Γιώργος Χελάκης: Όταν το ταλέντο και η παρόρμηση υπερίσχυσαν του σχεδιασμού και των συστημάτων...

Σημασία έχει ότι παρακολουθήσαμε ένα συναρπαστικό παιχνίδι με κόσμο, που πουθενά αλλού στην Ευρώπη δεν συγκεντρώνεται για να δει μπάσκετ. Γράφει στη SportDay ο Γιώργος Χελάκης.

Ν’ αρχίσουμε απ’ τα βασικά. Το πιο βασικό ήταν, κατά τη γνώμη μου, το αυθόρμητο χειροκρότημα των οπαδών του Παναθηναϊκού κατά τη στιγμή που έβγαινε απ’ το γήπεδο ο τραυματίας Μιλουτίνοφ. Στιγμή από κείνες που μας λείπουν. Ένα έντονο χρώμα μέσα στις μουντζούρες που καταπλακώνουν τον επαγγελματικό αθλητισμό και το λεγόμενο οπαδικό κίνημα.

Μα βρέθηκαν κάποιοι στο ραδιόφωνο, να μου πουν ότι αμέσως μετά οι ίδιοι οπαδοί έβριζαν τον Γιαννούλη Λαρεντζάκη. Έτσι είναι, αλλά αυτό δεν γίνεται να παραγράψει το ζεστό χειροκρότημα στον σέντερ του Ολυμπιακού. Πώς να το κάνουμε; Όταν κάνουμε σκληρή κριτική στα… οπαδικά φάλτσα, οφείλουμε να αναδεικνύουμε συμπεριφορές σαν κι αυτή απέναντι στον Μιλουτίνοφ.

Ότι έγινε ένα ντέρμπι που κρίθηκε στο καλάθι και δεν υπήρξε κάποια χτυπητή παραφωνία στις εξέδρες του κατάμεστου ΟΑΚΑ δεν γίνεται να το προσπεράσουμε σβηστά. Αξίζουν, λοιπόν, δύο φιλόφρονες λόγοι στους οπαδούς του Παναθηναϊκού, αλλά και στη διοίκηση της ΚΑΕ, που μερίμνησε την εβδομάδα που πέρασε ώστε να αποφευχθούν τα παρατράγουδα.

Στο παιχνίδι τώρα. Υπήρχαν στιγμές στη διάρκειά του, που σου δημιούργησαν την εντύπωση ότι ο Ολυμπιακός δεν θα μπορούσε να παρακολουθήσει το παιχνίδι του Παναθηναϊκού και στο τέλος αυτό θα είχε διαδικαστικό χαρακτήρα. Δεν έγινε διότι οι παίκτες των «ερυθρολεύκων» κι ο προπονητής τους έβρισκαν τρόπους μέσα απ’ το οργανωμένο παιχνίδι να ροκανίζουν τη διαφορά και να απειλούν τους γηπεδούχους. Έτσι, απ’ τη μία πλευρά είχαμε περίσσευμα ταλέντου, απ’ την άλλη οργανωμένο παιχνίδι, μελετημένο ως τις λεπτομέρειές του.

Οι «πράσινοι» στηρίχτηκαν στον απίθανο Ναν και τον εκρηκτικό Γκραντ. Ο Παναθηναϊκός ήταν μια ομάδα του ταλέντου και της παρόρμησης. Ο Ολυμπιακός τού σχεδιασμού και της λεπτομέρειας. Η παρόρμηση ήταν αυτή που οδήγησε αυτούς τους δύο παίκτες του Παναθηναϊκού να… μην αφήνουν την μπάλα απ’ τα χέρια τους και να δώσουν τη δυνατότητα στον Ολυμπιακό, που έπαιζε χωρίς σέντερ, να φέρει το παιχνίδι στον πόντο.

Δεν είναι εύκολο να πει κανείς αν στην τελική αναμέτρηση θα υπερισχύσει το ταλέντο του σχεδιασμού. Είναι φανερό, άλλωστε, ότι ο Αταμάν θα… σφίξει τα λουριά στη συνέχεια βάζοντας όρους και μεταβλητές στο παιχνίδι που κάνουν οι πριμαντόνες του, ενώ ο Μπαρτζώκας θα περιμένει να πάρει πράγματα από παίκτες που έχουν την προσωπικότητα να του τα δώσουν, έξω από συστήματα και τακτικές.

