει ο Γουόκαπ για το γεγονός ότι οι ελάχιστοι πλέον Ελληνες παίκτες της προκοπής που βγαίνουν δεν εξελίσσονται; Όχι φυσικά. Αυτός μπάσκετ παίζει: δεν βγάζει παίκτες. Ούτε στερεί από κανένα την πιθανότητα να γίνει καλύτερός του.

Ολοι οι κατά καιρούς ταλαντούχοι μικροί που έχουν εμφανιστεί έχουν πάρει ευκαιρίες σε μεγάλες ομάδες. Πόσοι τις εκμεταλλεύτηκαν; Λίγοι. Γιατί; Γιατί κάτι δεν γίνεται σωστά. Βλέπω πχ τον καλό Μιχάλη Λούντζη στον Ολυμπιακό. Αν τον περιγράψεις, περιγράφεις τον Γουόκαπ! Τα προσόντα τους μοιάζουν ίδια – ακόμα και οι αδυναμίες τους: ούτε ο Γουόκαπ είναι ο καλύτερος σουτέρ πχ. Ο Λούντζης είναι 24 χρόνων κι ο Γουόκαπ 30. Εχουν το ίδιο ύψος, παίζουν στην ίδια θέση, έχουν την ίδια κοψιά – αλλά δύσκολα ο Λούντζης θα γίνει Γουόκαπ.

Γιατί; Πρώτα από όλα γιατί δύσκολα ο Λούντζης θα κάνει την διαδρομή του Αμερικάνου και θα αποκτήσει τη νοοτροπία και τα μούσκουλά του. Ο Γουόκαπ ξεκίνησε από το Τέξας, έφτασε σε μια χώρα όπως η Λιθουανία που αμφιβάλω αν γνώριζε την ύπαρξή της και κατέληξε στον Ολυμπιακό έχοντας ως παίκτης εξελιχτεί χάρη στη δουλειά του και μόνο. Χωρίς διαδρομή στην οποία επιβάλλεται να δουλέψεις δύσκολα γίνεσαι καλύτερος.

Λένε ότι οι Ελληνες μικροί δεν δουλεύουν: δεν συμφωνώ – όλοι δουλεύουν. Το θέμα είναι γιατί δουλεύεις: ο Γουόκαπ δούλεψε γιατί είχε φιλοδοξίες και είχε στόχο να είναι την επόμενη σεζόν κάπου καλύτερα, μέχρι που στον Ολυμπιακό βρήκε το λημέρι του. Ενώ οι δικοί μας μοιάζουν ευχαριστημένοι εδώ και με ό,τι κάνουν. Αν όμως ξεμένουμε από παιδιά με φιλοδοξίες ανέλιξης δεν φταίει νομίζω ο Γουόκαπ: αυτός είναι παράδειγμα στον τομέα αυτό.

Οι κανόνες είναι χαλαρότεροι

Πάμε παρακάτω. Είναι αυτό που συνέβη με τον Γουόκαπ κάτι που δεν συμβαίνει πουθενά στον κόσμο ώστε να αποτελεί λόγο προβληματισμού; Όχι φυσικά. Οι πιο πολλές χώρες δίνουν διαβατήρια σε αθλητές, που για τους δικούς τους λόγους τα ζητούν. Τους δίνουν και την δυνατότητα να αγωνιστούν στις εθνικές ομάδες, αν και εφόσον πληρούν προϋποθέσεις, η σημαντικότερη από τις οποίες είναι να μην έχουν αγωνιστεί σε άλλη Εθνική ομάδα.

Κάπως έτσι βλέπουμε στους Ολυμπιακούς Αγώνες Δανούς από την Κένια, Ιταλούς από την Λιβύη ή την Βραζιλία, Γάλλους από κάθε χώρα της Αφρικής, Γερμανούς από την Πολωνία ή την Γκάνα κτλ. Ειδικά στο μπάσκετ οι κανόνες είναι χαλαρότεροι, διότι έτσι είναι το σπορ. Μπορεί ομάδες να πάρουν μέρος στα τελικά μεγάλων διοργανώσεων με wild card και μπορεί και να στελεχώνονται από αθλητές που δεν έχουν γεννηθεί στη χώρα με την φανέλα της οποίας αγωνίζονται.

Κάπως έτσι έχουμε δει Αμερικάνους στην Εθνική Ρωσίας ή στην Εθνική Σλοβενίας ή στην Εθνική Ισπανίας ή Σλοβένους στην Εθνική Ιταλίας. Κι ίσως κάπως έτσι δούμε και τον Γουόκαπ στην Εθνική Ελλάδος. Αλλά προσοχή: η κλήση του δεν είναι αυτόματη. Αν υπάρχει κάποιος καλύτερός του μπορεί να του πάρει τη θέση. Έναν παίκτη με διπλό διαβατήριο μπορεί να έχουμε και μπορεί αυτός να είναι ο Ντόρσεϊ ή αύριο κάποιος άλλος.

Το διαβατήριο δεν εξασφαλίζει θέση στην Εθνική στον Γουόκαπ: ούτε κάποιος του την έχει υποσχεθεί, ούτε κάποιος τον πλήρωσε για να γίνει Ελληνας και του έδωσε θέση στην Εθνική βάση συμφωνίας. Αυτό ίσως σκανδάλιζε κι εμένα. Τι του αναγνωρίστηκε; Η δυνατότητα να προσφέρει. Δεν αμφιβάλει κανείς ότι την έχει.

Όχι άλλη υποκρισία

Γιατί ό,τι συμβαίνει δεν με σκανδαλίζει; Γιατί η διαδικασία που έχει ακολουθηθεί δεν είναι παράνομη, αλλά προβλεπόμενη, δεν αποτελεί κάποιου είδους ελληνικό κόλπο και είναι και εξέλιξη συνηθισμένη στην ιστορία του μπάσκετ στην Ελλάδα.

Από το να ψάχνουμε για δήθεν γιαγιάδες και παππούδες αθλητών στην Αμερική, όπως κάναμε την δεκαετία του ’80 όταν βαφτίζαμε τον χαρισματικό Ράμπις «Ραμπίδη» και τον γίγαντα Νέλσον «Στεργάκο» ή να ανακαλύπτουμε κάποιους με διάθεση να υιοθετήσουν (;) Σερβάκια όπως κάναμε στα 90’ς, προτιμώ αυτό που συμβαίνει τώρα: είναι λιγότερο υποκριτικό και περισσότερο τίμιο.

Και θα βοηθήσει το σπορ. Ακριβώς όπως το βοήθησαν παιδιά με αμφίβολες ελληνικές ρίζες που ήρθαν εδώ, βρήκαν μια χώρα και μια Εθνική και μας βοήθησαν να εξελίξουμε το μπάσκετ και να το αγαπήσουμε και πιο πολύ.

Μιλώντας για υποκρισία ως χώρα έχουμε σταθερά και με δαύτη ένα καλό συμβόλαιο: μας χαλάει πχ η ελληνοποίηση του Γουόκαπ ενώ η ελληνοποίηση του Ζέκα μας φάνηκε κάτι λογικό, όταν έγινε. Ενώ οι περιπτώσεις δεν έχουν καμία διαφορά: μιλάμε για δυο κυρίους, με άψογη συμπεριφορά, που αγάπησαν μια Ελλάδα που γνώρισαν σε μεγάλη μεν ηλικία, πλην όμως με την καρδιά τους.

Με εκπλήσσει επίσης και κάτι άλλο: ότι πολλοί σκανδαλίζονται γιατί μπορεί να φορέσει την φανέλα της Εθνικής ένας ξένος παίκτης, αλλά δεν τους πειράζει αν η Εθνική έχει προπονητή τον Ρικ Πιτίνο ή τον Αντρέα Τρινκέρι. Δεν είναι ξένοι αυτοί; Και ποια ακριβώς είναι η διαφορά;

Δεν στέκονται και οι προπονητές δίπλα στους παίκτες την ώρα της ανάκρουσης του Εθνικού ύμνου; Δεν αγωνίζονται κι αυτοί στην διάρκεια του αγώνα; Δεν θέλουν να προσφέρουν στην Εθνική, ενώ μάλιστα πληρώνονται και για αυτό; Θέλουν. Και το θέλει πολύ και ο Γουόκαπ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΡΠΕΤΟΠΟΥΛΟΥ ΕΔΩ 

 

Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News