Σημασία έχει ότι παρακολουθήσαμε ένα συναρπαστικό παιχνίδι με κόσμο, που πουθενά αλλού στην Ευρώπη δεν συγκεντρώνεται για να δει μπάσκετ. Παιχνίδι με καλή ατμόσφαιρα και διαιτησία που έκανε λάθη εκατέρωθεν χωρίς πρόθεση να αδικήσει μία απ’ τις δυο ομάδες. Ο Παναθηναϊκός θα πάει στα πλέι οφ με πλεονέκτημα έδρας κι ο Ολυμπιακός είναι αναγκασμένος να ψάξει για σέντερ απ’ τη στιγμή που η απουσία του Μιλουτίνοφ ξεπερνά τους δύο μήνες…

Ρίβα

Γράφω το κείμενο κι αναρωτιέμαι πόσοι απ’ τους αναγνώστες μας θυμούνται τον Τζίτζι Ρίβα να παίζει. Πόσοι ξέρουν καν το όνομα και την ποδοσφαιρική ιστορία του. Ο σπουδαίος Ιταλός επιθετικός, που μεσουράνησε στα γήπεδα της Ιταλίας και της Ευρώπης τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Ένας απίθανος σκόρερ με το γλυκό αριστερό πόδι του και τις δυνατές κεφαλιές του. Ένας θρύλος που το όνομά του δεν πρόκειται να σβήσει ποτές απ’ τις μνήμες και τις αναφορές των κατοίκων της Σαρδηνίας. Ένας παίκτης που λατρεύτηκε στο νησί του ιταλικού νότου όσο λατρεύτηκε ο Μαραντόνα στη Νάπολι κι ακόμα παραπάνω.

Λατρεύτηκε όχι επειδή ήταν ένας μεγάλος παίκτης, αλλά επειδή αφιερώθηκε στην Κάλιαρι, ενώ θα μπορούσε ένα προτιμήσει τα χρήματα και τη δόξα στη Γιουβέντους, που κατέθετε κάθε χρόνο γην και ύδωρ στα πόδια του για να τον πείσει να μετακομίσει στο Τορίνο. Κι όμως ο Τζίτζι Ρίβα δεν το έκανε ποτέ. Έμεινε στην Κάλιαρι και τη Σαρδηνία. Ο ίδιος εξηγούσε ότι για τους κατοίκους της φτωχής και υποβαθμισμένης Σαρδηνίας, η Κάλιαρι που την πήρε απ’ τη δεύτερη κατηγορία και με τα γκολ του την έκανε πρωταθλήτρια Ιταλίας, ήταν πηγή περηφάνειας. Ήταν μία διαρκής ρεβάνς που έπαιρναν οι Ιταλοί του φτωχού νότου απέναντι στους πλούσιους του ιταλικού βορρά.

Κι από εκεί, ο Τζίτζι Ρίβα με τη φανέλα της άσημης Κάλιαρι μαζί με τον Ντομεγκίνι έφτασε να γίνει ηγέτης και σκόρερ της εθνικής Ιταλίας με ακατάρριπτα ρεκόρ μέχρι τις μέρες μας. Ο βίος κι η πολιτεία του παραπέμπουν σε ένα ποδόσφαιρο που μας έχει αφήσει χρόνους. Είναι, όμως, αυτό που ταύτιζε τους παίκτες με τις ομάδες κι αποτελούσε πηγή έμπνευσης για τους οπαδούς. Ο Τζίτζι Ρίβα ήταν η περηφάνεια των φτωχών της Σαρδηνίας. Ήταν κάτι παραπάνω από ένας καλός ποδοσφαιριστής. Ήταν κοινωνικό φαινόμενο στην εποχή του…

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στην SPORTDAY που κυκλοφορεί
Ακολουθείστε τo SPORTDAY.GR στο Google News